Περιεχόμενα
Οι θεατές που είχαν συγκεντρωθεί στο ιερό της Ολυμπίας μια ζεστή, καλοκαιρινή μέρα του 776 π.Χ. παρακολούθησαν έναν απλό αγώνα δρόμου. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε αυτό –απλώς η συγκριμένη είναι η πρώτη καταγεγραμμένη – και ούτε μόνον στην Ολυμπία. Σε όλο τον ελλαδικό χώρο γίνονταν τοπικοί αγώνες ενώ ήδη ο Όμηρος στην Ραψωδία ψ της Ιλιάδας αναφέρει, ότι ο Αχιλλέας, προκειμένου να τιμήσει τον νεκρό φίλο του Πάτροκλο είχε προκηρύξει αγώνες με οκτώ αγωνίσματα: Την αρματοδρομία, την πυγμαχία, την πάλη, τον αγώνα δρόμου, την κονταρομαχία, την σφαιροβολία και τον ακοντισμό θεσπίζοντας επίσης, πλούσια βραβεία. Αλλά και στην Οδύσσεια ο βασιλιάς Αλκίνοος οργανώνει στο νησί των Φαιάκων αγώνες προς τιμήν του Οδυσσέα, όπως καταγράφεται στην Ραψωδία θ, όπου εμφανίζεται για πρώτη φορά και η λέξη «αθλητήρ»!
Αθλητές από όλον τον κόσμο, που θα δοκιμαστούν στα ίδια αθλήματα και σε πολλά νέα φυσικά (μεταξύ των οποίων και το breakdance, που εισάγεται για πρώτη φορά φέτος) βρίσκονται ήδη στο Παρίσι για την 33η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, που αρχίζουν την Παρασκευή 26 Ιουλίου.
Στους αιώνες που έχουν περάσει, πολλά άλλαξαν, οι αγώνες όπως είναι γνωστό διακόπηκαν για περίπου 1500 χρόνια ώσπου να αναβιώσουν και πάλι στην Ελλάδα του 1896, χάρις στον γάλλο παιδαγωγό και ιστορικό Πιερ ντε Κουμπερτέν και τον έλληνα λόγιο Δημήτριο Βικέλα αλλά η ακτινοβολία τους παραμένει αδιαμφισβήτητη.
Κι αν στην αρχαιότητα η εθνική, φυλετική και πνευματική ενότητα των Ελλήνων αποτελούσε την ουσία των αγώνων, στην σύγχρονη εποχή πρόκειται για έναν πανανθρώπινο θεσμό που αφορά όλον τον πλανήτη. Δεν είναι λίγο, παρά τις πάμπολλες ενστάσεις που μπορεί να έχει κανείς αναφορικά με την εξέλιξη και τον σημερινό χαρακτήρα τους.
Άλλωστε, πέρα από τον αθλητισμό, που βρισκόταν στο επίκεντρο των αρχαίων αγώνων, οι Έλληνες είχαν ενσωματώσει επίσης τις έννοιες της φιλοσοφίας, της ειρήνης, της εκπαίδευσης και της εξέλιξης, αξίες που επιδιώκονται και στην σύγχρονη ολυμπιακή εποχή, ασχέτως αποτελέσματος.
Τα ξέρουμε όλα όμως, για τους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες; Ως Έλληνες, ασφαλώς και ναι. Αν και ορισμένες επισημάνσεις είναι πάντα χρήσιμες.
Πόσο παλιοί είναι οι Αγώνες;
Η αλήθεια είναι, ότι για να αναζητήσει κανείς την αφετηρία τους θα πρέπει να πάει πολύ πίσω, στην απώτερη αρχαιότητα αλλά και στην μυθολογία. Και όχι μόνον την ελληνική.
Σε όλους τους λαούς της Εγγύς Ανατολής υπήρχε αθλητική άσκηση από την 3η π.Χ. χιλιετία, όπως αποδεικνύουν πολλά έργα τέχνης, τα οποία αναπαριστάνουν σχετικές σκηνές. Αλλά με μία διαφορά: Σ’ αυτό το πρώιμο στάδιο δεν επρόκειτο για αγώνες αλλά για επιδείξεις προς διασκέδαση των ηγεμόνων.
