ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
«Τα κτίριά μου είναι πάντα μέρος του τόπου, μέρος της κάθε τοποθεσίας. Θέλω να τα ενσωματώνω στο περιβάλλον όσο καλύτερα μπορώ. Η αρμονία είναι πάντα ο στόχος της πρακτικής μου». Μ΄αυτές τις λίγες λέξεις ο διάσημος ιάπωνας αρχιτέκτονας Κένγκο Κούμα δίνει το στίγμα της φιλοσοφίας του για τη σχέση των ανθρώπινων κατασκευών με τη φύση αλλά και πιο προσωπικά για τον δρόμο, που ακολουθεί ο ίδιος με προσήλωση, χρόνια τώρα.
Πρακτική από την οποία δεν παρεκκλίνει – το αντίθετο μάλιστα- στον σχεδιασμό της αθηναϊκής ριβιέρας της LAMDA Development στο πλαίσιο του μεγάλου έργου του Ελληνικού. «Η Riviera Galleria είναι πολύ κοντά στη θάλασσα και αυτό δημιουργεί μια αρμονία με τη φύση, γεγονός πολύ σημαντικό», επιβεβαιώνει και ο ίδιος, έχοντας σχεδιάσει πράγματι, ένα εντυπωσιακό κυματιστό στέγαστρο, που εμπνεύστηκε από τα πανιά των ιστιοπλοϊκών, με λιτές γραμμές, ανοιχτούς χώρους πρασίνου και εναρμόνιση με το φυσικό, παραθαλάσσιο περιβάλλον. «Η πρόσοψη που σχεδιάζουμε, θέλουμε να αντικατοπτρίζει τη φιλοσοφία μας τόσο για το έργο, αλλά και για την αρχιτεκτονική του μέλλοντος», προσθέτει άλλωστε ο ίδιος.
Τα φυσικά υλικά και το φυσικό φως είναι εξάλλου, τα χαρακτηριστικά των κτιρίων του, δύο παράμετροι, που τα κάνουν να ξεχωρίζουν, είτε έχουν κτισθεί στην πατρίδα του την Ιαπωνία είτε σε οποιοδήποτε μέρος της Δύσης. Ένα είδος υπογραφής δηλαδή, που συνδυάζει τη φύση με την αρχιτεκτονική, ώστε να ενσωματώνονται αρμονικά.
Το καλό σούσι
Αλλά πέρα από αυτά ο Κένγκο Κούμα ως γνήσιος Ιάπωνας παρομοιάζει την καλή αρχιτεκτονική με το καλό σούσι. Το κλειδί και για τα δύο, υποστηρίζει, «είναι να επιλέξεις το καλύτερο υλικό από το καλύτερο μέρος, στην εποχή του».
Γεννημένος στη Γιοκοχάμα το 1954 ο Κένγκο Κούμα ενηλικιώθηκε κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής οικονομικής άνθησης της Ιαπωνίας και μετά την εκπαίδευσή του στην αρχιτεκτονική στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο, ακολούθησε μεταπτυχιακή έρευνα στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης.
Τα πιο δύσκολα χρόνια στην αρχή της καριέρας του συνετέλεσαν όμως, και στη διαμόρφωσή του. Όταν η αγορά ακινήτων της Ιαπωνίας έσκασε στα τέλη του 1991 και οι ευκαιρίες για τους αρχιτέκτονες στην πρωτεύουσα εξαντλήθηκαν, στράφηκε σε έργα μικρής κλίμακας στο Τόχοκου και το Σίκοχου, αγροτικές ορεινές περιοχές, που για το λόγο αυτό είχαν απομονωθεί από την πολιτιστική και οικονομική πρόοδο, που είχε σημειωθεί στο Τόκιο.
Η φύση μέσα στη φύση
Εκεί ο Κούμα συνεργάστηκε στενά με ντόπιους τεχνίτες, αποκτώντας παράλληλα έντονη εκτίμηση για την αρχιτεκτονική, που χρησιμοποιούσε τοπικά υλικά. Κάτι το οποίο είναι εμφανές σε πολλά έργα του από τη δεκαετία του 1990, συμπεριλαμβανομένου του Water/Glass (1995), ενός ξενώνα με θέα στον κόλπο Ατάμι, ένα έργο που θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει καλύτερα το αρχιτεκτονικό του όραμα.
