ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Μια δύσκολη χρονιά και για τις αρχαιολογικές ανασκαφές ήταν η φετινή, αυτό όμως δεν πτόησε τους περισσότερους αρχαιολόγους, που βρέθηκαν στο πόστο τους αντιμετωπίζοντας με ψυχραιμία τις νέες, αντίξοες συνθήκες και φέρνοντας στο φως σπουδαία ευρήματα.
Από την πρωτεύουσα των Μακεδόνων τις Αιγές ως την μινωική Κρήτη, από την Εύβοια, την Πελοπόννησο και τις Κυκλάδες ως και την Αττική ή τις θάλασσες ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός αποτυπώνεται σε κάθε μεγάλο ή μικρό αντικείμενο που αποκαλύπτεται, συμπληρώνοντας ένα πάζλ χιλιετιών.
Αν πούμε όμως, ότι τα τυχαία ευρήματα έκαναν τη διαφορά δεν θα είναι υπερβολή. Ένα μικρό ταυράκι από την αρχαία Ολυμπία, γλυπτά και αγάλματα από την αρχαία Επίδαυρο, την Παιανία, την Βέροια ή από τη θαλάσσια περιοχή της Πρέβεζας ήρθαν να θυμίσουν, ότι αυτή η γη βγάζει αρχαία και από μόνη της! Στην επιλογή που ακολουθεί ωστόσο, δεν υπάρχει αξιολογική κατάταξη. Όλα είναι σημαντικά και όλα έχουν τη θέση τους. Από Βορρά προς Νότο λοιπόν:
Αιγές: Από την Παλατινή Ανθολογία στους Μακεδόνες βασιλείς
«Το ρόδον ακμάζει βαιόν χρόνον· εάν δε παρέστη, / ζητών ευρήσεις ου ρόδον, αλλά βάτον». Που σημαίνει «Το τριαντάφυλλο ανθίζει για λίγο, αν ο χρόνος του περάσει και το αναζητήσεις δεν θα βρεις πια λουλούδι, αλλά αγκάθια».
Γνωστό από την Παλατινή ανθολογία, το ποίημα λέει στον άνθρωπο να μην σπαταλάει τον χρόνο που κυλά ανελέητα ώσπου στο τέλος να μην έχει απομείνει τίποτε ωφέλιμο. Μάθημα ζωής αλλά και γραμματικής για τον μαθητή, που το είχε χαράξει πάνω σε μια σπασμένη πήλινη κούπα τον 2ο π.Χ. αιώνα στις Αιγές. Κι αυτό, γιατί μπέρδευε στα γυμνάσματά του το «ο» με το «ω» και το «ει» με το «ι».
Το μικρό, απρόσμενο εύρημα έρχεται να διευρύνει με έναν διαφορετικό τρόπο τη γνώση μας για την πρωτεύουσα των Μακεδόνων όπου η δρ. Αγγελική Κοτταρίδη, προϊσταμένη της Εφορείας Ημαθίας εντόπισε τη χρονιά που πέρασε ένα ιερό βασιλικής λατρείας. Βρίσκεται στο μεγάλο κτηριακό συγκρότημα των Αιγών και η μορφή, οι διαστάσεις και η επιμελημένη κατασκευή, τα πλούσια υλικά και τα διακοσμητικά στοιχεία, αλλά και η εμμονή στην χρήση του χώρου δείχνουν, ότι πρόκειται για ένα δημόσιο οικοδόμημα.
Μονόλιθοι βωμοί, ένα μαρμάρινο τραπεζοφόρο, τμήματα από μια μαρμάρινη ζωφόρο με εντυπωσιακό φυτικό κόσμημα και ειδώλια θεοτήτων, που βρέθηκαν στο σημείο, παρά την άγρια λεηλασία που έχει υποστεί ο χώρος, παραπέμπουν σε ένα συγκρότημα ιερού, το οποίο μάλιστα θεωρείται, ότι μπορεί να συνδέεται με τον ηρωοποιημένο Αμύντα Γ΄, πατέρα του Φιλίππου Β΄. Για την επιβεβαίωση της χρήσης του χώρου σημαντικές όμως, ήταν οι κεραμίδες της πεσμένης στέγης του, πάνω στις οποίες είναι αποτυπωμένο το όνομα ΑΜΥΝΤΟΥ.
