«Είμαι ευγνώμων στο Θεό που μας αξίωσε με την πρωτοβουλία της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος και τη βοήθεια της Τράπεζας Πειραιώς να πραγματοποιήσουμε αυτό το μοναδικό προσκύνημα στα νησιά του Αιγαίου. Ευχαριστώ επίσης και όλους και όλες από εσάς που κατά κάποιο τρόπο συνετελέσατε στην ευόδωση αυτής της αιγιακής μας ‘Αργοναυτίας’», τόνισε κατά τη διάρκεια της τελετής λήξης της Πλωτής Έκθεσης EΠΑΝΑCΥΣΤΑΣΗ 1821, ο καπετάν Παναγιώτης Τσάκος.

Στη συνέχεια είπε: «Πριν παραξενευτείτε που απέφυγα την γειτνίαση και τις χειραψίες μαζί σας, όπως θα όφειλα, παρακαλώ επιτρέψτε μου να σας δηλώσω ότι από τις χιλιάδες των επισκεπτών που συναντήσαμε σε αυτήν τη μοναδική, νησιωτική μας Οδύσσεια είχα την χαρά και την τιμή να εναγκαλιστώ με τουλάχιστον 500 από αυτούς. Κάτι που σαν Χιώτης και ναυτικός το έκανα με ιδιαίτερη χαρά και προθυμία».

1

Ιδιαίτερα συγκινημένος ο καπετάν Παναγιώτης Τσάκος τόνισε: «Η επαφή αυτή μου έδωσε τη δυνατότητα να γνωρίσω την αυθεντικότητα του Έλληνα της νησιωτικής επαρχίας και να καταλήξω ότι στο τέλος της γραφής αυτόχθονες και επισκεπτόμενοι είμαστε φτιαγμένοι από το ίδιο κράμα.

Οι αντιπροσωπευτικότεροι τύποι των κατοίκων των ναυτότοπων που συναντήσαμε σε αυτή την συγκεκριμένη αιγιακή μας Οδύσσεια ακούνε στο όνομα Μαρία. Η εκλεκτή και πολυαγαπημένη μας Μαρία Ευθυμίου που χωρίς να το ξέρει και χωρίς να το θέλει τα περιλαμβάνει όλα» και επεσήμανε:

«Η μικρή Μαρία Μαστοροπούλου που κάθεται δίπλα μου κατάγεται από τα Κρέστενα, ανθυποπλοίαρχος Εμπορικού Ναυτικού, της οποίας το σπίτι κάηκε πριν από μέρες και όταν το έμαθα και την προέτρεψα να επιστρέψει αρνήθηκε πριν ολοκληρώσει την παρούσα εθελοντική, εκπαιδευτική αποστολή: το μόνο που μου ζήτησε είναι να μπαρκάρει αμέσως σε καράβι για να συμβάλλει στις δυσκολίες της εννεαμελούς της οικογένειας.

Αυτή, είστε, είμαστε οι απόγονοι των ηρώων της θάλασσας και της στεριάς που μας απελευθέρωσαν.

Η συνειδητοποίηση αυτής της βαριάς και ευλογημένης κληρονομιάς μας γεμίζει ρίγη, Πατριωτισμού, ψυχικής ευφορίας και βαθειάς και άπειρης ευγνωμοσύνης, για αυτούς που με τις θυσίες, τους αγώνες, τους θριάμβους και τα παθήματά τους μας χάρισαν τη λευτεριά και μας έφεραν στο… ‘Μέγα το της θαλάσσης κράτος’.

Χρωστούμε σ’ αυτούς που ήρθαν, πέρασαν, θα’ ρθούνε, θα περάσουν.

Κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι και οι νεκροί.

Ζήτω το Ναυτικό μας, Ζήτω η Πατρίδα μας!».

