60 χρόνια τρύγος… ονομάζεται το αυτοβιογραφικό βιβλίο του περίφημου οινοπαραγωγού και δημοφιλούς τέως δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη. Πρόκειται να κυκλοφορήσει τον Δεκέμβριο από τις εκδόσεις Πατάκη.

Το βιβλίο αποτελεί ανατομία του σημαντικού αυτού κλάδου που έχει σημαδέψει την ελληνική κουλτούρα και οικονομία ακολουθώντας τις ράγες της οικογενειακής του ιστορίας. Χωρίς να πλειοδοτεί ή να περιαυτολογεί, προσφέρει την τοιχογραφία και ανθρωπογεωγραφία του κρασιού από την άποψη των πρωταγωνιστών του.

Περιπέτεια που συμβολίζει την υποταγή του ανθρώπου στον απρόβλεπτο παράγοντα της φύσης και της οικονομίας, τον αγώνα του για υπεροχή σε συνδυασμό με την έντονη διάσταση της αισθητικής και της δημιουργικής ικανότητας. Διότι οι μεγάλοι έλληνες οινοπαραγωγοί διακρίνονται πάντα για την εστέτ, κοσμοπολίτικη, εκλεπτυσμένη προσωπικότητα και παιδεία τους.

Ο Γιάννης Μπουτάρης ξεχωρίζει ανάμεσά τους. Το βιβλίο του δεν αποτελεί φλατ αναφορά σε γνωστά γεγονότα. Πρόκειται για συγκινητική εξομολόγηση με ευαίσθητες αναφορές σε προσωπικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στους κόλπους αυτής της επιφανούς ελληνικής οικογένειας. Αναφέρεται ειδικότερα στο πρόβλημα αλκοολισμού του πατέρα του, Στέλιου Μπουτάρη, πάνω από το οποίο σκύβει με αξιοσημείωτη τρυφερότητα προσπαθώντας να το κατανοήσει -και να προβεί και στη δική του, σκληρή και συνάμα λυτρωτική αυτοκριτική.

Γιατί άραγε να υποκύψει στα θέλγητρά του; «Νομίζω για να ξεγλιστρήσει από την πραγματικότητα, να την αποφύγει. Ακούγεται παράξενο, αλλά δεν ερμήνευσα τη δική μου εξάρτηση σε σχέση με εκείνη του μπαμπά. Η μόνη σύνδεση που έκανα ήταν τις στιγμές που είχα πιει υπερβολική ποσότητα και βρισκόμουν σε άλλα επίπεδα συνείδησης· τότε μου ερχόταν η εικόνα του να κρατά το ποτήρι στο γραφείο και να μην τον ενδιαφέρει τίποτα, να του μιλώ για δουλειά και να αισθάνομαι ότι δεν ακούει. Οταν έφερνα τις σκηνές στο μυαλό μου, τον αγαπούσα πιο πολύ από ποτέ». Από νωρίς ο Γιάννης Μπουτάρης παραδέχτηκε δημόσια ότι κατά τη δεκαετία του 1980 έπασχε από αλκοολισμό. Από την ολοκλήρωση της θεραπείας του το 1991 έως σήμερα δεν έχει καμία επαφή με το αλκοόλ.

Εντυπωσιακή όσο και ανθρώπινη, η ιστορία του εξελίσσεται μέσα από καθημερινές ήττες και μεγάλους θριάμβους. Τα δάκρυα στα μάτια του πατέρα του όταν το φθινόπωρο του 1977 εμφανίστηκε στο Κτήμα όπου πραγματοποιούσαν τον πρώτο τρύγο και λίγο αργότερα η κατασυγκινημένη φιγούρα του μπροστά στο καρπισμένο αμπέλι, αποτέλεσαν για τον ανερχόμενο άρχοντα του οίνου Γιάννη Μπουτάρη την «ύψιστη επιβράβευση», όπως διαβάζει κανείς στα προσφάτως δημοσιευμένα στον Τύπο αποσπάσματα της αυτοβιογραφίας του.

