ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Σε ηλικία 94 ετών άφησε την τελευταία του πνοή χθες, 11 Ιουλίου στο Παρίσι, ο σπουδαίος πολυβραβευμένος Τσέχος συγγραφέας, Μίλαν Κούντερα, έπειτα από παρατεταμένη ασθένεια.
Την είδηση του θανάτου του επιβεβαίωσε ο γαλλικός εκδοτικός οίκος Gallimard.
Γεννημένος την 1η Απριλίου του 1929 στο Μπρνο της πρώην Τσεχοσλοβακίας, ο γαλλικής υπηκοότητας συγγραφέας ζούσε από το 1975 στο Παρίσι, χρονιά που υιοθέτησε τη γαλλική γλώσσα ως κύρια.
Είχε χαρακτηριστεί ως εξόριστος σατιριστής του ολοκληρωτισμού λόγω των αντιφρονητικών κειμένων του στην κομμουνιστική Τσεχοσλοβακία, εμπνεόμενος από την πολιτιστική και πολιτική καταπίεση της Κεντρικής Ευρώπης υπό την κομμουνιστική κυριαρχία.
Έγραψε σκοτεινά και ταυτόχρονα κωμικά μυθιστορήματα, που συνδύαζαν τους φιλοσοφικούς προβληματισμούς για το κιτς, την κριτική του ολοκληρωτισμού και τις ονειρικές σκηνές γελαστών αγγέλων και όργια χωρίς πάθος.
«Αν κάποιος μου έλεγε ως αγόρι: Μια μέρα θα δεις το έθνος σου να εξαφανίζεται από τον κόσμο, θα το θεωρούσα ανοησία, κάτι που δεν μπορούσα να φανταστώ. Ένας άνθρωπος ξέρει ότι είναι θνητός, αλλά θεωρεί δεδομένο ότι το έθνος του διαθέτει ένα είδος αιώνιας ζωής.
Αλλά μετά τη ρωσική εισβολή του 1968, κάθε Τσέχος ήρθε αντιμέτωπος με τη σκέψη ότι το έθνος του θα μπορούσε να διαγραφεί αθόρυβα από την Ευρώπη, όπως ακριβώς τις τελευταίες πέντε δεκαετίες 40 εκατομμύρια Ουκρανοί εξαφανίστηκαν αθόρυβα από τον κόσμο, χωρίς ο κόσμος να δώσει καμία σημασία. Ή Λιθουανοί.
Γνωρίζετε ότι τον 17ο αιώνα, η Λιθουανία ήταν ένα ισχυρό ευρωπαϊκό έθνος; Σήμερα οι Ρώσοι κρατούν τους Λιθουανούς σαν μια μισοεξαφανισμένη φυλή. Αποκλείονται από τους επισκέπτες για να αποτρέψουν τη γνώση για την ύπαρξή τους να φτάσει έξω. Δεν ξέρω τι επιφυλάσσει το μέλλον για το έθνος μου.
Είναι βέβαιο ότι οι Ρώσοι θα κάνουν ό,τι μπορούν για να το διαλύσουν σταδιακά στον δικό τους πολιτισμό. Κανείς δεν ξέρει αν θα τα καταφέρουν. Αλλά η πιθανότητα είναι εδώ. Και η ξαφνική συνειδητοποίηση ότι μια τέτοια πιθανότητα υπάρχει είναι αρκετή για να αλλάξει ολόκληρη την αίσθηση της ζωής. Σήμερα βλέπω ακόμη και την Ευρώπη ως εύθραυστη, θνητή», ανέφερε o Κούντερα σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του το 1980 στους New York Times και στον Philip Roth.
Το λογοκριμένο «Αστείο»
Ο Κούντερα από νεαρή ηλικία είχε έρθει σε επαφή με τις τέχνες, καθώς ο πατέρας του, Λούντβιχ ήταν μουσικολόγος και πιανίστας.
Ο συγγραφέας διδάχθηκε πολύ σύντομα από εκείνον πιάνο, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε σπουδές μουσικολογίας και σύνθεσης. Ολοκληρώνοντας το 1948 τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ο Κούντερα σπούδασε Λογοτεχνία και Αισθητική στη Σχολή Τεχνών του Πανεπιστημίου του Καρόλου στην Πράγα.
Ωστόσο, στη συνέχεια τον κέρδισαν οι σπουδές κινηματογράφου και γράφτηκε στη Σχολή Κινηματογράφου της Ακαδημίας Θεάματος της Πράγας, όπου παρακολούθησε διαλέξεις στη σκηνοθεσία και στη σεναριογραφία.
Αποφοιτώντας το 1952, έχοντας κάνει μία μικρή παύση περίπου δύο χρόνων, ο Κούντερα διορίστηκε στη Σχολή Κινηματογράφου ως εισηγητής στην Παγκόσμια Λογοτεχνία.
Περίπου ένα χρόνο αργότερα ξεκίνησε τη συγγραφή έργων και θεατρικών.
Ένα σημείο ορόσημο στο συγγραφικό του έργο είναι το «Αστείο», που κυκλοφόρησε το 1967.
«Το Αστείο» γράφτηκε το 1965, αλλά κυκλοφόρησε δύο χρόνια αργότερα. Πρόκειται για το έργο με το οποίο ο Κούντερα έγινε ευρέως γνωστός. Περιγράφει τον τρόπο κατά τον οποίο το ιδιωτικό αστείο ενός μαθητή εκτροχιάζει τη ζωή του και τις μπερδεμένες ιστορίες των εραστών και των φίλων του, που παλεύουν με τους μεταβαλλόμενους ρόλους των λαϊκών παραδόσεων και της θρησκείας υπό το καθεστώς της κομμουνιστικής Τσεχοσλοβακίας.
Το θέμα του βιβλίου ήταν εμπνευσμένο από την ίδια τη ζωή του συγγραφέα και πιο συγκεκριμένα από το γεγονός της αποβολής του από το Κομμουνιστικό κόμμα το 1950, λόγω «αντικομματικών δραστηριοτήτων». Το 1956 επανήλθε στο κόμμα και αποβλήθηκε ξανά τ0 1970.
Στο εν λόγω βιβλίο, ο συγγραφέας με τη χρήση της σάτιρας άσκησε κριτική στη φύση του ολοκληρωτισμού της κομμουνιστικής περιόδου στη χώρα του, πράγμα που οδήγησε στην απαγόρευση της κυκλοφορίας του βιβλίου το 1968, μετά τη Σοβιετική εισβολή στην Πράγα, με τον Κούντερα να χάνει τη δουλειά του στη Σχολή Κινηματογράφου. Και όχι μόνο! Καθώς, απαγορεύτηκε η κυκλοφορία οποιουδήποτε έργου του συγγραφέα.
Πιο συγκεκριμένα, αφού τα σοβιετικά τανκς πέρασαν στην Πράγα τον Αύγουστο του 1968, δίνοντας τέλος στην «Άνοιξη της Πράγας», τα βιβλία του Κούντερα αφαιρέθηκαν από τα ράφια, απαγορεύτηκε το ανέβασμα των έργων του στο θέατρο και ο ίδιος δε μπορούσε να περάσει τα σύνορα.
Μάλιστα, τέθηκε υπό κρατική επιτήρηση, ενώ τον παρακολουθούσε η αστυνομία, χωρίς να τον πειράξει ποτέ κανείς λόγω της φήμης, που είχε στο δυτικό κόσμο.
«Το πιο καταθλιπτικό γεγονός είναι ότι δεν μου επιτέθηκε προσωπικά η αστυνομία της Τσεχίας. Η φήμη μου με προστάτευε. Όμως, η αστυνομία καταδίωξε όλους τους ανθρώπους που συνδέονται μαζί μου.
