ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Πριν από εκατόν δέκα χρόνια ακριβώς ο ελληνικός στρατός απελευθερώνει από τους Οθωμανούς τη Θεσσαλονίκη, την οποία πολύ ορέγονταν οι γείτονες αλλά εκείνη, μια πόλη ελληνική σε βάθος χιλιετιών περνά ανεπιστρεπτί εκεί όπου ανήκει.
Πρόκειται για το σημαντικότερο γεγονός του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, ένα ορόσημο για την Ελλάδα και την πόλη, που αμέσως αρχίζει να συγκεντρώνει τα πειστήρια του αρχαίου παρελθόντος της.
Έτσι ώστε σήμερα, έναν αιώνα και πλέον μετά, το Αρχαιολογικό Μουσείο της να είναι το μεγαλύτερο και παλαιότερο του βορειοελλαδικού χώρου, μια κιβωτός πολύτιμων αρχαιοτήτων, που μαρτυρούν την ιστορία και την ελληνικότητα της πόλης και ολόκληρης της Μακεδονίας, όπως αναδύθηκε από τις πολυάριθμες αρχαιολογικές έρευνες.
Την δική του επέτειο των 60 χρόνων του γιορτάζει παράλληλα φέτος το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, με μια έκθεση, που φωτίζει 60 εμβληματικές στιγμές της ιστορικής διαδρομής του.
Βασική επιδίωξη είναι η δημιουργία ενός χάρτη ζωντανής μνήμης, που θα αναδεικνύει την ιδιαίτερη ταυτότητα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης ,που διαμορφώθηκε ενεργά ήδη από τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του, ενός μουσείου με όραμα και εξωστρέφεια.
Περισσότερα από 274 εκθέματα, που ανασύρθηκαν κυρίως από τις αποθήκες, μαζί με οπτικό, ηχητικό υλικό και άλλα τεκμήρια αφηγούνται έτσι, μικρές ιστορίες, που συνδέουν όχι μόνο το χθες με το σήμερα αλλά και την πόλη με το μουσείο, αντανακλώντας τα γεγονότα και το κλίμα της εκάστοτε εποχής.
Και πάνω σ΄ αυτήν την εκθεσιακή χρονογραμμή με τον τίτλο «Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης: 60 χρόνια | 60 στιγμές» υφαίνεται ένας σύνθετος ιστός, που με προβολές και αναδρομές στον χρόνο διευρύνει κάθε φορά το κάδρο και συμπλέκει το παρελθόν με το παρόν, με τρόπο δυναμικό.
Οι δράσεις
Εμβληματικές εκθέσεις που άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους, σημαντικές ανασκαφές που άλλαξαν τον αρχαιολογικό χάρτη της Μακεδονίας, τυχαία ευρήματα που έγραψαν ιστορία, δωρεές συλλεκτών και παραδόσεις πολιτών που πλούτισαν τις συλλογές του συνθέτουν τον κόσμο του μουσείου σ΄αυτά τα 60 χρόνια.
Και μαζί βέβαια εκθέσεις, που περιοδεύουν σε ξένες χώρες, καινοτόμα εργαλεία για την προστασία, τη συντήρηση και την αρχαιομετρική έρευνα, επικοινωνιακές δράσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα, πειραματικά εργαστήρια, συναντήσεις επιστημονικού διαλόγου, σύγχρονες εικαστικές αναζητήσεις, εμπειρίες διάχυτης νοημοσύνης, διαδικτυακές δράσεις, και πολλά άλλα.
Ακόμη και ο σχεδιασμός των τίτλων της έκθεσης βασίζεται στη γραμματοσειρά μιας παλιάς σφραγίδας του μουσείου ενώ ορισμένες εκθεσιακές ενότητες αναπτύσσονται με τη λογική εγκαταστάσεων, μετατρέποντας σύγχρονα αντικείμενα σε εκθέματα και αποδίδοντας το περιεχόμενο με μια σύγχρονη, εικαστική ματιά. Ο στόχος είναι άλλωστε, τα εκθέματα, τα κείμενα και το οπτικό υλικό να αλληλοσυμπληρώνονται και να αφηγούνται ζωντανά πολλές ιστορίες του μουσείου.
