«Οι μνήμες πάνε σαν την καλύτερη μετοχή», εξηγεί ο Φαίδων Ταμβακάκης.

Επιχειρηματίας και συγγραφέας, με διαύγεια και διεισδυτικότητα που σπανίζουν.

Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο γραφείο της εταιρείας Alpha Trust στην Κηφισιά, με αφορμή το πιο πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο Το τελευταίο Ποστάλι (εκδ. Εστία, 2021).

Αλλά η συζήτηση απλώθηκε σε διάφορες πτυχές της πολυσχιδούς προσωπικότητάς του. Την επιχειρηματικότητα με την ευρεία έννοια του όρου (στη ζωή, στη σκέψη, στο διάβασμα, στη θάλασσα, στην Κίνα και τον κόσμο).

Δύο διαφορετικοί κόσμοι

Έχει σημασία ίσως να ξεκινήσει κανείς από τη μέση της συζήτησης. Σχετικά με το πώς συνδυάζεται το αποδοτικό επιχειρείν με την απαιτητική λογοτεχνία.

Διότι ο Φαίδων Ταμβακάκης έχει διακριθεί σε δύο φαινομενικά διαφορετικούς ή ασύμβατους μεταξύ τους κόσμους.

Δεν πρόκειται για ερασιτέχνη συγγραφέα. Η Αναπαλαίωση τιμήθηκε με το Βραβείο Νουβέλας της Ακαδημίας Αθηνών – Ίδρυμα Πέτρου Χάρη.

Το μυθιστόρημα Οι ναυαγοί της Πασιφάης τιμήθηκε με το Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω.

Με την Εστία έχει εκδόσει πολλά διαφορετικά είδη πεζογραφίας με ανάλογη επιτυχία. Ταυτόχρονα παραμένει ο έλληνας μεταφραστής του περίφημου Τζον Φόουλς (εκδ. Εστία).

Ταυτόχρονα, η Alpha Trust που (συν) ίδρυσε το 1987 αποτελεί κορυφαία εταιρεία διαχείρισης χαρτοφυλακίων. Ο ίδιος έχει αναγνωριστεί «ο πιο ευφυής fund manager στην Ελλάδα».

Δεν αγοράζεις στιγμή, αλλά μέλλον

«Οι δύο δουλειές δεν είναι ασυμβίβαστες», εξηγεί ο Φαίδων Ταμβακάκης.

«Και στις επενδύσεις και τα βιβλία πρέπει να ξεχωρίσεις αξίες. Τις υποτιμημένες από τις υπερτιμημένες», επισημαίνει.

«Και εκεί υπάρχουν δύο μεζούρες. Η μία είναι αριθμητική, μηχανιστική, θα έλεγε κανείς, μια διαδικασία που μπορεί να γίνει και από υπολογιστή. Η άλλη είναι η τοποθέτηση της αξίας σε ιστορικό πλαίσιο.

Στις επενδύσεις ένα απλό παράδειγμα είναι η Άμαζον της οποίας οι αριθμοί για πολλά χρόνια την έδειχναν υπερτιμημένη. Όσοι όμως την τοποθέτησαν ιστορικά την είδαν να ανέρχεται σε ιλιγγιώδη ύψη. 

Όσο για το μυθιστόρημα, το λέει μόνη η λέξη. Μυθ-ιστορία. Ένα μέρος μύθος, τέσσερα μέρη ιστορία».

Πριν από μερικά χρόνια, μια διάλεξή του στο Χάρβαρντ τιτλοφορήθηκε «Ο συγγραφέας ως διαχειριστής επενδύσεων». Συμπυκνώνει λίγο αυτήν την όσμωση μεταξύ των εκ πρώτοις όψεως ασύμβατων ιδιοτήτων του.

Η Alpha Trust ως αέναο πανεπιστήμιο

Εξού και η εταιρεία Alpha Trust καλά κρατεί από το 1987 προσπερνώντας τις μεγάλες κρίσεις.

«Στη δουλειά αυτή είμαστε πάντα στο σχολείο», παρατηρεί.

«Μόλις πάμε διαβασμένοι να περάσουμε τις εξετάσεις, ο δάσκαλος μας βάζει θέματα που δεν ήταν στη διδακτέα ύλη. Και πάμε πάλι πίσως να διαβάσουμε. Έτσι συνέβη με την πανδημία, έτσι τώρα με τον πόλεμο. Ευτυχώς κανείς στην τάξη δεν τα ξέρει όλα, οπότε έχεις πάντα ελπίδα για έναν καλό βαθμό εάν είσαι επιμελής και αντιληφθείς γρήγορα το μάθημα».

