Η Βρετανία και κατά συνέπεια το Βρετανικό Μουσείο γνωρίζουν, ότι δεν κατέχουν το περιβόητο οθωμανικό φιρμάνι, που έδινε άδεια δήθεν στον Έλγιν για κλέψει τα Γλυπτά του Παρθενώνα.

Το μόνο «χαρτί», που βρίσκεται στη διάθεσή τους είναι μία ιταλική μετάφραση του, κατά δήλωσή τους, φιρμανιού, χωρίς αποδεικτικά γνησιότητας.

Η Ελλάδα γνωρίζει επίσης, την απουσία –ανυπαρξία του εν λόγω εγγράφου, κάτι που αποτελεί επιπλέον όπλο στην φαρέτρα της για τον αγώνα επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα. Τέλος και η Τουρκία γνωρίζει επισήμως, όπως αποδείχθηκε μόλις, ότι το υποτιθέμενο φιρμάνι, που επικαλούνται οι Βρετανοί στερείται νομιμότητας.

Όλοι γνωρίζουν λοιπόν, ασχέτως αν οι πρώτοι προσποιούνται το αντίθετο, με ενδιαφέρουσα τροπή ασφαλώς, την απρόσμενη «εμφάνιση» της Τουρκίας στην UNESCO υποστηρίζοντας το δίκαιο του ελληνικού αιτήματος με αποδεικτικά στοιχεία.

Γεγονός, που όπως είναι φυσικό προκάλεσε εξαιρετικά θετικά σχόλια στην Ελλάδα -από την Βρετανία δεν υπάρχει ακόμη αντίδραση- με την επικεφαλής του Τμήματος Καταπολέμησης Αρχαιοκαπηλίας του τουρκικού υπουργείου Πολιτισμού κυρία Ζεϊνέπ Μποζ να βεβαιώνει, ότι στα τουρκικά αρχεία δεν υπάρχει φιρμάνι, που να αναφέρει, ότι τα Γλυπτά πουλήθηκαν «νόμιμα» από τους Οθωμανούς, όπως διατείνεται η Βρετανία.

Διευκρινίζοντας ακόμη –κάτι επίσης γνωστό στην Ελλάδα- ότι η ιταλική μετάφραση του δήθεν φιρμανιού δεν φέρει ούτε την σφραγίδα, ούτε την υπογραφή του Σουλτάνου, στοιχεία που θα ήταν απαραίτητα για την εγκυρότητά του. Πρόκειται για ένα χαρτί δηλαδή, χωρίς επίσημη ισχύ.

Γνωστή η απουσία φιρμανιού

Εντυπωσιακή η παρέμβαση ως εκ τούτου της τουρκάλας αντιπροσώπου από το βήμα της 24ης Συνόδου της ∆ιακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την Επιστροφή των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσής τους.

Και σίγουρα προς όφελος του ελληνικού ζητήματος, με το ερώτημα ωστόσο, γιατί δεν είχε υπάρξει νωρίτερα, δεδομένου ότι και η Τουρκία παρίσταται στις διασκέψεις ως κράτος- παρατηρητής ενώ κατά πάγια πρακτική το ελληνικό αίτημα για την επανένωση των Γλυπτών τίθεται αδιαλείπτως.

΄Αρτσιμπαλντ Άρτσερ
΄Αρτσιμπαλντ Άρτσερ «Η προσωρινή Αίθουσα Έλγιν» με τα Γλυπτά του Παρθενώνα, τους εντολοδόχους του Βρετανικού Μουσείου και τον ίδιο τον ζωγράφο, 1819

Από το 2019 εξάλλου, σε συνέντευξη που είχε δοθεί στο Μουσείο Ακρόπολης δύο τούρκοι ερευνητές, ο Όρχαν Σακίν, ο οποίος είναι σε θέση να διαβάσει τα οθωμανικά τουρκικά και η καθηγήτρια Ζεϊνέπ Εγκέν διαβεβαίωναν το ελληνικό κοινό, ότι «Δεν μπορούμε να μιλάμε για φιρμάνι».

Οι επιστήμονες αναδιφώντας τα σχετικά με τον Έλγιν επίσημα έγγραφα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στα οποία βρίσκονται καταγεγραμμένα όλα τα φιρμάνια αλλά και το περιεχόμενό τους είχαν διαπιστώσει την ανακολουθία των βρετανικών ισχυρισμών.

«Ένα φιρμάνι θα έπρεπε να έχει υπογραφεί από τον Σουλτάνο και όχι από έναν Πασά», όπως είχαν δηλώσει οι ερευνητές, ξεκαθαρίζοντας τα πράγματα.

Κάτι που είναι σε θέση να ξέρει και η βρετανική πλευρά, χωρίς να μπορεί να αντικρούσει τις έρευνες, ούτε πολλώ μάλλον να παρουσιάσει ένα επίσημο έγγραφο, που να αποδεικνύει την νομιμότητα των πράξεων του Έλγιν.

