Για την προσωποποίηση της φιλανθρωπίας, την Αλίκη Περρωτή, θα μπορούσε κανείς να συνθέσει μία αγιογραφία. Κατά τη διάρκεια της τρίωρης συνάντησης στο πατρικό της σπίτι στην Κηφισιά ωστόσο, η συζήτηση τελικά περιστρέφεται γύρω από τον σπουδαίο πατέρα της, Θεόδωρο Κωνσταντόπουλο, τη συναρπαστική γνωριμία με τον εγγλέζο εκατομμυριούχο πρώτο της σύζυγο Μπόμπι Μαρτόλομιου (και πατέρα της μοναχοκόρης της Μαρί Λουίζ), τον Δημήτρη Περρωτή και τον αγαστό δεσμό της (τα τελευταία είκοσι χρόνια) με τον μεγάλο αμερικανό δικηγόρο, ποιητή και συγγραφέα Σεθ Φρανκ.
Διάγουν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο της ζωής τους στην Ελλάδα και από το ξέσπασμα της πανδημίας παραμένουν αποκλεισμένοι στο υπέροχο σπίτι της Κηφισιάς, γαλήνια περιτριγυρισμένοι από πράσινο, τέχνη και ανθρώπους που τους φροντίζουν με σεβασμό και αγάπη. «Είμαστε εδώ από τον Ιανουάριο που γυρίσαμε από το Μονακό», εξηγεί εκείνος.
Η συνάντηση πραγματοποιείται βέβαια σε απόσταση δύο μέτρων, αλλά η παραδειγματική φινέτσα παραμένει πάντα διακριτή. Στην εκφορά του λόγου της «διαβάζει» κανείς τη γερμανική και αγγλική της παιδεία, προσεχτικά σμιλεμένη με αυστηρές γκουβερνάντες. Μιλώντας η ίδια ακαταπαύστως επί τρεις ώρες αφηγείται με συγκίνηση, διαύγεια και ζωντάνια τις πιο προσωπικές της αναμνήσεις.
Η Αλίκη και ο Γουόρχολ
Δεν ήθελε να αναφερθεί ούτε στα δεκάδες παράσημα που της έχουν αποδώσει οι ελληνικές πολεμικές δυνάμεις όλα αυτά τα χρόνια ως αναγνώριση στο ατέρμονο κοινωνικό και πατριωτικό της έργο. Διακρίνονται αμυδρά στο βάθος του σαλονιού της συγκεντρωμένα σε επιτοίχα κορνίζα. Μάλλον δεν θέλει να περιαυτολογήσει.
Στο χώρο δεσπόζει, βέβαια, το περίφημο πορτρέτο μνημειακών διαστάσεων το οποίο φιλοτέχνησε ο ίδιος ο Άντι Γουόρχολ.
Νεαρή τότε ελληνίδα της Νέας Υόρκης, και από τις καλλονές του ελληνικού λόμπι, έφτασε καθυστερημένη στο ραντεβού που είχε οριστεί με τον ανανεωτή της τέχνης, πρόδρομο και θεμελιωτή της ποπ αρτ για το πορτρέτο της. Και σαν να μην έφτανε αυτό, εμφανίστηκε βρεγμένη από την κορυφή ως τα νύχια λόγω σφοδρής νεοϋορκέζικης καταιγίδας (από τις γνωστές…).
Ο ιδιοφυής όμως Γουόρχολ όμως αποφάσει να μην αναβάλει το ραντεβού τους. Ούτε καν της επέτρεψε να καλλωπισθεί. Αντιθέτως μάλιστα, πήρε την όμορφη Αλίκη από το χέρι και άρχισε να τη φωτογραφίζει.
Πρόκειται για μία από τις πιο περιζήτητες εκφάνσεις του πολύπτυχου έργου του. Η ίδια κοντινή φωτογραφία σε πολλαπλά αντίτυπα με διαφορετικούς συνδυασμούς χρωμάτων τα οποία τοποθετούνταν σε καμβάδες το ένα δίπλα στο άλλο. Πιο διάσημη ίσως η περίπτωση της Μέριλιν Μονρόε.
Ποιους άλλους όμως Έλληνες πρόλαβε να ζωγραφίσει ο μεγάλος Γουόρχολ; Τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη, την κόρη της Χριστιάννα Γουλανδρή, την Ντόντα Βορίδη, μέλη των οικογενειών Εμπειρίκου και Κουμαντάρου, μεταξύ άλλων.
Η Αλίκη Περρωτή είχε αγοράσει μάλιστα αρκετά έργα του Άντι Γουόρχολ. Ένα από τα ωραιότερα έργα του «κοσμούσε» το διαμέρισμά της, το οποίο βρισκόταν μέσα στο υπέρλαμπρο, ολόχρυσο κτίριο του Ντόναλντ Τραμπ (Trump Tower) επί της Πέμπτης Λεωφόρου.
Ο Γουόρχολ είχε φιλοτεχνήσει ένα ζευγάρι μωβ γόβες με στρας σε πράσινο φόντο -χαρακτηριστικό παράδειγμα ποπ αρτ.
Όταν έβλεπα φτωχούς…
Η ασίγαστη διάθεσή της για προσφορά εκδηλώθηκε ως γνωστόν τοις πάσι μέσα στα τριάντα και πλέον χρόνια που αφιέρωσε ως εθελόντρια στο Νοσοκομείο Παίδων.
Σε επίμονες ερωτήσεις γύρω από την απαράμιλλη συνεισφορά της στον ελληνισμό (όπως για παράδειγμα «γιατί έχει διαλέξει την παιδεία και την υγεία ως τους δύο βασικούς πυλώνες της φιλανθρωπικής της δράσης», «ποιο σκεπτικό την οδηγεί στις συγκεκριμένες δωρεές» ή «ποιος της υποδεικνύει ως σύμβουλος πού να καναλιζάρει τις δωρεές της»), εκείνη απαντάει συνήθως:
«Ο πατέρας μου με οδηγεί και πιστεύω ότι τον κάνω υπερήφανο».
Ύστερα σηκώνει τα μάτια της προς τον καταγάλανο ορίζοντα, πρόδηλα συγκινημένη και γεμάτη δάκρια στα μάτια, ακόμη και σήμερα τόσα χρόνια μετά τον θάνατό του.
Η λατρεία στον οραματιστή επιχειρηματία πατέρα της, τον σπουδαιότερο (ίσως) κατασκευαστή όλων των μεγάλων έργων στην Ελλάδα και σκαπανέα της φιλανθρωπίας, εκδηλώθηκε πρόδηλα από νωρίς.
Και καταρχήν στο πρώτο από μια σειρά εξαιρετικά κρίσιμων κοινωνικών έργων, ήτοι το Κωνσταντοπούλειο Νοσοκομείο της Νέας Ιωνίας, που φέρει και το όνομα των γονιών της, Μαρούλας και Θεόδωρου Κωνσταντόπουλου.
Το κτίριο του 1923 ανακατασκευάστηκε ως νοσοκομείο τη δεκαετία του 1980 από την Αλίκη και τον Δημήτρη Περρωτή οι οποίοι το προίκισαν με υπερσύγχρονα τότε ιατρικά μηχανήματα.
Το έργο αυτό δημιουργήθηκε ύστερα από την προτροπή του οικογενειακού της φίλου, σπουδαίου επιστήμονα, ερευνητή και χειρουργού στο νοσοκομείο Αγία Σοφία στη Νέα Ιωνιά Δημήτρη Ζαμπούρα. Είχε μάλιστα βαφτίσει και την κόρη του, τη ζωγράφο Μαριλένα Ζαμπούρα.
Ενώ επιθυμούσε τότε να πραγματοποιήσει μεγάλη δωρεά στην Αμερική, εκείνος της τόνωσε το άφθαρτο ελληνικό και πατριωτικό της αίσθημα.
Ο ίδιος δεν πρόλαβε να χαρεί ιδιαιτέρως το νέο νοσοκομείο αφού λίγα χρόνια αργότερα έχασε τη ζωή του από μηνιγγίτιδα από την οποία προσβλήθηκε μέσω ασθενούς του.