Εμπνευσμένος από τον ενθουσιασμό του Γερμανού αρχιτέκτονα Μπρούνο Τάουτ (1880-1938), ο οποίος διακήρυσσε την «πλαισίωση της φύσης με φύση», ο Kούμα κάλυψε μια εκτεταμένη βεράντα με ένα λεπτό στρώμα νερού για να ενισχύσει την οπτική συνέχεια μεταξύ δομής και ωκεανού. Στην ουσία δημιούργησε μια κατασκευή που επιπλέει σε μια δεξαμενή γεμάτη με νερό, που πέφτει από την οροφή, μπερδεύοντας έτσι τα περιγράμματα του κτιρίου με τον ωκεανό. Δηλαδή, όχι απλώς πλαισιώνοντάς το, αλλά ουσιαστικά εισάγοντάς το στην ίδια τη φύση!
Όπως δήλωσε και ο ίδιος, έτσι «η κατασκευή γίνεται ένα συνολικό περιβάλλον όπου τα πάντα διαλύονται, όπου δεν υπάρχει κατακερματισμός των χώρων, όπου τα όρια εξαφανίζονται»… Γιατί στον αντίποδα «Τα κτίρια που σκοπίμως διακρίνονται από το περιβάλλον τους είναι πολύ διαφορετικά από εκείνα, που προσπαθούν να μετριάσουν αυτήν την απομόνωση και η διαφορά είναι αντιληπτή σε όλους όσοι τα βιώνουν».
Η αναζήτηση της ισορροπίας
Η φυσική καταστροφή, που προκλήθηκε από τον σεισμό του Τόχοκου, το 2011 και το τσουνάμι που ακολούθησε, ενίσχυσε την κριτική του για την «ακραία ανισορροπία» μεταξύ των κτιρίων και της φύσης στην πατρίδα του. Κάλεσε έτσι τους συναδέλφους του αρχιτέκτονες για μεγαλύτερη ταπεινοφροσύνη, ζητώντας τους να επιτύχουν μια ισορροπία μεταξύ μορφής και υλικού στα σχέδιά τους.
Η ιδέα, ότι μια πιο αρμονική και παραδοσιακή μορφή αρχιτεκτονικής μπορεί να επιτευχθεί μέσω της προσεκτικής χειραγώγησης της αισθητηριακής εμπειρίας -φως, ακουστική, ακόμη και άρωμα- ήταν πάντα στο επίκεντρο της πρακτικής του Κούμα. Γι΄ αυτό και τείνει να χρησιμοποιεί υλικά, που χρησιμοποιούνταν σταθερά στην Ιαπωνία, όπως κεραμικό, πέτρα, μπαμπού και ξύλο –κυρίως το τελευταίο-, ως την βασική μορφή έκφρασης στα κτίριά του. Μη παραλείποντας όμως και σύγχρονα υλικά, όπως το πλαστικό και το βινύλιο.
«Θέλω να βρω μια ισορροπία, που να εκφράζει τη μορφή και το υλικό», όπως λέει. «Η μορφή του κτιρίου πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο λεπτή, γιατί τότε ο χαρακτήρας του υλικού μπορεί να αποκαλυφθεί. Αν υπάρχει ισορροπία, είναι όμορφο». Θεμελιώδης για τη δουλειά του όμως, είναι και η χρήση του φωτός, με το οποίο προσπαθεί να επιτύχει ένα αίσθημα «άυλου χώρου», χρησιμοποιώντας φυσικά υλικά ή γυαλί.
Τα έργα
Με σεβασμό στην ιστορία και το περιβάλλον προσέγγισε και τον σχεδιασμό του Εθνικού Σταδίου της Ιαπωνίας, που κατασκευάστηκε για τους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 2020 στο Τόκιο: Μια σειρά από επικαλυπτόμενες μαρκίζες ,που παραπέμπουν σε αιώνες ιαπωνικών αρχιτεκτονικών πρακτικών είναι επικολλημένες με ξύλινες περσίδες, που προέρχονται από κάθε έναν από τους 47 νομούς της χώρας.
