«Μια τέλεια γυναίκα στην τέχνη μπορεί να αποδειχθεί κοινότοπη στην πραγματικότητα, όπως μια φωτογραφία στο Playboy. Γιατί οι πιο όμορφες γυναίκες στην τέχνη, όπως ίδια η Μόνα Λίζα, ήταν άσχημες στην πραγματική ζωή. Υπάρχουν λοιπόν εκείνοι που βλέπουν το τερατώδες στη δουλειά μου, αλλά η δουλειά μου είναι αυτό που είναι».

Σαφέστερη απάντηση στο ερώτημα, γιατί τα μοντέλα του στη ζωγραφική ήταν πάντα τόσο υπερβολικά δεν θα μπορούσε να έχει δώσει ο διάσημος κολομβιανός καλλιτέχνης Φερνάντο Μποτέρο, που πέθανε την Παρασκευή στο Μονακό όπου ζούσε, σε ηλικία 91 ετών.

Παγκοσμίως γνωστός για τις πληθωρικές εικόνες του και τα γλυπτά, που παριστάνουν «μεγάλου μεγέθους» στρατηγούς, επισκόπους, πόρνες, νοικοκυρές και άλλα πρόσωπα της ιδιότυπης φαντασίας του, ο Μποτέρο είχε αναπτύξει από νεαρή ηλικία ένα στιλ άμεσα αναγνωρίσιμο, που γνώρισε μεγάλη και άμεση εμπορική επιτυχία. «Είναι το επάγγελμα που κάνεις, αν θέλεις να πεθάνεις από την πείνα, μου έλεγαν οι φίλοι», θυμόταν κάποτε. «Ωστόσο, είχα τόσο έντονη παρόρμηση να το ακολουθήσω, που δεν σκέφτηκα ποτέ τις συνέπειες».

Έργο του Φερνάντο Μποτέρο

Μόνιμα συνδεδεμένος υπήρξε άλλωστε και με τις γεμάτες ζωντάνια και καμπύλες φιγούρες του. Ήταν πρόσωπα της μεσαίας τάξης, άλλοτε κληρικοί και άλλοτε θαμώνες πορνείων, επίσης αγρότες με τα φορτωμένα με φρούτα καλάθια τους αλλά και άνθρωποι βίαιοι και ζοφεροί.

Έργο του Φερνάντο Μποτέρο

Ιησουίτες και Πικάσο

Ο Φερνάντο Μποτέρο Ανγκούλο είχε γεννηθεί στις 19 Απριλίου 1932 στην πόλη Μεντεγίν της Κολομβίας. Ο πατέρας του πέθανε όταν ήταν παιδί, οπότε ένας θείος του, τον έγραψε σε ένα λύκειο Ιησουιτών, ενθάρρυνε τα καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα και τον στήριξε για δύο χρόνια ενώ σπούδαζε. Εκείνη την εποχή στα πρώτα του έργα, κεντρικό ρόλο είχαν οι σκηνές από ταυρομαχίες, τις οποίες θα παρακολουθούσε έκτοτε σε όλη του τη ζωή.

Ο Φερνάντο Μποτέρο με ένα από τα έργα του

Μετά τη δημοσίευση ενός άρθρου του όμως, με τίτλο «Ο Πάμπλο Πικάσο και η μη συμμόρφωση στην Τέχνη», ο Μποτέρο αποβλήθηκε από τη σχολή των Ιησουιτών με το αιτιολογικό, ότι εξέφραζε ιδέες που χαρακτηρίζονταν ως «άθρησκες». Εκείνος πάντως, συνέχισε να ζωγραφίζει έχοντας ως πρώιμες επιρροές τον κυβισμό, τις μεξικανικές τοιχογραφίες και την pinup art του Αλμπέρτο Βάργκας, του οποίου τα σχέδια «Vargas girl» είχε δει στο περιοδικό Esquire.

