Χάρης Κοντοσφύρης
Μοναχικά, απομονωμένα, ιδιωτικά.
Τα εργαστήρια των καλλιτεχνών γίνονται αυτές τις μέρες όλο και πιο περίκλειστα, ακολουθώντας τις διαδρομές των ιδιοκτητών τους, προσωπικές και εικαστικές, κάτω από τη γενικευμένη απειλή μιας παγκόσμιας επιδημίας.
Χωρίς, ωστόσο, να πάψουν να παραμένουν πάντα χώροι δημιουργίας, για την ανάπτυξη της οποίας απαιτείται από τους καλλιτέχνες όχι μόνον αφοσίωση και πειθαρχία, αλλά κι αυτό ακριβώς που ζητείται τώρα από όλους μας:
Να μείνουν μέσα!
Και αυτό κάνουν, όπως λέει η «ανταπόκριση» της γκαλερί Ζουμπουλάκη από τα εργαστήρια των καλλιτεχνών της, με τους ίδιους να καταγράφουν εμπειρίες από αυτή την ιδιότυπη απομόνωση, που στην περίπτωσή τους, όπως ίσως και όλων των δημιουργών, μπορεί να γίνει και ιδιαίτερα παραγωγική.
Γιατί «Μένουν μέσα» και εργάζονται.
Οι περισσότεροι, άλλωστε, πρόλαβαν κι έκαναν τις προμήθειές τους σε υλικά. Όσο για το αποτέλεσμα και την όποια επίδραση στο έργο τους, της σημερινής πρωτόγνωρης κατάστασης, μένει σύντομα να αποδειχθεί.
«Στην αρχή, έκανα κάποια τοπία και σήμερα άρχισα να σχεδιάζω πρόσωπα λίγο προβληματισμένα, περιορισμένα, απομονωμένα, ακίνητα, κάποια μέσα σε βάζα, χωρίς χέρια για να μην αγγίζουν το πρόσωπό τους», γράφει μάλιστα ο Φίλιππος Θεοδωρίδης.
«Έμεινα μέσα, κάρφωσα και το παράθυρο!», σημειώνει αποφασιστικά ο Κυριάκος Μορταράκος.
Κι ο Γιάννης Αδαμάκης μετράει: «Χρώματα, βερνίκια, medium, πινέλα, τελάρα. Αγχώθηκα να προλάβω πριν κλείσουν τα μαγαζιά. Το κακό είναι ότι ψωνίζω από διάφορα. (Είμαι και παράξενος. Το ένα μου μυρίζει, τ’ άλλο μου βρωμάει). Τι λείπει, αναρωτήθηκα. Τίποτα. Κι όμως πάντα κάτι λείπει…».
Τις σκόρπιες σκέψεις της γι΄ αυτήν την «αλλόκοτη άνοιξη», όπως εύστοχα την χαρακτηρίζει, καταγράφει και η Ηώ Αγγελή: «Μ’ αρέσει να μένω σπίτι, μ’ αρέσει να μένω με τις ώρες στο εργαστήριο. Εγώ και ο εαυτός μου είμαστε καλά εκπαιδευμένοι στους τέσσερις τοίχους. Τώρα όλα είναι αλλιώς, εγώ σε ρυθμούς άτακτους, ξεκινάω κάτι που το αφήνω για κάτι άλλο, και μετά ειδήσεις, ενημέρωση σε αριθμούς. Τα βράδια κρατάω σημειώσεις στο ημερολόγιο καραντίνας… Με κινήσεις μηχανικές και αμήχανες ασχολούμαι με χλώρια, αντισηπτικά, μαγείρεμα, κλάδεμα και σχέδια πολλά, άλλα με μολύβια και άλλα του φευγάτου μυαλού μου. Αυτά τα σχέδια της φαντασίας με καύσωνες, θάλασσες και αγκαλιές παίρνουν μαγικές διαστάσεις και γίνονται βάλσαμο, προστασία από κάθε κακόβουλο ιό».
«Εδώ μέσα δεν έχει αλλάξει τίποτα, είναι ο χώρος που διαβάζω, ακούω, σκέφτομαι, ονειρεύομαι, δημιουργώ και, ενίοτε, καταστρέφω. Δουλειά εκ φύσεως μοναχική. Καθημερινότητα…», γράφει εξάλλου από το εργαστήρι του, όπου φθάνει με ειδική άδεια κυκλοφορίας, όπως τόσοι άλλοι, ο Μίλτος Γκολέμας, περνώντας, όπως λέει, εκεί τον περισσότερο χρόνο του και…πλένοντας τα χέρια του συχνότερα.
«Χωρίς καμία πίεση, χωρίς καμία διάσπαση, οργανώνομαι καλύτερα, τακτοποιώ τα υλικά, ξαναβλέπω έργα, που δεν έχουν ολοκληρωθεί… Ελπίζω αυτή την αναπάντεχη εξέλιξη που σκοτείνιασε τη φετινή άνοιξη, να
ακολουθήσει ένα ηλιόλουστο φωτεινό καλοκαίρι…».
Για τον Δημήτρη Εφέογλου, «ο εγκλεισμός προκαλεί στατικότητα: την αρχή και το τέλος μιας ακόμη ημέρας, που αλλοιώνει τον ενδιάμεσο χρόνο της παραγωγικής διαδικασίας. Μια κατάσταση της ακινησίας, που μπορεί να εξελιχθεί καλλιτεχνικά, περνώντας στη δημιουργία μιας χορογραφικής βραδύτητας».
Ως μια μορφή «ελευθερίας» βλέπει, ωστόσο, τον επιβεβλημένο εγκλεισμό ο Χάρης Κοντοσφύρης από τη Σκοπιά της Φλώρινας. Όπως λέει «Η ”τρωτότητα” μιας συστηματικής συνήθειας της ζωής, της επιβίωσης, αλλά και του αυτοεγκλεισμού, όχι ως ψυχαναγκαστική πρακτική, αλλά περισσότερο ως μια εκδοχή κοινωνικού προσανατολισμού, είναι μορφή ελευθερίας, που η κοινοτική ζωή δεν την αποδέχεται εύκολα. Η ”κορονοϊκή” απομόνωση, όμως, είναι μια ευκαιρία για ευσυγκίνητη, σωματοποιημένη, συναισθηματική, ηθική ρητορική για απώθηση του πόνου, του πένθους και του φόβου, αντί για τη σκωπτική δημιουργικότητα, που σε επαναφέρει η συγκατοίκηση σε χώρους με απεριόριστο και απροσδιόριστο χρόνο για ρεμβασμό».
Κλεισμένη ώρες στο εργαστήρι της, με την απομόνωση να είναι πολλές φορές το ζητούμενο για να συγκεντρωθεί και να εργαστεί, η Georgia Fambris νιώθει, ωστόσο, την αλλαγή στην αίσθηση του «έξω κόσμου». «Υπάρχει παύση έξω, μια αλλόκοτη ησυχία, σαν οι άνθρωποι να κρατάνε την ανάσα τους, ή να περπατάνε στις μύτες, μέχρι να γλιστράνε με ασφάλεια και να κλειδωθούν πίσω από τις πόρτες», γράφει προσθέτοντας πως «Αυτό που χαίρομαι μέσα σε αυτή τη δυσκολία είναι ότι, όπως φαίνεται, όσο εμείς κρατάμε την ανάσα μας, η φύση παίρνει μεγάλη ανάσα από μας».
Σε καραντίνα η Ιωάννα Ράλλη, λόγω άφιξης από το εξωτερικό, καθόλου δεν ενοχλείται από την απομόνωση, αφού «Η ζωή μου δεν αλλάζει και πολύ, έτσι κι αλλιώς τις μέρες μου στο εργαστήρι τις περνώ», όπως λέει.
Ενώ η Τζένη Κωδωνίδου δημιουργεί το έργο «Shut down all» επεξηγώντας: «δεν το λέω εγώ… οι γιατροί στη βόρεια Ιταλία το λένε…».
Ο Νίκος Λαγός, κλεισμένος στο εργαστήρι και στο σπίτι έφτιαξε ένα καινούργιο έργο «από τη σειρά που κάνω αυτόν τον καιρό με τίτλο ”Νεκροκεφαλές και Καρδιές”».
Και ο Νίκος Μόσχος, που η έκθεσή του στη γκαλερί Ζουμπουλάκη έληξε μόλις μέσα στον Μάρτιο, έβαλε σε συνέχειά της ένα άδειο τελάρο στο καβαλέτο του, με τίτλο «Day one for King Stone Grower».
«Τώρα που το έξω, από πολύ «κοινωνικό» και «πραγματικό» που ήταν, έγινε τελείως εξωπραγματικό κι επικίνδυνο, το ατελιέ σταματάει να είναι προνόμιο των ζωγράφων. Αποκτάει μια γοητεία, ένα είδος «φυσικότητας», που το κάνει καθολικό», γράφει τέλος ο Χρήστος Κεχαγιόγλου.
Και, καθώς θυμάται την πρώτη του ατομική έκθεση στην γκαλερί, με τίτλο «Πτήσεις δωματίου», πριν από είκοσι χρόνια, προσκαλεί τον καθένα μας «να δημιουργήσει το αεροπλανάκι του, να μετατρέψει τον προσωπικό του χώρο σε ατελιέ. Ας κλειστεί εκεί κι ας βάλει μπρος τις μηχανές, ν’ αρχίσουν οι εκπαιδευτικές πτήσεις δωματίου. Να φτιάχνει, να παίζει με ό,τι αγαπά, να μαστορεύει χωρίς επαγγελματισμό, μόνο για το ταξίδι».