Ο ίδιος ακόμη δεν έχει πειστεί ότι έχει ιδιαίτερη ικανότητα στο γράψιμο. Πρόδηλα, την έχει. Αλλά επειδή μπορεί να χαθεί κανείς στους σύνθετους συλλογισμούς του, καλύτερα να πιάσει το μίτο από την αρχή, να αποτυπώσει την κουβέντα με γραμμική αφήγηση.

Η λέξη η σωστή

«Δυστυχώς, παρότι είχα εξαιρετικούς φιλόλογους δασκάλους, δεν υπήρξα όσο επιμελής θα μπορούσα. Πάντα με ενδιέφερε η μυθοπλασία, αλλά την εξέφραζα κυρίως μέσα από τη ζωγραφική, τις πλαστελίνες και άλλα μέσα, όχι τη γλώσσα. 

Ως αποτέλεσμα, όταν αποφάσισα, στα είκοσι, να ασχοληθώ επαγγελματικά με το γράψιμο, να χρειάζομαι και νυχτερινό σχολείο για να μαθαίνω τα εργαλεία της δουλειάς. Και δεν σταμάτησε ποτέ. Η γλώσσα, όχι μόνο η υπέροχη ελληνική, μόνη δεν σε κάνει μάστορα, θέλει να την εξασκείς διαρκώς», επισημαίνει.

Αυτό που είχα ίσως πιο έντονο ως έφεση ήταν η μυθοπλασία. Αλλά δεν επιβραβεύεται στα σχολεία. Τους ενδιαφέρει περισσότερο το συντακτικό και η ορθογραφία παρά το αν έχει φαντασία αυτό που γράφεις. Μάλιστα από μια ηλικά και μετά ήταν απευκταίο. Έπρεπε να είναι πολιτικώς ορθό -για την εποχή τουλάχιστον».

Η κολακεία ως αντικίνητρο

Κανείς δεν τον παρότρυνε να στραφεί στις σημερινές του δραστηριότητες. Αντιθέτως, όλοι επέμεναν να ασχοληθεί με άλλα αντικείμενα (πχ. τη ζωγραφική…).

«Κανείς δεν με παρότρυνε να γράψω ή να ασχοληθώ με επενδύσεις. Μάλλον το αντίθετο. Ίσως για αυτό έβαλα περισσότερο πείσμα και δουλειά σε αυτά. Αντίθετα, σε άλλα που με ενθάρρυναν δεν έδωσα σημασία. Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι. Κάποια παιδιά χρειάζονται υποστήριξη και κάποια αντίσταση. Η κολακεία ενίοτε λειτουργεί ως αντικίνητρο».

Σκωπτικό χιούμορ, του ευφυούς ανθρώπου. Πρέπει συχνά να αποκωδικοποιεί κάνεις το ύφος του διότι δεν γελάει ούτε αλλάζει το ρυθμό του λόγου του. Φοράει και μάσκα. Οπότε και ο φίνος (αυτό) σαρκασμός του μπορεί να εκληφθεί και ως κυριολεξία.

Έχει και ο ίδιος δυο μεγάλα παιδιά, 24 και 22 ετών -«η γενιά που δεν σταματάει να σπουδάζει»…

Φαίδων Ταμβακάκης

Το τελευταίο ποστάλι

Ποστάλια ονομάζουν τα ταχυδρομικά καράβια (προφανώς η εύηχη αυτή λέξη προκύπτει από τα λατινικά). Το τελευταίο ποστάλι ακολουθεί μια από τις τελευταίες διαδρομές του πλοίου από τη Νότια Αφρική στα απόμακρα νησιά του Ατλαντικού και την Αγία Ελένη -τόπο εξορίας του Ναπολέοντα.

Η επιλογή του γάλλου στρατηγού συνδέεται συνειρμικά με τον πρωταγωνιστή του.

Επιβάτες στο συγκεκριμένο ποστάλι, ο ογδοντάχρονος Αντώνης Μάρκελλος της χρεοκοπημένης τσιμεντοβιομηχανίας Marenco, με την πιστή του βοηθό Λουκία Μπαλτατζή. Συναντώντας διαφορετικούς συνεπιβάτες πάνω στο πλοίο, ανατρέχει κάθε φορά σε αντίστοιχες φιγούρες από το πλούσιο και ταραχώδες παρελθόν του.