Ένας ειδικά διαμορφωμένος χώρος είναι αφιερωμένος εξάλλου, στα παιδιά, παράλληλα θα προβάλλεται μια ταινία μικρής διάρκειας για την έκθεση ενώ είναι διαθέσιμες στους επισκέπτες και συσκευές παλάμης με διαδραστικές ψηφιακές εφαρμογές.
Τα πρώτα χρόνια
Λίγοι γνωρίζουν όμως, ότι η Εφορεία Αρχαιοτήτων «παρά τη Γενική Διοικήσει Μακεδονίας» ήταν η πρώτη υπηρεσία που ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη, τον Νοέμβριο του 1912, δεκαπέντε μόλις μέρες μετά την υπογραφή παράδοσης της πόλης στο ελληνικό κράτος. Μια υπηρεσία, που είχε βαλθεί αμέσως να συλλέξει και να προστατεύσει τις αρχαιότητες που βρίσκονταν στην πόλη, κάτι αδύνατον ως τότε.
Ως το 1925 έτσι, τόπος συγκέντρωσης των αρχαιοτήτων της Μακεδονίας ήταν το Διοικητήριο (σημερινό κτίριο του υπουργείου Μακεδονίας και Θράκης), καθώς και η Οθωμανική Σχολή Ιδαδιέ, το κτίριο που στέγασε τη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου συγκεντρώνονται αρχαιότητες και από τον Γαλλικό Στρατό Ανατολής (Armée Françcaise d’ Orient) αρχικά στο Καραμπουρνάκι και στη συνέχεια στη Ροτόντα ενώ τα ευρήματα από τις έρευνες των Άγγλων αποθηκεύονται στον Λευκό Πύργο.
Το 1925 όμως παραχωρείται στην Αρχαιολογική Υπηρεσία το Γενί Τζαμί της άλλοτε τουρκοκρατούμενης Θεσσαλονίκης, ένα κτίσμα που θα αποτελέσει το πρώτο μουσείο της πόλης. Κάτι που αναφέρεται ακόμη στην επιγραφή, που έχει απομείνει στην προμετωπίδα του.
Το μουσείο
Από εκεί ακριβώς αρχίζει η ιστορία του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, που παρακολουθεί τη διαδρομή της νεότερης ιστορίας της πόλης. Το κανονικό μουσείο ωστόσο καθυστέρησε πολύ να γίνει, καθώς οι πόλεμοι που έρχονταν ο ένας μετά τον άλλο δεν άφηναν πολλά περιθώρια για προγραμματισμούς.
Το 1940 πάντως ,πολλές αρχαιότητες, κυρίως γλυπτά θάφτηκαν σε ορύγματα, προκειμένου να διασωθούν από τη λαίλαπα του πολέμου και ξεθάφτηκαν πολύ αργότερα, το 1951 για να εκτεθούν, για πρώτη φορά το 1953 στην κεντρική αίθουσα του Αρχαιολογικού Μουσείου (Γενί Τζαμί).
Ήδη από το 1950 είχε παραχωρηθεί ένα μεγάλο οικόπεδο 17 στρεμμάτων σε κεντρικό σημείο της Θεσσαλονίκης στην Πλατεία Χ.Α.Ν.Θ. σε άμεση γειτνίαση με τη μεγάλη έκταση όπου οργανωνόταν η Διεθνής Έκθεση. Ο σχεδιασμός του μουσείου ανατέθηκε στον μοντερνιστή αρχιτέκτονα Πάτροκλο Καραντινό κι έτσι το κτίριο αποτελεί ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα του μοντερνισμού στην Ελλάδα.
Ο επιφανής αρχιτέκτονας σχεδίασε όλες τις αίθουσες ώστε να ανοίγονται στο κεντρικό εσωτερικό αίθριο για να εισέρχεται από τα υαλοστάσια άπλετο φυσικό φως στους εκθεσιακούς χώρους ενώ η είσοδος του φυσικού φωτός επιτυγχανόταν μέσω τοιχοποιιών με υαλότουβλα και φεγγίτες.
Ο χρυσός των Μακεδόνων
Πρώτη μεγάλη έκθεση ήταν τα εντυπωσιακά ευρήματα από τους τάφους του Δερβενίου, που είχαν αποκαλυφθεί ακριβώς το 1962 ενώ στη συνέχεια οργανώθηκε έκθεση γλυπτικής από τον καθηγητή Αρχαιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γιώργο Δεσπίνη. Η γη της Μακεδονίας όμως είχε και άλλα εκπληκτικά ευρήματα να δώσει, όπως τα ταφικά σύνολα από τη Σίνδο, αλλά βέβαια και αυτά των βασιλικών τάφων των Αιγών στη Βεργίνα, τους οποίους ανέσκαψε ο καθηγητής Μανόλης Ανδρόνικος.
Τα λαμπρά ευρήματα του Ανδρόνικου πρώτα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης εκτέθηκαν, ώσπου το 1998 να μεταφερθούν στο μουσειακό οικοδόμημα που αναπλάθει τον μεγάλο ταφικό τύμβο των βασιλικών τάφων στις Αιγές.
Η μεγάλη έκθεση όμως, για τον «Χρυσό των Μακεδόνων» αναπλήρωσε το κενό με το παραπάνω, καθώς το μουσείο μπορεί να υπερηφανεύεται για τα μοναδικά έργα τέχνης από χρυσό και άργυρο που κατέχει, ανάμεσά τους και τη μεγαλύτερη συλλογή χρυσών στεφανιών στον κόσμο. Η Μακεδονία άλλωστε, ήταν περίφημη κατά την αρχαιότητα για τα μέταλλά της, που προκειμένου για τον χρυσό προερχόταν από τους ποταμούς, όπως ο Εχέδωρος (σημερινός Γαλλικός), αλλά ήταν και ορυκτός από τα βουνά του Παγγαίου και του Δύσωρου
. Μια αφθονία πολύτιμης ύλης, που έδωσε τη δυνατότητα για αριστουργηματικά έργα τέχνης με τη χρήση τεχνικών, όπως η συρματερή και η κοκκίδωση. Όπλα, συμποτικά σκεύη από άργυρο και μπρούντζο, καθώς και εξαιρετικής τέχνης κοσμήματα περιλαμβάνονται έτσι στον «Χρυσό των Μακεδόνων» με λαμπρό έκθεμα ανάμεσά τους τον περίφημο κρατήρα του Δερβενίου (αρχαία Λητή) με απεικόνιση του ιερού γάμου του Διονύσου με την Αριάδνη και θίασο σατύρων και μαινάδων, καθώς και τον πάπυρο του Δερβενίου, που αποτέλεσε το 2015 την πρώτη ελληνική εγγραφή στην κατηγορία «Μνήμη του κόσμου» της Unesco.
Η επετειακή έκθεση θα διαρκέσει από τις 27 Οκτωβρίου 2022 έως τις 31 Οκτωβρίου 2023.
Διαβάστε επίσης:
Νέο μουσείο για τα αρχαία του Μετρό αποκτά η Θεσσαλονίκη – Στην καρδιά της πόλης
Γιάννης Μόραλης: Μέσα στο εργαστήρι ενός σπουδαίου ζωγράφου
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Ανδρέας Παναγιωτόπουλος: Έκανα λάθος. Είμαι έτοιμος να δεχθώ όποια κύρωση αντιστοιχεί στον ΚΟΚ
- Η ΠΝΟ αντιδρά στην τροποποίηση του κανονισμού για τα ταχύπλοα πλοία
- ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή: Ανακοινώθηκε η υποχρεωτική δημόσια πρόταση της Masdar – Στα 20 ευρώ/μετοχή το προσφερόμενο αντάλλαγμα
- Ολλανδία: Το Netflix καλείται να πληρώσει 5 εκατ. ευρώ για παραβίαση προσωπικών δεδομένων