ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
«Υπάρχουν 360 μοίρες, οπότε γιατί να περιοριστούμε σε μία;».
Δεν χρειαζόταν να το πει. Από το έργο της είναι ολοφάνερο, ότι αυτό που επιζητούσε πάνω απ΄όλα η Ζάχα Χαντίντ ήταν η επέκταση των δυνατοτήτων της αρχιτεκτονικής.
Γιατί θεωρούσε ότι η αρχιτεκτονική είναι κοινωνική τέχνη κι όχι μόνον ζήτημα για τη δημιουργίας φόρμας, γι΄αυτό και πρότεινε σχήματα και μορφές, που να εμπνέουν τους ανθρώπους, να τους διεγείρουν και να προκαλούν συναισθηματική ανταπόκριση. Με όλα αυτά _και πολλά ακόμη_ υπ΄όψιν το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Σαγκάης έχει διοργανώσει μία μεγάλη έκθεση με 250 έργα της Ζάχα Χαντίντ, θέλοντας να τιμήσει τη μεγάλη δημιουργό, που πέθανε πριν από πέντε χρόνια έχοντας εμπνεύσει, και εξακολουθώντας ακόμη να εμπνέει, ολόκληρη γενιά αρχιτεκτόνων παγκοσμίως. Πρόκειται για μια αναδρομή στο έργο μιας από τις σημαντικότερες δημιουργικές δυνάμεις στην σύγχρονη αρχιτεκτονική, την πρώτη γυναίκα άλλωστε που τιμήθηκε με το Βραβείο Pritzker.
«Για εμένα δεν υπήρχε ποτέ καμία αμφιβολία, ότι η αρχιτεκτονική οφείλει να συνεισφέρει στην πρόοδο της κοινωνίας και τελικά στη συλλογική και ατομική μας ευημερία», είχε πει λίγο πριν από τον θάνατό της σε ηλικία 66 χρονών η Ζάχα Χαντίντ στην ομιλία της κατά την απονομή του Χρυσού Μεταλλίου του Βασιλικού Ινστιτούτου των Βρετανών Αρχιτεκτόνων. Μία επίσης μεγάλη τιμή αφού πέραν των άλλων και εδώ είναι η πρώτη γυναίκα, που έχει λάβει αυτό το βραβείο.
Τώρα το MAM Shanghai, όπως λέγεται το μουσείο εξετάζει με αυτή την έκθεση την εξέλιξη των δημιουργιών του γραφείου της, Zaha Hadid Architects, κατά τα τελευταία 40 χρόνια. Από τους αστικούς χώρους του MAXXI Museum of 21 st Century Art στη Ρώμη (2010) και του Leeza SOHO στη Πεκίνο (2019) ως τα πρωτοποριακά έργα που βρίσκονται σε εξέλιξη σε έξι ηπείρους αποδεικνύοντας την συνεπή προσήλωση στην έμπνευση και την καινοτομία.
Παράλληλα αναδεικνύει τις πρωτοποριακές σχέσεις έρευνας και διασύνδεσης που ενώνουν τα έργα της σε όλο τον κόσμο, περιγράφοντας λεπτομερώς τις τεχνολογικές καινοτομίες που εφευρίσκονται και υλοποιούνται σ΄αυτά. Και όπως λέει ο Σάι Μπαϊτέλ καλλιτεχνικός διευθυντής του μουσείου η έκθεση είναι «μία ωδή στην εφευρετικότητα της Ζάχα Χαντίντ» μέσα από την εξέλιξή της ως ερευνήτριας, σχεδιάστριας και αρχιτέκτονα αλλά και μέσα από διαφορετικούς τόπους και ιστορίες. Ταυτόχρονα όμως διερευνά και τον τρόπο με τον οποίο αυτή η εξέλιξη επηρεάζει το τρέχον καινοτόμο όραμα και έργο των Zaha Hadid Architects μετά τον πρόωρο θάνατό της. Να σημειωθεί εξάλλου, ότι το MAM Shanghai είναι το μεγαλύτερο μουσείο σύγχρονης τέχνης στη Σαγκάη με έκταση πάνω από 7.000 τετραγωνικά μέτρα. Βρίσκεται στην καρδιά του πολιτιστικού κέντρου της Σαγκάης κατά μήκος του ποταμού Huangpu και είναι ένας κορυφαίος θεσμός για τη σύγχρονη τέχνη με παγκόσμια και πολυεπιστημονική προσέγγιση.
Γεννημένη στη Βαγδάτη σε μια οικογένεια ευκατάστατη και δημοκρατική η Ζάχα Χαντίντ σπούδασε αρχικά στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού και στη συνέχεια στην Αρχιτεκτονική Σχολή της περίφημης Αρχιτεκτονικής Ένωσης Λονδίνου έχοντας ανάμεσα στους δασκάλους της τον σπουδαίο έλληνα αρχιτέκτονα Ηλία Ζέγγελη και τον διάσημο Ρεμ Κούλχαας με το γραφείο των οποίων (OMA – Office for Metropolitan Architecture) συνεργάστηκε ως το 1977. Δίδαξε και η ίδια στην Αρχιτεκτονική Ένωση του Λονδίνου και με το δικό της γραφείο κέρδισε το 2002 τον διεθνή διαγωνισμό για το νέο γενικό σχέδιο πόλης της Σιγκαπούρης.
«Έδωσε στον κόσμο της αρχιτεκτονικής μια νέα γλώσσα», όπως λέει ο Σάι Μπαϊτέλ. Και πράγματι η βασίλισσα της καμπύλης, όπως την έχουν αποκαλέσει, ακολουθώντας τον δικό της δρόμο έχει σχεδιάσει κτίρια που έρχονται από το μέλλον, αποδομημένα, κατακερματισμένα και ασύμμετρα, για να προσγειωθούν στο κοινότοπο αρχιτεκτονικά περιβάλλον των σύγχρονων πόλεων και να δείξουν, πώς είναι ο κόσμος αλλιώς. «Οι άνθρωποι πιστεύουν πως το πλέον κατάλληλο κτίριο είναι παραλληλόγραμμο, αλλά ο κόσμος δεν είναι παραλληλόγραμμος» ήταν η δική της άποψη.
Στην Κίνα η Ζάχα Χαντίντ επισκέφθηκε για πρώτη φορά το 1981 στην αρχή της καριέρας της και δύο χρόνια αργότερα είχε δημιουργήσει το Peak Club στο Χονγκ Κονγκ (1982-1983) που φανερώνει τις έρευνές της για τις ρευστές σχέσεις μεταξύ κτιρίου και χώρου, εσωτερικού και εξωτερικού, αρχιτεκτονικής και μηχανικής. Η ίδια είχε ταξιδέψει στην Κίνα από βορρά προς νότο, επισκεπτόμενη πολλές κινεζικές πόλεις για να γνωρίσει την τέχνη και την αρχιτεκτονική τους, μελετώντας τους τρόπους ενσωμάτωσής τους στο μεγάλο θέατρο των φυσικών τοπίων. Ακολούθησαν η Όπερα Guangzhou (2010) και το Διεθνές Αεροδρόμιο του Πεκίνου (2019), έργα που απηχούν τη συνοχή της φύσης σε μια οργανική, αρχιτεκτονική γλώσσα.
Όπως είναι γνωστό εξάλλου η ιδιοφυής δημιουργός είχε βάλει την υπογραφή της και σε έπιπλα, αντικείμενα, αλλά και την μόδα, συνεργαζόμενη με μεγάλους οίκους και δημιουργώντας έτσι μουσειακές συλλογές. Κάθε έργο της μεταφέρει αβίαστα τον άψογο σχεδιασμό και τη δεξιοτεχνία της, τη ρευστή γεωμετρία των μορφών της, την πυκνότητα της σκέψης της και την πολυπλοκότητα της ζωής. Αναγνωρίσιμα, ανατρεπτικά και εντυπωσιακά, όπως η ίδια.
Διαβάστε επίσης
Το επόμενο βήμα στη βιώσιμη αρχιτεκτονική: Ουρανοξύστες θα λειτουργήσουν σαν φίλτρο αέρα στην Κίνα