Το πιο εμβληματικό της έργο παραμένει ίσως η Αμερικανική Γεωργική Σχολή στη Θεσσαλονίκη, την οποία αναμόρφωσε ριζικά (πνευματικά και κτιριακά) μεταμορφώνοντάς τη σε υπερσύγχρονο πανεπιστήμιο στον πιο καίριο (ειδικά σήμερα) τομέα της ελληνικής οικονομίας.
Προσφερει διπλωματα (BA και Masters) στους κλαδους της αγροοικονομιας, στην επιστημη και την έρευνα τροφίμων, στην περιβαλλοντική επιστήμη (environmental science), και σε άλλους τομείς αιχμής όπως το ψηφιακό μάρκετινγκ (digital marketing) και τις μπίζνες της αγροοικονομίας (agrobusiness) μεταξύ άλλων.
Ήθελε να κληροδοτήσει στη χώρα μία μεγάλη δωρεά στη μνήμη του Δημητρη Περρωτη όταν εκείνος πέθανε – εξού και το Κολλέγιο της Σχολής φέρει το όνομά του.
Η γενναιόδωρη συνεισφορά της στο Ναυτικό Νοσοκομείο το 2019 και την πτέρυγα 4Ν που έκτοτε τιτλοφορείται «Αλίκη Περρωτή», έχει ευρέως αναγνωριστεί.
Στις Ένοπλες Δυνάμεις έχει προσφάτως προσφέρει δύο υπερσύγχρονα και εκπληκτικής αισθητικής αμφιθέατρα στη Σχολή Ευελπίδων.
Το 2017 τιμήθηκε από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο με το διεθνές βραβείο Prix Gallien το οποίο αποδίδεται σε προσωπικότητες που έχουν συμβάλει στην πρόοδο της κοινωνικής ιατρικής και εκπαίδευσης.
Πρόσφατη προσθήκη στην πορεία του ευαγούς της έργου, αποτελεί επίσης η αναμόρφωση των μονάδων ΜΕΘ και ΤΕΠ του νοσοκομείου Ευαγγελισμός μαζί με την οικογένεια Θανάση Μαρτίνου και το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Ο Θεόδωρος Κωνσταντόπουλος αποτέλεσε παράδειγμα και φάρο για την Αλίκη.
«Ο πατέρας μου δεν μου μιλούσε και πολύ, κοίταζε τις δουλειές του. Συνήθως όμως τα κορίτσια αγαπούν πιο πολύ τον μπαμπά από τη μαμά αυτό είναι γενικό. Εγώ ειδικά είχα πάθος».
Δακρύζει… Πίνει νερό.
«Έχω την εντύπωση ότι είναι κάπου εδώ. Αν γνωρίζατε τον πατέρα μου, θα εντυπωσιαζόσταν».
Θυμάται όταν ήταν έφηβη την οδηγούσε σε συναυλίες στο Rex και την άλλη μέρα στο σχολείο οι συμμαθήτριές της τη ρωτούσαν για τον ωραίο άνδρα που τη συνόδευε.
«Ήταν κούκλος και όταν άνοιγε το στόμα του να μιλήσει τον ερωτευόσασταν. Εκτός του ότι ήταν ιδιοφυής και έχτισε όλη την Ελλάδα. Όταν ήταν φοιτητής στο Πολυτεχνείο είχε κουρευτεί γουλί. Τότε δεν ήταν της μόδας όπως σήμερα. Όλοι τον κοιτούσαν. Και μου έλεγε: Εγώ ήθελα να είμαι άσχημος για να μην με περιτρυγυρίζουν τα κορίτσια».
Του μιλούσε πάντα στον πλυθηντικό.
Στην Κατοχή όταν επέστρεφε σπίτι από το γερμανικό σχολείο, έτρεχε στην κουζίνα και έπαιρνε κρυφά από τη μαμά της λίγη ζάχαρη και σοκολάτες για να τα δώσει την επομένη στον άπορο συμμαθητή της που ήταν όμως πολύ καλός μαθητής.