Η μητέρα του από την άλλη επιθυμούσε ο γιος της να ακολουθήσει μία πιο ήρεμη και στρωτή καριέρα ως καθηγητής πανεπιστημίου. Παρότι στον τρύγο πήγαινε από μικρό παιδί και η μυρωδιά του μούστου είχε εμποτίσει κάθε ρανίδα του οργανισμού του. Σπούδασε βέβαια χημικός στο τμήμα Χημείας του Αριστοτέλειου πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Την αδυναμία της μητέρας του στο πρόσωπό του την εξηγεί ως αποτέλεσμα των δυσκολιών της μέχρι να τον συλλάβει -πέντε χρόνια προσπαθούσε να αποκτήσει το πρώτο της παιδί. Μέχρι και τάμα στην Παναγία της Τήνου είχε αφιερώσει. Ο Γιάννης της τελικά γεννήθηκε το 1942 στη Θεσσαλονίκη. Με παιγνιώδη τρόπο ο Μπουτάρης παρατηρεί σήμερα ότι η μητέρα του δεν ξαναπήγε ποτέ στον ναό αλλά στις πρώτες του διακοπές στο νησί του έδωσε λεφτά να αγοράσει μία λαμπάδα από την εκκλησία ίσαμε το μπόι του.

Έμπλεος με λυρισμό και αγάπη ο λόγος του και για την έτερη γυναίκα της ζωής του Αθηνά, το γένος Μιχαήλ, με την οποία απέκτησε τα τρία του παιδιά. Χώρισαν και μετά ξανάσμιξαν μέχρι που εκείνη άφησε την τελευταία της πνοή. Εξιστορεί με εξαιρετικά ανάγλυφο και γλυκό τρόπο τα πρώτα τους σκιρτήματα στο γυμνάσιο, στο Κολλέγιο Ανατόλια της Θεσσαλονίκης.

«Τα θήλεα του Κολλεγίου φοιτούσαν σε άλλο κτίριο και έρχονταν στο Αρρένων μόνο για τα καλλιτεχνικά, οπότε στηνόμουν σε πόρτες και γωνίες με την ελπίδα όχι να τη συναντήσω, απλώς να τη δω. Εκανα τον άρρωστο για να μπορώ να της τηλεφωνώ από το ιατρείο. Εφτασα στο σημείο να της στείλω γράμμα προειδοποιητικό, ότι πρόκειται να κάνω μια σοβαρή επέμβαση και ίσως να πεθάνω, μήπως την πείσω να με κοιτάξει. Δεν ήταν ψέμα, εννοούσα την εγχείρηση σκωληκοειδίτιδας. Μετά μια πολιορκία που κράτησε όσο ο Τρωικός Πόλεμος σε διάρκεια, ενέδωσε τελικά στην Ε΄ τάξη και γίναμε ζευγάρι, δηλαδή φιληθήκαμε».

Όταν εκείνη απεβίωσε ο Γιάννης Μπουτάρης μόνος του στο σπίτι τραγουδούσε και χόρευε τα τραγούδια που είχαν αγαπήσει μαζί. Εκπλήρωσε την επιθυμία της να μην ταφεί θρησκευτικά αλλά να αποτεφρωθεί γεγονός που πραγματοποίησε στη Βουλγαρία, καθώς στη Θεσσαλονίκη δεν υπήρχε αποτεφρωτήριο νεκρών.

Εξυπακούεται ότι δεν αφήνει έξω την πολιτική, την οποία υπηρέτησε με μεγάλη επιτυχία (εκλέχτηκε δύο φορές δήμαρχος Θεσσαλονίκης το 2010 και το 2014) ενώ δεν έκρυψε ποτέ τον υπερκομματικό και εκσυγχρονιστικό, νηφάλιο, ανιδιοτελή και φιλοσοφημένο του χαρακτήρα (από τους πρώτους που τάχτηκαν υπέρ του γάμου μεταξύ ομοφυλοφίλων). Όπως με σοφία εξηγεί και στο βιβλίο του, συντηρητικοί και προοδευτικοί ενυπήρχουν πάντα σε όλα τα κόμματα. Αναμένεται ακόμη από τη λεγόμενη Αριστερά να επαναπροσδιορίσει τι σημαίνει για τις επιδιώξεις της η ατάκα προοδευτική αλλαγή.