Από αριστερά: Καπετάν Παναγιώτης Ν. Τσάκος, Iδρυτής του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Μαρία Τσάκος» – Διεθνές Κέντρο Ναυτικής Έρευνας & Παράδοσης, κ. Γεώργιος Χαντζηνικολάου, Πρόεδρος Δ.Σ. της Τράπεζας Πειραιώς και Sir Ευθύμιος Ηλ. Μητρόπουλος, KCMG – Πρόεδρος Δ.Σ. Κοινωφελούς Ιδρύματος «Μαρία Τσάκος» – Διεθνές Κέντρο Ναυτικής Έρευνας & Παράδοσης

Η ομιλία του Ευθύμιου Η. Μητρόπουλου

Μιλώντας στην τελετή λήξης, ο Ευθύμιος Η. Μητρόπουλος, πρόεδρος του Ιδρύματος τόνισε ότι όταν, πριν 6 χρόνια, επισκέφτηκε το Ίδρυμα μας αντιπροσωπεία του ΕΙΜ, υπό τον τότε Γενικό Γραμματέα αείμνηστο Ιωάννη Μαζαράκη-Αινιάν, γιά να μας προτείνουν συνεργασία γιά την οργάνωση της Πλωτής Έκθεσης, η αντίδραση του Καπετάνιου υπήρξε αυθόρμητη και καθοριστική: «Αποδεκτή η πρόταση σας. Ευχαριστούμε που μας προτάξατε κι εγώ θ’ ακολουθήσω προσωπικά την Έκθεση σ’ όλη της τη διαδρομή».

«Το είπε και το ‘κανε», συνέχισε ο Ευθύμιος Η. Μητρόπουλος, «αφού απ’ όλα τα συμμετασχόντα στο Ταξίδι-Προσκύνημα Μέλη του Ιδρύματος, του ομιλούντος μη εξαιρουμένου, ακολούθησε, γιά το μεγαλύτερο διάστημα, το ξετύλιγμα της, κατευθύνοντας και συμβουλεύοντας, όταν και όπου χρειαζόταν» και πρόσθεσε: «Ευχαριστούμε το Θεό που μας ευλόγησε να κάνουμε πράξη όσα υποσχεθήκαμε τότε, να περιφέρουμε με ασφάλεια, σ’ ένα Πέλαγος που δεν φημίζεται γιά τις μπουνάτσες του το καλοκαίρι, τα αξετίμητα κειμήλια του ΕΙΜ και να τα επιστρέψουμε σήμερα στο Μουσείο άθικτα και αβλαβή».

«Κατά συνέπεια, η δημόσια έκφραση ευχαριστιών στους παρευρισκόμενους εκπρόσωπους της Ιστορικής Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος – Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, από της Προέδρου κυρίας Φανής Μαλλούχου μέχρι και του τελευταίου επιμελητή – συντηρητή και της συμπράττουσας Τράπεζας Πειραιώς, υπό τον Πρόεδρο της κύριο Γεώργιο Χαντζηνικολάου, είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για να εξάρουμε την αρμονική και αγαστή συνεργασία που είχαμε όλο το διάστημα των 37 ημερών που κράτησε το ταξείδι, στη διάρκεια των οποίων αρμενίζαμε σε μία συνολική διαδρομή 640 μιλίων, πλέοντας σε 14 Αιγαιοπελαγίτικα νησιά και υποδεχόμενοι στο προ ημών ιστιοφόρο «Μάνια» (το εκπαιδευτικό σκάφος του Ναυτικού μας Λυκείου, το οποίο φιλοξένησε την Έκθεση) περισσότερους από 4.000 επισκέπτες.

Η μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα της Πλωτής Έκθεσης έγκειτo στο γεγονός ότι, ενώ, γιά να δει κάποιος μιά οποιαδήποτε έκθεση θα πρέπει να πάει στο χώρο που την φιλοξενεί, συνήθως σε μία μεγαλούπολη (Αθήνα, Θ/νίκη…), στη περίπτωση της δικής μας, αντί οι κάτοικοι των νησιών που επισκεφθήκαμε να ταξιδέψουν στην έδρα του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στην Αθήνα γιά να δουν και θαυμάσουν τα εκθέματα της δικής μας, πήγε η Έκθεση στα λιμάνια τους, σχεδόν έξω από τη θύρα του σπιτιού των, προκαλώντας τους να την επισκεφθούν.