Του έλεγε: «μην πεις ότι σου τα έδωσα εγώ γιατί θα με διώξουν από το σχολείο. Είχαμε κανά δυο μαθητές πολύ πολύ φτωχά παιδιά. Αυτός λεγόταν Λεωνίδας Ίψωμος το θυμάμαι. Τότε δεν υπήρχαν φιλανθρωπικά ιδρυματα. Λίγα καιρό αργότερα ο Λεωνίδας πέθανε από ασητία. Αυτό ήταν ένα πρώτο σοκ που είχα σε μικρή ηλικία».
Μάζευε χρήματα από τον κουμπαρά της κάθε Χριστούγεννα και πρωτοχρονιά και τα μοίραζε στους συμμαθητές της.
Εκείνη την ώρα έρχεται ο Σεθ, να βεβαιωθεί ότι διατηρούνται οι απαραίτητες λόγω κορονοϊού αποστάσεις. Παροτρύνει να μην του δώσουμε σημασία: «Ήρθα για έναν λεπτό σαν μύγα στον τοίχο… Πολλοί άνθρωποι έχουν επωφεληθεί από την Αλίκη my love και εδώ και στην Αμερική», θα υπογραμμίσει προτού αποσυρθεί και πάλι στα ιδιαίτερα δωμάτια.
Στον Πόλεμο γεννιέται μία αγάπη
«Ό,τι καλύτερο μου συνέβη μετά τον μπαμπά μου είναι ο Σεθ. Είναι δικηγόρος από τους πρώτους, ποιητής και συγγραφέας. Έτσι τον γνώρισα: Στην Αμερική είχα μπλέξει με κάτι δικηγόρους που με έβαλαν να υπογράψω κάτι εν αγνοία μου (σ.σ. βρισκόταν στα ψιλά γράμματα του συμβολαίου), βάσει του οποίου θα μπορούσαν τεχνιέντως να μου πάρουν εν ζωή και μετά θάνατον όλη μου την περιουσία. Το αντιλήφθηκα λίγο καιρό αργότερα, μέσα από έναν τραπεζίτη στην Ελβετία. Τότε γνώρισα τον Σεθ», διευκρινίζει σήμερα η Αλίκη Περρωτή.
Ύστερα το μυαλό της κυλάει συνειρμικά στα πολύ νεανικά της χρόνια: «Κατά τη διάρκεια της Κατοχής φοβόμασταν. Τα φώτα στους δρόμους σβηστά… Το σπίτι μας στη Λεωφόρο Αμαλίας 42 το είχαν επιτάξει οι Εγγλέζοι κατά την περίοδο του Εμφυλίου. Ως το 1948 ήταν κτίρια όπου ζούσαν οι πλούσιοι υποτίθεται, τα είχε φτιάξει όλα ο πατέρας μου. Τέσσερα δωμάτιά μας είχαν επιτάξει -σε εμάς βρισκόταν και ένα νεαρό παλικάρι, ο εγγλέζος Μπόμπι Μπαρτόλομιου, ανάμεσα σε άλλους τρεις».
Και συμπληρώνει: «Με παντρεύεσαι; τον ρώτησα. Όχι! μου απάντησε. Εγώ ήρθα εδώ να σας προστατέψω από τους κομμουνιστές… Ο πατέρας μου ένα απόγευμα στα Δεκεμβριανά το 1944 κρατούσε ένα ζευγάρι κυάλια. Του λέω κρύψου γιατί αν σε δουν θα σε σκοτώσουν. Και εκείνη την ώρα βγαίνω στο μπαλκόνι και βλέπω να κρατάνε ένα φέρετρο με πέτρες να φωνάζουν Θάνατος στους πλούσιους μας πίνουν το αίμα… Φοβήθηκα… Πήρα στο γραφείο του Μπόμπι να έρθει μας σώσει. Ηρθαν τα τανκς που εγώ είχα ουσιαστικά καλέσε, ένα παιδάκι. Εκείνος που κρατούσε το φέρετρο απειλουσε να εισβάλει με πιστόλι να τον σκοτώσει… Τον έκρυψε ένας στρατηγός και έτσι γλίτωσε. Με πόση ευκολία σκότωναν τότε Έλληνες τους Έλληνες».
