Περί τα 400 χρόνια πριν, μια τολμηρή γυναίκα της εποχής, μία ζωγράφος με θέληση, δύναμη και απίστευτο ταλέντο φθάνει στη Φλωρεντία και παίρνει την πρώτη της παραγγελία: Να κοσμήσει την οροφή της Κάζα Μπουοναρότι, που υπήρξε στο όχι πολύ μακρινό παρελθόν, κατοικία του μεγάλου αναγεννησιακού δασκάλου Μικελάντζελο, με ένα έργο της. Είναι η Αρτεμισία Τζεντιλέσκι, η οποία ζωγραφίζει, το 1616 ένα γυναικείο γυμνό με τίτλο «Η Αλληγορία της Κλίσης».

Λιγότερο από μισό αιώνα αργότερα όμως, το γυμνό σκανδαλίζει τους νέους κατοίκους του σπιτιού και λογοκρίνεται. Ένας άλλος ζωγράφος πλέον, καλείται να «σκεπάσει» τα επίμαχα σημεία του πίνακα με ένα βαρύ μπλε πέπλο.

Με τη νέα του μορφή, το έργο πορεύεται έτσι, μέσα στους αιώνες για να φθάσει όμως στο σήμερα, που χάρις στην τεχνολογία της ψηφιακής απεικόνισης και άλλων διαγνωστικών εργαλείων, η αρχική του σύνθεση αποκαλύπτεται σε όλο το γυμνό μεγαλείο της.

Για να γίνει αυτό, χρειάστηκε να κατεβεί ο πίνακας από την οροφή για πρώτη φορά στην ιστορία του και τότε οι συντηρητές εξέτασαν κάθε νανόμετρο και κάθε λεπτό στρώμα χρώματος, ένας ανακλαστήρας μπόρεσε να κοιτάξει κάτω από το πέπλο ενώ η χημική ανάλυση ήταν σε θέση να αναγνωρίσει κάθε χρωστική ουσία που χρησιμοποιούσε η καλλιτέχνης.

Έτσι ξεχώρισαν οι μεταγενέστερες προσθήκες και η αναδημιουργημένη εικόνα ήρθε στο φως.

Σήμερα μάλιστα αποτελεί το αστέρι της έκθεσης «Η Αρτεμισία στο Μουσείο του Μικελάντζελο», που πραγματοποιείται στην Κάζα Μπουοναρότι και είναι αφιερωμένη στη σπουδαία και παραγνωρισμένη επί μακρόν, ζωγράφο.

Το αυθεντικό έργο, του 1616, που αποκαλύφθηκε με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας
Το αυθεντικό έργο, του 1616, που αποκαλύφθηκε με τη χρήση σύγχρονης τεχνολογίας

Η αυτοπροσωπογραφία και ο Γαλιλαίος

Τον πίνακα είχε παραγγείλει ο ανιψιός του Μιχαήλ Άγγελου, ο Μικελάντζελο Μπουοναρότι ο Νεότερος, ως μέρος μιας σειράς από έργα 15 νεαρών καλλιτεχνών της Τοσκάνης, αποτείοντας έτσι φόρο τιμής στον διάσημο καλλιτέχνη.

Σε καθέναν από αυτούς ανατέθηκε να παρουσιάσει την αλληγορία μιας αρετής, που να σχετίζεται με τον Μιχαήλ Άγγελο και στην Αρτεμισία ανατέθηκε η «Αλληγορία της Κλίσης» ή αλλιώς την τάση για την δημιουργία τέχνης.

Η Αρτεμισία είχε φθάσει μόλις πριν λίγα χρόνια στη Φλωρεντία, το 1612 αλλά είχε διακριθεί αμέσως, καθώς μάλιστα υπήρξε η πρώτη γυναίκα, που έγινε δεκτή στην Ακαδημία των Τεχνών ενώ ήδη απολάμβανε και την προστασία του Οίκου των Μεδίκων.