Για το Ερευνητικό Κέντρο του Μουσείου GC Prostho (2010) στην επαρχία Άιτσι της Ιαπωνίας σχεδίασε εξάλλου, μια δικτυωτή κατασκευή, που προέρχεται από το «chidori», ένα παραδοσιακό ιαπωνικό παιχνίδι, στο οποίο οι ξύλινες ράβδοι τοποθετούνται μεταξύ τους χωρίς τη χρήση καρφιών ή κόλλας. Κατασκευασμένες από τοπικούς τεχνίτες παιχνιδιών, οι ράβδοι σχηματίζουν έναν πολυεπίπεδο, πορώδες φάκελο, που φιλτράρει το ηλιακό φως στο εσωτερικό.
Έχει σχεδιάσει όμως και το V&A Dundee, μουσείο σχεδιασμού στο Ντάντι της Σκωτίας, το πρώτο μουσείο Victoria and Albert εκτός Λονδίνου, το Κέντρο Τεχνών και Πολιτισμού της Μπεζανσόν στη Γαλλία, το εκπληκτικό The Exchange στο Σύδνεϋ της Αυστραλίας ως μία σπειροειδή, γεμάτη φως κυψέλη και πολλά άλλα.
Μια εναλλακτική μορφή αρχιτεκτονικής
Με τα χρόνια, παράλληλα με το πρακτικό και θεωρητικό έργο του, ο Κούμα είχε και μία μακρά ακαδημαϊκή καριέρα. Καθηγητής αρχιτεκτονικής σήμερα στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο, έχει επίσης διδάξει στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης και στα Πανεπιστήμια του Ιλινόις και Κέιο στο Τόκιο.
Στο θεμελιώδες κείμενό του «Anti-Object: The Dissolution and Disintegration of Architecture» (Αντι-Αντικείμενο: Η διάλυση και διάσπαση της Αρχιτεκτονικής) που γράφτηκε το 2008, επικρίνει την υπερβολική «αντικειμενοποίηση» που διαπερνά τη δυτική αρχιτεκτονική και μας εμποδίζει να «δημιουργήσουμε μια υγιή σχέση με τον έξω κόσμο», όπως αναφέρει. Ταυτόχρονα όμως, προτείνει «μια εναλλακτική μορφή αρχιτεκτονικής που σέβεται το περιβάλλον αντί να κυριαρχεί πάνω του».
Το γραφείο του Kengo Kuma & Associates, απασχολεί σήμερα πάνω από 300 αρχιτέκτονες στο Τόκιο, την Κίνα (Πεκίνο και Σαγκάη) και το Παρίσι, σχεδιάζοντας έργα διαφορετικού τύπου και κλίμακας σε όλο τον κόσμο.
Ανάμεσα στα πολλά βραβεία του είναι αυτά από το Αρχιτεκτονικό Ινστιτούτο της Ιαπωνίας (1997), το Βραβείο Spirit of Nature Wood Architecture, Φινλανδία (2002), το Διεθνές Βραβείο Αρχιτεκτονικής για το καλύτερο Νέο Παγκόσμιο Σχέδιο (2007) ενώ έχει λάβει τον τιμητικό τίτλο του Ιππότη του Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων της Γαλλικής Δημοκρατίας (2009).
«Η μέθοδός μου είναι να αποφεύγω τις ηρωικές χειρονομίες, γιατί φτάνεις σε ένα σημείο όπου οι ηρωισμοί σκοτώνουν την ομορφιά του υλικού», όπως δηλώνει.
Διαβάστε επίσης:
Ζωγραφική μετά υποκριτικής – Οι διάσημοι του Χόλιγουντ ζωγραφίζουν
Ένας Σάτυρος, ο Στάλιν και ένα αρχαίο ελληνικό νόμισμα 6 εκατ. δολαρίων