Στην Μινωική Κρήτη όμως, από τις αρχές της 2ης π.Χ. χιλιετίας, παράλληλα με την ανάπτυξη του πολιτισμού σημειώνεται και μία εξέλιξη της αθλητικής δραστηριότητας με την καθιέρωση αγωνισμάτων, που απαιτούσαν ιδιαίτερη τεχνική και εξάσκηση.
Ένα από αυτά ήταν η κυβίστηση, ένα είδος ακροβασίας, που ήταν δύσκολη αλλά και επικίνδυνη, αφού μπορεί να εκτελούνταν πάνω ή ανάμεσα από ξίφη στερεωμένα στο έδαφος. Και το δεύτερο είναι τα διάσημα ταυροκαθάψια, με τα άλματα και οι άλλες ασκήσεις να εκτελούνται πάνω από ταύρους.
Η διαφοροποίηση πλέον ήταν, ότι τα αγωνίσματα αυτά δεν γίνονταν μόνον για διασκέδαση αλλά εντάσσονταν σε τελετουργίες και γενικότερα θρησκευτικές εκδηλώσεις που τελούνταν στα μινωικά ανάκτορα.
Παράλληλα όμως, είχαν αναπτυχθεί και η πάλη και η πυγμαχία, όπως φαίνεται σε παραστάσεις που έχουν διασωθεί. (Μία από αυτές είναι η περίφημη τοιχογραφία των παλαιστών από τo ακρωτήρι της Θήρας.)
Μία χιλιετία περίπου αργότερα οι Μυκηναίοι θα αναπτύξουν νέα αγωνίσματα και έτσι θα προσθέσουν στην πάλη και την πυγμαχία, τον αγώνα δρόμου και τις αρματοδρομίες, πάντα στο πλαίσιο θρησκευτικών τελετών και διαβατηρίων εθίμων. Ενώ θα καθιερώσουν για πρώτη φορά τα «επιτάφια άθλα», δηλαδή τους αγώνες για να τιμηθεί ένας ήρωας ή άλλος επιφανής νεκρός.
Η διαδρομή έκτοτε, ως την ξεκάθαρη καθιέρωση αθλητικών αγώνων θα καλυφθεί με ταχύτητα. Τον 8ο π.Χ αιώνα οι αγώνες αναπτύσσονται δυναμικά ενώ τα αγωνίσματα συσχετίζονται με τους θεούς και τους ήρωες, οι οποίοι υποτίθεται, ότι έχουν θεσπίσει τους κανόνες για το καθένα από αυτά.
Η καθιέρωση της Ολυμπιακής εκεχειρίας
Τον 9ο αιώνα π.Χ. ο Ίφιτος, ηγεμόνας της Ήλιδας –μελλοντικής διοργανώτριας των Ολυμπιακών Αγώνων – έχοντας απηυδήσει από τις ατέλειωτες συγκρούσεις στην περιοχή του θέλησε να ζητήσει την συμβουλή των θεών, προκειμένου να βρεθεί τρόπος να σταματήσουν.
Όταν λοιπόν συμβουλεύτηκε το μαντείο των Δελφών, η ιέρεια του Απόλλωνα τουείπε να ξεκινήσει έναν ειρηνικό αθλητικό αγώνα. Έτσι θέλει ο μύθος αλλά πράγματι ο Ίφιτος και οι άλλοι γείτονές του βασιλιάδες, ο Κλεοσθένης της Πίσας και ο Λυκούργος της Σπάρτης υπέγραψαν τότε μία ανακωχή και έτσι προέκυψε η Εκεχείρια.
