«Αν δεν υπήρχε το Βυζάντιο δεν θα υπήρχε ελληνοσύνη», παρατήρησε η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ στο πλαίσιο του αφιερώματος «προσωπικότητες στο Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού», που ο ομώνυμος οργανισμός διοργανώνει με συντονιστή τον δημοσιογράφο Μάκη Προβατά. Στη συζήτηση συμμετείχε και ο πρόεδρος του Ιδρύματος Νίκος Κούκης που αποκάλεσε τον εαυτό του «μαθητή της», αφού είχε υπηρετήσει στο Ευρωπαϊκό πολιτιστικό κέντρο Δελφών (όπου εκείνη διατελεί πρόεδρος) επί τρία ολοκληρα χρόνια.

Η κορυφαία βυζαντινολόγος αναφερόταν στον κεντρικό ρόλο που διαδραμάτισε η ανατολική επαρχία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (δηλαδή το Βυζάντιο καίτοι τότε ποτέ δεν ονομάστηκε έτσι) στη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας αλλά και της αρχαιοελληνικής σκέψης. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε τότε δύο διεθνείς γλώσσες, τα λατινικά και την κοινή αλεξανδρινή. Δεξιά τα λατινικά και αριστερά όλη την ελληνοφωνία.

«Αυτη η ελληνοφωνία γράφτηκε, δημιουργήθηκε στη νεώτερή της μορφή από το Βυζάντιο. Αν θέλουμε να άρχισουμε την ιστορία της νεοελληνικής γλώσσας πρέπει να την αρχίσουμε από τις πράξεις των αποστόλων, από τις επιστολές των αποστόλων, από τα Ευαγγέλια. Από την πρώτη εκατονταετία αν θέλετε της νεώτερης εποχής», υπογράμμισε η ιστορικός και πρώην πρύτανης της Σορβόννης (η πρώτη γυναίκα στην μακραίωνη ιστορία του περίφημου πανεπιστημίου του Παρισιού που κατέκτησε το ύψιστο αυτό αξίωμα εν έτει 1976).

Κατά τη γνώμη της, η μεγαλύτερη συμβολή της στη μελέτη της βυζαντινής επιστημοσύνης έγκειται στο ότι το επέβαλε στην ιστοριογραφία ως πρώτη πραγματικά ευρωπαϊκή αυτοκρατορία. Διότι όπως επισήμανε ακολουθώντας τη σκέψη του Παύλου Βαλερί (Πολ Βαλερί τον αναφέρουν στην Ελλάδα), ευρωπαίοι θεωρούνται αυτοί που «έχουν υποστεί την ελληνική ορθολογική σκέψη, αυτοί που ζουν με τη ρωμαϊκή εμβέλεια του νόμου και αυτοί που έχουν τον χριστιανισμό ως πνευματικότητα. Δηλαδή Αθήνα, Ρώμη και Ιερουσαλήμ, είναι ακριβώς η Ευρώπη. Αυτά τα τρία για πρώτη φορά συγκεντρωμένα τα έχει το Βυζάντιο. Ελληνόφωνο, με ρωμαϊκή καταβολή και βεβαίως χριστιανικό».

Υπάρχει υποβάθμιση αυτής της περιόδου στην ιστοριογραφία σε σχέση με τη θέση που καταλαμβάνει η μελέτη της αρχαιότητας και της Αναγέννησης. Υπάρχει εξήγηση. Οι Έλληνες έβαλαν σε παρένθεση τα 1000 χρόνια της Κωνσταντινούπολης και έθεσαν τον εαυτό τους απόγονους του Περικλή. Έτσι το Βυζάντιο πέρασε σε δεύτερη η μοίρα.

Αλλά το Βυζάντιο δεν βρήκε δικαίωση ούτε από τη Δύση, όπως επισημαίνει η Αρβελέρ. Οι δυτικοί χάρις στην Αναγέννηση εκμεταλλεύτηκαν τον αρχαίο πολιτισμό. Όμως οι δυτικοί μετά από το Σχίσμα θέλησαν να χωρίσουν τις ευθύνες τους στην παγκόσμια ιστορία από τους ανατολικούς. Όταν ετοιμάζονταν να κάνουν δημοσίευση των ιστοριογράφων όλων των εποχών και έφτασαν στα κείμενα που ονομάζονται τώρα βυζαντινά, «αναρωτήθηκαν πώς να τα πούμε;».

Να τα χαρακτηρίζανε ύστερη Ρώμη; Όχι, ήταν  παππάδες. Και εκείνοι υπήρξαν σχισματικοί, δεν μπορούσαν να τους δώσουν το όνομα της Ρώμης. Να το ονομάσουν Βασίλειο της Κωνσταντινουπόλεως; Ποτέ, «διότι όταν η Κωνσταντινούπολη έγινε Φραγκική, τότε κάναμε εμείς βασίλειο», σκέφτηκαν. Τοτε κάποιος πρότεινε: «Η πόλις δημιουργήθηκε στο Βυζάντιο με γαλλική πολή της αρχαιότητας, τότε ας το πούμε βυζαντινό. Και έτσι δημιουργήθηκε το όνομα Βυζάντιο από καθολικούς παππάδες που πρώτοι δημοσίευσαν τα κείμενα τα βυζαντινά. Η Βυζαντίνα του Παρισιού είναι ακριβώς από αυτούς βγαλμένη», διευκρινίζει.

Και προσθέτει πάλι στο ίδιο θέμα: Οι προτεστάντες δεν ακολούθησαν αυτήν την διαδρομή. Οι Άγγλοι την αποκάλεσαν ιστορία of the late Roman Empire (της ύστερης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας). Οι Γερμανοί κάτι ανάλογο. Κάποιοι ιστορικοί είπαν ότι το Βυζάντιο δεν υπήρξε πότε, ότι η Ρώμη έπεσε το 1453. «Είναι μεν υπερβολή αλλά υπάρχει η πρώτη Ρώμη, η δεύτερη Ρώμη και τώρα μιλάμε και για την τρίτη». Πρόκειται για τη Μόσχα του 16ου αιώνα. Οι Ρώσοι παίρνουν τον τίτλο γιατί συνιστούν τον μοναδικό ορθόδοξο λαό που δεν υπέστη τη μωαμεθανική κατάκτηση. Οπότε αυτοί συνεχίζουν τη ρωμαϊκή χριστιανική ορθόδοξη παράδοση, αυτή που διατηρούμε και εμείς σήμερα. Δεν αποτελούν άρα οι Έλληνες τους μοναδικούς συνεχιστές της, όσο και αν το επιθυμούν.

Σχετικά με την υγειονομική κρίση: Η πανδήμια από αιώνες χρακτηρίζει την ανθρώπινη ιστορία δεν αποτελεί σύγχρονο γεγονός. Η Αναγέννηση συνδέεται πάντα με κάποια επιδημία, διευκρίνησε.

Η ενδιαφέρουσα συζήτηση εστίασε ύστερα στη γλώσσα: «Μπαμπινιώτη θα με κάνετε», παρατήρησε αστιευόμενη. Ξεχώρισε τους Έλληνες ως πολυγραφότατο λαό. Δεν δέχεται να ακούει να αποκαλούν νεκρή την ελληνική γλώσσα αφού όπως υποστηρίζει τα ελληνικά δεν έπαψαν ποτέ να μιλιούνται ή να γράφονται. Εξού και δεν υπάρχουν ελληνογενείς γλώσσες [σ.σ. όπως συνέβη με τα λατινικά] αλλά πλήθος ελληνικών διαλέκτων.

«Η γλώσσα παραμένει πιο ζωντανή από κάθε άνθρωπο. Ένας λόγιος του 13ου αιώνα, όταν έβγαινε από το σπίτι του έλεγε καλημέρα σε 13 γλώσσες. Πόσες υπάρχουν από αυτές; Η διαγραφή μιας γλώσσας σημαίνει διαγραφή ενός πολιτισμού μαζί με τον πληθυσμό του όμως. Τα ελληνικά δεν πρόκειται να διαγραφούν γιατί θα τα διατηρήσουν οι Έλληνες της διασποράς που θα κάνουν ελπίζω το πρέπον. Τα παιδιά τους θα ξέρουν να μιλούν ελληνικά» τονίζει.

«Η κόρη μου που μεγάλωσε στο Παρίσι, μου τηλεφωνεί για να μου πει ότι κάνει μάθημα ελληνικών μέσω skype με δασκάλα στην Αθήνα. Δεν θα υποστούν θραύση ή υποτέλεια τα ελληνικά επειδή έχουμε ξένους όρους. Ξέρετε πόσους όρους χρησιμοποιούμε που δεν είναι ελληνικοί; Μου τηλεφωνεί ένας σπουδαίος γάλλος γιατρός να μου πει ότι έχει πρόβλημα έχουμε μια επιστήμη για τα βρέφη δεν μπορούμε να την πουμε παιδιατρική, πώς να πούμε μικροπαίδια; Να την πείτε νηπιατρική τους λέω, το πολύ πολύ. Δεν υπάρχει καθαρότητα στη γλώσσα όπως δεν υπάρχει και βιολογική καθαρότητα. Ο Ελύτης έγραψε η “γλώσσα μου τοιχογραφία με πολλές επιστρώσεις”».

Πώς εστίασε στο Βυζάντιο; Την επηρέασαν οι μικρασιατικές της ρίζες; Εξηγεί: Εννιά χρονών πήγαιναν με την οικογένειά της προς την Πόλη. Βλέπει τη μητέρα της να δακρύζει και ρωτάει να μάθει γιατί. «Διότι βλέπω την Αγιά Σοφιά… Τότε άκουσα για πρώτη φορά να μιλάνε για την Αγιά Σοφιά με δάκρυα στα μάτια. Για μένα είναι η σκηνή που όχι μόνο δεν θα ξεχάσω, αλλά τότε είπα πρέπει να μάθω τί είναι αυτή η εκκλησιά».

Πρόκειται να γράψει ένα μικρό βιβλίο για τη Μικρά Ασία των καταστροφών από την άλωση της Μιλήτου μέχρι την άλωση της Σμύρνης. «Διατείνομαι ότι το Βυζάντιο είναι μικρασιατική αυτοκρατορία…».

Η συναρπαστική συνομιλία της Ελένης Γλύκατζη Αρβελέρ στη συζήτησή της με τον Μάκη Προβατά και τον Νίκο Κούκη έχει βιντεοσκοπηθεί και παραμένει πλέον στο σάιτ του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού για δωρεάν θέαση. Θα παρουσιαστούν και άλλες ομιλίες προσωπικοτήτων.

Σχετικά με το πόσο συνέβαλαν οι αναμνήσεις της από τη Μικρά Ασία στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς της, εκείνη διατείνεται: «Δεν είναι θέμα μνήμης αλλά καθημερινότητας. Αυτό που είμαι δεν είναι αυτο που θυμάμαι. Και αυτό που είμαι, έχει συνέχεια. Δεν είναι θέμα μνήμης. Υπάρχει μόνο συνέχεια, μία πραγματική συνέχεια. Αν πάρετε τη λέξη Αλήθεια, επειδή μιλάμε γλωσσικά, είναι το ά-ληθον, αυτό που δεν πρόκειται να ξεχάσεις. Αυτό που δεν πρόκειται να ξεχάσεις δεν είναι μνήμη, είναι αληθεια. Ζω λοιπόν μέσα στην αλήθεια μου».