ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Μια μεγάλη πόλη με προσανατολισμό προς τη θάλασσα. Με την αρχιτεκτονική της να προσιδιάζει με αυτήν της Κωνσταντινούπολης. Με ευρύ αστικό ιστό, κτισμένη με το Ιπποδάμειο σύστημα και με σχεδιασμό του δημόσιου χώρου, που συντελέστηκε τον 6ο αιώνα και υλοποιήθηκε με αυτοκρατορική εντολή. Με φαρδείς δρόμους και με πλατείες που ανεγέρθηκαν πάνω στα ερείπια παλαιότερων δημοσίων και ιδιωτικών, πολυτελών συγκροτημάτων της Ρωμαϊκής εποχής και της ύστερης αρχαιότητας. Με την αγορά της πόλης, να επεκτείνεται στην Βυζαντινή εποχή με καταστήματα και εργαστήρια κεραμικών, αργυροχρυσοχοΐας, μεταλλουργίας και υαλουργίας καταλαμβάνοντας ενίοτε και τον δημόσιο χώρο.
Μια πόλη πλούσια, που συνέχισε να αναπτύσσεται επί αιώνες ως σήμερα, διατηρώντας στους ίδιους χώρους τις ίδιες λειτουργίες! Η Θεσσαλονίκη του Κάσσανδρου, ιδρυμένη το 316 π.Χ. για λόγους πολιτικούς αφού ο διάδοχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήθελε να επικρατήσει στη Μακεδονία, στρατηγικούς λόγω της κομβικής θέσης της και φυσικά οικονομικούς «Επωνόμασε δε την πόλιν από της εαυτού γυναικός Θεσσαλονίκης…», όπως γράφει πολύ μεταγενέστερα ο Στράβων.
Σήμερα η αρχαιολογική έρευνα συνθέτει ιστορίες από τη διαχρονική ζωή αυτής της πόλης, που πλέον οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της μπορούν να «αναγνώσουν» στον σπουδαίο αρχαιολογικό χώρο, ο οποίος δημιουργήθηκε χάρις στην κατασκευή του μετρό, στον σταθμό Βενιζέλου στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης, αλλά και της Αγίας Σοφίας, καθώς και σε έξι ακόμη στάσεις (Δημοκρατίας, Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό, Σιντριβάνι, Πανεπιστήμιο, Φλέμιγκ και Αμαξοστάσιο Πυλαίας), όπου αποκαλύφθηκαν αρχαία.
Τα εγκαίνια
«Οι ανασκαφές αποκάλυψαν τη μνημειακή εικόνα της πρωτοβυζαντινής πόλης με επιβλητικές κιονοστήρικτες μαρμαρόστρωτες πλατείες εκατέρωθεν του μαρμαρόστρωτου δρόμου, ενώ παράλληλα, τεκμαίρεται ο ευρύς αστικός ανασχεδιασμός του δημόσιου χώρου, στον 6ο αιώνα», όπως ανέφερε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη κατά την τελετή των εγκαινίων του αρχαιολογικού χώρου στον σταθμό Βενιζέλου, που πραγματοποιήθηκαν παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Επισημαίνοντας, ότι ο πλούτος των ευρημάτων αποτυπώνει διαχρονικά την πολεοδομική εξέλιξη του αστικού ιστού, στο ύψος της κεντρικής οδού η οποία διέτρεχε πάντα την πόλη, στην ίδια σχεδόν χάραξη, από τον 3ο π.Χ. αιώνα και ως σήμερα!
Γεγονός είναι άλλωστε, ότι στο πλαίσιο της κατασκευής του Μετρό Θεσσαλονίκης διενεργήθηκε η μεγαλύτερη ανασκαφική έρευνα σωστικού χαρακτήρα, που έχει ποτέ πραγματοποιηθεί στη χώρα, συμβάλλοντας στην αναδίφηση της ιστορίας της πόλης από την ίδρυσή της ως τις αρχές του 20ού αιώνα. Φέρνοντας στο φως περισσότερα από 300.000 κινητά ευρήματα –ανάμεσά τους χρυσά και άλλα πολυτελή αντικείμενα, αγάλματα, αγγεία, σκεύη λατρείας αλλά και αντικείμενα καθημερινής χρήσης των νοικοκυριών κ.ά.- ανασυντίθεται η μακραίωνη ιστορία της Θεσσαλονίκης και το εξόχως σημαντικό, «επαναχαράσσεται κατ’ ουσίαν ο αρχαιολογικός χάρτης της, αλλάζοντας την πρόσληψη της βαθιάς ιστορίας της», όπως λέει η κυρία Μενδώνη.
Η ίδια, έχοντας βρεθεί επί χρόνια στην υπεύθυνη θέση της λήψης αποφάσεων για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση αυτού του τεράστιου αρχαιολογικού έργου κι έχοντας χρειαστεί να ξεπεράσει μεγάλα εμπόδια και δυσκολίες ώσπου να επιτευχθεί το ευτυχές αποτέλεσμα, μπορεί να απολαμβάνει σήμερα δικαιωματικά, τα εύσημα που της αποδίδονται ως πρωτεργάτη της επιτυχίας.
