Άθλια μικρά σπίτια γέμιζαν όλη την κορυφή του βράχου. Ένας πύργος υψωνόταν στα Προπύλαια κι ένας μιναρές στο κέντρο του Παρθενώνα. Σωροί μαρμάρου παντού, άλλοτε τμήματα γλυπτών και άλλοτε αρχιτεκτονικά μέλη. Το Ερέχθειο δυσδιάκριτο, λόγω της «οχύρωσής» του με χωμάτινους όγκους, ο ναός της Απτέρου Νίκης με τα μέλη του διάσπαρτα ολόγυρα και σφαίρες παντού, ακόμη και πάνω στα γλυπτά, ιδανικό στόχο για σκοποβολή.

Το 1833, όταν ο τούρκος φρούραρχος παρέδιδε την Ακρόπολη στους Βαυαρούς κι ενώ η Αθήνα είχε ήδη κηρυχθεί πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους ο ιερός βράχος δεν ήταν τίποτε άλλο από ένας τραγικός σωρός ερειπίων, εικόνα που μας δίνουν τόσο οι γραπτές πηγές όσο και οι ζωγραφικές απεικονίσεις της εποχής.

Η αρχαιολόγος- αρχιτέκτονας Φανή Μαλλούχου- Tufano
Η αρχαιολόγος- αρχιτέκτονας Φανή Μαλλούχου- Tufano

Σήμερα, διακόσια χρόνια μετά, όλα αυτά φυσικά, έχουν αλλάξει, ώστε η Ακρόπολη να έχει αναδειχθεί σε μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και ο Παρθενώνας ως σύμβολο της δημοκρατίας. Αλλά για να επιτευχθεί αυτό τεράστιες επεμβάσεις είχαν λάβει χώρα. Καθαιρέσεις νεώτερων κτισμάτων, αποχωματώσεις και ευρείες αναστηλωτικές δράσεις, συχνά με τρόπους που σήμερα θα χαρακτηρίζονταν πρωτόγονοι επισύροντας επικρίσεις, διαφωνίες, διαμαρτυρίες. Κι όλα αυτά εν μέσω πολέμων και άλλων σοβαρών ιστορικών γεγονότων.

Ο μιναρές στον Παρθενώνα
Ο μιναρές στον Παρθενώνα

«Οι αλλαγές του αρχαιολογικού τοπίου της Ακρόπολης εντάσσονται σε μια δυναμική διαδικασία μεταμορφώσεων, που αρχίζει αμέσως μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους και συνεχίζεται έως τις μέρες μας», λέει η αρχαιολόγος- αρχιτέκτονας δρ Φανή Μαλλούχου –Tufano με εξειδίκευση στην αναστήλωση, αναπληρώτρια πρόεδρος της Επιτροπής Συντήρησης Μνημείων Ακροπόλεως. Ένα θέμα, που αναπτύσσεται διεξοδικά στο βιβλίο της «Από Κάστρο σε Μνημείο. Μεταμορφώσεις της Ακρόπολης από τον 19ο στον 21ο Αιώνα», έκδοση της  Ένωσης Φίλων Ακροπόλεως, της οποίας η ίδια είναι αντιπρόεδρος ενώ παρουσιάσθηκε και στην πρόσφατη ομιλία της στην ΕΦΑ.

Εισιτήριο εισόδου στον αρχαιολογικό χώρο της Ακρόπολης, 1835
Εισιτήριο εισόδου στον αρχαιολογικό χώρο της Ακρόπολης, 1835

Μια εικόνα σε εξέλιξη

«Κάθε αναστηλωτική επέμβαση δημιουργεί ένα νέο αρχαιολογικό τοπίο, που αντανακλά το πνεύμα της εποχής, στην οποία αυτή πραγματοποιείται», επισημαίνει η κυρία Μαλλούχου –Tufano.  Και «Η εικόνα που τελικά διαμορφώνεται είναι απότοκος επεμβάσεων, των οποίων η έκταση και το τελικό αποτέλεσμα εξαρτώνται από τους σύγχρονους όρους διεξαγωγής τους,  τις επικρατούσες ιστορικές συνθήκες, τα διαθέσιμα οικονομικά και τεχνικά μέσα, το επιστημονικό επίπεδο των υπεύθυνων αναστηλωτών που μελετούν και επιβλέπουν το έργο, την τεχνική δεξιότητα αυτών που το εκτελούν, τέλος, το θεσμικό και το αξιακό πλαίσιο, μέσα στο οποίο το έργο εντάσσεται». Προσθέτοντας και κάτι ακόμη, σημαντικό: Ότι εν τέλει  η εικόνα που διαμορφώνεται  δεν είναι ποτέ οριστική αλλά  αντίθετα είναι ρευστή, επιδεκτική σε αλλαγές.

