ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Αυτή δεν είναι μια τυχαία γυναίκα. Είναι η γυναίκα που από μικρή εγκατέλειψε την ασφάλεια του πατρικού σπιτιού και τις καθωσπρέπει σπουδές για να ασχοληθεί με την τέχνη, που έπαιρνε μέρος σε διαδηλώσεις κατά της ναζιστικής κατοχής και που η προσωπική της ανεξαρτησία της υπήρξε προορισμός στη ζωή. Γιατί πέρα απ’ όλα τ’ άλλα είναι η μοναδική γυναίκα που κατόρθωσε να εγκαταλείψει πρώτη τον μεγάλο της έρωτα: τον Πάμπλο Πικάσο. Είναι λοιπόν η Φρανσουάζ Ζιλό, σπουδαία καλλιτέχνης και μητέρα της Παλόμα και του Κλωντ Πικάσο, που ο πατέρας τους ήθελε να αποκληρώσει, επειδή εκείνη τον είχε εγκατέλειψε.
Μια δυναμική, πολυτάλαντη, επιτυχημένη και ανυπότακτη γυναίκα, που έλεγε «σώθηκα από τον Πικάσο και δεν έχω μετανιώσει ούτε μια στιγμή γι’ αυτό». Σε λίγες μέρες μάλιστα, στις 26 Νοεμβρίου γίνεται 100 χρονών, έχοντας ζήσει μια ζωή με πάθος, αποφασιστικότητα και δημιουργία.
«Υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων: αυτοί που έχουν θάρρος στη ζωή και αυτοί που δεν έχουν. Αν έχετε, μπορεί να δεχθείτε χτυπήματα στην πορεία, αλλά η ζωή είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα», όπως έχει πει. Ως και σήμερα, που παρά την ηλικία της ζωγραφίζει σχεδόν καθημερινά ζώντας στο υπέροχο διαμέρισμά της στο Upper West Side του Μανχάταν, το οποίο λειτουργεί και ως στούντιο. «Στην ηλικία μου μερικές φορές κουράζομαι από τη ζωή», λέει, «αλλά ποτέ δεν κουράζομαι να ζωγραφίζω».
Αυτές τις μέρες άλλωστε περιμένει την πρώτη ατομική της έκθεση στην Ασία, στο Εκθεσιακό και Συνεδριακό Κέντρο του Χονγκ Κονγκ συγκεκριμένα, έκθεση που διοργανώνουν οι Christie’s με την ευκαιρία των γενεθλίων μιας καλλιτέχνιδας, που το όνομά της ήταν ένα από τα κορυφαία της Σχολής του Παρισιού, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τα πρώτα χρόνια
Ακόμη και μια πρόχειρη ματιά στη βιογραφία της δείχνει ότι η Φρανσουάζ Ζιλό είχε πάντα θάρρος. Μοναχοπαίδι, γεννήθηκε σε οικογένεια της υψηλής αστικής τάξης στο παρισινό προάστιο Νεϊγί-συρ-Σεν το 1921 από πατέρα γεωπόνο και μητέρα κεραμίστρια.
Αμαζόνα από μικρή, πήρε τα πρώτα μαθήματα στο σπίτι κι όταν πήγε, σε ηλικία δέκα χρονών στο σχολείο ήταν πιο μπροστά απ’ όλα τα παιδιά της ηλικίας της.
Μετά από προπτυχιακές σπουδές της στη Φιλοσοφία στη Σορβόννη, το 1939 γράφτηκε στη Νομική Σχολή αλλά οι ταραγμένοι καιροί που ακολούθησαν, το ξέσπασμα του πολέμου και η υποδούλωση του Παρισιού στους Γερμανούς, την βοήθησαν να απαλλαγεί από μία προκαθορισμένη πορεία, που η ίδια δεν είχε επιλέξει.
Ήταν η ευκαιρία για ακολουθήσει την δική της κλίση, που ήταν η ζωγραφική, την οποία αγαπούσε από μικρή και ως τότε ήταν το χόμπι της.
