«Όταν είδα για πρώτη φορά τo ‘Σαμψών και Δαλιδά’ της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου, το 1987, σκέφτηκα αμέσως, ότι δεν θα μπορούσε να το έχει ζωγραφίσει ο Ρούμπενς. Υπέθεσα ότι ήταν ένα αντίγραφο, ένα αντίγραφο του 20ού αιώνα».

Η Ελληνίδα εικαστικός και ερευνήτρια Ευφροσύνη Δοξιάδη είναι για μια ακόμη φορά κατηγορηματική στις δηλώσεις της στο Spiegel International αναφορικά με τον συγκεκριμένο πίνακα. Πόσο μάλλον τώρα, που δικαιώνεται η αμφισβήτησή της για την αυθεντικότητα του πίνακα, μέσω της πρωτοποριακής τεχνολογίας της τεχνητής νοημοσύνη, καθώς διαπιστώνεται, ύστερα από μια σειρά εξειδικευμένων δοκιμών, ότι η πιθανότητα ο πίνακας να είναι πλαστός υπερβαίνει το 91%. Κάτι που δεν αντιπροσωπεύει βεβαίως τα 5,4 εκατομμύρια δολάρια που είχαν δοθεί το 1980 για την απόκτησή του.

Για την μελέτη του έργου με την νέα αυτή μέθοδο χρησιμοποιήθηκαν συγκριτικά 148 αυθεντικοί -μη αμφισβητούμενοι δηλαδή- πίνακες του Ρούμπενς και τα αποτελέσματα ήταν συντριπτικά: «Κάθε κομμάτι, κάθε τετραγωνάκι του πίνακα, βγήκε ψεύτικο, σε ποσοστό άνω του 90%», δήλωσε σοκαρισμένη η Καρίνα Ποπόβιτσι, η επιστήμονας που ίδρυσε την ελβετική εταιρεία Art Recognition, η οποία πραγματοποίησε τη μελέτη. Στη συνέχεια τα τεστ επαναλήφθηκαν, αλλά κάθε φορά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο.

«Η ανάλυση έδωσε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά μη γνησιότητας που έχουν βρεθεί ποτέ», επαναλαμβάνει η ερευνήτρια, η εταιρεία της οποίας έχει μελετήσει με την ίδια μέθοδο περί τα 400 έργα ως σήμερα. Αντίθετα ένα άλλο έργο του Ρούμπενς, που ανήκει επίσης στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, το «A view of het steen in early morning» αποδίδεται στον καλλιτέχνη κατά 98,76%.

Το «Σαμψών και Δαλιδά» αποτελεί εδώ και χρόνια αντικείμενο διαμάχης, στην οποία ενεργό μέρος έλαβε η κυρία Δοξιάδη ως γνώστης του έργου του Ρούμπενς. Η ίδια είχε υποβάλλει τις ανησυχίες της μαζί με άλλους συναδέλφους της από το 1992 στην Πινακοθήκη ενώ αμφισβητήσεις είχαν εκφραστεί ήδη από την πώλησή του από τους Christie΄s εξαιτίας της μη χρονολόγησής του.

«Σαμψών και Δαλιδά», το έργο του Ρούμπενς που θεωρείται πλαστό

Τα ερωτήματα

Ανάμεσα στα αναπάντητα ερωτήματα που έχουν τεθεί είναι, γιατί το έργο δεν είναι ζωγραφισμένο σε πάνελ βαλανιδιάς, όπως συμβαίνει με όλα τα έργα του Ρούμπενς αλλά και γιατί τα δάκτυλα του δεξιού ποδιού του είναι «κομμένα» από τον πίνακα σαν να μην χωρούσαν! Αμφιβολίες διατυπώνονται και για τα χρώματα του συγκεκριμένου πίνακα, που είναι διαφορετικά της παλέτας του Φλαμανδού ζωγράφου. Κάτι για το οποίο το μουσείο απαντά, ότι οφείλεται στο γεγονός, ότι το έργο ζωγραφίστηκε σε μία περίοδο πειραματισμού του Ρούμπενς, παρ΄ότι όμως, το πιο γνωστό έργο του της ίδιας περιόδου, «The Raising of the Cross» φέρει τα πιο γνωστά χαρακτηριστικά του στυλ του.

Το έργο «The Raising of the Cross» της ίδιας εποχής με το «Σαμψών και Δαλιδά»

Ακόμη πιο καταδικαστική είναι η προέλευση του πίνακα. Συγκεκριμένα, και όπως επισήμως αναφέρεται, τον είχε παραγγείλει στον Ρούμπενς ένας αξιωματούχος της πόλης της Αμβέρσας, ονόματι Nicolaas Rockox, γύρω στο 1609. Μόλις δηλαδή ο ζωγράφος είχε επιστρέψει στην πατρίδα του μετά από οκταετή θητεία στην Ιταλία. Μετά τον θάνατο όμως του Rockox το 1640, ο πίνακας εξαφανίστηκε για να επανεμφανιστεί στο Παρίσι το 1929! Τότε όμως αποδόθηκε στον Gerrit van Honthorst.

Στη συνέχεια, ο Ludwig Burchard, ένας ειδικός στον Ρούμπενς, όπως θεωρείτο, υπέγραψε πιστοποιητικό γνησιότητας για το έργο και όλα υποτίθεται ότι τέλειωναν εκεί. Μόνον που μετά τον θάνατο του Burchard το 1960, ήρθε στο φως, ότι είχε εκδώσει πιστοποιητικά γνησιότητας για πάνω από 60 ύποπτα ως πλαστά, έργα του Ρούμπενς για ίδιον όφελος φυσικά…

Η εικαστικός, ερευνήτρια και συγγραφέας Ευφροσύνη Δοξιάδη

Η Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου πάντως, έχοντας αντικρούσει τις ενστάσεις για το έργο, τώρα ανακοινώνει ότι αναμένει την πλήρη έρευνα για να την αξιολογήσει. Στο μεταξύ όμως εξακολουθεί να το χαρακτηρίζει ως ένα από τα 30 αξιοθέατα της συλλογής της.

Διαβάστε επίσης:

Μητσοτάκης και Μακρόν: Τα έργα που τους μάγεψαν στο Λούβρο

Αφιέρωμα στον σκηνοθέτη και εικαστικό Άντριου Λέβιτας στο Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή

Γιάννης Βαρελάς: Στη Βιέννη, στο ρόλο του επιμελητή, με σαράντα «φίλους» του