Σαν πρελούδια του Μπαχ

Αυτό το αποθησαύρισμα μνήμεων συνθέτει τελικά το οικονομικό, πολιτικό και ουσιαστικά κοινωνικό πανόραμα της τελευταίας εικοσαετίας.

Με ύφος ευαίσθητο και ελαφρώς ειρωνικό. Με γλώσσα κρυστάλλινη και αρκούντως ιδιωματική.

Παραθέτει γριφώδη, ποιητικά αποστάγματα σοφίας από το αρχαίο κινέζικο κείμενο του 1ου αιώνα π.Χ. (έργο ζωής που συνέθεσε ο ιστορικός Σίμα Τσιάν). Σαν πρελούδια του Μπαχ, δίνουν τον τόνο πριν από κάθε κεφάλαιο.

Με ρυθμό σταθερό (μικρές, πυκνές, ακριβείς φράσεις) που ρέουν στο ποτάμι του Χρόνου. Από την άλλη, ο δραματουργικός χρόνος διαρκεί πέντε μέρες.

Θάλασσα για να αγναντεύει

Πολλά από τα πεζογραφήματά του περιστρέφονται γύρω από τη θάλασσα και ο ίδιος τρέχει ακόμη σε μεγάλους αγώνες με το ιστιοπλοϊκό του. Πραγματοποιεί συχνά ταξίδια. Θα περίμενε κανείς ότι λόγω λατρείας για τη θάλασσα, θα κατοικούσε κοντά της. Έχει άλλωστε δηλώσει ότι ζει δίπλα στη θάλασσα.

Μάλλον όμως το εννοούσε μεταφορικά.

«Η θάλασσα ως τοπίο είναι σαγηνευτική. Ό,τι χειρότερο για κάποιον που χρειάζεται να κοιτάει μέσα του για να παράξει έργο» επισημαίνει. «Οι άδειοι τοίχοι και τα ασάλευτα δέντρα είναι καλύτερο εργαστήριο για τον συγγραφέα και τον διαχειριστή».

Ο Φαίδων Ταμβακάκης γράφει συνήθως σε υπόγεια. Σε κάποιο σκοτεινό μέρος χωρίς θέα. Και όταν βρίσκεται στο σκάφος γράφει κάτω από την ίσαλο.

«Δεν συμβαίνει συχνά αυτό στους ναυτικούς», να κατοικούν διπλά δίπλα στη θάλασσα. «Να σας πω για έναν φίλο μου που έχει κάνει δύο φορές τον γύρο του κόσμου με ένα μικρό ιστιοπλοϊκό και μένει στην Πάρο. Στο μόνο σημείο της Πάρου που δεν βλέπεις θάλασσα. Αλλά είναι θαλασσινός. Έχει λέπια. Έχει στρείδια κολλημένα πάνω του. Έχει όλη τη ζωή του στη θάλασσα, στο σπίτι του τίποτα».

Η θάλασσα βρίσκεται μέσα του με άλλα λόγια.

«Αν αγναντεύω δεν γράφω. Ένα από τα δύο», παρατηρεί.

Τα διακόσια μολύβια

Επίσης πρέπει να βρίσκεται κάπου σταθερά και χωρίς πολύ αέρα αφού γράφει με μολύβια.

Φαντάζεται κανείς τον Φαίδωνα Ταμβακάκη βυθισμένο στην έμπνευση, συγκεντρωμένο και απερίσπαστο. Με ό,τι και αν καταπιάνεται. Ίσως έτσι εξοικονομεί χρόνο.

«Η σημερινή ζωή είναι πολυτελής. Αφήνει πολύ χρόνο», διαπιστώνει.

«Σκεφτείτε τώρα έναν άνθρωπο να μαγειρεύει πριν από δύο αιώνες. Εάν εξαιρέσει κανείς τα δαιμόνια που κουβαλάμε μέσα μας, στα πρακτικά είμαστε κακομαθημένοι. Ας αναλογιστεί κανείς πόσες ώρες ήθελε η προετοιμασία του φαγητού μερικές δεκαετίες πίσω. Πόση ώρα σπαταλιόταν για απλά πράγματα, την αγορά ενός εισιτηρίου φερ’ ειπείν. Χρειάστηκε ο εγκλεισμός της πανδημίας για να το καταλάβουμε. Δείτε πόσοι αξιοποίησαν το χρόνο. Εάν κρίνω από το πόσοι γνωστοί μου έγραψαν για πρώτη φορά βιβλίο, πόσοι έμαθαν να απολαμβάνουν τα μπάνια το χειμώνα, και τόσα άλλα, μάλλον αρκετοί».