Όταν ησύχασαν κάπως τα πράγματα τέθηκε τελικά και επισήμως το ζήτημα του γάμου ανάμεσα στους δύο νέους. Ο πατέρας του Μπόμπι ήταν πολυεκατομμυριούχος αλλά ο ίδιος δεν της το είχε αποκαλύψει, παρουσιαζόταν ως απλός αξιωματικός.
Ο Θεόδωρος Κωνσταντόπουλος όμως τον είχε συμπαθήσει από την πρώτη στιγμή, «αφού ήταν ένα καλό παιδί με τρόπους. Με είχε στα πόδια του όταν μπήκε ο Μπόμπι να με ζητήσει. Ευχαρίστως απάντησε, αλλά πώς θα ζήσετε στο Λονδίνο; Εμένα μου πήραν τα λεφτά…».
Τελικά εκμαίευσαν τη συγκατάθεσή του (παρότι είχε δεχτεί και άλλες προτάσεις, όπως για παράδειγμα από τον αείμνηστο Ξενοφών Ζολώτα και τον Γεώργιο Μαύρ0).
Οι λεπτομέρειες της αποκάλυψης του πλούτου της οικογενείας Μπαρτόλομιου και του γάμου τους στην Αγία Αικατερίνη της Πλάκας όπου και εκείνος βαφτίστηκε Χριστιανός, έχουν ειπωθεί και στο παρελθόν.
Έπρεπε όμως και ο Μπόμπι να πάρει άδεια από τους γονείς του. Εκείνοι ρώτησαν: Αυτό το κορίτσι δεν έχει γονείς; Πρόσεξε γιατί έχουμε μάθει ότι παντρεύονται και τα κορίτσια του πεζοδρομίου… Μην ανησυχείτε αν είναι τέτοιο θα το μάθω… απάντησε εκείνος.
«Εκείνη την εποχή υπήρχαν κορίτσια που στέκονταν στις γωνιές του δρόμου (τις έβλεπα πηγαίνοντας στο σχολείο) για να τις παρατηρήσουν οι στρατιώτες και αργότερα να τις παντρευτούν» συμπληρώνει η Αλίκη Περρωτή.
Έτσι για να τον συναντήσει στο Λονδίνο μπήκε και εκείνη υποχρεωτικά στο λεωφορείο με τις λεγόμενες war brides, τις νύφες του πολέμου…
Στο λιμάνι του Ντέβον την περίμενε ο Μπόμπι σε λιμουζίνα γεμάτη φαγητά. Η Αλίκη φορούσε μπλε ποδιά και σοσονάκια, «φοβόμουν, ήμουν μικρή και πρώτη φορά μακριά από τους γονείς μου».
Έφτασαν στο park lane όπου ο βαθύπλουτος πεθερός της, έμπορος κοσμημάτων, διέθετε δικά του κτίρια. «Πού το βρήκες αυτό;» ρώτησε χαϊδευτικά τον Μπόμπι κοιτάζοντας τη μικροκαμωμένη νύφη. Δώρο από την πεθερά της μία καρφίτσα με διαμάντια και ένα μεγάλο σμαράγδι -«το έχω δώσει στην εγγονή μου», παρατηρεί η ίδια σήμερα.
Αναφέρεται στην αγαπημένη της εγγονή Θεοδώρα Βαλεντή, κόρη της Μαρί Λουίζ, από την οποία σήμερα έχει τρία μεγάλα δισέγγονα. Εκείνη εξάλλου φέρει και το όνομα του λατρεμένου της πατέρα Θεόδωρου.
Σε ένα πάρτι στην Αθήνα η (πρωταθλήτρια Ευρώπης της σκοποβολής) Όλγα Τζαβάρα της σύστησε στον Δημήτρη Περρωτή. «Από τη στιγμή που σας είδα είμαι σαν τρελός και θέλω να σας παντρευτώ», δήλωσε αμέσως εκείνος. Και δεν το έβαλε κάτω.
Έμειναν μαζί σαράντα ολόκληρα χρόνια: «Ο μπαμπάς του, ο πεθερός μου, όχι άγγελος, όχι βασιλιάς, δεν υπήρχε δεύτερος. Τον Δημήτρη χτύπησε καρκίνος στον πνεύμονα διότι κάπνιζε από παιδί επτά πακέτα τσιγάρα την ημέρα. Τον κοίταξα μέχρι τέλους. Σύζυγος υποδειγματική διότι έτσι είχα μάθει από το σπίτι μου. Λίγο πριν πεθάνει ο Δημητράκης μου λέει: Αλίκη αν έκανα λάθη συγχώρεσέ με. Και με έπιασαν τα κλάματα».
Ο Δημήτρης προερχόταν από σπουδαία πολιτική οικογένεια με ρίζες στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ο αδελφός του Αριστομένης Περρωτής υπήρξε Υφυπουργός Εμπορίου στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Κανελλόπουλου και μετά το 1974 παρέμεινε βουλευτής στη Νέα Δημοκρατία.
Στη νέα γενιά…
Διόλου τυχαίο λοιπόν ότι και η Αλίκη εισχώρησε σε αυτήν την οικογένεια. Αλλά και εκείνος συνεργάστηκε άψογα με τη δική της αφού με το σφριγυλό επιχειρηματικό του μυαλό συνέβαλε στην επέκταση των επιχειρήσεων του πατέρα της.
«Αγαπώ την πατρίδα μου», διαπιστώνει εκείνη σήμερα για να εξηγήσει χωρίς μεγαλοστομίες αλλά με ταπεινοφροσύνη τους λόγους για τους οποίους την ενδιέφερε να προικοδοτήσει την Ελλάδα.
Η συζήτηση στρέφεται προς τη μοναχοκόρη της Μαρία Λουίζ Βαρθολομαίου, που γεννήθηκε στο Λονδίνο και διακρίθηκε στον καλλιτεχνικό χώρο.
Εκείνη ακολούθησε δική της ξεχωριστή πορεία, που τη διέκρινε επίσης η λάμψη, αυτή τη φορά όμως του κινηματογράφου. Στο πλευρό του περίφημου σκηνοθέτη του Νέου ελληνικού κινηματογράφου Νίκο Νικολαϊδη (Γλυκιά Συμμορία, 1983) απέκτησαν μαζί και τον δεύτερο εγγονό της Αλίκης Περρωτή τον Συμεών που συμπρωταγωνίστησε μάλιστα με τον Γιάννη Αγγελάκα στη γνωστή ταινία του πατέρα του Ο χαμένος τα παίρνει όλα (2002).
Η Μαρί Λουίζ στα δέκα οχτώ της όταν πρωτογνωρίστηκαν και εκείνος περίπου μία δεκαετία μεγαλύτερος. Επί σειρά ετών υπήρξε η δημιουργική σκηνογράφος των ταινιών του. Η ίδια η Θεοδώρα ασχολήθηκε αργότερα με την παραγωγή ορισμένων ταινιών του.
«Αισθάνομαι ευτυχία πρώτον που γεννήθηκα από έναν πατέρα που λάτρεψα όλη μου τη ζωή και δεύτερον που γνώρισα τον Σεθ ο οποίος έχει κάνει τη ζωή μου ένα παραμύθι».
Περιδιαβαίνοντας τους κήπους της πατρικής οικίας της στο Κεφαλάρι όπου δεσπόζει η τέχνη και κυρίως τα γλυπτά της φίλης της Ναταλίας Μελάς, αισθάνεται κανείς ότι στο σπίτι αυτό επικρατεί η γαλήνη της συμφιλίωσης με μία γεμάτη ζωή.
Ευάλωτη, τρυφερή, ευσυγκίνητη και πάντα γοητευτική, θαρρεί κανείς ότι το κεφάλαιο Αλίκη Περρωτή θα μείνει για πάντα ανοιχτό στην Ελλάδα να υπενθυμίζει στη σύγχρονη γενιά τι σημαίνει η λέξη ευπατρίδης.
Κοιτάζοντάς την το απομεσήμερο εκείνης της ζεστής φθινοπωρινής ημέρας, αισθάνεται κανείς μπροστά σε άγγελο.