Έπρεπε να σκεφτώ τις συνέπειες των συζητήσεών μου με φίλους, γιατί ήμουν υπό συνεχή παρακολούθηση. Ήταν ένας τρομερός κίνδυνος για τους φίλους μου, αλλά ήρθαν έτσι κι αλλιώς για να μου αποδείξουν ότι δεν φοβήθηκαν. Απειλήθηκαν, παρενοχλήθηκαν και συνελήφθησαν», δήλωνε το 1981 στο Christian Science Monitor.
Μίλαν Κούντερα (Μάιος 1968) | Πηγή: ΑΡ
Το 1975, όταν του χορηγήθηκε βίζα για να ταξιδέψει στη Γαλλία και να παραλάβει το Prix Medicis, ο συγγραφέας αυτοεξορίστηκε μαζί με τη σύζυγό του στη Γαλλία και δίδαξε για δύο χρόνια στο Πανεπιστήμιο της Rennes.
Το 1979 του αφαιρέθηκε η τσέχικη υπηκοότητα και το 1981 πολιτογραφήθηκε ως Γάλλος πολίτης. Την τσέχικη υπηκοότητα την επανέκτησε το 2019.
Σχετικά με τη «μετανάστευσή» του, ο Κούντερα είχε αναφέρει στον Philip Roth:
«Για έναν συγγραφέα, η εμπειρία της ζωής σε πολλές χώρες είναι ένα τεράστιο όφελος. Μπορείς να καταλάβεις τον κόσμο μόνο αν τον δεις από πολλές πλευρές. Το τελευταίο μου βιβλίο (σ.σ. «Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης»), που γράφτηκε στη Γαλλία, εκτυλίσσεται σε έναν ιδιαίτερο γεωγραφικό χώρο: τα γεγονότα που διαδραματίζονται στην Πράγα φαίνονται μέσα από τα μάτια της Δυτικής Ευρώπης, ενώ ό,τι συμβαίνει στη Γαλλία με τα μάτια της Πράγας. Είναι μια συνάντηση δύο κόσμων.
Από τη μια πλευρά, η πατρίδα μου. Στη διάρκεια ενός μόλις μισού αιώνα, γνώρισε τη δημοκρατία, τον φασισμό, την επανάσταση, τον σταλινικό τρόμο καθώς και τη διάλυση του σταλινισμού, τη γερμανική και ρωσική κατοχή, τις μαζικές απελάσεις, τον θάνατο της Δύσης τη δική του γη. Βυθίζεται έτσι κάτω από το βάρος της ιστορίας και κοιτάζει τον κόσμο με απέραντο σκεπτικισμό.
Από την άλλη πλευρά, η Γαλλία. Για αιώνες ήταν το κέντρο του κόσμου και στις μέρες μας υποφέρει από την έλλειψη μεγάλων ιστορικών γεγονότων. Γι’ αυτό διασκεδάζει με ριζοσπαστικές ιδεολογικές στάσεις. Είναι η λυρική, νευρωτική προσδοκία μιας δικής της μεγάλης πράξης που όμως δεν έρχεται και δεν θα έρθει ποτέ».
«Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης»: Μία πρόσκληση για αντίσταση
Ένα ακόμα σημαντικό έργο στην πορεία του συγγραφέα είναι και «Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης», που κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 1979, όπου ο Κούντερα προσκαλεί τους Τσεχοσλοβάκους να αντισταθούν στο κομμουνιστικό καθεστώς.
«Το βιβλίο του γέλιου και της λήθηςαυτοαποκαλείται μυθιστόρημα, αν και είναι εν μέρει παραμύθι, εν μέρει λογοτεχνική κριτική, εν μέρει πολιτικό φυλλάδιο, εν μέρει μουσικολογία και εν μέρει αυτοβιογραφία. Μπορεί να αυτοαποκαλείται όπως θέλει, γιατί το σύνολο είναι ιδιοφυΐα», έγραψε ο κριτικός βιβλίων των New York Times, Τζον Λέοναρντ.
Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι
Το πιο δημοφιλές βιβλίο του Κούντερα ήταν «Η Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι», που κυκλοφόρησε το 1984 στη Γαλλία, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Φίλιπ Κάουφμαν.