Και ενώ σήμερα το προσδόκιμο ηλικίας ορίζεται στα ογδόντα κάτι, κάποτε ήταν στα πενήντα.

«Πάντα αναρωτιόμουν αυτός ο μπαγάσας ο Ηρόδοτος που στα πενήντα του γύρισε όλη τη Μεσόγειο. Ήθελε μήνες να στείλεις ένα μήνυμα, να έρθει ένα πλεούμενο, και αν ερχόταν. Ήθελε μήνες για να πάει μέχρι τη Λιβύη με πλεούμενο και αν έφτανε. Σήμερα πατάς ένα κουμπί και κλείνεις εισιτήριο. Σε τρεις ώρες έχεις μπει στο αεροπλάνο και πας στην Ιαπωνία ας πούμε».

Έχει κατά συνέπεια αξιοποίησε στο έπακρο κάθε στιγμή που του δόθηκε. Ούτε πιστεύει στη λογική «πολυτεχνίτης, ερημοσπίτης», δηλαδή όταν ασχολείται κανείς με πολλές δραστηριότητες δεν προχωράει σε καμία όπως ισχυρίζονται ορισμένοι.

Διάβασε την Καινή Διαθήκη σε τρεις μεταφράσεις, τον Ηρόδοτο (ξανά), κινέζικη ιστορία και μυθιστορήματα έξι χιλιάδων σελίδων («δεν τα έχω τελειώσει ακόμη»).

Έγραψε ένα βιβλίο 367 σελίδων (Το τελευταίο ποστάλι).

«Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα τόσο χρόνο. Τρεις φορές το διέλυσα και το ξανάγραψα. Όλα αυτά με το μολύβι. Περίπου διακόσια μολύβια έσπασα. Τα έχω μαζεμένα σε μια στοίβα. Και χιλιάδες χαρτί κατέστρεψα. Ελπίζω να μην πήγε μάταια», καταλήγει παιγνιωδώς.

Το ταξίδι είναι το καλύτερο σχολείο

Με την πανδημία κόπηκαν και τα πολλά του ταξίδια άρα κέρδισε περισσότερο χρόνο. Όχι πως το θεωρεί ωφέλιμο επί μονίμου βάσεως.

«Γιατί το ταξίδι είναι το καλύτερο σχολείο.

Αυτά που βλέπεις, ανοίγεις τα μάτια σου. Δηλαδή θεωρώ ότι και ό,τι έχω γράψει και ό,τι έχω κάνει επιχειρηματικά, το οφείλω σε αυτά που είδα».

Ταξιδεύει για τη δουλειά ή από περιέργεια. Έχει γυρίσει σχεδόν όλον τον κόσμο.

«Μου λείπουν μερικές χώρες που δεν μπορώ να πάω. Κεντρική Ασία. Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Τουρκμενιστάν, την πορεία του Μέγα Αλέξανδρου ας το πούμε.

Κάποιες χώρες στην Αφρική, στη Δυτική περισσότερο. Ανατολική, Βόρεια και Νότια έχω πάει. Όχι ότι δεν θέλω να ξαναπάω ή ότι τα έχω εξαντλήσει, προς Θεού. Δεν έχω πάει καθόλου Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία.

Στην Ασία έχω πάει πάρα πολλές φορές».

Ό,τι είδα, ό,τι άκουσα, χωρίς να κρίνω

Η συζήτηση επανέρχεται στον Ηρόδοτο και το Σι Τζι, το αντίστοιχο κείμενο στην Κίνα (400 χρόνια διαφορά το ένα από το άλλο). Αποσπάσματα παραθέτει στο Τελευταίο ποστάλι.

«Δεν μοιάζουν γιατί ο ένας έφαγε μια ζωή, ο Κινέζος Σίμα Τσιάν, και παρέλαβε από τον πατέρα του αρχεία με ιστορία χιλίων ετών. Ενώ ο Ηρόδοτος κάλυψε μία μικρή χρονικά περίοδο».