Η Οδύσσεια μας στο Αιγαίο μας επεφύλασσε μιά ανεπανάληπτη περιήγηση κί ένα ιερό προσκύνημα στους μπαρουτοκαπνισμένους ναυτότοπους της χώρας μας που έδωσαν, μαζύ με τους στεριανούς συμπολεμιστές τους, το αίμα και την ψυχή τους για να είμαστε εμείς σήμερα ελεύθεροι και περήφανοι πολίτες ενός Κράτους που τελικά πήρε τη θέση του, ίσο μεταξύ ίσων, μεταξύ των Κρατών της Ευρώπης ̶ Κρατών που, όταν ξεκίνησε και στην πορεία της η Επανάσταση, απεφάσιζαν γιά την τύχη μας. Το ταξείδι απλόχερα γέμισε, όλους εμάς που είχαμε την καλοτυχία να συμμετάσχουμε στο ξετύλιγμα των ποικίλων φάσεων του, με πρωτόγνωρη χαρά, αγαλλίαση και ανάταση ψυχής – με αποκορύφωμα τον είσπλου, πριν 4 ημέρες, του ‘Μάνια’ και των συνοδευόντων σκαφών “Christianne B” και «Άτοκος» στο λιμάνι της Ύδρας, όπου, υπό τις κωδωνοκρουσίες της Ιεράς Μητρόπολης, μας υπεδέχθησαν ο κλήρος και οι τοπικές Αρχές.

Οργώνοντας, γιά πάνω από ένα μήνα, το Αιγαίο, επισκεφθήκαμε ιερά, ακριτικά, ξερόβραχα και ανεμοδαρμένα νησιά, τα περισσότερα των οποίων ακριτικά, που σφύζουν από πατριωτισμό και πίστη στα ιερά και όσια της πατρίδας. Επιδίωξη μας ήταν να μεταφέρουμε την ψυχή της Επανάστασης στα νησιά του δρομολογίου μας αποσκοπώντας όχι μόνο στη διατήρηση της μνήμης του Αγώνα των ηρωικών μας προγόνων αλλά και στην τόνωση του εθνικού μας φρονήματος, σε μία εποχή και σε ένα πέλαγος όπου αμφισβητούνται, παρά πάσαν έννοιαν δικαίου και ηθικής, η εθνική μας κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.

Κλείνοντας, σήμερα, το τελευταίο κεφάλαιο της Οδύσσειας μας, αισθανόμαστε ιδιαίτερα συγκινημένοι, και αναζωογονημένοι, από τα αγνά αισθήματα αγάπης και φιλίας, με τα οποία, χωρίς εξαίρεση, μας περιέβαλλαν οι κάτοικοι και οι αρχές των νησιών που επισκεφθήκαμε και από τα έκδηλα σημάδια πατριωτισμού και ψυχικής ευφορίας που εισπράξαμε παντού. Τους ευχαριστούμε όλους από τα βάθη της καρδιάς μας.

Το φιλόδοξο και ριψοκίνδυνο εγχείρημα της Έκθεσης το αφιερώσαμε στους, πριν 200 χρόνια προγόνους των σημερινών Αειναυτών Ελλήνων που, στις μέρες μας, στελεχώνουν ένα αήττητο Πολεμικό Ναυτικό, ένα ακαταπόνητο Λ.Σ. και ένα στόλο 5.500 ελληνόκτητων εμπορικών πλοίων. Σ΄αυτούς που, με δίψα και φλόγα άσβεστη γιά λευτεριά και ανεξαρτησία, πολέμησαν και νίκησαν έναν αλλαζόνα εχθρό που διέθετε στόλο υπέρτερο του δικού μας σε αριθμό και μέγεθος πλοίων – στους απαράμιλλους ναύτες του Αιγαίου: Ναυάρχους, καπεταναίους, γεμιτζήδες, πυρπολητές. Σ’ αυτούς τους ήρωες, επώνυμους και αφανείς, και στα κειμήλια τους, τα οποία, με περισσή φροντίδα, αγάπη και επαινετή επιμέλεια, έχει συγκεντρώσει το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο.

Ιδιαίτερες θερμές ευχαριστίες απευθύνουμε και σ’ αυτούς που φυλάνε, στις δύσκολες συγκυρίες των καιρών μας, τις Αιγαιακές Θερμοπύλες της πατρίδας μας και των οποίων η ηγεσία σήμερα τιμά την τελετή μας: στον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, Αντιναύαρχο κ. Στυλιανό Πετράκη και τον Αρχηγό Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής, Αντιναύαρχο κ. Γεώργιο Αλεξανδράκη – τα τιμώμενα πρόσωπα της σημερινής τελετής. Υπό την καθοδήγηση τους, μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού και του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής πλαισίωναν τα σκάφη της Έκθεσης στις ανά το Αιγαίο περιπλανήσεις τους προσδίνοντας ιδιαίτερη αίγλη και βαρύτητα στο ξετύλιγμα της. Καλύτερο τρόπο να τιμηθή η μνήμη του Κωνσταντή Κανάρη, του Ανδρέα Μιαούλη, της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας, της Μαντώς Μαυρογένους και των συντρόφων συμπολεμιστών τους στη γνώση ότι προσωπικά τους αντικείμενα και εργαλεία έκαναν το γύρο του Αιγαίου συνοδείᾳ πλοίων ενός Ναυτικού, Πολεμικού και Εμπορικού και μιάς Ακτοφυλακής που εκείνοι θεμελίωσαν και δόξασαν δεν θα μπορούσε να σκεφθή κανείς.

Ελπίζουμε κι’ ευχόμαστε η Έκθεση (που, όταν την ωραματισθήκαμε, δεν φανταζόμαστε σε πόσο ριψοκίνδυνο και, εν πολλοίς, απρόβλεπτο εγχείρημα θα εξελισσόταν) να τύχη της αναγνώρισης και εκτίμησης των απανταχού Ελλήνων και να πάρει τη θέση που της αξίζει και δικαιούται μεταξύ των εκδηλώσεων που προγραμματίσθηκαν και υλοποιήθηκαν, πέρσι και ̓φέτος ώστε η σημερινή Ελλάδα, ορθοπλωρούσα και ευημερούσα, ν’ αποδώσει φόρο τιμής τον δέοντα σ’ αυτούς στις θυσίες των οποίων οφείλουμε εμείς σήμερα το μέγιστο προνόμιο να είμαστε πολίτες ενός ελεύθερου, ανεξάρτητου και κυρίαρχου Κράτους. Μεταξύ αυτών, οι πολεμιστές της θάλασσας κατέχουν δεσπόζουσα θέση και είναι αυτοί που η Έκθεση μας απέβλεπε να τιμήσει στη θάλασσα που ώργωσαν και που τους δόξασε.

Κάθε επίσκεψη στα νησιά του δρομολογίου μας συνωδευόταν από μία τελετή που ωργάνωναν οι τοπικές Αρχές και η οποία περιελάμβανε χαιρετισμούς των συνδιοργανωτών και μία ομιλία. Τις περισσότερες των ομιλιών έκανε η Καθηγήτρια Ιστορίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Κυρία Μαρία Ευθυμίου. Η Κυρία Ευθυμίου, η «Μαρία μας», όπως κατέληξε να είναι γιά μας, πρόθυμη, ακούραστη, χαρισματική και συναρπαστική, μας χάρισε στιγμές ευφορίας και ψυχικής ανάτασης με τις ομιλίες της – σε βαθμό που, κάθε φορά, που σηκωνόταν να μιλήσει, ευχόμαστε να μη τελειώσει και που, όταν μας άφισε, μετά τη Σύρο (όπου η ομιλία της κράτησε, χωρίς διακοπή, όσο ένας ποδοσφαιρικός αγώνας!…) λόγῳ ανειλημμένων υποχρεώσεων της στο κέντρο, μας έλειψε και την αναζητούσαμε. Εκ μέρους όλων μας τις απευθύνω θερμές ευχαριστίες. Χωρίς εκείνη, η «Επαναcύσταση ̓21» δεν θα είχε γνωρίσει την επιτυχία με την οποία πιστώνεται. Με όσα σας είπα γιά τη Μαρία, αντιλαμβάνεσθε, υποθέτω, την ανυπομονησία, με την οποία περιμένουμε να την ακούσουμε σε λίγο όταν εκφωνήσει το Κύκνειο Άσμα της γιά λογαριασμό της Πλωτής Έκθεσης».

Διαβάστε επίσης:

Ολοκληρώθηκε η πλωτή έκθεση EΠΑΝΑCΥΣΤΑΣΗ ’21