Το μαρμαροστρωμένο σταυροδρόμι
Η έκταση των αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου είναι 1.260 τ.μ. όμως η αρχαιολογική έρευνα κάλυψε τουλάχιστον 3.500 τ.μ. καθώς πρόκειται για επαλληλία των αρχαιολογικών στρωμάτων.
Συγκεκριμένα, με εντυπωσιακή πληρότητα ήρθε στο φως από την πρώτη φάση των ανασκαφών στον σταθμό Βενιζέλου ένα τμήμα της κοσμικής πόλης της ύστερης αρχαιότητας και των βυζαντινών χρόνων, η διασταύρωση δηλαδή του decumanus maximus –η βυζαντινή Μέση Οδός στη συνέχεια – με πλάτος 5,50 μέτρων και του cardo. Το σταυροδρόμι αυτό, που μπορούν σήμερα να δουν οι επισκέπτες και επιβάτες του μετρό ορίζεται από πεσσοστοιχίες, οι οποίες διαμορφώνουν εκατέρωθεν των δρόμων στεγασμένα πεζοδρόμια- στοές και σηματοδοτούν τη διασταύρωση με ένα μνημειακό τετράπυλο κάτω από το οποίο διέρχονταν οι δύο μεγάλοι δρόμοι.
Στις δύο πλευρές, εκατέρωθεν των μαρμαρόστρωτων και λιθόστρωτων οδικών αξόνων αναπτύσσονται εξάλλου, ιδιωτικά και δημόσια κτήρια, συνθέτοντας τον οικιστικό ιστό της πόλης αλλά και το εμπορικό κομμάτι της με τα καταστήματα, καθώς και μία μαρμαρόστρωτη πλατεία (forum) ανοιχτή προς τον decumanus. Πρόκειται για μία περιοχή, η οποία έχει δώσει πλήθος κινητών ευρημάτων με έμφαση σε προϊόντα αργυροχρυσοχοΐας, καθώς εδώ φαίνεται να υπήρχαν πολλά σχετικά καταστήματα, όπως αποδεικνύουν και τα κοσμήματα που έχουν βρεθεί, μεταξύ των οποίων επιστήθιοι σταυροί, γυάλινα και χάλκινα βραχιόλια, ασημένια και χάλκινα κυρίως δακτυλίδια.
Δύο μουσεία εξάλλου, στο Στρατόπεδο Παύλου Μελά και στον σταθμό Σιντριβάνι θα στεγάσει όλα τα ευρήματα από τις ανασκαφές.
Η κρήνη της Αγίας Σοφίας
Ένας ακόμη, μαρμάρινος δρόμος της Ρωμαϊκής εποχής, πλάτους 4 μέτρων, που ερευνήθηκε σε μήκος 82,5 μέτρων και αποτελεί τμήμα του πολεοδομικού ιστού της πόλης εντοπίσθηκε όμως, στο σταθμό Αγίας Σοφίας. Στρωμένος με μαρμάρινες πλάκες οριοθετείται στα νότια από μαρμάρινο κράσπεδο και στυλοβάτη, πάνω στον οποίο εδράζονται οι κίονες μίας στοάς. Παράλληλα όμως, αποκαλύφθηκε και ένας χωμάτινος δρόμος –με διαδοχικές επιστρώσεις- πολύ πλατύτερος του μαρμάρινου, χρονολογούμενος στην Ελληνιστική εποχή. Θεωρείται, ότι ήταν η κεντρική αρτηρία της Θεσσαλονίκης από τον 3ο π.Χ αιώνα ως τον 1ο μ.Χ. αλλά το πιο σημαντικό είναι, ότι τόσο η θέση και ο άξονάς του, όσο και η λειτουργία του δεν διαφοροποιούνται σημαντικά από τον μαρμαροστρωμένο δρόμο που ακολούθησε αλλά και από όλους τους μεταγενέστερους, φθάνοντας ως την σημερινή Εγνατία οδό.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρον εξάλλου, είναι ένα μνημειακό σύνολο της ύστερης αρχαιότητας, που φαίνεται ότι διατηρήθηκε ως τον 7ο αιώνα. Πρόκειται για μία πλακόστρωτη πλατεία με κρήνη, που αποκαλύφθηκε στο βόρειο τμήμα του σταθμού Αγίας Σοφίας. Στην πλατεία οδηγούσε ένας δρόμος, που προφανώς ήταν μία από τις κύριες αρτηρίες της πόλης –αποκαλύφθηκε σε μήκος 72,8 μέτρων- στρωμένη με μαρμάρινες πλάκες και οριοθετημένη από μαρμάρινα κράσπεδα.