Ο Παρθενώνας με εμφανή τα ίχνη-κατάλοιπα του πολέμου, περί το 1870
Ο Παρθενώνας με εμφανή τα ίχνη-κατάλοιπα του πολέμου, περί το 1870

Απόδειξη, οι αναστηλωτικές φάσεις των μνημείων της Ακρόπολης, οι οποίες έχουν οδηγήσει στο σημερινό αποτέλεσμα μέσα από διαφορετικές, κάθε φορά προσεγγίσεις. Από τον γερμανό κλασικιστή αρχιτέκτονα Λέο φον Κλέντσε, τον οποίο είχε στείλει ο Λουδοβίκος Α΄ της Βαυαρίας για τον σχεδιασμό της πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους, βασιλιάς του οποίου ήταν ο γιος του Όθωνας ως τα μεγάλα αναστηλωτικά προγράμματα του Μπαλάνου και του Ορλάνδου  και φυσικά ως  την νέα αναστήλωση των μνημείων της Ακρόπολης, που αρχίζει το 1975 και φθάνει ως σήμερα έχοντας αντιμετωπίσει τις παλαιές αστοχίες των επεμβάσεων και διαμορφώνοντας πράγματι πλέον, ένα νέο τοπίο.

Η Ακρόπολη μετά την καθαίρεση οθωμανικών κτισμάτων με τον φράγκικο πύργο στα Προπύλαια
Η Ακρόπολη μετά την καθαίρεση οθωμανικών κτισμάτων με τον φράγκικο πύργο στα Προπύλαια

Γεγονός είναι, ότι η ανάδειξη των μνημείων της Ακρόπολης και η αποκατάσταση της εικόνας τους -κατ’ εικασίαν έστω- αποτέλεσε το κύριο μέλημα του ελληνικού κράτους καθ’ όλο τον 19ο αλλά και στο πρώτο μισό του 20ου  αιώνα. Στην πρώτη περίπτωση, γιατί η εθνική ταυτότητα του νεοσύστατου κράτους σφυρηλατείται με βάση την αρχαιοελληνική κληρονομιά και στη δεύτερη, γιατί και πάλι η ανασυγκρότηση της χώρας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο στηρίζεται στην τόνωση του εθνικού φρονήματος, όπως επισημαίνει η κυρία Μαλλούχου –Tufano.

Η Ακρόπολη με τον φράγκικο πύργο στα Προπύλαια
Η Ακρόπολη με τον φράγκικο πύργο στα Προπύλαια

Εθνικό σύμβολο

«Η Ακρόπολη καθίσταται τον 19ο αιώνα το εθνικό μνημείο-έμβλημα του νεοσύστατου κράτους. Μόλις ένα χρόνο μετά την αποχώρηση των Οθωμανών, στις 18 Σεπτεμβρίου 1834, κηρύσσεται επίσημα αρχαιολογικός χώρος, ανοικτός στους πολίτες, με φύλαξη (φρουρά Απομάχων) και εισιτήριο», αναφέρει η ίδια. Το πρόγραμμα των επεμβάσεων καθορίζεται από τον Λέο φον Κλέντσε και περιλαμβάνει την κάθαρση του βράχου από όλες τις μεσαιωνικές και οθωμανικές οχυρώσεις και τα άλλα προσκτίσματα, τα οποία θεωρεί παρακμιακά κατάλοιπα βαρβαρικών χρόνων, την αποχωμάτωση και απομάκρυνση των επιχώσεων, τις αναστηλώσεις των μνημείων, την κατασκευή μουσείου και την τελική αποκατάσταση του αρχαίου εδάφους με τα σωζόμενα κατάλοιπα ανδήρων, βάθρων και θεμελίων κτηρίων.

Το Ερέχθειο το 1852
Το Ερέχθειο το 1852

«Οι προτάσεις του Κλέντσε (όλες πλην της τελευταίας, δηλαδή της αποκατάστασης των εδαφών της Ακρόπολης, η οποία ακόμη εκκρεμεί) θα εφαρμοστούν πιστά στα επόμενα χρόνια μεταμορφώνοντας κυριολεκτικά την Ακρόπολη από μεσαιωνικό κάστρο σε αρχετυπικό κλασικό μνημείο», όπως σημειώνει άλλωστε.

Καθαίρεση κτισμάτων εντός του Παρθενώνα
Καθαίρεση κτισμάτων εντός του Παρθενώνα

Όσο για τον ίδιο τον Κλέντσε πριν να φύγει από την Αθήνα διοργανώνει πάνδημη λαμπρή τελετή έναρξης των αναστηλώσεων στον Παρθενώνα, όπου μπροστά στον Όθωνα, καθισμένο σε έναν στολισμένο από μυρσίνες, ελιές και δάφνες θρόνο, εκφωνεί τον πανηγυρικό λόγο τονίζοντας ότι με τις επεμβάσεις που εγκαινιάζονται «Πάντα τα λείψανα της βαρβαρότητος θέλουσιν εξαφανισθή, καθώς εδώ ομοίως και εις όλην την Ελλάδα, και τα λείψανα του ενδόξου παρελθόντος θέλουσι τεθή με νέαν λάμψιν, ως στερεά βάσις ενδόξου παρόντος και μέλλοντος ».