Οι τελευταίοι του αγώνες μάλιστα εστιάζουν σε  μακρόπνοο όραμα: Τη δημιουργία της Κιβωτού του Ελληνικού Αμπελώνα για να διασώσει τις 350 γηγενείς ποικιλίες σταφυλιού της Ελλάδας στα πρότυπα αντίστοιχου ιδρύματος στο Μονπελιέ της Γαλλίας. Έχει ζητήσει από το υπουργείο Πολιτισμού να διαθέσει πεντακόσια από τα σαράντα τόσα χιλιάδες στρέμματα των πρώην βασιλικών κτημάτων στο Τατόι ώστε να καλλιεργηθούν εκεί τα αμπέλια και να στεγαστεί το Ινστιτούτο Οίνου. Σε αυτό θα οινοποιούνται εμπνευσμένα κρασιά και θα πραγματοποιούνται έρευνες. Εύχεται ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης να εισακούσει την πρότασή του.

Ο Γιάννης με δύο από τους γιους του δεξιά

Λίγοι πάντως μπορούν να αρνηθούν την κρίσιμη συνεισφορά του Γιάννη Μπουτάρη στην προοδευτική εξέλιξη του οίνου στην Ελλάδα ως καλαίσθητο εμπόρευμα υψηλής ποιότητας στην τουριστική βιομηχανία και όχι μόνο. Όταν ο ίδιος ξεκινούσε, βρισκόταν σε επίπεδο νηπιακό και στοιχειώδες. Ίσως και μπρούτο.

Από την εμφάνισή του και ύστερα, ο Μπουτάρης και μία χούφτα οραματιστές επιχειρηματίες όπως ο ίδιος άρχισαν να διαβλέπουν στις αποχρώσεις του οίνου την τεράστια σημασία του για την οικονομία και τον πολιτισμό. Άρχισε να ξεπετάγεται δειλά δειλά η σπουδαία νέα γενιά οινοποιών (Γεροβασιλείου, Κοκοτός, Χατζημιχάλης, Λαζαρίδης μεταξύ άλλων) που αντιμετώπιζαν την οινοπαραγωγή περίπου ως χειρωνακτική δημιουργία ή τέχνη και φιλοσοφία ζωής στη γραμμή των γαλλικών châteaux. Όπως παραδέχεται και ο ίδιος, οι στόχοι του δεν περιορίζονταν μόνο στην παραγωγή καλού κρασιού αλλά και στην ανάπτυξη οινικής κουλτούρας.

Όλα ξεκίνησαν βέβαια από τότε που πολύ μικρός έπαιζε με «το αδελφάκι» του, όπως αποκαλεί τον Κωνσταντίνο Μπουτάρη. Τη δεκαετία του 1950 περνούσε δύο μήνες κάθε καλοκαίρι με τη μητέρα, τους θείους και τα ξαδέλφια του στη Νάουσα όπου έπαιζαν όλη μέρα με τα παιδιά του χωριού, τόσο που και ο ίδιος άρχισε να μιλάει βλάχικα όπως εξιστορεί στο βιβλίο του.

Το συγκεκριμένο συν-γράφει με τη Μαρία Μαυρικάκη, συγγραφέα με εμπειρία στον τομέα προστασίας του περιβάλλοντος και βιώσιμης ανάπτυξης, στα χρηματοοικονομικά και στη διοίκηση μονάδων υγείας. Ύστερα από χρονογραφήματα, διηγήματα και μία νουβέλα, το Περαστικά αποτελεί πρώτη της προσπάθεια στο μυθιστόρημα.

Με ιδιαίτερο χρώμα και ζωντάνια, ο Μπουτάρης περιγράφει ότι οι «εκδρομές που πηγαίναμε με τον μπαρμπα-Τούσια και άλλους αγωγιάτες ήταν ονειρικές. Φέρναν τα άλογά τους, τα φορτώναμε βελέντζες και καλάθια με πίτες, κεφτέδες, ντομάτες και τραβούσαμε για τον Λάκκο. Ενα από τα άλογα είχε θυμάμαι ρόμβο στο μέτωπο και το λέγαν μπάλιο και φώναζαν κι εμένα μπάλιο επειδή είχα ένα άσπρο σημάδι στο κούτελο, αλλά δεν με πείραζε. Φτάναμε στη στάνη του Κωνσταντούλα, στρώναμε κάτω απ’ τα δέντρα και βλέπαμε όλο τον κάμπο από ψηλά».

Ίδρυσε την εταιρεία Κυρ-Γιάννη το 1997 όταν αποχώρησε από την οικογενειακή οινοποιητική εταιρία που είχε δημιουργήσει ο παππούς του το 1879 με διαχρονικό πρόσταγμα: «Καινοτομία, σεβασμός στην παράδοση και εξειδικευμένη γνώση για το κρασί, από το αμπέλι ως τον τελικό καταναλωτή». Ξεκίνησε φυτεύοντας τετρακόσια στρέμματα Ξινόμαυρου στους ανατολικούς πρόποδες του όρους Βέρμιο, στο Γιαννακοχώρι, κοντά στην πόλη της Νάουσας.

Στέλιος Μπουτάρης (www.kiryianni.gr)

Ο αμπελώνας αυτός στη συνέχεια θα μετεξελιχθεί σε Κτήμα Κυρ-Γιάννη. Ακολούθησαν διακόσια στρέμματα λευκών ποικιλιών στα υψίπεδα του βορείου τμήματος του όρους Βέρμιο, στην περιοχή του Αμυνταίου. Από το 1985 άρχισαν να φυτεύουν τις διεθνείς ποικιλίες Merlot και Syrah που προσαρμόστηκαν αρμονικά με το μικροκλίμα της περιοχής. Παλιό οικονοποιείο στο χωριό Άγιος Παντελεήμονας αποτελεί από το 1996 ως σήμερα το οινοποιείο του Κτήματος Κυρ Γιάννη στο Αμύνταιο. Η πρώτη σοδειά της εταιρείας Κυρ-Γιάννη το 1997 οινοποιείται εξολοκλήρου σε αυτό.

Στην εκπνοή του προηγούμενου αιώνα η οικογένεια και συγκεκριμένα ο αντιπρόεδρός της Μιχάλης Μπουτάρης επιστρέφοντας από σπουδές φιλοσοφίας στο Χάρβαρντ και μεταπτυχιακό αμπελουργίας στο UC Davies της Αμερικής, ξεκίνησε πειραματισμούς και έρευνες με το Ξινόμαυρο οι οποίες συνεχίζονται με επιτυχία και σήμερα. Η διάθεση καινοτομίας τον οδήγησε ως την Κίνα. Σήμερα διευθύνει την εγκατάσταση του πιλοτικού κτήματος στο Τιανσούι (Tianshui), στην κινέζικη επαρχία Γκάνσου (Gansu) και μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στην Ελλάδα και την Άπω Ανατολή. Στο πλευρό του παραστέκεται η σύζυγός του, διακεκριμένη ζωγράφος Νικομάχη Καρακωστάνογλου με την οποία έχουν αποκτήσει μία κόρη.

Το 2004, ο Στέλιος Μπουτάρης με εξίσου εξαιρετικές σπουδές (διοίκηση επιχειρήσεων στη σχολή INSEAD της Γαλλίας, μεταπτυχιακό στην Οικονομετρία από το LSE, δεύτερο πτυχίο στα Μαθηματικά από το Οουέσλεγιαν –Wesleyan University- στις ΗΠΑ), αναλαμβάνει τη διοίκηση της εταιρείας με ανάλογα επεκτατική επιτυχία. Η οικογενειακή τους οδύσσεια στην πέμπτη της γενιά έχει ήδη αποκτήσει μυθικές διαστάσεις.