Ο πατέρας της πάντως, καθώς έβλεπε την κόρη του ως μία μελλοντική επιστήμονα, εξοργίστηκε τόσο πολύ από την απόφασή της,που την χτύπησε και την έδιωξε από το σπίτι.
«Αρνήθηκα να υποκύψω σε κανόνες που δεν είχαν νόημα», θα έλεγε πολύ αργότερα η ίδια. Και η πρώτη της κίνηση ήταν να μπει στο ατελιέ του γαλλο-ούγγρου σουρεαλιστή Έντρε Ρόζντα.
Ο Πικάσο
Από τον Νοέμβριο του 1940 και μετά όμως, έπρεπε να παρουσιάζεται καθημερινά στο τοπικό αστυνομικό τμήμα, αφού συμμετείχε σε διαμαρτυρίες κατά της ναζιστικής κατοχής. Το όνομά της βρισκόταν τώρα σε έναν κατάλογο της Abwehr (Γερμανική μυστική υπηρεσία πληροφοριών) όπου είχαν καταχωρηθεί οι νεαροί Γάλλοι αντάρτες, έτσι ήταν υπό καθεστώς διαρκούς ελέγχου και απαγόρευσης εξόδου από την πόλη.
Η πρώτη της έκθεση ωστόσο έγινε μέσα στην Κατοχή, το 1943 κι αυτά τα πρώιμα έργα της εκφράζουν ένα θρήνο για τη μοίρα της πατρίδας της. Την άνοιξη της ίδιας χρονιάς γνώρισε τον Πικάσο σε ένα εστιατόριο.
Εκείνη ήταν 21, εκείνος 61, αλλά η διαφορά ηλικίας δεν εμπόδισε το ζευγάρι να έχει μία δεκαετή ερωτική σχέση. Οι λεπτομέρειες αυτής της σχέσης είναι γνωστές πλέον, χάρις και στα απομνημονεύματα της με τίτλο «Η ζωή με τον Πικάσο», που έκαναν τρομερές πωλήσεις. Αρκεί να ειπωθεί, ότι ήταν το μοντέλο του, η μούσα του, η οικονόμος, η μητέρα των δύο παιδιών του και πολλά άλλα.
Ο Πικάσο πάντως την αποκαλούσε «Η γυναίκα που λέει “«Όχι”», γιατί ήταν η μόνη που τολμούσε να του φέρει αντίρρηση. Εκείνη από τη μεριά της πήρε την απόφαση να φύγει διαπιστώνοντας, ότι «Με τον Πικάσο, έπρεπε να εξαφανίσω τη δική μου προσωπικότητα».
Άλλωστε πάντα υπερηφανευόταν ότι οι ιδέες της ήταν μπροστά από την εποχή της και ότι δεν μπόρεσε κανείς -ούτε ο Πικάσο- να της υποδείξει τι θα κάνει. «Σύντομα κατάλαβα ότι ο πυρήνας του προβλήματος ήταν, ότι με τον Πικάσο πρέπει πάντα να υπάρχει ένας νικητής και ένας ηττημένος. Τι μπορεί να κάνει κανείς μπροστά σε ένα τέτοιο δίλημμα;», έχει πει η ίδια.
Ο λυρισμός
Είναι γεγονός ότι ο Πικάσο είχε επίδραση στο έργο της Ζιλό στα χρόνια που ήταν μαζί, όπως για παράδειγμα, όταν εκείνη έτεινε να παραμορφώσει την ανθρώπινη φιγούρα, κάτι όμως που έγινε με πιο λυρικό και λιγότερο βίαιο τρόπο από εκείνον. Όπως θεωρείται άλλωστε, ο λυρισμός είναι μια ιδιότητα που χαρακτήριζε πάντα το έργο της.
Στην πραγματικότητα πάντως, δεν ήταν ο Πικάσο αλλά ο φίλος του ο Ματίς, που άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή στην τέχνη της Ζιλό, προφανώς με τη χρήση εξαιρετικά κορεσμένων χρωμάτων.