Σε καμία περίπτωση ωστόσο, η συμφωνία αυτή δεν σήμαινε παύση των πολέμων. Για μία αναστολή επρόκειτο, διάρκειας από έναν μήνα έως τρεις ή και παραπάνω, ενώ ο θεσμός μάλιστα δεν αφορούσε μόνον τους Ολυμπιακούς Αγώνες αλλά και όλους τους πανελλήνιους (όπως τα Πύθια, τα Νέμεα κλπ).
Στην πράξη εξάλλου ,η εκεχειρία θεωρούνταν επιβεβλημένη, λόγω της ιερότητας των Αγώνων, καθώς είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα και οι αθλητές που λάμβαναν μέρος έπρεπε να είναι απερίσπαστοι στην συμμετοχή τους.
Επιπλέον έτσι διασφαλιζόταν η προσέλευσή τους όσο και του κοινού, που έφθανε από χιλιόμετρα μακριά, περνώντας πιθανώς και μέσα από αντιμαχόμενες χώρες.
Παράλληλα και η Ηλεία κηρυσσόταν ουδέτερη και απαραβίαστη, με απαγόρευση εισόδου για οπλισμένους άνδρες.
Παραβιάσεις όμως, υπήρξαν.
Με πιο εντυπωσιακή αυτήν του 364 π.Χ. όταν οι Πισάτες με την υποστήριξη των Αρκάδων κατέλαβαν το ιερό της Ολυμπίας για να διοργανώσουν αυτοί τους Αγώνες. Οι Ηλείοι όμως αντέδρασαν, εισέβαλλαν στην Άλτι κατά την διάρκεια των Αγώνων και η μάχη διεξήχθη ανάμεσα στους ναούς και τα άλλα κτήρια του ιερού! Τελικά όχι μόνον νίκησαν αλλά και οι αγώνες ολοκληρώθηκαν κανονικά, παρουσία χιλιάδων θεατών, οι οποίοι προφανώς παρακολούθησαν και τις εχθροπραξίες.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η ιερή εκεχειρία υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους θεσμούς, που προέκυψαν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, προτάσσοντας τα ολυμπιακά ιδεώδη ενάντια στον πόλεμο.
Η Ολυμπία δεν είχε λαμπαδηδρομία
Η αφή της Ολυμπιακής φλόγας στην Ολυμπία βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο κάθε τελετής έναρξης των Αγώνων και στις εβδομάδες που ακολουθούν, κάνει μια μεγάλη διαδρομή, προκειμένου να φθάσει στην διοργανώτρια πόλη. Και εκεί, στο Ολυμπιακό Στάδιο θα ανάψει την μεγάλη δάδα, που θα καίει αδιάκοπα ως την λήξη τους.
Και ενώ όμως, αυτή η λαμπαδηδρομία και το «πέρασμα» από δάδα σε δάδα έχει αναδειχθεί ως ένα υψηλής σημασίας συμβολικό γεγονός, μεταδίδοντας με εξωστρέφεια το μήνυμα της τέλεσης των Αγώνων, η παράδοση, όπως ξέρουμε δεν ξεκίνησε από την αρχαία Ολυμπία.
Αντίθετα, η Ολυμπιακή φλόγα έκανε για πρώτη φορά ένα τέτοιο ταξίδι το 1936, όταν οι γερμανοί διοργανωτές των Αγώνων του Βερολίνου κανόνισαν να ανάψει φλόγα στην Ολυμπία και εν συνεχεία να μεταφερθεί στη ναζιστική πρωτεύουσα.
Το έργο ανέλαβαν 3.422 λαμπαδηδρόμοι, που διένυαν ένα χιλιόμετρο ο καθένας τους ακολουθώντας τη διαδρομή από το χώρο των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων ως το Βερολίνο. Την λαμπαδηδρομία σχεδίασε ο γερμανός Ολυμπιονίκης Καρλ Ντιμ βασισμένος στην γνώση ότι σε κάποιους πανελλήνιους αγώνες, όντως περιλαμβανόταν το γεγονός.
Στην αρχαιότητα όμως, η λαμπαδηδρομία ως αντίστοιχο της σημερινής σκυταλοδρομίας είχε χαρακτήρα θρησκευτικό περισσότερο, έτσι δεν υπήρχε στα επίσημα αγωνίσματα. Ως εκ τούτου διεξαγόταν εκτός των σταδίων, άλλοτε μέσα στα ιερά και άλλοτε μέσα στην πόλη.
Γνωστότερη λαμπαδηδρομία άλλωστε, ήταν αυτή των Παναθηναίων στην Αθήνα, που ξεκινούσε από την σημερινή Ακαδημία Πλάτωνος και έφθανε στον βωμό της θεάς Αθηνάς στην Ακρόπολη. Η απόσταση ήταν 2.500 μέτρα, τα οποία διένυαν 40 έφηβοι από τις δέκα αθηναϊκές φυλές με τον νικητή να απολαμβάνει μεγάλες τιμές, μεταξύ των οποίων και υλικές.
Σε γενικές γραμμές πάντως, η φωτιά ήταν ένα σημαντικό μέρος του τελετουργικού των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων. Μία φλόγα έμενε διαρκώς αναμμένη στο βωμό της θεάς Εστίας κατά την διεξαγωγή τους ενώ ιερές φλόγες άναβαν και στους ναούς του Δία και της Ήρας.
Ο Μαραθώνιος και οι Ολυμπιακοί
Ο αγώνας δρόμου των 42.195 χιλιομέτρων, ο Μαραθώνιος που περιλαμβάνεται στους Ολυμπιακούς Αγώνες σήμερα – και διεξάγεται συχνότατα σε όλο τον κόσμο, καθώς είναι ιδιαιτέρως δημοφιλής – δεν υπήρχε φυσικά, στους αρχαίους.
Αυτό το κλασικό όμως πλέον, ολυμπιακό αγώνισμα προέκυψε ειδικά για να τιμηθεί η Ελλάδα, το 1896 κατά την αναβίωση του θεσμού. Με πρώτο ολυμπιονίκη μαραθωνοδρόμο ως γνωστόν, τον Σπύρο Λούη.
Πρόκειται για αγώνα αντοχής, που όπως ξέρουμε, υπενθυμίζει για την ιστορική διαδρομή που έκανε ο Φειδιπίδης μετά την μάχη του Μαραθώνα εναντίον των Περσών για να μεταδώσει το μήνυμα της νίκης στην Αθήνα.
Στην πραγματικότητα, ο μεγαλύτερος αγώνας δρόμου που ίσχυε στους αρχαίους Ολυμπιακούς ήταν ο δόλιχος, που εισήχθη το 720 π.Χ. και μπορεί να έφτανε τα 4.800 μέτρα (οι πληροφορίες δεν είναι σαφείς). Οι δρομείς πάντως, ξεκινούσαν και κατέληγαν εντός του σταδίου, αφού έκαναν πρώτα μία διαδρομή έξω από αυτό.
Γενικότερα ο δρόμος σταδίου ή ταχύτητας όπως λέμε σήμερα, ήταν το παλαιότερο αγώνισμα στην αρχαιότητα, κατά το οποίο οι δρομείς καλούνταν να τρέξουν απόσταση περίπου 190 μέτρων (ένα στάδιο).
Επίσης υπήρχαν ο δίαυλος, δρόμος ταχύτητας δύο σταδίων, δηλαδή περί τα 380 μέτρα, ο ίππιος κατά τον οποίο ο αθλητής έπρεπε να διανύσει τέσσερεις φορές το μήκος του σταδίου (περί τα 740-780 μέτρα) και τέλος ο οπλίτης δρόμος ή οπλιτοδρομία με τον αθλητή να τρέχει φέροντας κράνος, ασπίδα και κνημίδες διανύοντας απόσταση δύο ή τεσσάρων σταδίων (περί τα 400 μέτρα).
Τα καθόλου ευκαταφρόνητα έπαθλα
Οι νικητές στους ιερούς αγώνες της Ολυμπίας, της Νεμέας, των Πυθίων στους Δελφούς στεφανώνονταν από τον πρύτανη των ελλανοδικών με κλαδιά από ελιά, μαϊντανό ή δάφνη, δέχονταν τις επευφημίες των θεατών, που τους έραιναν με φύλλα και άνθη, τους έδεναν στο σώμα κορδέλες χαράς και τους πρόσφεραν δώρα, αλλά αυτά τα έπαθλα δεν ήταν τα μόνα τους οφέλη.
Οι πόλεις καταγωγής τους, τους επιφύλασσαν μεγάλες τιμές, κάποιες έριχναν τα τείχη τους για να τους υποδεχθούν, έστηναν προς τιμήν τους αγάλματα και αναθηματικές στήλες ενώ ακολουθούσαν και πολλές άλλες, ηθικές και οικονομικές απολαβές.
Ο Σόλων αίφνης, είχε ορίσει για τον ολυμπιονίκη ως εφάπαξ ανταμοιβή 500 δραχμές αλλά ακόμη φορολογική απαλλαγή, ισόβια σίτιση στο πρυτανείο της Αθήνας, τιμητική θέση στις εκδηλώσεις της πόλης, τον διορισμό του ως πρέσβη ή και την ανάληψη επίσημων καθηκόντων της πολιτείας. Με την νίκη του εξάλλου, ο αθλητής είχε το δικαίωμα να ανεγείρει τον ανδριάντα του στην Ολυμπία ενώ και επινίκιοι ύμνοι παραγγέλλονταν σε ποιητές, όπως ο Πίνδαρος ή ο Σιμωνίδης.
Στα Παναθήναια εξάλλου, τους μεγάλους αγώνες της αρχαίας Αθήνας προς τιμήν της πολιούχου της, το έπαθλο των γυμνικών και ιππικών αγώνων ήταν το λάδι, που προερχόταν από τις ιερές ελιές της θεάς, τις μορίες. Το λάδι προσφερόταν μέσα σε τεράστιους αμφορείς, καθένας από τους οποίους χωρούσε 35-40 κιλά, με τον νικητή τους δρόμου σταδίου για παράδειγμα να λαμβάνει 50 τέτοια αγγεία.
Ένας μεγάλος αθλητής θα μπορούσε εν τέλει να ζήσει πραγματικά μια πολυτελή ζωή ή όπως έλεγε κι οι Πίνδαρος «όποιος νικήσει, μελιστάλαχτη απλοχαίρεται την υπόλοιπη ζωή του χάρις στους άθλους του».
Γιατί οι αθλητές αγωνίζονταν γυμνοί
Οι αρχαίοι Έλληνες, που αθλούνταν στις παλαίστρες και τα γυμνάσια γυμνοί, δεν θα έπαιρναν φυσικά, μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες με περιβολή. Σήμερα ωστόσο, οι ιστορικοί συνεχίζουν να αναζητούν το πραγματικό κίνητρο για την γυμνότητα των αθλητών και πολλές είναι οι θεωρίες που διατυπώνονται. Μία από αυτές είναι, ότι αυτή η πρακτική εξισώνει τους διαγωνιζόμενους, αφαιρώντας τους την όποια κοινωνική προέλευση, αφού έμεναν στην φυσική τους κατάσταση.
Παραλλήλως όμως, επρόκειτο για την επίδειξη της ρώμης του αθλητή, επιτρέποντας στο κοινό, το οποίο άλλωστε ήταν αποκλειστικά ανδρικό, να τον παρατηρήσει, να μετρήσει τις ικανότητές του και φυσικά να τον θαυμάσει.
Σύμφωνα με ιστορικούς έτσι, η γυμνότητα των ελλήνων αθλητών ήταν ένας τρόπος αναγνώρισης της ελληνικότητας και της ευγένειάς τους. Χωρίς να παραβλέπεται πάντως και το γεγονός, ότι η αρχαία ενδυμασία μπορεί να λειτουργούσε ανασταλτικά στις αθλητικές επιδόσεις.