Έργο του Φερνάντο Μποτέρο

Η παχουλή Μόνα Λίζα

Τα πρώτα του έργα εμφανίστηκαν ως εικονογραφήσεις σε μια τοπική εφημερίδα ενώ ήταν ακόμη έφηβος, ακολούθως εργάστηκε ως σκηνογράφος και το 1951 μετακόμισε στην πρωτεύουσα της Κολομβίας, Μπογκοτά. Εκεί έκανε και την πρώτη ατομική του έκθεση, για να μετακομίσει στη συνέχεια στο Παρίσι όπου έζησε αρκετά χρόνια, όπως και στη Φλωρεντία.

Το 1961, η επιμελήτρια τέχνης στην Νέα Υόρκη Ντόροθι Μίλερ αγόρασε ένα έργο του Μποτέρο την «Μόνα Λίζα, ετών δώδεκα» για το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης κι αυτό ήταν η αρχή μιας δυνατής καριέρας για τον ίδιο.

Ο Φερνάντο Μποτέρο με ένα από τα έργα του

Το σχηματικό πορτρέτο του Μποτέρο, που απεικόνισε ένα παχουλό παιδί μπορεί να φαινόταν παράταιρο στην εποχή της επικράτησης του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, όμως αυτό έκανε τη διαφορά. Το έργο τοποθετήθηκε έτσι, στο μουσείο ενώ η αυθεντική Μόνα Λίζα παρουσιαζόταν στο κέντρο της πόλης, στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης.

Φερνάντο Μποτέρο και Σοφία Βάρη

«Τον μισούν»

Η προσοχή που συγκέντρωσε τότε στο έργο του συνέβαλε στην πορεία του Μποτέρο προς τη φήμη. Χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι δεν υπήρξε και αυστηρή κριτική. Όπως για την αναδρομική του έκθεση το 1979 στο Μουσείο Χίρσχορν και Κήπο Γλυπτικής στην Ουάσιγκτον.
Πολλά από τα έργα του σ΄ αυτήν την έκθεση ήταν ως συνήθως σωματώδεις φιγούρες, μεταξύ καρικατούρας και πάθους. Έτσι μια κριτική για την έκθεση είχε τίτλο «Μποτέρο, εκατό χιλιάδες δολάρια για έναν πίνακα του στην Ουάσιγκτον». Παραθέτοντας στη συνέχεια κάτι, που ήταν άποψη και ορισμένων άλλων κριτικών, ότι το έργο του Μποτέρο ήταν κοινότοπο, αυτοαναφορικό και εκτός επαφής με τα ζωντανά ρεύματα της σύγχρονης τέχνης.

«Οι κριτικοί έγραφαν πάντα με οργή και μανία για μένα, σε όλη μου τη ζωή», έλεγε ωστόσο ο Μποτέρο. Έχοντας όμως και υποστηρικτές: «Ουάου, τον μισούν», έγραφε στο The London Evening Standard το 2009, ο κριτικός τέχνης Τζέφρι Μπάρκερ.

«Οι αρχιερείς της σύγχρονης τέχνης στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη δεν τον αντέχουν γιατί αψηφά όλα όσα πιστεύουν. «Τον μισούν περισσότερο, επειδή είναι πλούσιος, έχει τεράστια εμπορική επιτυχία, είναι εύκολος στο μάτι και πολύ δημοφιλής στους απλούς ανθρώπους».

Η προσωπική ζωή

Στην προσωπική του ζωή ο Μποτέρο είχε παντρευτεί νωρίς την Γκλόρια Ζέα (πέθανε το 2019), που έγινε υπουργός Πολιτισμού της Κολομβίας. Χώρισαν όμως, το 1960, αφού απέκτησαν τρία παιδιά: τον Φερνάντο, τη Λίνα και τον Χουάν Κάρλος. Παντρεύτηκε άλλες δύο φορές, με τη Σεσίλια Ζαμπράνο και 1978 με την ελληνίδα ζωγράφο και γλύπτρια Σοφία Βάρη, η οποία έφυγε από τη ζωή τον περασμένο Μάιο. Με την Σοφία Βάρη διατηρούσαν σπίτια στο Παρίσι και στην Πιετρασάντα της Ιταλίας, όπου πραγματοποιήθηκε έκθεση για τον εορτασμό των 80ων γενεθλίων του το 2012.

Δύο μεγάλες ατυχίες σημάδεψαν την οικογενειακή ζωή του Μποτέρο. Τη δεκαετία του 1970, ο 5χρονος γιος του Πέδρο από τον δεύτερο γάμο του σκοτώθηκε σε τροχαίο, στο οποίο τραυματίστηκε και ο ίδιος ο Μποτέρο. Ο γιος του Φερνάντο Μποτέρο Ζέα εξάλλου, ο οποίος είχε γίνει πολιτικός στην Κολομβία και μάλιστα διετέλεσε υπουργός Άμυνας, εξέτισε φυλάκιση 30 μηνών αφού καταδικάστηκε σε σκάνδαλο διαφθοράς.

Ο Φερνάρνο Μποτέρο με γλυπτό του στη Νέα Υόρκη

Δημόσια γλυπτική

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 το ενδιαφέρον του κ. Μποτέρο για τη φόρμα τον οδήγησε στη γλυπτική. Τα γλυπτά του, πολλά από τα οποία απεικονίζουν εύθυμους, ιδιότροπους και μεγαλόσωμους ανθρώπους, του έφεραν ένα νέο επίπεδο δημόσιας προβολής.

Οι μεγάλες πόλεις τον κάλεσαν για να τοποθετήσει έργα του κατά μήκος των κύριων λεωφόρων, συμπεριλαμβανομένης της Νέας Υόρκης στις μεσαίες λωρίδες της Park Avenue, το 1993. Αρκετά έργα επίσης εκτίθενται μόνιμα σε άλλους χώρους, όπως το λόμπι του Deutsche Bank Center (πρώην Time Warner Center) στη Νέα Υόρκη αλλά και σε ένα θέρετρο στη Χαβάη, το Grand Wailea, το σαλόνι του οποίου ονομάζεται Botero Bar.

Και ο ίδιος όμως ήταν ενθουσιώδης συλλέκτης έργων τέχνης και το 2000 δώρισε μέρος της συλλογής του σε ένα μουσείο της γενέτειράς του, Μεντεγίν. Ανάμεσα στα έργα ήταν αριστουργήματα καλλιτεχνών, όπως ο Καραβάτζιο, ο Τιτσιάνο και ο Βαν Γκογκ.

Έργο του Φερνάντο Μποτέρο

Σάτιρα και κριτική

Ειδική «μεταχείριση» επιφύλασσε ζωγραφικά ο Μποτέρο για τους άντρες εξουσίας, αποδίδοντάς τους, τουλάχιστον με μια νότα ειρωνείας ή σάτιρας. Ωστόσο, παρ΄όλο που τα έργα αυτά μπορεί να φαίνονται αφελή και με μία υπερβολική αναλογία, εν τούτοις δεν στέρησε από τους ήρωές του και από κάποια αξιοπρέπεια.

Αξιοσημείωτα είναι ο «Καρδινάλιος», «Ο Άγγλος Πρέσβης», «Η Πρώτη Κυρία» και δύο που ονομάζονται «Ο Πρόεδρος», ζωγραφισμένα το 1987 και το 1989 ενώ ο Ιησούς ήταν το θέμα του σε πολλά υποβλητικά έργα.

Πολλά από τα θέματά του, ωστόσο χαρακτηρίσθηκαν ως «διογκωμένες ταπετσαρίες από σάρκα, που εκρήγνυνται μέσα στις στολές και τα φορέματα, τα οποία δεν μπορούν να καλύψουν το υπερβολικό τους μέγεθος»!

Παρ΄όλα αυτά ο ίδιος επέμενε, ότι ποτέ δεν ζωγράφιζε χοντρούς ανθρώπους λέγοντας, ότι ήθελε απλώς να δοξάσει τον αισθησιασμό της ζωής.

Η έκπληξη

Έργο του Φερνάντο Μποτέρο

«Μελέτησα την τέχνη του Τζιότο και όλων των άλλων Ιταλών δασκάλων», είπε κάποτε. «Με γοήτευσε η αίσθηση του όγκου και της μνημειακότητάς τους. Φυσικά στη σύγχρονη τέχνη τα πάντα είναι υπερβολικά, έτσι οι ογκώδεις φιγούρες μου έγιναν επίσης υπερβολικές».

Μερικοί εξάλλου, που θεωρούσαν την τέχνη του Μποτέρο ως παιγνιώδη και ανάλαφρη εξεπλάγησαν, όταν το 2005 δημιούργησε μια σειρά έργων, βασισμένη σε φωτογραφίες κρατουμένων που κακοποιήθηκαν στην αμερικανική φυλακή στο Abu Ghraib του Ιράκ.

«Αυτά τα έργα είναι το αποτέλεσμα της αγανάκτησης που προκάλεσαν οι παραβιάσεις στο Ιράκ σε εμένα και στον υπόλοιπο κόσμο», είχε πει τότε. Και η κριτικός τέχνης των New York Times Ρομπέρτα Σμιθ έγραψε, ότι οι πίνακες του Abu Ghraib «αποκαθιστούν την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά των κρατουμένων χωρίς να μειώνουν την αγωνία τους ή την αδικία της κατάστασής τους».

Η αναθεώρηση του έργου

Ο Φερνάρντο Μποτέρο με ένα από τα γλυπτά του

Επίσης η μυθιστοριογράφος και κριτικός Έρικα Γιονγκ τους χαρακτήρισε «εκπληκτικούς» και υποστήριξε ότι αποτελούν «μια πλήρη αναθεώρηση όσων πιστεύαμε προηγουμένως για το έργο του Μποτέρο».

«Όταν σκεφτόμαστε τον κολομβιανό καλλιτέχνη Φερνάντο Μποτέρο, οι περισσότεροι από εμάς βλέπουμε τους αριστοκρατικούς ανθρώπους του να επιδεικνύουν το λίπος τους, τα μοντέρνα ρούχα τους, τα τσιγάρα και τις τσιγαροθήκες τους, την υπερβολή και την πολυτέλειά τους, έγραψε η Γιονγκ. «Ποτέ δεν τα σκέφτηκα ως πολιτικές εικόνες μέχρι που είδα αυτή τη σειρά για το Abu Ghraib. Τώρα βλέπω όλη τη δουλειά του Μποτέρο ως καταγραφή της βαρβαρότητας των εχόντων εναντίον των μη εχόντων».

Γεγονός πάντως είναι, ότι ο Μποτέρο είχε ασχοληθεί με πολιτικά θέματα και στο παρελθόν, ιδίως με το εμπόριο ναρκωτικών στην Κολομβία, αλλά πάντα επέστρεφε σε πιο ήρεμα έργα. Έτσι μετά από τη σειρά του Abu Ghraib, δημιούργησε μια σειρά από έργα με θέμα το τσίρκο ενώ στη συνέχεια γύρισε ξανά στη παλιά του αγάπη για τη νεκρή φύση.

Όπως είχε επιβεβαιώσει και ο ίδιος άλλωστε, το 2010 «πάντα επιστρέφω στα πιο απλά πράγματα».

 

Διαβάστε επίσης:
Moody’s: «Διπλή» αναβάθμιση για την Ελλάδα σε Ba1 

Αποκαταστάθηκε η κυκλοφορία των οχημάτων στο κέντρο της Αθήνας

Ισχυρές απώλειες στη Wall Street – Triple Witching και καταναλωτική εμπιστοσύνη «γονάτισαν» τις αγορές