Τα περιγράμματα της μορφής, που εντοπίζονται στο ορατό φως
Τα περιγράμματα της μορφής, που εντοπίζονται στο ορατό φως

Η ζωγράφος, που βρισκόταν σε προχωρημένη εγκυμοσύνη εκείνη την εποχή υλοποίησε την παραγγελία της απεικονίζοντας τη μορφή μιας γυμνής νεαρής γυναίκας, που κρατά πυξίδα.

Για τους σύγχρονους μελετητές μάλιστα, το έργο της περιλαμβάνει μια πιθανή αναφορά σε ένα άλλο μέλος της ακαδημίας και προσωπικό της φίλο, τον αστρονόμο Γαλιλαίο, μέσω από την παρουσία της πυξίδας.

Όπως πιστεύεται εξάλλου, το θέμα του πίνακα είναι η ίδια η Αρτεμισία, κάτι που επαναλαμβάνεται σε πολλά έργα της, καθώς οι ηρωίδες της είναι συχνά αυτοπροσωπογραφίες.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, η Αρτεμισία πληρώθηκε τρεις φορές περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο καλλιτέχνη που συμμετείχε στη σειρά.

Το δακτυλικό αποτύπωμα

Ήταν ο Λεονάρντο ντα Μπουοναρότο, ανιψιός του Μικελάντζελο του Νεότερου, που το θέαμα της γυμνής γυναικείας μορφής στο ταβάνι του σπιτιού, μία μη «οικογενειακή» εικόνα, τον έκανε να ζητήσει την κάλυψή της.

Το έργο ανέλαβε το 1684 ο Μπαλτασάρε Φραντσεσκίνι (αλλιώς Ιλ Βολτεράνο) προκειμένου να προσθέσει το πέπλο στα ιδιωτικά μέρη της φιγούρας.

Η «αποκάλυψή» του διήρκεσε επί ένα έτος. Χρειάστηκε μια ακτινογραφία για να δουν οι επιστήμονες μέσα από τη λευκή χρωστική ουσία μολύβδου που καλύπτει τους μηρούς της φιγούρας.

Ενώ μετά από έναν προσεκτικό καθαρισμό, που αφαίρεσε αιώνες επικαθίσεων έγινε ορατός ο αφαλός της φιγούρας ακόμη όμως και ένα δακτυλικό αποτύπωμα στη γάμπα της, παγωμένο στο χρόνο από τη δημιουργία του έργου.

Το έργο σε απεικόνιση ακτίνων Χ.
Το έργο σε απεικόνιση ακτίνων Χ

«Το δακτυλικό αποτύπωμα έγινε, όταν το αρχικό χρώμα ήταν βρεγμένο και είναι πολύ πιθανό να ανήκει στην ίδια την Αρτεμισία», όπως λέει επικεφαλής επιμελήτρια της αποκατάστασης Ελίζαμπεθ Γουίκς. Προσθέτει όμως, ότι τελικά «Το πέπλο δεν πρόκειται να αφαιρεθεί από τον πίνακα».

Κι αυτό, γιατί «η αφαίρεση του παχύ στρώματος από το χρώμα που εφάρμοσε ο Ιλ Βολτεράνο, περί τον μισό αιώνα μετά τη δημιουργία του πρωτότυπου θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο το λεπτό λούστρο της Αρτεμισίας, ακριβώς κάτω από την υπερβολική βαφή».

Εξάλλου, θεωρείται ότι και η νέα μορφή του έργου αξίζει διατήρησης, καθώς μάλιστα εκτελέστηκε από σημαντικό καλλιτέχνη του ύστερου μπαρόκ.

Μια θαρραλέα φωνή

Γεγονός είναι ότι η Αρτεμισία Τζεντιλέσκι (1593-π.1653) έζησε σε έναν κόσμο όπου οι γυναίκες αποκλείονταν από τη μελέτη της ανατομίας, έναν περιορισμό με βάση το φύλο, που συνεχίστηκε ως τις αρχές του 1900.

Το έργο της όμως, με τη γυμνή φιγούρα, που αντιπροσωπεύει την «κλίση», όχι μόνο απέδειξε, ότι ανταποκρινόταν στην πρόκληση του ανατομικού σχεδίου και της ζωγραφικής αλλά και ότι ως γυναίκα, μπορούσε πολύ επιδέξια να βάλει το γυναικείο σώμα στο κέντρο του καμβά.

Το έργο στην οροφή της Κάζα Μπουοναρότι
Το έργο στην οροφή της Κάζα Μπουοναρότι

«Η ρωμαλέα ζωγραφική της, η δυνατή και θαρραλέα φωνή της και βέβαια η ζωγραφική της δεξιότητα την οδήγησαν μακριά από το στερεότυπο της εποχής της, που όσον αφορά τις γυναίκες ζωγράφους δεν ήταν άλλο παρά η απεικόνιση λουλουδιών, πορτρέτων μικρών παιδιών, νεκρές φύσεις και άλλα ανώδυνα θέματα», όπως έγραφε για την ζωγράφο η αείμνηστη ιστορικός τέχνης και ιστορική διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα.

Πάνω απ΄όλα ζωγράφος

Η ίδια άλλωστε χαρακτήριζε την Αρτεμισία Τζεντιλέσκι ως «μία από τους καλύτερους Καραβατζίστι».

«Η τεχνική της Αρτεμισίας – όπως εξάλλου και του Καραβάτζιο – μπορεί να χαρακτηριστεί, αναχρονιστικά, ως κινηματογραφική: γκρο πλαν, νυχτερινός φωτισμός με έντονους προβολείς, σασπένς ατελείωτο.

Μόνο που η Αρτεμισία είναι πάνω από όλα ζωγράφος. Ξέρει να αιχμαλωτίσει τη δράση μέσα στην κλασική γεωμετρία της σύνθεσης, να οργανώσει φλογόμορφες αρμονίες, να παίζει ζωγραφικά σ’ όλη την κλίμακα της υφής, όσο της επιτρέπει η οικονομία του θέματος», όπως έχει γράψει σε κείμενό της.

Αρτεμισία Τζεντιλέσκι,αυτοπροσωπογραφία «Η αλληγορία της ζωγραφικής», 1638-1639
Αρτεμισία Τζεντιλέσκι, αυτοπροσωπογραφία «Η αλληγορία της ζωγραφικής», 1638-1639

Κι όμως, παρά την αναγνώριση, που είχε στην εποχή της, στους μετέπειτα αιώνες τα έργα της αποδίδονταν συχνά σε άλλους ζωγράφους, όπως και στον πατέρα της Οράτσιο, που υπήρξε και δάσκαλός της. Η ίδια άλλωστε είχε πει σ΄έναν πελάτη της πως «Το όνομα και μόνο μιας γυναίκας γεννά την αμφιβολία, πριν ακόμη δουν και κρίνουν το έργο της».

Σήμερα ωστόσο η ανατροπή είναι πλήρης, κάτι που αποδεικνύεται από τις αλλεπάλληλες εκθέσεις του έργου της αλλά και τα εκατομμύρια στα οποία φθάνουν οι πίνακές της, στις δημοπρασίες.

Συγκεκριμένα αντί 5,3 εκατ. δολαρίων αγόρασε ένα έργο της σε δημοπρασία, το 2021 το Μουσείο Γκέτι του Λος Άντζελες.

Διαβάστε επίσης:

Η Τέχνη είναι γένους θηλυκού, αλλά οι γυναίκες απουσιάζουν από την Τέχνη

Ενυδρίδες εναντίον Στέλλας ΜακΚάρτνεϊ. Ένα σπίτι στη Σκωτία η αιτία

Το κύκνειο άσμα της Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα