Επιστολές σε μέλη του πληρώματος του γαλλικού πλοίου «Γκαλατέ»
Περιεχόμενα
Γράμματα που δεν έφτασαν ποτέ στο προορισμό τους. Γράμματα που δεν διαβάστηκαν ποτέ. Γράμματα που ο αποστολέας τους μάταια περίμενε μιαν απάντηση και ο αποδέκτης έμεινε στην αναμονή τους με ανεκπλήρωτη προσμονή… Γράμματα ερωτικά τα περισσότερα, γραμμένα στην προκειμένη περίπτωση στο απόγειο του Επταετούς Πολέμου (1756–63), που είχε χωρίσει -για άλλη μία φορά- την Ευρώπη σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, από τη μια της Βρετανικής Αυτοκρατορίας τότε, και από την άλλη της Γαλλίας.
Περί τα 100 συνολικά, τοποθετημένα σε ένα κουτί αλληλογραφίας, δεμένα σε τρεις δέσμες με κορδέλα, τα εντόπισε ο ιστορικός Ρενώ Μοριέ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ στα Εθνικά Αρχεία του Ηνωμένου Βασιλείου και μετά την αποσφράγισή τους, τα διάβασε για πρώτη φορά. Ήταν γράμματα συζύγων, αρραβωνιστικών αλλά και από γονείς και αδέρφια, σταλμένα στους αγαπημένους τους, που ήταν στη μάχη. Και με το πλήθος των συναισθημάτων, που αναβλύζουν μέσα από αυτά -αγάπη, στοργή, θυμός, αβεβαιότητα, ζήλια- δίνουν σήμερα την άλλη διάσταση του πολέμου, την ανθρώπινη και καθημερινή.
«Θα μπορούσα να περάσω τη νύχτα γράφοντας σε σένα», έγραφε μία γυναίκα στον σύζυγό της. «Ανυπομονώ να σε αποκτήσω», έλεγε μία άλλη… Όμως εκείνοι δεν μπόρεσαν ποτέ να τα διαβάσουν. Ήταν ναυτικοί, που υπηρετούσαν στο στρατιωτικό πλοίο Galatée, το οποίο κατευθυνόταν από το Μπορντό της Γαλλίας στο Κεμπέκ του Καναδά. Αλλά το πλοίο δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό του, καθώς καταλήφθηκε από το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό και το πλήρωμά του με 181 άτομα συνελήφθησαν ως αιχμάλωτοι πολέμου.
Η περιπέτεια μιας αλληλογραφίας
Για αιώνες το κουτί με τα γράμματα έμεινε στα αζήτητα των Εθνικών Αρχείων ώσπου ο καθηγητής Μοριέ θέλησε να το δει «από περιέργεια», όπως ο ίδιος λέει, κατά τη διάρκεια της έρευνάς του για ένα βιβλίο σχετικά με τον Αγγλογαλλικό πόλεμο. Ήταν όλα σχεδόν, σφραγισμένα ακόμη, σε φακέλους με κόκκινες, σφραγίδες κεριού. Θα γινόταν ο πρώτος άνθρωπος έτσι, όπως είπε σε δήλωσή του, «που θα διάβαζε αυτά τα πολύ προσωπικά μηνύματα από τότε που γράφτηκαν», πριν από 265 χρόνια.
Η ιστορία τους διευκρινίστηκε από τον ίδιο: Το μεταφορικό πλοίο που μετέφερε αυτά τα γράμματα δεν έφτασε ποτέ στο Galatée, αφού στο μεταξύ είχε καταληφθεί από τους Βρετανούς, έτσι γαλλικά ταχυδρομεία προώθησαν την ταχυδρομική τσάντα στο Ναυαρχείο στο Λονδίνο, πιστεύοντας, ότι θα παρέδιδε τις επιστολές στους κρατούμενους. Δεν το έκανε όμως, ποτέ.
Χρόνια αργότερα, οι επιστολές κατέληξαν στα Εθνικά Αρχεία της Βρετανίας, όπου παρέμειναν ξεχασμένες, ως τον εντοπισμό τους από τον Μοριέ. «Είναι οδυνηρό πόσο κοντά έφτασαν», σχολιάζει ο ίδιος την αδιαφορία του Βρετανικού Ναυαρχείου να παραδώσει την αλληλογραφία. Προσθέτοντας όμως, ότι οι βρετανοί αξιωματούχοι έμοιαζε να έχουν ανοίξει και να έχουν διαβάσει μερικές επιστολές, πριν τις αποθηκεύσουν, αφού βεβαιώθηκαν, ότι περιείχαν απλώς «οικογενειακά πράγματα».
