ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
O Χρήστος Χωμενίδης ενσαρκώνει τη ρήση άδραξε τη μέρα. Εκδίδει βιβλία σαν χείμαρρος. Αλλά στο τελευταίο του βιβλίο (συρραφή ιστοριών) με τον γριφώδη τίτλο Ξέρει η πάπια που είναι η λίμνη (εκδ. Πατάκη, 2024) εκφράζει κάποια στιγμή σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, τις ανησυχίες ενός ανθρώπου του καθήκοντος, που ενδόμυχα εύχεται να ζούσε επικινδύνως.
Να ακροβατώ έξω νόμου
Γράφει:
«Μέσα µου ζει ένας σκάνταλος τύπος, ένας καλικάντζαρος. Θα λαχταρούσε η ζωή µου όλη να είναι πιρουέτες.
Να ακροβατώ έξω νου και νόµου, να παραβιάζω ωράρια και να γονιµοποιώ ωάρια, να αδιαφορώ για τις συνέπειες των πράξεών µου – σάµπως αυτοί που τις µετρούν και τις ξαναµετρούν βγάζουν καµία άκρη; ξεφεύγουν µήπως από το τυχαίο κι από το πρόσκαιρο της ύπαρξης;
Να νιώθω τις στιγµές σαν νότες, να υπακούω στον εσωτερικό µου µονάχα ρυθµό… Μέσα µου επιµένει να χοροπηδάει το πιτσιρίκι εκείνο που έκανε διαρκώς ζηµιές, που έβγαζε σε όλους γλώσσα, που ο κόσµος του ήταν άγραφο χαρτί, άλλοτε το ζωγράφιζε, άλλοτε το µουτζούρωνε, κάποτε του έβαζε φωτιά…
Εγώ είμαι δέντρο
Θαυµάζω όσους ξεκινούν για το περίπτερο και βρίσκονται στην άλλη άκρη του κόσµου. Τους όπου γης και πατρίς, τους ανθρώπους-πουλιά. Εγώ είµαι δέντρο. Γίνεται δέντρο το πουλί, πουλί το δέντρο; Ως δέντρο τι µπορείς να ελπίζεις;
Να δροσίζεις όποιους ξαποσταίνουν στον ίσκιο σου. Να σε προτιµούν τα φτερωτά, για να φτιάχνουν τις φωλιές τους. Να απολαµβάνουν τους καρπούς σου τα σκιούρια και οι αλεπουδίτσες.
Κυρίως δε, όταν σηκώνεται άνεµος, να φουσκώνουν οι φυλλωσιές σου σαν πανιά καραβιού κι ας σε κρατούν οι ρίζες σου στο ίδιο µέρος. Να κάνεις τον αέρα µουσική κι η µουσική σου να φτάνει εκεί που εσύ δεν θα βρεθείς ποτέ. “Πάλι τραγουδάει το δέντρο…” να λένε».
Κοιμόμουν σε ένα ντιβάνι
Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ο Χρήστος Χωμενίδης μοιάζει το ακριβώς αντίθετο από αυτό το ανθρωπάκι.
Ένας άνθρωπος που ζει αντισυμβατικά αλλά και μέσα στην κοινωνία. Θεωρείται για το ευρύ κοινό σοφός και ελαφρώς ψιλομύτης, λίγο sui generis, αλλά εντούτοις δικαιολογημένα αφού παραμένει ιδιοφυής.
Ο Χρήστος Χωμενίδης άλλωστε έγραψε το φημισμένο Σοφό παιδί (Εστία, 1993) σε ηλικία είκοσι τριών ετών, όσο σπούδαζε ακόμη στη Νομική Αθήνας. Αμέσως καθιερώθηκε στα γράμματα.
«Το μόνο που θυμάμαι θετικά από την προ του 1974 ζωή μου είναι ότι είχα ξυρισμένο κεφάλι και το χειμώνα κρύωνα, καθώς κοιμόμουν σ’ ένα ντιβάνι στο μαγειρείο πλάτη με πλάτη με τον αδελφό μου, ενώ το μοναδικό θερμαντικό σώμα στο σπίτι μας, μια σόμπα με κάρβουνα, βρισκότανε στη σάλα όπου και το διπλό κρεβάτι των γονέων μας».
Άτακτος
Τι ζωντανές εικόνες. Με το ίδιο νεύρο συνεχίζει μέχρι τέλους.
Προηγουμένως πήρξε τρόφιμος στο Κολλέγιο Αθηνών (καλός μαθητής, αλλά άτακτος).
Οι γονείς του προέρχονταν από πολιτικές προσωπικότητες. Παππούς του υπήρξε ο συνιδρυτής του ΕΑΜ Χρήστος Χωμενίδης και από την πλευρά της μητέρας του ο γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ προπολεμικά Βασίλης Νεφελούδης. Αδελφός της γιαγιάς του από την πλευρά του πατέρα του, ο Δημήτρης Γληνός.
Όλα αυτά ο Χρήστος Χωμενίδης τζούνιορ τα έχει περιγράψει στο τιμημένο με το περίοπτο Βραβείο ευρωπαϊκού βιβλίου, Νίκη (εκδ. Πατάκη, 2014).
Στα προσωπικά του ζητήματα συζητήθηκε αρκετά προτού δημιουργήσει οικογένεια με την ηθοποιό Γωγώ Μπρέμπου και αποκτήσουν την κόρη τους. Την έχουν ονομάσει Νίκη, όπως και τη γιαγιά της.
Ποια πάπια;
Τίποτα το μπανάλ δεν διακρίνεται στη ζωή του. Ωστόσο, όπως έχει επισημάνει ο Χρήστος Χωμενίδης, «ό,τι γράφει κανείς βασίζεται σε αυτοβιογραφικά στοιχεία, σημασία έχει πώς μετατρέπεται σε τέχνη αυτή η εμπειρία» (ελεύθερη μεταγραφή). Ίσως ψήγματα αυτού του σταθερού ανθρώπου που περιγράφει στην παραπάνω ιστορία, να υπάρχουν και μέσα του.
Συνολικά, το βιβλίο περιλαμβάνει περίπου εξήντα ιστορίες με συνδετικό στοιχείο το εκλεπτυσμένο, σουρεάλ χιούμορ.
Για παράδειγμα, στην πρώτη από αυτές με τίτλο το σαλάχι, ο Χρήστος Χωμενίδης μπαίνει στην ψυχή και στο μυαλό ενός ψαριού.
Ο συγγραφέας έκλεψε τον ευφάνταστο τίτλο του βιβλίου του από ένα μπαρ στα Εξάρχεια. Στον μαυροπίνακα που ήταν καρφιτσωμένος στον τοίχο διέκρινε την απρόσμενη ερώτηση, Ξέρει η πάπια που είναι η λίμνη;
Ο Χρήστος Χωμενίδης δεν χρειαζόταν επιπλέον ερεθίσματα. Εξάλλου, έχει εκφράσει την αγάπη του για τις πάπιες. Και ιδίως σε μία πολύ συγκεκριμένη πάπια…
Μα πια πάπια;