Αρχικά ωστόσο, φαίνεται ότι φορούσαν ένα περίζωμα. Σύμφωνα μάλιστα με τον Παυσανία(2ος μ.Χ αιώνας), ο πρώτος που το πέταξε, ήταν ο ΄Ορσιππος ο Μεγαρεύς, που συμμετείχε στους 15ους Ολυμπιακούς Αγώνες, το 720 π.Χ. και στέφθηκε νικητής στον δρόμο σταδίου (ταχύτητας).
Αλλά ομιλώντας περί του περιζώματος και ο Θουκυδίδης, τον 5ο π.Χ. αιώνα αναφέρει, πως «διαζώματα έχοντες περί τα αιδοία οι αθληταί ηγωνίζοντο, και ου πολλά έτη επειδή πέπαυται». Μιλάει δηλαδή, για λίγα χρόνια πριν από αυτόν και όχι για δύο αιώνες…
Οι αθλητές πάντως, δεν ήταν οι μόνοι που έπρεπε να είναι γυμνοί στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Το ίδιο ίσχυε και για τους προπονητές τους. Κι αυτό εξ αιτίας μια γυναίκας, που μπήκε κάποτε στο στάδιο ντυμένη ως προπονήτρια για να παρακολουθήσει τον αγώνα του γιου της. Από τη στιγμή ωστόσο, που έγινε αντιληπτή άλλαξε ο κανονισμός και για τους προπονητές.
Πότε και πώς καταργήθηκαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες
Ακόμη και στους αιώνες που οι Ρωμαίοι είχαν καταλάβει την Ελλάδα –από τα μέσα του 2ου π.Χ. – οι Ολυμπιακοί Αγώνες συνεχίζονταν κανονικά, παρά την μείωση του κύρους τους, εξ αιτίας νέων συνηθειών, που αλλοίωναν -εκβαρβάριζαν για την ακρίβεια- τον ιερό τους χαρακτήρα.
Στις αρχές του 300 μ.Χ. όμως, η Ρώμη υιοθέτησε τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία της και η επέκτασή του σε όλες τις υπό κατάληψη χώρες θα έφερνε μεγάλες αλλαγές.
Συγκεκριμένα το 393-4 ο Θεοδόσιος Α΄ θα εξέδιδε σειρά διαταγμάτων, που απαγόρευαν την ειδωλολατρική θρησκεία, τις τελετουργίες και τις γιορτές. Κι αν κάποια αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν, ότι κάποιοι αγώνες διατηρήθηκαν για λίγο, η οριστικοποίηση της απαγόρευσης ήρθε το 424 από τον Θεοδόσιο B΄.
Κάποιοι ιστορικοί ωστόσο, θεωρούν ότι αυτά, τα θρησκευτικού χαρακτήρα μέτρα, δεν ήταν τα μόνα υπαίτια της κατάργησης των Ολυμπιακών Αγώνων. Η πτώση τους ενδέχεται να οφείλεται και στην οικονομική κατάρρευση του κόσμου της εποχής.
Κάποτε οι Αγώνες υποστηρίζονταν από δημόσια ταμεία και χορηγούς αλλά από τον 4ο αιώνα και μετά, τα χρήματα διοχετεύονταν αλλού με αποτέλεσμα να μείνουν μόνον οι πλούσιοι ιδιώτες, που φυσικά δεν άντεξαν για πολύ.
Οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες μπορεί να έσβησαν τότε, μετά από χίλια και πλέον χρόνια, αλλά η μνήμη τους ήταν τέτοια, που μόνο ως νομοτέλεια μπορεί να νοηθεί η αναβίωσή τους.
Διαβάστε επίσης:
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες, ο Νέρωνας και η έπαυλή του – Εργασίες αποκατάστασης
Μακρόν: Οι Γάλλοι δεν επιθυμούν να μην πραγματοποιηθούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες
Εμανουέλ Μακρόν: “Πολιτική εκεχειρία” στη χώρα ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού