ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
«Αν είναι να ζήσεις, πρέπει να το κάνεις ωραία. Γιατί η ζωή η ίδια είναι μία επιλογή. Να κάνεις το ταξίδι, όπως εσύ θες, με βήματα, που ν΄ αφήνουν το χνάρι σου πίσω για τους επόμενους, όχι για να σε δοξάζουν, αλλά για να πουν, να ένας άνθρωπος που έζησε με στόχο, όχι τυχαία».
Η Όλγα Χωμενίδου με αιφνιδιάζει. Καθώς την κοιτάζω απέναντί μου βλέπω έναν ωραίο, ήρεμο και μετρημένο άνθρωπο, με γλυκό βλέμμα και βαθύ συναίσθημα, μια σκεπτόμενη, καλλιεργημένη γυναίκα με πολλά ενδιαφέρονται και σχέδια για το παρόν και το μέλλον.
Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς όμως, την εσωτερική δύναμη και την αποφασιστικότητα που κρύβονται μέσα της, τη θέλησή της να αντιμετωπίσει το μεγαλύτερο πρόβλημα και συνάμα φόβο, που της έτυχε στη ζωή, την αναμέτρηση με έναν καρκίνο, που ήρθε ύπουλα για να την δοκιμάσει.
Αλλά «Αποφάσισα να τον ξορκίσω», λέει απλά σήμερα. Και το πέτυχε.
Με πολλούς τρόπους, σαν αυτή η περιπέτεια να κινητοποίησε ακόμη περισσότερο τη δημιουργική της φλόγα. Η συλλογή ποιημάτων της «Χλωμές πανσέληνοι» (εκδόσεις εύμαρος), προϊόν αυτής της τραυματικής εμπειρίας, αποτελεί τη μία πλευρά της έκφρασής της, που μαζί με τη ζωγραφική στέλνουν διπλό μήνυμα δύναμης, αγάπης για τη ζωή και αισιοδοξίας. Αλλά και στήριξης όσων έχουν πληγεί με αντίστοιχους τρόπους.
«Ο καρκίνος είχε προηγούμενα μαζί μου. Μου είχε κλέψει τη μάνα μου, όταν ακόμα δεν είχα προλάβει να της πω τα όνειρά μου», λέει η ίδια. «Με μεγάλη προσπάθεια τον ξέχασα αλλά εκείνος όχι. Αυτή τη φορά σημάδεψε εμένα. Διπλή μαστεκτομή. Ανήκα πια κι εγώ στην ομάδα των ανθρώπων με τα γυμνά κεφάλια.
Άρχισα να γράφω, γιατί χρειαζόμουν μια απάντηση, ένα στήριγμα, μια απόφαση, μια νέα αρχή».
΄Η αλλιώς την ευκαιρία για μια βαθιά ενδοσκόπηση, που βγάζει στην επιφάνεια όλες τις δυνάμεις που βρίσκονται εν υπνώσει, μεταστρέφοντας έτσι τον πόνο σε δημιουργία.
Και η απόδειξη είναι στο λόγο της, μεστό, πλούσιο και κατασταλαγμένο και στους τρυφερούς, γεμάτους συναίσθημα αλλά οδυνηρά αιχμηρούς στίχους της.
Στη συζήτησή μας, μια εξομολόγηση καλύτερα, που αποκαλύπτει όλες της πτυχές του οδυνηρού βιώματος, τίποτε δεν έμεινε «κρυφό», όλα ειπώθηκαν με τ΄ όνομά τους, όσο «ευαίσθητα» κι αν θεωρούνται για κάποιους, που φοβούνται να μιλήσουν ανοιχτά, ίσως γιατί απλώς φοβούνται το φόβο.
Απόφοιτος του Ιστορικού –Αρχαιολογικού από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και με μεταπτυχιακό στη ρωσική γλώσσα στο Πανεπιστήμιο Πούσκιν της Μόσχας η Όλγα Χωμενίδου δούλεψε επί μία εικοσαετία ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες και ραδιόφωνο ώσπου να την κερδίσει η λογοτεχνία.
Σε διπλανά γραφεία για μερικά χρόνια είχαμε την τύχη να μοιραστούμε ιδέες, όνειρα, ανησυχίες αλλά κυρίως να εκτιμήσουμε το λόγο, η μια της άλλης.
Έτσι στη συζήτηση που ακολουθεί μιλάμε στον ενικό (και ελπίζω να το συγχωρήσει ο αναγνώστης), γιατί θεωρούμε και οι δύο ότι θα ήταν υποκρισία να υποδυόμαστε κάτι άλλο.
– Όλγα πώς είναι να μετουσιώνεται σε ποίηση μια ασθένεια, σοβαρή όπως αυτή;
– Μα αυτή την διαδρομή δεν ακολουθούν κατά κανόνα όσοι ασχολούνται με την τέχνη; Βίωμα-επεξεργασία-τέχνη. Το πλέον τρανό παράδειγμα δεν είναι η Φρίντα Κάλο, που τον τελευταίο καιρό δυστυχώς έχουμε επικεντρωθεί στα πολύχρωμα λουλούδια στο κεφάλι της για να τα προσφέρουμε στον δίσκο της καταναλωτικής μας μόδας; Κι όμως η ζωή της Φρίντα Κάλο ήταν ένας συνεχής πόνος, ένα ματωμένο κρεβάτι, ένας νάρθηκας απόκοσμος και όλα τα συναφή.
Έτσι και η κληρονομιά της, τα έργα της, που αποτυπώνουν όλα τα επώδυνα βιώματά της σε κάθε τους λεπτομέρεια, αδρή και ταυτόχρονα τόσο απογυμνωτική, που μπορούμε να την συναισθανθούμε, να την καταλάβουμε, να την αγγίξουμε. Ενώ την ίδια ώρα εκείνη ξόρκιζε το κακό, διέλυε τον φόβο του, έσπαγε την ασχήμια του.
– Το ίδιο θέλησες να κάνεις και εσύ;
– Ακριβώς. Επιδίωξα κι εγώ να κοιτάξω τον καρκίνο εκ του σύνεγγυς.
Αποφάσισα να τον ξορκίσω, να τον παρατηρήσω βήμα προς βήμα κι αναπνοή την αναπνοή, να τον κοιτάξω, όχι μόνο πάνω- πάνω, αλλά μέσα βαθιά, να δω γιατί με επέλεξε, τι ήθελε να μου ξεστομίσει από την μεριά του. Και να τα βάλω με τον πόνο, που προκαλεί και που σαν λερναία ύδρα, μου επανέφερε από το πουθενά κι άλλους κρυφούς, λησμονημένους πόνους.
Ακόμα να αναμετρηθώ με τον δικό μου Θεό, να δω πόσο πολύτιμη είμαι γι’ αυτόν.
Κι έπειτα να αντιμετωπίσω το σώμα μου, τον ακρωτηριασμό του, να περάσω από τις σειρήνες της καλουπωμένης ομορφιάς, να βρω το τέρας που κρύβουμε όλοι μέσα μας.
Να το τρομάξω, να με αφήσει χωρίς αναπνοή και μετά να δω, τι θα κάνω με του λόγου του, αν πρέπει να ζήσουμε μαζί.
Όπως καταλαβαίνεις Μαρία μου, είχα ν΄ αντιμετωπίσω όχι μόνο μια πολύ σοβαρή ασθένεια, αλλά και όλους τους παρατρεχάμενούς της, που σαν καλικατζαραίοι με είχαν βάλει στόχο. Γι΄ αυτό κι εγώ το έριξα στο γράψιμο.
Ε, ζώντας και σε πολυκατοικία, δεν είναι και τόσο ανεκτό να …ουρλιάζεις όλη την ώρα. Οπότε είπα να βάλω τα ουρλιαχτά στο χαρτί, το οποίο σημειωτέον ήταν πάντα με το μέρος μου. Εννοώ είχαμε μια πολύ καλή και στενή σχέση από όταν ήμουν μικρή. Πάντα το χαρτί ήταν το καταφύγιο μου.
Για να πω την αλήθεια έτσι ξεκίνησε η σχέση μας, γιατί στη ζωή μού συνέβησαν αρκετά από αυτά, που λένε τραύματα.
Να ΄ναι καλά η μοίρα μου, ήταν πλούσια σε τέτοια. Και για να σου εξομολογηθώ, αν και στο σχολείο ήμουν πολύ κοινωνική, τις υπόλοιπες ώρες ήμουν μοναχική. Κι έτσι στράφηκα στο γράψιμο. Ήταν πάντα η καλύτερη μου συντροφιά. Τα λέγαμε με τις ώρες και με τις άπειρες σελίδες.