Το βιβλίο αναφέρεται στην εύθραυστη φύση του ατόμου ως μονάδας, με τον Κούντερα να ισχυρίζεται ότι η μοναδική ανθρώπινη ζωή είναι ασήμαντη, στηριζόμενος στη θεωρία του Νίτσε περί της αυτούσιας αιώνιας επανάληψης της ζωής μέσα σ’ ένα άπειρο σύμπαν.
Η γιορτή της ασημαντότητας: Το κύκνειο άσμα του Κούντερα
Το τελευταίο βιβλίο του Κούντερα «Η γιορτή της ασημαντότητας» κυκλοφόρησε το 2013 από τον εκδοτικό οίκο Gallimard.
Στο βιβλίο, με το χαρακτηριστικό του χιούμορ, ο συγγραφέας συστήνει στο αναγνωστικό του κοινό, πέντε χαρακτήρες (Ramon, Charles, Alain, D’Ardelo και έναν άνδρα με το παρατσούκλι Caliban), που περπατούν στους κήπους του Λουξεμβούργου, πηγαίνουν σε ένα πάρτι, κουτσομπολεύουν και κρυφακούμε τους προβληματισμούς τους.
Στο πάνθεο των συγγραφέων της παγκόσμιας λογοτεχνίας
Ο Κούντερα κατά τη διάρκεια της ζωής του έλαβε σημαντικές διακρίσεις, ενώ παράλληλα αρκετές φορές ήταν υποψήφιος για βραβείο Νόμπελ.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, είχε απαγορεύσει τη μετάφραση των έργων του στα τσέχικα.
Το 2021 δώρισε την προσωπική του βιβλιοθήκη και το αρχείο του στη βιβλιοθήκη του Μπρνο, τον τόπο όπου γεννήθηκε και πέρασε την παιδική του ηλικία.
Η Moravian Library διαθέτει μία μεγάλη συλλογή με έργα του Κούντερα, η οποία περιλαμβάνει εκδόσεις βιβλίων του στα τσέχικα και άλλες 40 γλώσσες, άρθρα γραμμένα από το συγγραφέα και για τον συγγραφέα, κριτικές των έργων του, εφημερίδες, φωτογραφίες και σκίτσα του ιδίου.
Ο Μίλαν Κούντερα απαρνιόταν τον χαρακτηρισμό του πολιτικού συγγραφέα και δήλωνε «μυθιστοριογράφος».
Όπως είχε αναφέρει μεταξύ άλλων στο Christian Science Monitor το 1981: «Δεν είναι αρκετό να δημιουργήσεις πολιτική τέχνη για να ασκήσεις κριτική σε ένα καθεστώς. Αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί. Η τέχνη και η λογοτεχνία χάνουν την αξία τους όταν γίνονται κομμουνιστική ή αντικομμουνιστική προπαγάνδα».
«Ένας άνθρωπος χωρίς παρελθόν γίνεται σκιά. Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη», ισχυριζόταν ο Κούντερα, ο οποίος πέρασε στο πάνθεο των συγγραφέων της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Διαβάστε επίσης:
Ίσμα Τουλάτου: Πού και πότε θα τελεστεί η κηδεία της δημοσιογράφου
Πλάθιντο Ντομίγκο: Μαγικές στιγμές για το κοινό του θρυλικού τενόρου στην σκηνή της Μονής Τοπλού
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Μισθοί και ανεργία – Τα δυο μεγάλα στοιχήματα του προϋπολογισμού
- Αυξήσεις στα ναυτιλιακά κόστη το 2025 φέρνει η εφαρμογή κοινοτικών κανονισμών για περιβαλλοντικούς ρύπους
- Ο Χάρης Βαφειάς στο My Story: Το πάθος με τα αυτοκίνητα, γιατί πούλησε τα supercars, η τραπ, οι φιλίες και το Dragon’s Den ως ψυχοθεραπεία
- ΟΤΕ: Αποχωρήσεις στελεχών με τη σφραγίδα του Κώστα Νεμπή