Τρυφερές γραμμές
Αυτά τα πράγματα ωστόσο, έχουν προσφέρει στον σημερινό μελετητή τους μια πλούσια εικόνα για τις ζωές, τις αγάπες αλλά και την παιδεία του γαλλικού λαού του 18ου αιώνα. Ο ίδιος πέρασε πέντε μήνες για να εντοπίσει κάθε ναύτη του Galatée και να ερμηνεύσει τα γράμματα, διαπιστώνοντας ότι το 59 τοις εκατό από αυτά είχαν γραφτεί από γυναίκες σε άνδρες, που δεν θα τα διάβαζαν ποτέ.
«Θα μπορούσα να περάσω τη νύχτα γράφοντας σε σένα. Είμαι η για πάντα πιστή γυναίκα σου. Καληνύχτα καλέ μου φίλε. Είναι μεσάνυχτα. Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να ξεκουραστώ». Αυτά έγραφε η Μαρί Ντυμπόσκ στον σύζυγό της, πέθανε όμως τον επόμενο χρόνο, πριν εκείνος απελευθερωθεί, για να παντρευτεί ξανά πάντως, το 1761.
Σε ένα γράμμα στον αρραβωνιαστικό της Νικολά Κενέλ, μια άλλη γυναίκα εξάλλου, με το όνομα Μαριάν τον επαινούσε, γιατί έγραψε στη μητέρα του, μετά από μια μακρά σιωπή: «Το μαύρο σύννεφο έφυγε, ένα γράμμα που έλαβε η μητέρα σου από σένα, φωτίζει την ατμόσφαιρα», όπως έγραφε. Και μια άλλη, η Αν Λε Σερ υπέγραφε το φλογερό της γράμμα στον σύζυγό της με το όνομα του κατοικίδιού της: «Η υπάκουη σύζυγός σου, η Νανέτ».
Τα ορθογραφικά λάθη
Τα περισσότερα από τα γράμματα πάντως, είχαν ορθογραφικά λάθη ενώ μερικά ήταν γεμάτα και στο περιθώριο για την εκμετάλλευση κάθε σπιθαμής χαρτιού, που ήταν πολύ ακριβό. Σύμφωνα με τον Μοριέ έτσι, αντικατόπτριζαν την έλλειψη αλφαβητισμού μεταξύ των κατώτερων κοινωνικών τάξεων, κάτι που φυσικά και δεν εμπόδισε κανέναν από αυτούς να είναι σε επαφή με τα αγαπημένα του πρόσωπα.
«Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους, που έστελναν αυτές τις επιστολές έλεγαν σε έναν γραμματέα αυτό που ήθελαν να πουν και βασίζονταν σε άλλους για να διαβάσουν τις επιστολές τους δυνατά», επισημαίνει ο ίδιος. Προσθέτοντας, ότι το όλο γεγονός ήταν σημαντικό για τα μέλη μιας κοινότητας και την επαφή μεταξύ τους.
Η έρευνα του Μοριέ, που ανήκει στην κατηγορία της «συναισθηματικής έρευνας», όπως λέει, δημοσιεύτηκε σε μελέτη στο γαλλικό περιοδικό «Annales. Histoire, Sciences Sociales». «Αυτές οι επιστολές αφορούν παγκόσμιες ανθρώπινες εμπειρίες. Δεν αφορούν μόνον τη Γαλλία ή τον 18ο αιώνα. Αποκαλύπτουν πώς αντιμετωπίζουμε όλοι τις μεγάλες προκλήσεις της ζωής», καταλήγει.
Διαβάστε επίσης
Μαρία Μαραγκού, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης: «Η τέχνη και η σκέψη σώζουν»
Η ώρα του Τιτανικού: Το ρολόι που πάγωσε στο χρόνο σε δημοπρασία
Το καπέλο κάνει τον αυτοκράτορα; Αν είναι του Μεγάλου Ναπολέοντα