«Λίγοι από τους Αθηναίους, που  περπατούν στο κέντρο συνειδητοποιούν το θησαυρό που κρύβεται εδώ μέσα», έλεγε σήμερα η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη στην αυτοψία που έγινε στο Μέγαρο Τσίλλερ-Λοβέρδου στην οδό Μαυρομιχάλη, το νέο λαμπρό μουσείο, που πρόκειται να ανοίξει στην Αθήνα μόλις το επιτρέψουν τα επιδημιολογικά δεδομένα.

Οι εργασίες άλλωστε βρίσκονται στην τελική ευθεία, καθώς ήδη έχουν μεταφερθεί από το Βυζαντινό Μουσείο οι εικόνες της Συλλογής Λοβέρδου και τα ξυλόγλυπτα ενώ με γοργούς ρυθμούς υλοποιείται στον πρώτο όροφο η τοποθέτηση των τεσσάρων ξυλόγλυπτων τέμπλων, που χρονολογούνται στα μέσα του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα. Γενικότερα η έκθεση στο Μέγαρο Τσίλλερ-Λοβέρδου περιλαμβάνει και τη συλλογή από εικόνες της Παναγίας Θεοτόκου (το παλαιό Μουσείο Λοβέρδου περιλάμβανε «αίθουσα των Θεοτόκων»),  έργα της Βυζαντινής σχολής τα οποία θα εναλλάσσονται με εικόνες της συλλογής, επίσης έργα της Επτανησιακής σχολής, τα ξυλόγλυπτα των Φώτη Κόντογλου και Δημητρίου Πελεκάση κ.ά.

Η εικόνα μιας παλιάς αστικής οικίας αποτυπώνεται στην αποκαταστημένη νεοκλασική οικία στην οδό Μαυρομιχάλη 6, που λειτουργεί ως αρχιτεκτονικό, ιστορικό και πολιτιστικό τοπόσημο. Το κτήριο διαθέτει την ημιυπόγεια αίθουσα δεξιώσεων -το περίφημο «ελληνικό δωμάτιο»- το παρεκκλήσι με τον τρούλο, την πτέρυγα που έχει πρόσβαση στην οδό Ακαδημίας 38 Α, το αίθριο, δηλαδή τον πρότερο εσωτερικό κήπο όπου θα λειτουργήσει καφέ, τον πρώτο όροφο όπου θα εκτεθούν τα έργα της Επτανησιακής σχολής και το δώμα.

Το Μέγαρο χτίστηκε το 1882 ως μόνιμη κατοικία του Γερμανού αρχιτέκτονα Ερνστ Τσίλλερ, ο οποίος κόσμησε την πρόσοψή του με κεφαλές Καρυάτιδων.  Και το αποτέλεσμα είναι ένα υπόδειγμα δωρικής ελληνικής νεοκλασσικής αρχιτεκτονικής. Το 1912 πάντως το αγόρασε ο κεφαλλονίτης τραπεζίτης και συλλέκτης Διονύσιος Π. Λοβέρδος, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ως κατοικία αλλά και ως μουσείο για να εκθέσει τις πλούσιες συλλογές του.

Έτσι το 1930 ο αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Ζάχος επιμελήθηκε το ιδιωτικό Μουσείο Βυζαντινής Τέχνης του Διονυσίου Π. Λοβέρδου, με τροποποιήσεις και προσθήκες, όπως το «παρεκκλήσι» χωρίς ανοίγματα, με τρούλο και οκταγωνικό τύμπανο και την αίθουσα με τους μαρμάρινους κίονες.

Στην καρδιά αυτής της νεοκλασσικής οικίας βρίσκεται το «Ελληνικό Δωμάτιο», την αίθουσα δεξιώσεων στην οποία ο Λοβέρδος υποδεχόταν την πνευματική αφρόκρεμα της εποχής του. Αυτή η αίθουσα χαρακτηρίζεται από στοιχεία σκυριανής και ηπειρωτικής αρχιτεκτονικής παράδοσης, ευθυγραμμισμένα τζάκια και ξύλινη επένδυση ενώ η Αγγελική Χατζημιχάλη, η οποία επιμελήθηκε τη διακόσμηση επέλεξε έργα λαϊκής τέχνης, όπως και κεραμικά Ιζνίκ από τη Μικρά Ασία, προκειμένου να δώσει ανάγλυφο το παράδειγμα της παραδοσιακής τέχνης.

Το αποκατεστημένο Μέγαρο Τσίλερ – Λοβέρδου. Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, ο περιφερειάρχης Γιώργος Πατούλης, ο γεν. γραμματέας ΥΠΠΟ Γιώργος Διδασκάλου και η διευθύντρια του Βυζαντινού Μουσείου Κατερίνα Δελλαπόρτα

Το Μέγαρο έγινε δωρεά εν ζωή στο ελληνικό δημόσιο το 1979 και το 1992 από τις κόρες του Διονύσιου Λοβέρδου, Μαρία Λοβέρδου και Ιωάννα Βασιλειάδη, με διαχειριστή το υπουργείο Πολιτισμού, για λογαριασμό του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, με σκοπό τη δημιουργία του Μουσείου. Στην έκθεση εξάλλου οι επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να δουν και φωτογραφικό υλικό από την πρότερη κατάσταση του κτηρίου αλλά και πορτρέτα του Διονυσίου Λοβέρδου φιλοτεχνημένα από γνωστούς ζωγράφους.

Το έργο χρηματοδοτήθηκε από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Αττική» 2007-2013 και 2014-2020. Ο Συνολικός Προϋπολογισμός είναι 5.220.696 ευρώ, ενώ η Α’ φάση χρηματοδοτήθηκε από το ΠΕΠ Αττικής 2007-2013 με 3.600.000 ευρώ, και η Β’ Φάση από το ΠΕΠ Αττικής 2014-2020 με το ποσό των 1,765.075,05 ευρώ.

Στην επίσκεψη στο Μέγαρο συμμετείχαν επίσης ο Περιφερειάρχης Αττικής Γιώργος Πατούλης, ο γεν. γραμματέας Πολιτισμού Γιώργος Διδασκάλου,  όπως και η διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αικατερίνη Δελλαπόρτα.

Το αποκατεστημένο Μέγαρο Τσίλερ – Λοβέρδου. Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, ο περιφερειάρχης Γιώργος Πατούλης, ο γεν. γραμματέας ΥΠΠΟ Γιώργος Διδασκάλου και η διευθύντρια του Βυζαντινού Μουσείου Κατερίνα Δελλαπόρτα