Ο νεαρός αθλητής της Βέροιας
Ένα από τα λίγα μη οικοδομημένα οικόπεδα στην πόλη της Βέροιας πολύ κοντά στον επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο του Αγίου Παταπίου έκρυβε έναν θησαυρό. Το μαρμάρινο άγαλμα ενός νεαρού με αθλητικό σώμα, που χρονολογείται στους αυτοκρατορικούς χρόνους, την εποχή που η Βέροια ήταν έδρα του Κοινού των Μακεδόνων, κέντρο των πολιτικών και πολιτιστικών εξελίξεων στην περιοχή και συγχρόνως άξονας συνοχής και σημείο αναφοράς των αρχαίων, μακεδονικών παραδόσεων.
Το άγαλμα έχει ύψος περί το ένα μέτρο αλλά δυστυχώς απουσιάζει το κεφάλι του. Είναι γυμνό, με μία χλαμύδα μόνον, που είναι ριγμένη στον αριστερό ώμο και τυλίγεται στο χέρι του. Γενικότερα άλλωστε θυμίζει Απόλλωνα ή Ερμή. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό όμως είναι, ότι πρόκειται για ημίεργο, αν και σε πολύ προχωρημένη κατάσταση. Άγνωστο για ποιο λόγο, ο καλλιτέχνης που το δημιούργησε, δεν το ολοκλήρωσε ποτέ, αφήνοντας όλες τις υποθέσεις ανοιχτές, γιατί μπορεί να συνέβη αυτό πριν από περίπου 2000 χρόνια…
Έτσι όμως, αυτό το μικρό άγαλμα λειτουργεί ως μάθημα αρχαίας γλυπτικής, όχι μόνον όσον αφορά την τεχνοτροπία της εποχής αλλά κυρίως των τεχνικών παραγωγής αυτών των έργων. Είτε ήταν πιστές αντιγραφές ή και πιο ελεύθερες επαναλήψεις διάσημων πρωτοτύπων. Επιπλέον αποτελεί ένα δείγμα της σχολής γλυπτικής της Βέροιας, που εμφάνιζε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στην Ελληνιστική εποχή, για να απογειωθεί στον 2ο -3ο αιώνα όταν βασίλευαν οι Αντωνίνοι και οι «Φιλαλέξανδροι» Σεβήροι.
Ένα μαρμάρινο κεφάλι από τη θάλασσα της Πρέβεζας
Από πεντελικό μάρμαρο ήταν φτιαγμένο το κεφάλι αγάλματος, που εντοπίσθηκε στην θαλάσσια περιοχή της Πρέβεζας από ιδιώτη, ο οποίος και υπέδειξε τη θέση στην Εφορεία Αρχαιοτήτων της περιοχής. Το κεφάλι χρονολογείται στους ρωμαϊκούς χρόνους, πιθανότατα στην περίοδο των Αντωνίνων ή των Σεβήρων (2ος – 3ος μ.Χ. αιώνας) και διασώζεται σε καλή κατάσταση, με μικρές απώλειες σε διάφορα σημεία του προσώπου. Όταν βγήκε όμως στην επιφάνεια ήταν καλυμμένο από διάφορους θαλάσσιους οργανισμούς, που του έδιναν μια αλλόκοσμη εικόνα.
Μεταφέρθηκε βέβαια αμέσως στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νικόπολης για την αφαλάτωση και την συντήρησή του.
Να θυμίσουμε, ότι η αρχαία Νικόπολη, που είχε ιδρυθεί από τους Ρωμαίους, από τον αυτοκράτορα Αύγουστο Οκταβιανό για την ακρίβεια, μετά την νίκη του κατά του Μάρκου Αντώνιου και της Κλεοπάτρας στη ναυμαχία του Ακτίου το 31 π.Χ. ήταν μία πόλη που άκμασε επί αιώνες. Ως τη Βυζαντινή εποχή συγκεκριμένα και εγκαταλείφθηκε μόνον τον 11ο αιώνα, όταν οι βουλγαρικές επιδρομές είχαν καταστρέψει όλη την περιοχή και είχαν εξασθενήσει την άμυνα των κατοίκων.
Η Αμαρυσία Άρτεμις της Ερέτριας
Η Αμαρυσία Άρτεμις ήταν μία ιδιαίτερη υπόσταση της θεάς, που λατρευόταν στην Αμάρυνθο της Ερέτριας και στη γιορτή της γίνονταν μεγάλοι αθλητικοί, μουσικοί και δραματικοί αγώνες, πομπές και θυσίες. Πλήθος λοιπόν ήταν και φέτος τα ευρήματα της ανασκαφής, που έγινε από την Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ευβοίας. Ανάμεσά τους ειδώλια, κοσμήματα, σφραγιδόλιθοι, μία χάλκινη ασπίδα και ένα σιδερένιο κράνος, αλλά και πολλά αγγεία, κάποια από τα οποία μάλιστα είχαν εισαχθεί από την Αττική. Όλα χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 6 ου π.Χ. αιώνα.