Αλλά μοιάζουν όσον αφορά τη μεθοδολογία τους. «Ο,τι είδα, Ό,τι άκουσα, χωρίς να κρίνω», επιτάσσει η φιλοσοφία τους και το έργο τους αθάνατο.

Πρωτόγονη Ιστορία

«Δεν μπορώ να γράψω το κλασικό μυθιστόρημα, όπου ο ήρωας περνάει μια κρίση, μια αυτογνωσία, και βγαίνει διαφορετικός στο τέλος. Αυτό που χαίρομαι είναι η πρωτόγονη ιστορία. Και λέω πρωτόγονη διότι δεν είναι ονειρεμένη. Έτσι παραθέτω και το Σι Τζι. Είναι ιστορίες ανθρώπων, όχι ιστορία του βασιλιά. Αλλά ανθρώπων που έπαιξαν κάποιο ρόλο, έστω ασήμαντο, στη ζωή του και εμένα μου δίνουν τροφή να σκεφτώ για τη δική του ζωή.

Επίσης τα κείμενα έχουν μια ελαφρότητα. Για μένα το ανάγνωσμα πρέπει να το ευχαριστιέσαι. Είναι ένα ωραίο έδεσμα. Να γελάσεις, να κλάψεις, να ρέει. Δεν αντέχω τα βιβλία που δεν μπορώ να καταλάβω, δεν μπορώ να προχωρήσω. Πολλοί φιλόλογοι τα έχουν σε εκτίμηση. Μπορεί να είμαι εγώ ελλειμματικός. Αυτά τα στοιχεία πάντως προσπάθησα να βάλω στο Ποστάλι».

Υπορεαλισμός

Θεωρεί την πραγματικότητα υπερρεαλιστική. Τις παράδοξες πράξεις των ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Η απλή νατουραλιστική καταγραφή αντιθέτως αποτελεί δημοσιογραφία.

«Με ενδιαφέρει ο “υπορρεαλισμός”. Θα κατεβάσω τον τόνο και το ακραίο για να μπορέσω να διακρίνω καλύτερα, να μην δημιουργούνται αυτόματες αντιδράσεις. Δηλαδή, δεν θέλω να εκβιάζω τον αναγνώστη. “τώρα κλάψε”, “τώρα συγκινήσου”, ας πούμε.

Αυτό δεν είναι δικό μου στυλ. Μπορεί κάποιος άλλος να το κάνει επιτυχώς. Και εγώ κλαίω με βιβλία και πρόσφατα κιόλας με τον “Κήπο των Ψυχών”».

Μαγνητοταινία με φωτογραφίες

Συζητιούνται και πιο τεχνικά φιλολογικά θέματα, για την αποστασιοποίηση και τον παντογνώστη αφηγητή.

Εκείνον τον ενδιαφέρουν οι άνθρωποι. Οι αφηγήσεις τους, πώς περιέγραψαν αυτό που έζησαν. Έχει παρομοιάσει Το τελευταίο ποστάλι σαν μαγνητοταινία με φωτογραφίες.

Βλέπω από μακριά

«Το να καταλαβαίνεις καλύτερα τον εαυτό σου, για μένα ποτέ δεν υπήρξε ενδιαφέρον… Η παρατήρηση των άλλων είναι αυτό μας ωριμάζει και μας βελτιώνει. Τέτοια είναι και η δουλειά του συγγραφέα. Ένας άνθρωπος που δεν αισθάνεται ότι υπάρχει. Παρατηρεί από απόσταση».

Πάντα βέβαια ενσταλάζονται δικά του βιώματα στις ιστορίες του, έστω και ασυνείδητα. Εξάλλου, οι ανθρώπινες ιστορίες που αφηγείται ο «ναπολεόντειος» Ναύαρχος Αντώνης Μάρκελλος στο ποστάλι, αντανακλούν ψήγματα της προσωπικότητας του συγγραφέα.

«Πάντα είναι βιωματικά, αλλά δεν θυμάσαι ποιο είναι αλήθεια και ποιο ψέματα».

Οι μνήμες ως μετοχές

Άρα λοιπόν ο Χρόνος υπάρχει, οι επενδύσεις και οι (μυθ)ιστορίες, η μακροοικονομία και μικροοικονομία, τα ταξίδια, οι καταγραφές συνθέτουν κάθε ρανίδα του πνεύματός του.