Το 1946, ο Πικάσο είχε πράγματι πάρει μαζί του τη Φρανσουάζ Ζιλό για να επισκεφθούν τον σπουδαίο, αλλά πλέον, όλο και πιο ανήμπορο ζωγράφο στο σπίτι του στη Βενς στη Νοτιοανατολική Γαλλία.
Ο Ματίς της άρεσε αμέσως κι εκείνος σχολίασε πόσο πολύ αγαπούσε τα «κυκλικά φρύδια» της. Παρά την τύχη όμως, που είχε στις αρχές της καριέρας της να βρεθεί κοντά σ΄αυτούς τους δύο γίγαντες του Μοντερνισμού, η Ζιλό πάντα ακολουθούσε το δικό της καλλιτεχνικό μονοπάτι.
Όταν χώρισαν ο Πικάσο την κυνήγησε, τη διέσυρε κι έκανε τα πάντα προκειμένου να την καταστρέψει.
Η Ζιλό το έσκασε κυριολεκτικά και βρέθηκε στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, όπου και εγκαταστάθηκε από το 1970 προκειμένου να γλυτώσει και να ξαναφτιάξει τη ζωή της. Αυτή τη φορά με τον Αμερικανό ιατρικό ερευνητή Τζόνας Σολκ, γνωστό για την ανακάλυψη και την ανάπτυξη του πρώτου εμβολίου κατά της πολιομυελίτιδας. Απέκτησε μάλιστα μία ακόμη κόρη την Ορέλια, αρχιτέκτονα που ασχολείται επίσης με το αρχείο της μητέρας της.
Η αναγνώριση
Στην τέχνη συνέχισε να κατακτά τεχνικές χαρακτικής όπως η λιθογραφία και η οξυγραφία και το 1980 άρχισε να φτιάχνει τους περίφημους «Πλωτούς Πίνακές» της, που ονομάζονται έτσι, επειδή αυτοί οι τεράστιοι καμβάδες —ζωγραφισμένοι και στις δύο πλευρές και στηριζόμενοι μόνο σε μια ξύλινη μπάρα στην κορυφή— κρέμονται μακριά από τοίχους με αποτέλεσμα να φαίνονται σχεδόν σαν να επιπλέουν.
Παρ΄ότι όμως ανέκαθεν είχε όνομα ως καλλιτέχνης υπάρχει μια αίσθηση, ότι μόλις τα τελευταία χρόνια άρχισε πραγματικά να παίρνει τα εύσημα που της αξίζουν, όπως το 2009 που τιμήθηκε με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής από τη Γαλλική Κυβέρνηση.
Υπάρχει μια ιστορία τέλος, από την παιδική της ηλικία που προοιωνίζει την στάση της στη ζωή και την τέχνη. Συνέβη όταν ήταν μόλις πέντε ετών σε ένα ταξίδι με τους γονείς της στις Ελβετικές Άλπεις. Εντυπωσιασμένη από τους μοναδικούς χρωματικούς συνδυασμούς της φύσης, των ανοιχτοπράσινων λιβαδιών και σκούρου πράσινου δάσους, είχε ρωτήσει τον πατέρα της, αν κι εκείνος μπορούσε να δει την ίδια εικόνα (δηλαδή αν η άποψή της ήταν αντικειμενική ή υποκειμενική, όπως θα λέγαμε).
Ο κ. Ζιλό χαρακτήρισε την ερώτηση «ανόητη», καθώς «ο αμφιβληστροειδής είναι ίδιος για όλους». Για να απαντήσει η κόρη του απάντησε: «Ναι, ο αμφιβληστροειδής είναι ίδιος για όλους, αλλά η φαντασία δεν είναι».
Όσοι έχουν γνωρίσει λοιπόν την Φρανσουάζ ξέρουν, ότι αυτή η ιστορία είναι απολύτως αληθινή. Γιατί η ενήλικη Φρανσουάζ ήταν πάντα μια ανεξάρτητη, σκεπτόμενη γυναίκα, που αρνείται να υπακούσει στην ανδρική εξουσία και πιστεύει, ότι η τέχνη πηγάζει κυρίως από αυτό που υπάρχει μέσα στους καλλιτέχνες και όχι από αυτό που έχει μπροστά τους.