Κάτω από τον ναό όμως, που είχε διαστάσεις 10 × 30 μέτρα (δυστυχώς σώζονται μόνον τα θεμέλιά του) εντοπίσθηκαν τουλάχιστον δύο παλαιότερες αρχιτεκτονικές φάσεις, όπως και μία ημικυκλική εστία ή εσχάρα. Από την αρχαιολογική έρευνα, εξάλλου, που έγινε σε άλλα σημεία του ιερού βρέθηκε, μαζί με άλλες κεραμίδες ενός κτιρίου μία πήλινη υδρορροή με λεοντοκεφαλή σε άριστη κατάσταση.
Οι έρευνες συνεχίσθηκαν και στις παρυφές του διπλανού λόφου Παλαιοεκκλησιές, να σημειωθεί μάλιστα ότι ο προϊστορικός οικισμός που βρισκόταν στην κορυφή του αναφέρεται σε πινακίδα της Γραμμικής Β γραφής από το ανάκτορο της Θήβας.
Μια κατάρα από την αρχαία Αθήνα
Πάνω από 55 ονόματα, πολλά από τα οποία γυναικεία ήταν χαραγμένα στο μικρό πήλινο αγγείο, που είχε βρεθεί στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας πριν από χρόνια, αλλά η μελέτη του ολοκληρώθηκε μόλις φέτος, αποκαλύπτοντας τον σκοτεινό κόσμο της μαγείας στην αρχαιότητα. Μαζί με τα ονόματα υπήρχε και ένα κείμενο, που δεν διατηρείται καλά, ωστόσο ξεχωρίζει σαφώς η λέξη «καταδένω», που σημαίνει δένω σφιχτά και μαγεύω. Το παράδοξο περιεχόμενό του άλλωστε, δεν άφηνε και πολλές αμφιβολίες: Το διαμελισμένο κεφάλι και τα κάτω άκρα ενός νεαρού κοτόπουλου αλλά και ένα νόμισμα. Επιπλέον το αγγείο είχε τρυπηθεί με ένα καρφί, που βρέθηκε επίσης.
Όλα συγκλίνουν, πως πρόκειται για μία πράξη μαγείας, από τις πολλές που γίνονταν στην αρχαιότητα, για να χειραγωγήσουν, να πείσουν, να αναστείλουν τις φυσικές και γνωστικές ικανότητες των κατονομαζόμενων ατόμων, να τους προκαλέσουν δηλαδή βλάβη, προκειμένου να ωφεληθούν οι ίδιοι. Όλα αυτά βέβαια γίνονταν ιδιωτικά και μυστικά, ακριβώς για να διατηρούν έναν μυστηριακό χαρακτήρα.
Το αγγείο που χρονολογήθηκε περί το 300 π.Χ. είχε βρεθεί το 2006 κατά τις ανασκαφές της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών από την φοιτήτρια τότε του Πανεπιστημίου Σινσινάτι Μάρσι Χέντλερ ενώ μελετήθηκε τελικά και παρουσιάσθηκε στο περιοδικό Hesperia από την Τζέσικα Λαμόντ, καθηγήτρια Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ. Ποιος ήταν ο λόγος όμως αυτής της κατάρας; Κατά πάσα πιθανότητα μία νομική υπόθεση, κάτι που προκύπτει από τον μεγάλο αριθμό των ονομάτων που αναφέρονται στο αγγείο. Οι δίκες άλλωστε ήταν συνηθέστατες στην αρχαία Αθήνα και τα δικαστήρια ήταν πάντοτε γεμάτα από αντιδίκους, κάτι που σχολιάζεται σκωπτικά και από τον Αριστοφάνη.
Σε μιαν άλλη εκδοχή μπορεί οι κατάρες να είχαν σχέση με τις ταραχές, που συνέβαιναν στην Αθήνα, μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και την κατάρρευση της αυτοκρατορίας, όταν αρκετές φατρίες πολεμούσαν για τον έλεγχο της πόλης.
Το επιτύμβιο της Παιανίας
Βρέθηκαν καθισμένες η μία απέναντι στην άλλη και περίμεναν υπομονετικά κάτω από το χώμα, ώσπου κάποιος να τις φέρει στο φως. Οι δύο γυναικείες μορφές – γλυπτά ενός μαρμάρινου ανάγλυφου, επιτύμβιου μνημείου αποκαλύφθηκαν στην Παιανία στο οικόπεδο όπου προορίζεται να ανεγερθεί το νέο δημαρχείο της περιοχής. Οι δύο γυναίκες είναι σε φυσικό μέγεθος, με την μία από αυτές να φοράει διάφανο χιτώνα και ιμάτιο και να κάθεται σε περίτεχνο κάθισμα. Απέναντί της στέκεται η θεραπαινίδα της με τη θλίψη εμφανή, καθώς στηρίζει το κεφάλι της με το αριστερό χέρι.
Η παράσταση είναι γνωστή από τα επιτύμβια ανάγλυφα του 4ου π.Χ. αιώνα, που τα συναντούμε στα αρχαία νεκροταφεία της εποχής, όπως η περίφημη στήλη της Ηγησούς από το νεκροταφείο του Κεραμεικού (σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο). Είναι βέβαιο εξάλλου, ότι βρισκόταν σε ένα πολυτελές ταφικό μνημείο κι αυτό παραπέμπει στην χρονολόγησή του πριν το 317 π.Χ. γιατί τότε ο Δημήτριος ο Φαληρεύς είχε επιβάλει περιορισμό σε όσους έκαναν προκλητική επίδειξη πλούτου. Έτσι είχε απαγορεύσει την κατασκευή μεγαλόπρεπων ταφικών μνημείων, η οποία είχε λάβει μεγάλες διαστάσεις στην εποχή του. Κάτι ευτυχές για μας σήμερα όμως, αφού μέσω αυτών έχει διασωθεί σπουδαία γλυπτική.
Η έκπληξη από την αρχαία Τενέα
Ένας αποθέτης είναι πάντα η χαρά του αρχαιολόγου, γιατί λειτουργεί σαν την σπηλιά του Αλαντίν. Περιέχει ένα σωρό αντικείμενα, που δεν μπορεί κανείς να τα προβλέψει από πριν, και παρ΄ότι συχνά είναι σπασμένα αποδεικνύονται όμως ιδιαιτέρως πολύτιμα για την κατανόηση του ευρύτερου χώρου. Απόδειξη, ο αποθέτης που ανασκάφηκε στην αρχαία Τενέα κατά τη διάρκεια της φετινής έρευνας υπό τη διεύθυνση της αρχαιολόγου δρ. Έλενας Κόρκα. Σ΄ αυτό το βαθύ άνοιγμα μέσα στο έδαφος λοιπόν –κάτι σαν πηγάδι– όπου οι αρχαίοι πετούσαν ό,τι δεν χρειάζονταν πλέον, βρέθηκαν: Ειδώλια κριαριών, τμήματα από πήλινες εστίες με εγχάρακτη διακόσμηση και από φορητές πήλινες τράπεζες προσφορών με σπειροειδή και εγχάρακτη διακόσμηση, φιάλες με μαύρο και κόκκινο επίχρισμα – άλλες με πόδι και άλλες με δακτυλιόσχημη ή επίπεδη βάση – μεγάλη ποσότητα σφονδυλιών κι ένας μεγάλος αριθμός από άλλα αγγεία, που διατηρούνται αποσπασματικά όπως κύμβες (σαλτσιέρες), αρύταινες (κουτάλες), πινάκια, καθώς και ένα τμήμα λίθινου σκεύους.
Βάθος 4,80 μέτρα είχε αυτός ο αποθέτης, με μορφή κωνική – στένευε πολύ στο τέρμα του – με επιμελημένο χτίσιμο στο εσωτερικό του αλλά και επάλληλα επίπεδα στο ανώτερο τμήμα του, ενδεχομένως για να διευκολύνεται η κάθοδος και η άνοδος. Το ζήτημα όμως είναι, ότι και με αυτό το φετινό εύρημα επιβεβαιώνεται η οργανωμένη κατοίκηση στην περιοχή της Τενέας από την 3η π.Χ. χιλιετία. Και όπως λέει η ανασκαφέας τοποθετείται έτσι, για πρώτη φορά η Τενέα στο χάρτη των πρωτοελλαδικών οικισμών της βορειοανατολικής Πελοποννήσου.
Κατά την φετινή ανασκαφή όμως ολοκληρώθηκε και η έρευνα στο ρωμαϊκό λουτρό, που είχε ξεκινήσει από το 2019. Με έκταση περίπου 800 τ.μ. αυτά τα δημόσια λουτρά θεμελιώθηκαν πιθανότατα, λίγο πριν τα μέσα του 2ου μ.Χ. αιώνα και στη συνέχεια ακολούθησαν δύο νέες οικοδομικές φάσεις, στον 4ο μ.Χ. και μία στον 5ο μ.Χ. Είχαν τρία θερμά δωμάτια (caldaria) με μικρές πισίνες, υποδαπέδια και εντοίχια θέρμανση και τρία praefurnia (ζεστά μπάνια), δύο δωμάτια κρύου και χλιαρού λουτρού, εκ των οποίων το ένα είναι η piscina frigida (δεξαμενή ζεστού νερού), χώρους απόδυσης και ποδολουτήρες, βεσπασιανές, επίσης μία δεξαμενή φίλτρανσης νερού, δεξαμενή περισυλλογής βρόχινων υδάτων, υδατόπυργο και χώρους αποθήκευσης καύσιμης ύλης.
Μυκηναϊκά ξίφη από την Τραπεζά της Αιγιάλειας μιλούν για την Ιλιάδα
Εντυπωσιακά μυκηναϊκά ξίφη, όπλα ανακτορικών εργαστηρίων ήταν αυτά, που ανακαλύφθηκαν στην Τραπεζά της Αιγιάλειας, όπου γίνονται ανασκαφές σε ένα μυκηναϊκό νεκροταφείο, τα ευρήματα του οποίου το συνδέουν με το βασίλειο του Αγαμέμνονα των Μυκηνών!
Κι όχι μόνον αυτό, καθώς παραπέμπουν και στο Έπος της Ιλιάδας και τη μυθολογική παράδοση που μας παραδίδεται. Γιατί σύμφωνα με αυτή, η Αχαΐα ανήκε στο βασίλειο του Αγαμέμνονα και ο άνακτας των Μυκηνών συγκέντρωσε στο γειτονικό Αίγιο τους αξιολογότερους άνδρες, προκειμένου να συσκεφθούν με ποιον τρόπο πρέπει να γίνει η εκστρατεία εναντίον του κράτους το Πριάμου.
Τα ξίφη ήταν τρία και διατηρούνται εξαιρετικά, καθώς σε δύο από αυτά έχει διασωθεί μέρος από τις ξύλινες λαβές τους, παρά τις χιλιετίες που έχουν περάσει. Εντοπίσθηκαν στον θάλαμο ενός τάφου όπου υπήρχαν ταφές του 14ου και του 12ου π.Χ. αιώνα. Εκεί, ανάμεσα στα οστά και στα κτερίσματα που συνόδευαν αυτές τις παλαιότερες ταφές (χάντρες από γυαλί και κορναλίνη, πήλινο ειδώλιο αλόγου), είχε τοποθετηθεί το ένα χάλκινο ξίφος. Δύο ακόμη βρέθηκαν στη βάση του σωρού των οστών.
Η ανασκαφή στη νεκρόπολη, που διεξάγεται υπό την διεύθυνση του δρα Ανδρέα Γ. Βόρδου, αρχαιολόγου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αχαΐας έδωσε όμως και άλλα πολύτιμα κτερίσματα. Όπως αγγεία, πλήθος από σφραγιδόλιθους και κάθε είδους χάντρες και ψήφους από ποικίλα υλικά – γυαλί, φαγεντιανή, χρυσό, κορνεόλη, ορεία κρύσταλλο – συνθέτοντας περιδέραια και περίτεχνα κοσμήματα, όπως και χρυσά περίαπτα σε σχήμα βουκράνων που παραπέμπουν στις εμπορικές σχέσεις με το ανατολικό Αιγαίο και την Κύπρο.
Το ταυράκι της αρχαίας Ολυμπίας προσφορά στον Δία
Στην αρχαία Ολυμπία ένα μικρό, χάλκινο ειδώλιο ταύρου είχε ξεπηδήσει μέσα από το χώμα, ύστερα από τις έντονες βροχοπτώσεις. Εντοπίσθηκε μόνο χάρις στην παρατηρητικότητα της αρχαιολόγου κυρίας Ζαχαρούλας Λεβεντούρη, που είδε το ένα του κέρατο να εξέχει από το έδαφος κι έτσι περισυλλέχθηκε και δέχθηκε τη φροντίδα των συντηρητών.
Είναι σε άριστη κατάσταση ωστόσο, ακέραιο και καλοφτιαγμένο, όπως ήταν τα χιλιάδες αναθήματα που αφιέρωναν οι άνθρωποι στον πανίσχυρο Δία, στο μεγάλο του ιερό της Ολυμπίας κατά την Γεωμετρική εποχή (1050 – 700 π.Χ.). Το ταυράκι, όπως και τα δεκάδες παρόμοια ειδώλια, που απεικονίζουν ζώα ή ανθρώπινες μορφές φαίνεται πως είχε προσφερθεί από κάποιον πιστό κατά την ώρα της θυσίας, κάτι που μαρτυρείται από τα έντονα ίχνη καύσης στις επικαθίσεις και τα ιζήματα που αφαιρέθηκαν κατά τον καθαρισμό του.
Ο ταύρος και ο ίππος ήταν από τα πιο σημαντικά ζώα για την επιβίωση του ανθρώπου από τα αρχαιότατα χρόνια –ως και τη σύγχρονη εποχή ακόμη– έτσι είχε αποκτήσει ιδιαίτερο ρόλο στη λατρεία των θεών της αρχαιότητας. Ήταν δηλαδή ένα προσφιλές αντικείμενο, που πρόσφεραν οι πιστοί για τον εξευμενισμό των θεών τους, για να τους παρακαλέσουν ή για να δείξουν την ευχαρίστηση και την ευγνωμοσύνη τους.
Ένα μαρμάρινο γυναικείο άγαλμα από την Επίδαυρο
Στην εκπνοή του χρόνου η αρχαία Επίδαυρος μας επιφύλαξε ένα ωραίο εύρημα, χάρις και στη βροχόπτωση των ημερών. Το μαρμάρινο γυναικείο άγαλμα, που ήρθε στο φως βρισκόταν εκεί για αιώνες και ξαφνικά αποφάσισε να φανερωθεί ενώ η κανονική ανασκαφική περίοδος είχε λήξει. Σημασία έχει, ότι είναι ένα πολύ καλής ποιότητας έργο και είναι κρίμα που δεν έχει σωθεί ακέραιο, καθώς λείπουν τα χέρια που ήταν πρόσθετα αλλά και το κεφάλι, που μπορεί να έσπασε κατά την πτώση του γλυπτού αφήνοντας στη θέση του όμως, τον ένθετο όλμο της στερέωσής του. Όσο για την χρονολόγησή του, μία πρώτη εκτίμηση το τοποθετεί στους αυτοκρατορικούς Ρωμαϊκούς χρόνους.
Το άγαλμα παριστάνει μια γυναίκα, που φοράει ποδήρη χιτώνα και ιμάτιο με πλούσιες πτυχές. Στερεώνεται μάλιστα στον έναν ώμο και η μία άκρη του περνάει πίσω από την πλάτη, κάτω από τη δεξιά μασχάλη και τελικά ρίχνεται όλο χάρη πίσω, πάνω από τον αριστερό ώμο. Επιπλέον η θέση του δεξιού χεριού δείχνει ότι η μορφή αυτή έκανε την χειρονομία της λεγόμενης «ανακάλυψης», δηλαδή σήκωνε ελαφρά το ιμάτιό της προς τα πάνω.
Μία κίνηση, που ήταν χαρακτηριστική των εγγάμων γυναικών στην αρχαιότητα, αλλά με την ίδια απεικονιζόταν συχνά και η Υγεία, που ήταν σύζυγος ή κόρη του Ασκληπιού. Αν λοιπόν πρόκειται τελικά για την Υγεία μένει να αποδειχθεί. Το άγαλμα πάντως μεταφέρθηκε στην αποθήκη του Ασκληπιείου της αρχαίας Επιδαύρου για φύλαξη, καθαρισμό και συντήρηση.
Θυμίζουμε ότι στην αρχαία Επίδαυρο βρίσκεται σε εξέλιξη η ανασκαφή του Πανεπιστημίου Αθηνών υπό τον καθηγητή κ. Βασίλη Λαμπρινουδάκη.
Σύστημα υδροδότησης στο Δεσποτικό του 6ου π.Χ. αιώνα
Πολύτιμο το νερό ανέκαθεν για τις Κυκλάδες και οι άνθρωποι από την αρχαιότητα έκαναν το καλύτερο δυνατό για την συλλογή του, ώστε να μην πηγαίνει χαμένο. Μια απόδειξη είναι το οργανωμένο σύστημα του 6ου π.Χ. αιώνα και νωρίτερα ακόμη, που αποκαλύφθηκε στο Δεσποτικό τη νησίδα, κοντά στην Πάρο και την Αντίπαρο, κατά την ανασκαφή της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων υπό τη διεύθυνση του αρχαιολόγου Γιάννου Κουράγιου.
Πρόκειται για τέσσερις δεξαμενές, που αρχίζουν από ένα μικρό λόφο με μεγάλη κλίση και στη συνέχεια κατηφορίζουν προς τα επίπεδα μέρη του νησιού, συνδεδεμένες μεταξύ τους με αγωγούς, που μετέφεραν το νερό. Στην κορυφή του μάλιστα, όπως λέει ο κ. Κουράγιος υπήρχε προφανώς και μία πηγή, η οποία όμως δεν έχει εντοπισθεί ακόμη.
Το νερό άλλωστε ήταν απαραίτητο για τους πολυάριθμους επισκέπτες, που έφθαναν στο ιερό του Απόλλωνα στο Δεσποτικό, ένα τα μεγαλύτερα λατρευτικά κέντρα στο Αιγαίο, που όπως φαίνεται ιδρύθηκε περί τον 9ο -8ο π.Χ. για να φθάσει στην μέγιστη ακμή του στον 6ο π.Χ. «Ένα τόσο μεγάλο έργο συλλογής και διαχείρισης σε αυτή την περίοδο δεν εκπλήσσει, αφού η επισκεψιμότητα στο ιερό θα ήταν υψηλή και οι απαιτήσεις σε νερό μεγάλες για την τροφοδοσία του ιερού και των επισκεπτών, τις καλλιέργειες και την τροφοδοσία πλοίων», επιβεβαιώνει ο ανασκαφέας.
Φέτος όμως ολοκληρώθηκαν και οι εργασίες αναστήλωσης στον αρχαϊκό ναό και είναι πλέον κατανοητή η τρίτη διάσταση του μνημείου, που δεσπόζει στο χώρο αλλά και η η αναστήλωση στο εστιατόριο του ιερού.
Η Ζώμινθος του Ψηλορείτη και η αυλή των τελετουργιών
Στον Ψηλορείτη, στα 1.200 μέτρα ανέβηκε για μία ακόμη φορά φέτος το καλοκαίρι η δρ. Έφη Σαπουνά – Σακελλαράκη για την ανασκαφή του μινωικού ανακτόρου των βουνών, όπως χαρακτηρίζεται η Ζώμινθος. Κι αυτό, γιατί πρόκειται για το μοναδικό ανάκτορο που βρίσκεται σε τέτοιο υψόμετρο, στα μισά του δρόμου για το περίφημο Ιδαίον ΄Αντρον, τόπο λατρείας σε βάθος αιώνων. Ένα ακμάζον θρησκευτικό κέντρο ήταν και η Ζώμινθος, καθώς οι άρχοντες της Κνωσού είχαν δημιουργήσει αυτήν την ενδιάμεση ανακτορική εγκατάσταση, τόσο για τον έλεγχο του ιερού, όσο και για την εκμετάλλευση του πλούτου του βουνού, επίσης όμως και για λόγους καλύτερης πρόσβασης των προσκυνητών, αφού για πολλούς μήνες το χειμώνα το Ιδαίον Άντρον ήταν απροσπέλαστο.
Τεράστιο και πολυτελές με έκταση 1.800 τ.μ. ήταν το ανάκτορο της Ζωμίνθου, που είχε 71 δωμάτια στο ισόγειο, εργαστήρια και αποθήκες. Λειτούργησε σε δύο φάσεις: Μία στην Παλαιοανακτορική περίοδο από το 1900 π.Χ. και την δεύτερη στην Νεοανακτορική (1700-1600 π.Χ.) ώσπου καταστράφηκε από σεισμό. Φέτος ήρθε στο φως μία αυλή του, εκεί που γίνονταν τελετουργίες του ιερατείου και λάμβαναν χώρα αθλοπαιδιές.
Αυτός ο υπαίθριος χώρος – αυλή ήταν απαραίτητος για την λειτουργία των μινωικών ανακτόρων και σ΄αυτόν καταλήγει ένας διάδρομος από το εσωτερικό του κτιρίου. Όπως στην Κνωσό, στις Αρχάνες και στη Φαιστό πρόκειται για τον διάδρομο πάνω στον οποίο – όπως φαίνεται από μικρογραφικές τοιχογραφίες της Κνωσού– περπατούν γυναίκες με το γνωστό μινωικό ένδυμα και τα χέρια υψωμένα σε τελετουργικές κινήσεις. Από παράθυρα του κτιρίου εξάλλου, φαίνεται να παρακολουθούν τα δρώμενα άλλες γυναικείες ενώ ανδρικές μορφές βρίσκονται στην αυλή.
Κάτω από αυτήν την πλακόστρωτη αυλή εξάλλου εντοπίσθηκαν κτίσματα της παλαιότερης φάσης του (από το 1900 π.Χ.). επιβεβαιώνοντας, ότι το αρχαιότερο ανάκτορο ήταν σαφώς μεγαλύτερο. Πλήθος και τα κινητά ευρήματα που αποκαλύφθηκαν κάτω από τις πλάκες της αυλής, όπως οι λεγόμενες «αυγοθήκες» (eggcups), κωνικά κύπελλα διαφόρων τύπων, πινάκια, δίσκοι, κυλινδρικά ανάγλυφα σκεύη του λεγομένου τύπου «snaketubes», καρποδόχες μεγάλες ή μικροσκοπικές, τμήματα ορείας κρυστάλλου, λίθινο ένθεμα σε σκεύος κ.ά. Πολλά από τα αγγεία μάλιστα ήταν τοποθετημένα σε θρανία.
Να σημειωθεί, ότι το ανάκτορο της Ζωμίνθου είναι υποψήφιο προς ένταξη στον κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, μαζί με την Κνωσό, την Φαιστό, τα Μάλια, τη Ζάκρο και την αρχαία Κυδωνία.
Στα Κύθηρα αναζητώντας το πλοίο του Έλγιν
Στις 17 Σεπτεμβρίου του 1802 ο «Μέντωρ», το σκάφος που είχε ναυλώσει ο Έλγιν για την μεταφορά των κλεμμένων Γλυπτών του Παρθενώνα και άλλων αρχαίων στη Βρετανία ναυάγησε στα Κύθηρα. Τεράστια επιχείρηση οργανώθηκε τότε για την ανέλκυση των αρχαίων έργων, όμως ό,τι άλλο βρισκόταν στο πλοίο παρέμεινε στο βυθό.
Τμήματα από το σκαρί του, ακόμη όμως και προσωπικά αντικείμενα των επιβατών του φέρνουν στο φως οι υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες που γίνονται από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων υπό την διεύθυνση του αρχαιολόγου, δρ. Δημήτρη Κουρκουμέλη.
Για πρώτη φορά έτσι βρέθηκαν τμήματα από δερμάτινα υποδήματα, πόρπες υποδημάτων και ζωνών και άλλα μικροαντικείμενα, όπως ένα μικρό νόμισμα/μάρκα που χρησιμοποιούταν κυρίως σε χαρτοπαίγνια. Επίσης δύο πιόνια σκακιού (τα προηγούμενα χρόνια είχαν βρεθεί και άλλα έξι πιόνια, πιθανώς από το ίδιο σύνολο), νομίσματα και θραύσματα μαγειρικών και άλλων σκευών.
Στο χώρο της ανασκαφής εξάλλου βρέθηκαν πολλά ξύλα, τόσο από το πέτσωμα του πλοίου, όσο και τμήματα νομέων. Τα τμήματα αυτά ήταν διάσπαρτα και χωρίς συγκεκριμένη διάταξη, μαρτυρώντας τη γενικότερη καταστροφή που είχε συμβεί κατά τη βύθιση του σκάφους όσο όμως και κατά τις μετέπειτα εργασίες ανέλκυσης του φορτίου του.
Διαβάστε επίσης:
Οι εκπλήξεις του 2021: Χαμένα αριστουργήματα, έργα τέχνης, σκηνές ιστορίας, βασιλικοί θησαυροί, μυστήρια
Καρποί, αρχαία σύμβολα αφθονίας, ευημερίας και καλής τύχης τα γούρια του 2022 από τα μουσεία
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- ΟΗΕ: Ζητάει «Δίκαιες και ελεύθερες» εκλογές μετά τη μεταβατική περίοδο στη Συρία
- Γαλλία: Η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν προσβλέπει σε πρόωρες προεδρικές εκλογές
- Γεραπετρίτης: Η ένταξη της Σερβίας στην ΕΕ αποτελεί γεωπολιτικής φύσεως αναγκαιότητα
- Ρωσία: Ο έλεγχος των πυρηνικών εξοπλισμών ανήκει στο παρελθόν