Εύλογα λοιπόν αναρωτιέται κανείς πού θα συμβούλευε έναν εικοσάχρονο και έναν σαραντάχρονο να επενδύσουν σε χρόνο και σε χρήμα.

Να τολμούν

«Η συμβουλή μου στους νέους, στα παιδιά μου, είναι να τολμούν.  Οι εμπειρίες είναι η καλύτερη επένδυση. Είναι μετοχές που ποτέ δεν χάνουν την αξία τους, μόνο ανεβαίνουν. Αντίθετα με το καλό κρασί που κάποια στιγμή από νέκταρ θα γίνει ξύδι, οι αναμνήσεις γίνονται καλύτερες με τα χρόνια. Πηγαίνουν σαν την καλύτερη μετοχή. Πάντα ωραιοποιούνται. Τις ωραιοποιεί ο χρόνος».

Η αρετή της σύνεσης

Αλλά η τόλμη πρέπει να συνταιριάζεται από την αρετή της σύνεσης. Τουλάχιστον αυτό μοιάζει να υποστηρίζει ο Φαίδων Ταμβακάκης.

«Το δεύτερο που λέω στους νέους είναι ότι τα έξυπνα ζώα πριν προχωρήσουν στο άγνωστο, έχουν ελέγξει ότι υπάρχει έξοδος διαφυγής. Ωραίες οι εμπειρίες, αρκεί να επιστρέψεις».

Χώρα με συγκινήσεις

Ο Φαίδων Ταμβακάκης προέρχεται από οικογένεια με επιχειρηματίες πολλές γενιές πίσω.

«Ξεκίνησα να δουλεύω σε μια σπουδαία πολυεθνική για να μάθω και να κρίνω. Όταν κάποιος συνάδελφος εκεί, αφού άκουσε ότι είχα σπουδάσει χρηματοοικονομικά και επενδύσεις χαρτοφυλακίου, σπάνιο για την εποχή, μου πρότεινε να συμμετάσχω σε μια προσπάθεια που ξεκινούσε με έναν φίλο στον τομέα αυτό», ανακαλεί.

«Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα περάσω εκεί τα επόμενα τριάντα πέντε χρόνια ούτε φυσικά τι μας περίμενε», διαπιστώνει σήμερα ο συνιδρυτής και πρόεδρος της Alpha Trust Φαίδων Ταμβακάκης .

«Είμαστε μια χώρα που δεν βαριέσαι ποτέ. Εμείς υπήρξαμε τυχεροί, με την έννοια ότι βρέθηκαν εξαιρετικοί μέντορες στο δρόμο μας και μαζέψαμε εξαιρετικούς μαθητές. Φυσικά, δεν τα κάναμε όλα σωστά, αλλά η ομάδα είχε τις αντοχές να επιμένει και να διορθώνει τα λάθη της».

Αναπνέουμε σταθερές αρχές

Ύστερα από τόσα χρόνια, έχουν και συνταξιούχους πλέον…

«Η κόλλα που μας κράτησε δεμένους νομίζω ήταν η ειλικρίνεια. Όλοι ξέρουν στην εταιρεία ότι δεν υποκρινόμαστε, πιστεύουμε σε αυτό που κάνουμε, αναγνωρίζουμε τα λάθη και τις αδυναμίες μας. Είμαστε αυστηροί σε πολλά ζητήματα και ανθρώπινοι στα καθημερινά», διευκρινίζει.

Η εταιρεία δηλαδή διαπνέεται από σταθερές, ξεκάθαρες αρχές.

«Είναι έτσι σαν τον αέρα. Με αυτές αναπνέουμε», συμπληρώνει καθ’ υπερβολή.

Για την ακρίβεια, «πρέπει να έχεις καθαρές αρχές, ισονομία και ειλικρίνεια. Να παραδέχεσαι τα λάθη σου.

Αποχωρεί για λίγο από την αίθουσα συσκέψεων όπου πραγματοποιήθηκε η συνέντευξη και επιστρέφει με έναν πίνακα πάνω στον οποίο αναγράφεται γνωστό αγγλικό ρητό.

«Αυτές τις μέρες θα κρεμάσουμε στα γραφεία ένα πόστερ που είχε κυκλοφορήσει στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Αγγλία και νομίζω ότι συμπυκνώνει τον τρόπο μας. Keep calm and carry on».