Τουρκικές διεκδικήσεις

Γεγονός είναι, ότι η σημερινή Τουρκία, όπως και η Ελλάδα διαθέτει πλήθος αρχαίων ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων, που έχουν επίσης υποστεί λεηλασίες αν και ουδέποτε βρέθηκαν κάτω από ξένο ζυγό, που να μεριμνά πλημμελώς -ή καθόλου- για την ασφάλειά τους.

Στη σύγχρονη εποχή ωστόσο, τα ενδιαφέροντα είναι κοινά και ο αγώνας κατά της παράνομης διακίνησης πολιτιστικών αγαθών αφορά και τις δύο χώρες.

Η Τουρκία έτσι, έχει την δική τη ατζέντα αναφορικά με διεκδικήσεις επιστροφών, όχι μόνον από την «αποικιοκρατική Βρετανία» όπως την χαρακτήρισε σε συνεντεύξεις της η κυρία Εϊζέπ Μποζ αλλά και από άλλα δυτικά κράτη, όπως αίφνης η Γαλλία.

Κάθε χώρα φυσικά, έτσι και η Τουρκία ενδιαφέρεται για τα του οίκου της -ακόμη κι αν προβαίνει στην «βάπτιση» των ελληνικών αρχαιοτήτων σε ρωμαϊκά, χετιτικά κ.λπ. – η Ελλάδα ωστόσο, ουδέποτε πριμοδότησε την επιλογή της επιστροφής όλων των λεηλατημένων πολιτιστικών θησαυρών στον τόπο μας.

Η ελληνική διεκδίκηση αφορά μόνον τα Γλυπτά του Παρθενώνα, που χαρακτηρίζονται για την ιδιαιτερότητα και τη μοναδικότητά τους, στοιχεία τα οποία τραυμάτισε βάρβαρα η πράξη του Έλγιν αλλοιώνοντας και διαστρεβλώνοντας τους συμβολισμούς του μνημείου παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομίας.

Η Αίθουσα Έλγιν στο Βρετανικό Μουσείο, το 1923
Η Αίθουσα Έλγιν στο Βρετανικό Μουσείο, το 1923

Ο ρόλος της πολιτικής

Ανεδαφικός εξάλλου, έχει κριθεί και από βρετανούς αναλυτές ο ισχυρισμός του Βρετανικού Μουσείου -σε συνασπισμό με άλλα μεγάλα ιδρύματα- για το ενδεχόμενο κενών αιθουσών σε περίπτωση αποδοχής αιτημάτων αποκατάστασης από χώρες, που ζητούν επιστροφές λεηλατημένων αρχαιοτήτων τους.

Παρ’ όλα αυτά ένας τέτοιος «φόβος» διασπείρεται μεταξύ των πλέον σκεπτικιστών αλλά σίγουρα, όχι της πλειοψηφίας, που δηλώνει σαφώς τα τελευταία χρόνια υπέρ του ελληνικού αιτήματος.

Συγκρατημένη εξάλλου, και χωρίς κορώνες εμφανίζεται η ελληνική πλευρά και όσον αφορά την επόμενη μέρα των βρετανικών εκλογών, καθώς η διαφαινόμενη επικράτηση των Εργατικών δεν σημαίνει απαραίτητα αλλαγή στάσης στο θέμα των Γλυπτών.

Η πρόσφατη ιστορία έχει αποδείξει το αντίθετο, με τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα της Βρετανίας να εναλλάσσονται αλλά η αρνητική θέση τους να παραμένει.

Επιχείρημα διαχρονικό μάλιστα, όλων βρετανικών κυβερνήσεων –ειδικά όταν επιθυμούν διακοπή της όποιας συζήτησης – είναι ένας νόμος, που είχε ψηφιστεί το 1963, και σύμφωνα με αυτόν απαγορεύεται η αφαίρεση αντικειμένων από το Βρετανικό Μουσείο.

Αλλαγή του δεν συζητείται καν -ίσως να θεωρείται το τελευταίο προπύργιο αντίστασης- η παράκαμψή του όμως, ενδεχομένως, όπως έχει αφήσει να εννοηθεί ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείο Τζορτζ Όσμπορν.

Το βέβαιο είναι πάντως, ότι οι συζητήσεις που είχαν αρχίσει μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας θα συνεχιστούν. Μέχρι τελικής δικαίωσης.

Διαβάστε επίσης:

Γλυπτά Παρθενώνα: Ανύπαρκτο το φιρμάνι του Έλγιν ακόμη και για τους Τούρκους

Βρετανία για Γλυπτά Παρθενώνα: Αν η Ελλάδα θέλει τον δανεισμό, να αναγνωρίσει πρώτα ότι μας ανήκουν

Τα πρόσωπα της Αφροδίτης – Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο