Έκθεση από το Μουσείο Μπενάκη και το Ινστιτούτο Γκαίτε

Είναι ο δημιουργός του Ωδείου Αθηνών, αλλά λίγοι το ξέρουν. Είναι ο μοναδικός αρχιτέκτονας στην Ελλάδα, που το όνομά του συνδέθηκε με το κίνημα του Bauhaus, αλλά επίσης ελάχιστοι το γνωρίζουν. Κι όμως, ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος υπήρξε, ως θεωρητικός και καθηγητής, από τους πρώτους που κατανόησαν τη σχέση αρχιτεκτονικής και κοινωνίας, βλέποντας παράλληλα τον αρχιτέκτονα ως όχημα για την επιτέλεση έργων για το κοινωνικό όφελος.

Είναι φυσικό επόμενο, λοιπόν, που η επέτειος των 100 χρόνων από την ίδρυση της ιστορικής σχολής της Βαϊμάρης και του Bauhaus -γεγονός που στην Γερμανία εορτάζεται με πλήθος εκδηλώσεων όλο το χρόνο- επικεντρώνεται στην Ελλάδα στη μορφή του Ιωάννη Δεσποτόπουλου, με έκθεση και άλλες παράλληλες εκδηλώσεις, που πραγματοποιούνται στο βασικό του έργο, το Ωδείο Αθηνών.

Μια πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Goethe, με την υποστήριξη του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Υπουργείου Εξωτερικών και σε συνεργασία με τα Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη, όπου φυλάσσεται το προσωπικό του αρχείο. Τίτλος της, «Από το κτήριο στην κοινότητα: Ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος και το Bauhaus», με υλικό από αυτό το πολύτιμο αρχείο και συγκεκριμένα σκίτσα, σχέδια, φωτογραφίες, προπλάσματα, κείμενα, αλλά και ηχητικά αποσπάσματα.

Ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος στο υπό κατασκευή σχολικό κτίριο στην περιοχή της
Ακαδημίας Πλάτωνος, το 1932

Και στόχος, πέρα από την παρουσίαση πτυχών από την διαδρομή του, η ανάδειξη της κοινωνικής διάστασης του έργου του.

Καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική σχολή (1919-1933), με ιδρυτή τον διάσημο αρχιτέκτονα Βάλτερ Γκρόπιους, που λειτούργησε αρχικά στην συντηρητική Βαϊμάρη
και, στη συνέχεια, πρώτα στο Ντεσάου και μετά στο Βερολίνο, με πρωτοβουλία του άλλου σπουδαίου αρχιτέκτονα, Μις βαν ντερ Ρόε, το Bauhaus (αντιστροφή της λέξης Hausbau, που σημαίνει οικοδόμηση) πρέσβευε την ενοποίηση της αρχιτεκτονικής με τις καλές τέχνες.

Με βασικά χαρακτηριστικά την απλότητα, τη λειτουργικότητα και την χρηστικότητα και απορρίπτοντας κάθε διακοσμητικό στοιχείο, η σχολή Bauhaus δεν περιορίστηκε, άλλωστε, μόνον στην αρχιτεκτονική, αλλά και σε οτιδήποτε περιλαμβάνεται σε ένα κτίριο, δημόσιο ή ιδιωτικό, όπως, για παράδειγμα, τα έπιπλα.

Η κύρια όψη του Ωδείου Αθηνών προς τη λεωφ. Βασ. Κωνσταντίνου, περί το 1975

Και ο ίδιος ο Δεσποτόπουλος, εξάλλου, είχε σχεδιάσει όλα τα στοιχεία του Ωδείου Αθηνών, όπως τις πόρτες αλλά και τα πόμολά τους. Πρόκειται για ένα έργο, ωστόσο, που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ στο σύνολό του -κι αυτό άγνωστο στους νεότερους- καθώς αρχικά σχεδιάστηκε ως Πνευματικό Κέντρο Αθηνών. Έτσι τουλάχιστον έλεγε η προκήρυξη του διαγωνισμού, τον οποίο κέρδισε το 1959 ο Δεσποτόπουλος.

Θα περιελάμβανε Κρατικό θέατρο, κτίριο Συναυλιών Χοροδράματος και Συνεδρίων, υπαίθριο Θέατρο, Βιβλιοθήκη, Μουσείο και Πινακοθήκη, κτίριο Επιστημονικών Οργανισμών, μεγάλη Πλατεία προς τη Λεωφόρο Β. Σοφίας, Ξενοδοχείο επί της οδού Ρηγίλλης και το Ωδείο Αθηνών! Ένα τεράστιο συγκρότημα, δηλαδή, που, παρά τα εύσημα ως προς την αρχιτεκτονική του, πολεμήθηκε πολύ, με αποτέλεσμα ένα μέρος του μόνον να ανεγερθεί, κι αυτό, άλλωστε, έμεινε για πολλά χρόνια γιαπί -οι Αθηναίοι θα το θυμούνται ασφαλώς. Γεγονός που ο ίδιος έφερε βαρέως ως το θάνατό του.

Η στοά στην πρόσοψη του Ωδείου Αθηνών

Χωρίς, πάντως, το Ωδείο να θεωρείται τυπικό δείγμα Bauhaus, αφού, όπως λέει ο μελετητής του Δεσποτόπουλου, αρχιτέκτονας Λουκάς Μπαρτατίλας «Αν δει κανείς το Ωδείο Αθηνών, δεν θα διακρίνει αμέσως στοιχεία Bauhaus, αλλά μπορεί κάποιος να διακρίνει στοιχεία της φιλοσοφίας Bauhaus». Προσθέτοντας πως «Όπως ο Γκρόπιους εμπνεύστηκε από τη λογική των μεσαιωνικών εργαστηρίων, έτσι και ο Δεσποτόπουλος αναζήτησε παρόμοια πρότυπα στην παράδοση των βυζαντινών εργαστηρίων, της μοναστηριακής ζωής ή των χωριών της υπαίθρου». Άλλα έργα του στην Ελλάδα, εξάλλου, είναι τα σανατόρια Σωτηρία και Τρίπολης, επίσης το Νοσοκομείο Ασβεστοχωρίου Θεσσαλονίκης κ. ά.

Γεννημένος στην Σμύρνη, αλλά μεγαλωμένος στη Χίο, ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος (1903 – 1992) ή Jan Despo είχε τελειώσει την Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ. Στη συνέχεια, το 1922 βρέθηκε για σπουδές στη Βαϊμάρη (και μετά στο Ανόβερο), αν και δεν είναι βέβαιο ότι παρακολούθησε μαθήματα στη συγκεκριμένη σχολή. Όμως, όπως λέει ο Λουκάς Μπαρτατίλας, «στην περίοδο της Βαϊμάρης, από τη μια γνώρισε, μέσω του δασκάλου των Γερμανικών του, τον κύκλο της αδερφής του Νίτσε και από την άλλη ήρθε σε επαφή με τους πρωτοποριακούς φοιτητές του Bauhaus».

Η στοά του Ωδείου Αθηνών ως υπαίθριος συναυλιακός χώρος

Καθηγητής, αρχικά, στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ, εγκαταστάθηκε από το 1947 στη Σουηδία, όπου, ως το 1961, υπήρξε καθηγητής στα πολυτεχνεία Στοκχόλμης, Γκέτεμποργκ, καθώς και στο πανεπιστήμιο της Ουψάλα, ώσπου να επαναπατρισθεί και να διδάξει πάλι στο Πολυτεχνείο ως τη σύνταξή του.

«Γνώρισα τον Γιάννη Δεσποτόπουλο το 1980, ακόμη φοιτητής στη Φλωρεντία, στο μυθικό, για τα νεανικά μου μάτια, γραφείο του, στην οδό Σουηδίας. Το γραφείο και το σπίτι του, στον πέμπτο όροφο του ίδιου κτιρίου, αναπαρήγαγαν αυτό που στη φαντασία μου ήταν ένα ιδανικό περιβάλλον εργασίας και ζωής της Βόρειας Ευρώπης: όλα λιτά, τακτοποιημένα, ελάχιστα, γραμμικά, ορθολογικά, άψογα σχεδιασμένα στο πνεύμα ενός διαχρονικού μοντερνισμού. Φάνταζε σαν εικόνα του Gropius σε μεσογειακό περιβάλλον, έκφραση ενός αυθεντικού στοχαστή του Μοντέρνου στον Νότο της Ευρώπης», γράφει ο Ανδρέας Γιακουμακάτος καθηγητής Ιστορίας, κριτικής ανάλυσης και θεωρίας της αρχιτεκτονικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.

Η συνολική πρόταση για το Πνευματικό Κέντρο Αθηνών

Από συνεντεύξεις που είχε πάρει ο ίδιος από τον Δεσποτόπουλο είναι γνωστή σήμερα και η άποψή του, όχι για καλή, για την αρχιτεκτονική στην Ελλάδα: «Σήμερα υπάρχουν μεμονωμένα, αρκετά νεότερα αρχιτεκτονικά έργα, που μπορούν να ενταχθούν στα καλά έργα που έγιναν στον ευρωπαϊκό χώρο (σχολικά συγκροτήματα, ξενοδοχεία, μουσεία κ.λπ.). Τα μεγάλα, όμως, «σύνολα» που προέκυψαν, συγκροτήματα Πανεπιστημίων κ.λπ. παρουσιάζουν όλες τις ελλείψεις και παρεξηγήσεις της ελληνικής πραγματικότητας, που τελευταία άρχισε να αποβάλει εκείνη την προοδευτική απορροφητικότητα που είχε κατά τον Μεσοπόλεμο. Στον τομέα της κατοικίας, η χώρα βρίσκεται εκατό χρόνια πίσω. Ο κάτοικος της Αθήνας χτίζει «μοντέρνα» την αντικοινωνικότητα. Αυτό αναιρεί το νόημα, το περιεχόμενο της σύγχρονης αρχιτεκτονικής και παύει να είναι σύγχρονη. Ο τελευταίος «μεταμοντερνισμός» στην αρχιτεκτονική είχε λίγες και ασήμαντες εφαρμογές στην Ελλάδα, όλες ατυχείς».

Σήμερα, στην μοναδικής αισθητικής στοά της πρόσοψης του Ωδείου, οι νεαροί με τα σκέιτμποργκ και τα ακροβατικά τους δίνουν μοναδική ζωή σ΄αυτό το κτίριο.
Μισοτελειωμένο εσαεί. Παρά τους εκπληκτικούς χώρους του, ειδικά στα υπόγεια, που ευτυχώς ξυπνούν, όταν γίνεται κάποια έκθεση όπως αυτή…

Το ημιτελές αμφιθέατρο στα υπόγεια του κτιρίου

Πληροφορίες

Ωδείον Αθηνών: Ρηγίλλης και Βασ. Γεωργίου Β’ 17-19
«Από το κτήριο στην κοινότητα: Ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος και το Bauhaus»
Διάρκεια: Ως 7 Νοεμβρίου 2019