Η πολεμική
«Για να φτάσουμε εδώ, χρειάστηκε μάχη σε πολλά μέτωπα», σημειώνει ωστόσο η υπουργός Πολιτισμού για το τιτάνιο επιστημονικό έργο, το οποίο συνάντησε όμως, μεγάλες και αντιδράσεις αντιπολιτευτικού χαρακτήρα με επίκεντρο τις αρχαιότητες στον σταθμό Βενιζέλου. «Γίναμε όλοι αποδέκτες μιας ατεκμηρίωτης και ανιστόρητης πολεμικής, που υπέκρυπτε σαφείς πολιτικές σκοπιμότητες αλλά η επιλογή της προσωρινής απόσπασης και της οριστικής επανατοποθέτησης των ευρημάτων, τώρα δικαιώνεται», όπως είπε η κυρία Μενδώνη κατά την ομιλία της στην Θεσσαλονίκη. Επισημαίνοντας το οφθαλμοφανές πλέον, ότι αν είχε επιλεγεί η πρόταση, που διαμορφώθηκε επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή η παραμονή των αρχαίων κατά χώραν στην διάρκεια της κατασκευής του σταθμού, σήμερα το έργο δεν θα είχε ολοκληρωθεί.
«Αλλά ούτε θα υπήρχε αναδεδειγμένος ο αρχαιολογικός χώρος και ασφαλώς, δεν θα υπήρχε το πλήθος αρχαιολογικών και ιστορικών τεκμηρίων, που αποκαλύφθηκαν από την ανασκαφή και τη μελέτη των υποκειμένων αρχαιολογικών στρωμάτων», όπως ανέφερε.
Μια έωλη πρόταση
Να σημειωθεί, ότι οι αρχαιολογικές έρευνες για το μετρό της Θεσσαλονίκης άρχισαν τον Απρίλιο του 2006, συγχρόνως με το τεχνικό έργο και σταδιακά, από το 2008 έως το 2014 διεξήχθη η κυρίως ανασκαφική έρευνα στους χώρους, που κατασκευάσθηκαν τα κελύφη και οι είσοδοι των σταθμών. Η ολοκλήρωσή τους συντελέσθηκε την περίοδο 2016-2019 με εξαίρεση ωστόσο τον σταθμό Βενιζέλου.
Η πρώτη φορά που συζητήθηκε το θέμα του σταθμού Βενιζέλου στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο ήταν τον Ιανουάριο του 2013, όταν αποφασίστηκε η απόσπαση και η επανατοποθέτηση τους στο ίδιο ή άλλο μέρος. Το 2017 ωστόσο, η απόφαση αυτή ανετράπη από μία άλλη, σύμφωνα με την οποία τα αρχαία θα έμεναν στη θέση τους και παράλληλα θα κατασκευαζόταν ο σταθμός. Με ένα ουσιαστικό πρόβλημα όμως: Η μελέτη, σύμφωνα με την οποία ελήφθη η απόφαση δεν είχε καμία υπογραφή! Ουδείς αναλάμβανε δηλαδή, την ευθύνη του εγχειρήματος, το οποίο σύμφωνα με τον εν λόγω σχεδιασμό θα επιφύλασσε κινδύνους και για τις αρχαιότητες αλλά και για τους εργαζόμενους στην κατασκευή του σταθμού.
Τέλος καλό
Το ανέφικτον του πράγματος τονίσθηκε ιδιαίτερα έτσι, από την Αττικό Μετρό, που τον Σεπτέμβριο του 2019 έφερε στο υπουργείο Πολιτισμού πρόταση για την προσωρινή απόσπαση των αρχαιοτήτων και την επανατοποθέτησή τους στο 92% του συνόλου τους. Μια έκθεση υπεύθυνη και απολύτως τεκμηριωμένη, που εξασφάλιζε την ολοκλήρωση του έργου με την διατήρηση των αρχαιοτήτων αλλά και με ασφάλεια των εργαζομένων.
Έκτοτε και μέχρι σήμερα ακόμη, διαμαρτυρίες εκφράστηκαν, στο πλαίσιο ακραίας πολιτικοποίησης ενός επιστημονικού θέματος, βοηθούσης της παραπληροφόρησης και των ανιστόρητων υπερβολών. Οι μελέτες ωστόσο έτυχαν των θετικών γνωμοδοτήσεων του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και της θετικής κρίσης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο οποίο προσέφυγαν όσοι ιδεοληπτικά και εξ αιτίας πολιτικών σκοπιμοτήτων αντιμάχονταν την κατασκευή του Μετρό, εργαλειοποιώντας τις αρχαιότητες.
Εν τέλει τα αρχαία επέστρεψαν στη θέση τους, χάρις στο έργο πολλών ειδικών, μεταξύ των οποίων και ο πολιτικός μηχανικός Δημήτρης Κορρές, ο οποίος έφερε σε πέρας το τιτάνιο εγχείρημα της απόσπασης και της επανατοποθέτησής τους. Οι Θεσσαλονικείς μπορούν να είναι ικανοποιημένοι.
Διαβάστε επίσης
Μετρό Θεσσαλονίκης: Όλα όσα έγιναν στα λαμπερά εγκαίνια
Ξεκίνησε το Μετρό Θεσσαλονίκης – Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πάτησε το κουμπί