Γι΄ αυτό σου λέω… Ο πρώτος έρωτας είναι αξέχαστος!
– Ο τίτλος της συλλογής «Χλωμές πανσέληνοι», ο υπότιτλος «Ιστορίες για γυμνά κεφάλια », επίσης η εικόνα του εξωφύλλου παραπέμπουν ευθέως σ΄ένα βίωμα, και σ΄ένα σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν εκατομμύρια γυναίκες σ΄ όλο τον κόσμο.
Γιατί τόσο άμεσα; Ρωτώ, γιατί άλλες γυναίκες δεν θέλουν να το συζητούν. Εσένα τι σε έσπρωξε να βγεις μπροστά και να μιλήσεις ανοιχτά;
– Ο καθένας αντιδρά σύμφωνα με τον χαρακτήρα του και τα πρότερα βιώματα που έχουν καθορίσει την συμπεριφορά του και τη στάση του απέναντι στη ζωή. Στην περίπτωση μάλιστα του καρκίνου, έχουμε μια ιδιαίτερα ακραία κατάσταση.
Όταν κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με μια τόσο καθοριστική στιγμή στη ζωή του, μια στιγμή που επί της ουσίας κρίνεται η συνέχεια της «μη» ζωής του, μπροστά στο σοκ αυτό, μπορεί να μείνει αποσβολωμένος, να μη θέλει να το πιστέψει, να μην το αποδέχεται και εν τέλει να βυθίζεται στη δίνη του.
Είναι επιλογές αυτά τα πράγματα.
Για να στο πω πιο ξεκάθαρα, είναι επιλογή για την ίδια τη ζωή. Την θέλεις; Την γουστάρεις να την ζήσεις;
Την αγαπάς βρε παιδί μου παθιασμένα ή επειδή σου ΄λαχε και βρέθηκες στη γη είπες, άντε ας ζήσω, έτσι σαν …χορτάρι; Όμως αν είναι να τη ζήσεις, πρέπει να την απολαύσεις, χωρίς να μιρμιρίζεις όλη την ώρα.
Όχι σαν κάποιος, που μπορεί να βρήκε την πόρτα του σύμπαντος ανοιχτή κατά τύχη, μπήκε, έκανε μια βόλτα χωρίς να ξέρει πού πάει και μετά είδε μπροστά του ένα πορτάκι και ξαναβγήκε.
Αυτός είναι ο λόγος, που μίλησα και μιλάω ανοιχτά, άμεσα, όπως θέλεις πες το.
– Πιστεύεις ότι αυτή η ενέργειά σου μπορεί να είναι και θεραπευτική, ψυχολογικά βέβαια. Δηλαδή η εξωτερίκευση του προβλήματος και το μοίρασμα με τους άλλους σε βοηθάει και πώς;
– Ναι, αυτός είναι ένας τρόπος ίασης, θεραπείας. Η τέχνη, η δραματική τέχνη, που η μεγαλύτερη έκφραση της είναι το θέατρο, μας το έχει δείξει από τους αρχαίους χρόνους. Η άρρητη δηλαδή σχέση Ασκληπιείων και αρχαίων θεάτρων.
Η δραματική ποίηση λοιπόν είναι και καθαρτική και επουλωτική και θεραπευτική.
Και μέσω της μέθεξης είναι ικανή να θεραπεύσει κι άλλους.
Εν προκειμένω κι άλλες γυναίκες κι άλλους άνδρες κι άλλα πλάσματα που έχουν έλθει αντιμέτωποι με αντίστοιχο σοκ στην ζωή τους. Όσο για το μοίρασμα που λες, είμαι πιστή του Ελύτη, όταν λέει, πως «ζωή που δεν μοιράζεται, είναι ζωή χαμένη».
Και δεν το λέω σχηματικά.
Κάθε φορά που έμπαινα στο νοσοκομείο, ό,τι «κόλπο» μάθαινα από την ψυχολόγο μου, πώς για παράδειγμα θα έπρεπε να προετοιμαζόμαστε για την είσοδο στο χειρουργείο, το έλεγα και στην γυναίκα, που ήταν στο διπλανό κρεβάτι.
Ο όρκος
– Θα ήθελες επομένως να μοιραστείς μαζί μου, τα πρώτα σου συναισθήματα, όταν έμαθες ότι έχεις αυτό το σοβαρό πρόβλημα;
– Κοίτα, έχω χάσει την μητέρα μου από καρκίνο όταν ήμουν 13 χρόνων κι εκείνη 48. Και το μυαλό, όπως ξέρεις με κάτι τέτοια, ημερομηνίες, χρονολογίες κ.λ.π. παίζει σκληρά παιχνίδια.
Οπότε το πρώτο συναίσθημα ήταν μια πένθιμη λύπη, που ερχόταν από τα εφηβικά μου χρόνια. Βαθιά, πετρωμένη κι ασήκωτη από το βάρος.
Έτρεχε λοιπόν το δάκρυ για την τύχη μου, για την τύχη της μάνας μου, για όσα δεν προφτάσαμε να μοιραστούμε, για πόσο ακόμα θα ήθελα να την πενθήσω…
Αλλά μέσα σε όλη αυτή τη λύπη και το κλάμα, από παιδί μάνας που ήμουν τότε, ήρθε η ώρα της μάνας ενός παιδιού, που είμαι τώρα.
Έτσι μέσα από τη θλίψη αναδυόταν μια φωνή γεμάτη απελπισία, ικεσία αλλά και αποφασιστικότητα: «Μα εγώ έχω δώσει όρκο στον Ορφέα μου, ότι θα είμαι μαζί του για πολλά πολλά χρόνια, του έχω υποσχεθεί, ότι θα τον δω να μεγαλώνει κι εγώ να τον καμαρώνω.
Δεν μπορώ να πεθάνω. Το έχω ορκιστεί».
– Και η ανάγκη για έκφραση και δημιουργία μέσα από το συγκεκριμένο βίωμα, πώς ήρθε;
– Από την αρχή κατάλαβα, ότι λόγω βεβαρυμμένου παρελθόντος, και δεν μιλώ μόνο για τον πρόωρο θάνατο της μητέρας μου, αλλά και για άλλα, χρειαζόμουν ένα χέρι βοηθείας από ειδικό.
Έψαξα και βρήκα μόνη μου την ψυχολόγο μου, που στάθηκε δίπλα μου με μεγάλη ευαισθησία και ειλικρινές ενδιαφέρον, βοηθώντας με βήμα- βήμα στην όλη αυτή επίπονη πορεία, που είχα μπροστά μου. Εκείνη την εποχή έγραφα ένα θεατρικό μονόλογο «Το όνειρο της Ηλέκτρας».
Στην αρχή λοιπόν, κατέγραφα τις συνεδρίες, ώστε να μπορώ να γυρίζω σε αυτές για να συνεχίζω μόνη μου τη δουλειά με τον εαυτό μου. Παράλληλα, κάποιες σκέψεις που μου γεννιούνταν, τις εμπιστευόμουν στην Ηλέκτρα μου. Ώσπου κάποια μέρα οι «γεννήσεις» πολλαπλασιάσθηκαν και ήρθε η «Διπλή ανάγνωση».
– Για την «Αφορμή μιας νέας ζωής», μιλάς σ΄ένα ποίημά σου και σε ένα άλλο ρωτάς: «Τιμωρία ή ευκαιρία;». Τι είναι λοιπόν η αναμέτρηση με μια δυσκολία στη ζωή;
– Από την πρώτη στιγμή που ασθένησα και σε όλη την διάρκεια της περιπέτειάς μου, ανά πάσα στιγμή, σε όποιο βήμα και στάδιο βρισκόμουν, μια φωνούλα άλλοτε οργισμένη, άλλοτε ξέπνοη, άλλοτε πολύ κουρασμένη κι άλλοτε απελπισμένη ρωτούσε επιτακτικά μέσα μου: «Και τώρα τι πρέπει να κάνω;
Γιατί μου συμβαίνει αυτό; Πώς να σταθώ απέναντι σε αυτή την απειλή;». Με τα χρόνια και με τις εμπειρίες, που αποδείχθηκαν πολύτιμες έχω αποκτήσει μια συγκεκριμένη θεώρηση για τη ζωή: Πιστεύω ακράδαντα στο δικαίωμα και στην βούληση της επιλογής ως την κύρια υπεύθυνη για τη ζωή μας. Δεν πιστεύω στην μοίρα κατ΄ουδένα τρόπο.
Για μένα η ειμαρμένη, είναι όλα όσα συναντούμε στο δρόμο μας, που μας βάζουν στην δοκιμασία ή στον πειρασμό αν θες, να διαλέξουμε τι μας φαίνεται ικανό για να μας φέρει την ευτυχία. Κι όταν λέω όσα, εννοώ όλα. Καλά και κακά, ωραία κι άσχημα. Τραγικά και χαρούμενα.
Γι΄ αυτό πολύ σωστά επισημαίνεις, ότι αυτή η αναμέτρηση, που εγώ αποκαλώ βασανιστικό συλλογισμό, διατρέχει σχεδόν όλα μου τα ποιήματα. Γιατί εγώ, όπως σου εξήγησα πριν, επέλεξα να ζήσω. Αυτή την επιλογή έκανα, τουλάχιστον με τα δύο από τα τρία κομμάτια μου. Εννοώ την καρδιά μου και την ψυχή μου. Το σώμα μου αφέθηκε στην βοήθεια από τους ειδικούς.
Έρωτας και πόνος
Αλλάζουμε κεφάλαιο και την ρωτώ για τον βαθύτατα ερωτικό λόγο της, που συνυπάρχει με όλα τα προηγούμενα.
Γιατί αν η ποίηση δίνει διέξοδο στον πόνο, ο έρωτας μπορεί να τον γιατρέψει; Η Όλγα γελάει. «Μπαίνουμε σε πιπεράτα χωράφια», σχολιάζει. «Ας ξεκινήσουμε από τα γνωστά», συνεχίζει όμως.
«Έρως ίσον ο δημιουργός του σύμπαντος! Όταν έρχεται λοιπόν η στιγμή, που χάνεις την ισορροπία σου μέσα στο σύμπαν, γιατί δεν ξέρεις αν θα ζήσεις ή όχι και πώς θα ζήσεις μέχρι να περάσει η φουρτούνα, ακόμη αν τα έχεις προλάβει όλα, όσα θα ήθελες να κάνεις…. τότε πώς να μην προστρέξεις και στον έρωτα…
Αναζητάς μια ανάσα, ένα στήριγμα κι ο έρωτας, ακόμη κι αν μόνο τον επικαλεστείς, αν ξεφυλλίσεις τις αναμνήσεις σου, θα φυσήξει το δροσερό αεράκι του και θα απαλύνει την κάψα στις πληγές σου. Αυτό κάνει ο παντοδύναμος Έρως! Ε, αυτό κι εγώ έψαχνα μέσα από τα ποιήματα μου…».
– Και τι γίνεται με την θηλυκότητα; Πλήττεται από τον «ακρωτηριασμό», όπως τον αναφέρεις; Όχι ως εμφάνιση αλλά ως συναίσθημα, που μπορεί να βιώνει μια γυναίκα.
– Ο ακρωτηριασμός είναι καθαρά ψυχικό τραύμα. Το σωματικό τραύμα, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, το αντιμετωπίζεις.
Το ψυχικό όμως θέλει κόπο, θέλει προσπάθεια μεγάλη για να το χειριστείς. Χρειάζεται να σταθείς απέναντι του, να μην αποτρέψεις το βλέμμα σου από το αποτρόπαιο θέαμα, μετά να παραδεχθείς ότι συνέβη και ότι θα είναι εκεί για πάντα, ύστερα να αποδεχθείς ότι θα ζεις μαζί του, να προσπαθήσεις μετά να το αγγίξεις, έπειτα να το χαϊδέψεις κι ύστερα να το φιλήσεις.
Πρέπει να αγαπήσεις το ακρωτηριασμένο κομμάτι σου και να είσαι περήφανη γι΄ αυτό. γιατί είναι κάτι σαν παράσημο βρε παιδί μου, που σου το έδωσε η ζωή.
Πραγματικά το λέω αυτό, δεν υπερβάλλω. Μπροστά στα χαστούκια, που έχω φάει στον επαγγελματικό τομέα παραδείγματος χάριν, αυτό του καρκίνου, που τέλειωσε με μια μαστεκτομή που σε σώζει, δεν είναι για περηφάνια;
– Και η σχέση με το άλλο φύλο, τον αγαπημένο, τον σύντροφο; Θέλω να πω, μήπως η γυναίκα αρχίζει να νιώθει μειονεκτικά.
– Το να έχεις στο πλάι σου έναν σύντροφο ώριμο, που να ξέρει να αγαπάει με λαχτάρα κι αντοχή, είναι σπουδαίο, είναι αυτό που ψάχνουμε όλοι μας.
Ένας τέτοιος σύντροφος που ξέρει να αγαπάει έτσι, ξέρει και ότι δεν έχει καμία σημασία, αν το ταίρι του έχει υποστεί κάποιο ακρωτηριασμό. Ο ώριμος σύντροφος ξέρει, ότι η αγάπη δεν διακόπτεται, δεν τελειώνει και δεν μεταστρέφεται, για παράδειγμα σε λύπηση.
Από την άλλη πιστεύω, πως η τραυματισμένη γυναίκα έχει υποχρέωση πρώτα και κύρια απέναντι στον ίδιο της τον εαυτό, προκειμένου να πολεμήσει με την πληγή της για να βρει την ισορροπία της και να κοιτάξει όσο πιο σύντομα γίνεται «στον καθρέφτη του λουτρού της», χωρίς φόβο, αλλά με κατανόηση κι αποδοχή.
– Προσωπικά βλέπω μέσα από τους στίχους και μια βαθιά αισιοδοξία, μια ηρεμία. Είναι έτσι πια;
– Με ξέρεις Μαρία μου από τα χρόνια που δημοσιογραφούσα.
Όταν γράφω κάτι και έχω αποφασίσει να το φέρω μπροστά στο ευρύ κοινό ή απλά να το κοινοποιήσω, νοιώθω πολύ βαθιά την ευθύνη, ότι απευθύνομαι σε άλλους.
Γιατί το μόνο σίγουρο είναι, ότι και οι άλλοι άνθρωπο έχουν περάσει κάποια δυσκολία στην ζωή τους, μπορεί και πολύ χειρότερη από τη δική σου. Δεν μπορείς λοιπόν, δεν μπορώ να τους ποτίσω φαρμάκι.
Όσο δύσκολο, περίπλοκο, σκοτεινό, τραχύ κι αν είναι αυτό, που θα μοιραστώ μαζί τους, νοιώθω ότι έχω την υποχρέωση να δείξω, ότι πάντα υπάρχει φως. Έστω και μια κουκίδα στο απέραντο μαύρο. Αυτό μου επιστρέφει κι εμένα την αισιοδοξία και την ηρεμία.
Ποίηση και ζωγραφική
– Έγραφες από μικρή;
– Όταν πρωτοξεκίνησα να γράφω ποίηση, κάπου στα 8-9 μου χρόνια, σε μια εποχή εξαιρετικής δυσκολίας, γιατί είχα νοσήσει με βαρύτατη μορφή σκολίωσης, τότε μιλούσα για τα δέντρα που είχαμε στο κτήμα μας, για το κυπαρίσσι μας που είχε φυτέψει ο παππούς μου όταν γεννήθηκε ο πατέρας μου, για την ροδιά που μου έκανε δώρο ο μπαμπάς μου, για τα κίτρινα λουλουδάκια της γαζίας μας που γέμιζα τις τσέπες της ποδιάς μου πριν φύγω για το σχολείο για να μοσχομυρίζουν.
Έπειτα ήλθε η περιπέτεια της υγείας της μητέρας μου. Τότε άρχισε να γράφω σε πεζό λόγο. Θυμάμαι, είχα γράψει ένα ταξιδιωτικό για το Κάστρο της Σίφνου, όπου με είχαν πάει οι θείοι μου και επειδή γνώριζαν τον συγγραφέα Νίκο Σφυρόερα του το είχαν δείξει κι αυτός έκανε πολλά θετικά και εγκωμιαστικά σχόλια για μένα.
Αυτή ήταν η τελευταία φορά, που ήταν τόσο πολύ περήφανη η μητέρα μου για μένα.
Τότε ήταν που μου είπε, να μην αφήσω ποτέ το γράψιμο και να σπουδάσω στη Φιλοσοφική για να μπορέσω να γίνω σωστή και μεγάλη συγγραφέας, όπως ήθελε εκείνη. Όταν πέθανε η μητέρα μου, έκαψα όλες τις ζωγραφιές μου, αλλά συνέχισα να γράφω ποιήματα αφιερωμένα σε κείνη και την ζωή που είχαμε περάσει.
Σπούδασα στη Φιλοσοφική, δεν έγινα όμως συγγραφέας, αλλά δημοσιογράφος. Κι έτσι η λογοτεχνία μπήκε για αρκετά χρόνια στο πλάι. Ώσπου ήρθε ο καρκίνος και με…. επανέφερε στον σωστό δρόμο!
– Η ζωγραφική είναι μία παράλληλη άσκηση τέχνης που όμως αναφέρεται κι αυτή στο ίδιο θέμα. Γράψιμο και ζωγραφική, μοιάζει με ολομέτωπη επίθεση.
– Πολύ ωραία το λες! Η ζωγραφική ήταν κι αυτή άλλη μια τέχνη, που με γοήτευε κι ασχολούμουν επίσης από μικρή.
Αλλά επειδή πίστευα, πως για να δώσω στην σχολή Καλών Τεχνών έπρεπε να ζωγραφίζω τουλάχιστον σαν Πικάσο, αλλιώς καλύτερα να μην το ξέρουν οι παραέξω – όπως καταλαβαίνεις το σύμπλεγμα της τελειότητας σε συνδυασμό με την έλλειψη αυτοπεποίθησης ήταν παντοδύναμο – δεν το γνώριζαν πολλοί, παρά μόνον οι οικείοι μου.
Η ανάγκη μου όμως, κατά την διάρκεια της ασθένειάς μου να διαγνώσω τα συναισθήματα μου, να τα παρατηρήσω, να τα εξακριβώσω και να ημερέψω ήταν τόσο μεγάλη κι ακόρεστη, που δεν μπορούσα να την αφήσω ούτε αυτή απέξω. Τα πινέλα μου και τα χρώματα, που τα λατρεύω, ήταν απλά ένας άλλος τρόπος γραφής πάνω σε άσπρο χαρτόνι η καμβά.
Αλλά το ίδιο αποτελεσματικός, ενδυναμωτικός και αναζωογονητικός. Ο στόχος άλλωστε ήταν ο ίδιος. Να αναγνωρίσω τον εαυτό μου και να τον αγαπήσω.
– Σε προβληματίζει η πιθανότητα να σε συνδέουν, όπως κάνω εγώ τώρα, με το συγκεκριμένο ζήτημα, και να μην ασχολούνται με αυτήν καθ΄ αυτήν τη δουλειά σου;
– Μα η δουλειά μου είναι όλα όσα ταλανίζουν την ψυχή μου, την καρδιά μου, το βλέμμα μου.
Είναι τα βιώματά μου, που δεν είναι ούτε μοναδικά, ούτε πρωτότυπα, ούτε καν αξιοπερίεργα. Είναι τα συνηθισμένα βιώματα ενός συνηθισμένου ανθρώπου, που μέσα από αυτά, προσπαθεί να γνωρίσει την υπόστασή του και να βρει την αποστολή του στον κόσμο, αφού πρώτα βρει τον Θεό μέσα του.
Άρα δεν έρχονται σε καμία σύγκρουση ούτε καν σε αντιδιαστολή, η δουλειά μου με το ζήτημα του καρκίνου.
Τώρα αν εννοείς, αν με απασχολεί να καταξιωθώ ως ποιήτρια, έχω να σου πω, ότι έχω κάνει πολύν αγώνα για να αποβάλλω την αλυσίδα-πνίχτη της τελειομανίας και της καταξίωσης.
Με αφορά να γράφω. Κι όταν γράφω, είμαι απόλυτα ευτυχισμένη. Δεν ονειρεύομαι βραβεία. Ονειρεύομαι λέξεις, εικόνες και αισθήματα.
– Η «Διπλή ανάγνωση» ως ποίημα αλλά και ως συλλογή ολόκληρη είναι ένα έργο δύναμης και αισιοδοξίας;
– Η «Διπλή ανάγνωση» είναι ένα ποίημα βαθέως πόνου. Είναι η στιγμή που ο άνθρωπος στέκεται ενεός μπροστά στο απροσδόκητο χτύπημα.
Νοιώθει μόνος και απίστευτα μικρός μπροστά στο τραγικό σοκ. Προσπαθεί να το συνειδητοποιήσει και να αποφασίσει πώς θα το διαχειριστεί. Αναζητά τη δύναμη.
Αναγνωρίζει πως ένας τρόπος είναι η αισιοδοξία. Στο χέρι του είναι όλα. Να τα δει ως αφορμή μιας νέας ζωής.
Η αφιέρωση και η περηφάνια
«Μην κάνετε το λάθος να πιστέψετε ή σας πιάσει λύπης συμπόνια ότι τα γυμνά κεφάλια έτσι αλλόκοτα όπως γυαλίζουν σαν χλωμές από μοναξιά πανσέληνοι δεν έχουν κορμιά για να στηριχτούν. Έχουν κορμούς / τους πιο στιβαρούς…/ Έχουν αντοχή που μόνο πουλιά που αλλάζουν ηπείρους μπορούν να καταλάβουν».
Η ποιητική αφιέρωση της Όλγας Χωμενίδου στο γιο της, στην αρχή του βιβλίου, θα έλεγα ότι μοιάζει με μανιφέστο. Προκαταλαμβάνει όλους εκείνους, που ίσως σπεύσουν να λυπηθούν εκείνην και τις άλλες γυναίκες. Σαν μια δήλωση υπερηφάνειας, δύναμης, και αξιοπρέπειας.
«Έτσι όπως το λες, μου αρέσει κι εμένα», συμφωνεί η ίδια. «Έχεις δίκιο. Μοιάζει με μανιφέστο και η αλήθεια είναι, ότι δεν απέχει και πολύ. Η περιπέτεια μου, όπως και όλων των καρκινοπαθών έχει πολλές επιπτώσεις στους ανθρώπους γύρω τους.
Ο γιος μου ήταν οκτώ χρόνων όταν ξεκίνησαν όλα. Είχε πολλά δύσκολα να διαχειριστεί. Και τα κατάφερε θριαμβευτικά! Αφού λοιπόν με όλα μου τα ποιήματα του έδειξα το δάσος, με το συγκεκριμένο θέλησα να του δείξω το δέντρο, για να το έχει ως παρακαταθήκη.
Ότι δηλαδή, πολλά άσχημα, δυσάρεστα, επάρατα, αξεπέραστα μπορούν να συμβούν στην πορεία της ζωής.
Εκείνος όμως, να μην ξεχάσει όμως ποτέ την ρίζα του (τον θεό που έχει μέσα του).
Να μην ξεχάσει τον κορμό του (την δύναμη, που είναι απεριόριστη όσο το σύμπαν) και τα κλαδιά του (την αγάπη, την μόνη που ισορροπεί τον κόσμο). Κι αυτό αφορά φυσικά και σε όλους που θα διαβάσουν αυτή την αφιέρωση.
Μην βιαστούν λοιπόν να λυπηθούν. Ας συγκρατήσουν τα δάκρυα κι ας ακούσουν το συμπέρασμα μου. Μπορεί κάπου να τους βοηθήσει.
– Και μετά από όλα αυτά ποιος στίχος ή ολόκληρο ποίημα σε εκφράζει περισσότερο;
– Με μεγάλη αμφιθυμία, καθότι όλα τα ποιήματά μου είμαι εγώ, ίσως θα μπορούσα να ξεχωρίσω το «Ενηλικίωση ή η ύστατη ευκαιρία».
Είναι ένα ποίημα που με γεμίζει περηφάνια, γιατί πραγματικά εκ του απολογισμού, κατάφερα να περισώσω τα θέλω μου, τα όνειρα μου και την δύναμη μου. Είμαι σε καλό σημείο!
– Να προσθέσω κι εγώ, ότι αυτό το ποίημα τελειώνει με μία επίκληση: «…Βλέπεις μάνα; / Βλέπεις τι ωραία που περπατάω πια στητά και σταθερά / χωρίς κανένα στήριγμα;». Αυτά τα ποιήματα εν τέλει γράφτηκαν για σένα αλλά απευθύνεσαι σε όλες τις γυναίκες. Τι θα ήθελες να τους πεις και έξω από την ποίηση και τους πίνακές σου;
– Θα τους έλεγα να παραδεχθούν και να αποδεχθούν το μεγαλείο τους. Είναι δύσκολη παρακαταθήκη αυτό. Είναι μεγάλο βάρος. Αλλά είναι και όλη η ομορφιά της ζωής.
Ανακαλύψτε το αφιέρωμα Γυναίκες που μας εμπνέουν
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Τζερόμ Πάουελ: Δύσκολη απόφαση η σημερινή μείωση επιτοκίων – Θα είμαστε πιο προσεκτικοί πλέον
- Βουλγαρία; Δεν υπάρχει λόγος να αλλάξουμε θεση για την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στην ΕΕ
- Κύπρος: Εντάχθηκε στην λίστα των ΗΠΑ για συμμετοχή σε προγράμματα στρατιωτικής εκπαίδευσης
- Βούλιαζει η Wall Street μετά τις ανανεωμένες προβλέψεις της FED