Οι αναστηλωτικές εργασίες Μπαλάνου
Οι αναστηλωτικές εργασίες Μπαλάνου

Οι σαρωτικές κατεδαφίσεις

Η πρώτη μεγάλη αλλαγή της εικόνας έρχεται  από τις σαρωτικές κατεδαφίσεις όλων σχεδόν των μετακλασικών ιστορικών φάσεων του βράχου. Αλλά οι επεμβάσεις της Οθωνικής περιόδου, παρ’ ότι  διενεργούνται σε κλίμα ενθουσιασμού για την αποκάθαρση της Ακρόπολης από κάθε ίχνος Οθωμανικής κυριαρχίας, έχουν να αντιμετωπίσουν τις  υλικο-τεχνικές και οικονομικές συνθήκες, που είναι εξαιρετικά δύσκολες, την έλλειψη πόρων, εξειδικευμένων τεχνιτών και ποιοτικών υλικών.

Έτσι οι επεμβάσεις διενεργούνται την Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία «με αυτοσχέδιο και εμπειρικό τρόπο, με ό,τι υλικό είναι διαθέσιμο», όπως αναφέρει η κυρία Μαλλούχου –Tufano «χωρίς επιστημονικό υπόβαθρο, ιδιαίτερα όσον αφορά την εξακρίβωση της προέλευσης και της αρχικής θέσης των διάσπαρτων λίθων που ανατοποθετούνται στα μνημεία». Παρ’ όλ αυτά η κοινωνική αποδοχή των έργων είναι μεγάλη, με μόνη διαμαρτυρία από τον Λούντβιχ Ρος, Έφορο Αρχαιοτήτων έως το 1843,  που αφορά στην ταχύτητα με την οποία απομακρύνονται τα μετακλασικά κατάλοιπα, χωρίς να τεκμηριώνονται προηγουμένως.

Ο εορτασμός της Εκατονταετηρίδας της Εθνικής Παλιγγενεσίας στις 17 Μαϊου 1930 με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Γεώργιο Παπανδρέου μπροστά στην αναστηλωμένη κιονοστοιχία του Παρθενώνα
Ο εορτασμός της Εκατονταετηρίδας της Εθνικής Παλιγγενεσίας στις 17 Μαϊου 1930 με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Γεώργιο Παπανδρέου μπροστά στην αναστηλωμένη κιονοστοιχία του Παρθενώνα

Αντίθετα, το 1875, όταν κατεδαφίζεται ο Φράγκικος Πύργος των Προπυλαίων, που από τον 14ο αιώνα δέσποζε στο τοπίο της Ακρόπολης, θύελλα διαμαρτυριών ξεσηκώνεται, ιδιαίτερα από τους ευρωπαίους επισκέπτες και ιστορικούς, που έχοντας επανεκτιμήσει το μεσαιωνικό παρελθόν της Ευρώπης διαμαρτύρονται για την εξάλειψη ενός στοιχείου που τεκμηριώνει την επιβολή της Δύσης στην Ανατολή.

Επεμβάσεις με αστοχίες

Το Πρώτο Αναστηλωτικό Πρόγραμμα του Παρθενώνα (1898-1902)  για την αναστήλωση δηλαδή, του οπισθονάου και της δυτικής όψης του ναού από τον Νικόλαο Μπαλάνο αρχίζει με θετικές συνθήκες αλλά εξελίσσεται προβληματικά. Εδώ η κυρία Μαλλούχου –Tufano  είναι κατηγορηματική: «Μετά το 1909 τα έργα εκφυλίζονται σε προσωποπαγείς, ανεξέλεγκτες με αντικειμενικά κριτήρια, επεμβάσεις του Μπαλάνου, με ελλιπέστατη και ορισμένες φορές παραπλανητική τεκμηρίωση και με επιστημονική ορθότητα -ιδιαίτερα όσον αφορά στην αναγνώριση των διάσπαρτων μελών και της αρχικής τους θέσης στο μνημείο- εξαρτώμενη από τη συνεργασία του αναστηλωτή με ξένους επιστήμονες, που εκείνη την περίοδο  μελετούσαν την αρχιτεκτονική των μνημείων της Ακρόπολης, όπως τον Gorham Phillips Stevens στο Ερέχθειο ή τον William Bell Dinsmoor στα Προπύλαια», αναφέρει.

Οι επεμβάσεις του Μπαλάνου εκτελούνται κυρίως στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, είναι μεγάλης κλίμακας και επεκτείνονται σε όλα τα μνημεία του βράχου. Για την ίδια όμως «Μαρτυρούν τη φιλόδοξη (αλλά και ματαιόδοξη, θα έλεγα) βούλησή του να αφήσει την σφραγίδα του σε όλα τα μνημεία της Ακρόπολης  αλλά και για την έκπτωση των θεσμών που του το επιτρέπει, επεμβαίνοντας σε αυτά, παρά την εξαιρετική μεγάλη αντιξοότητα των εξωτερικών συνθηκών».

Η Ακρόπολη μετά την αναστήλωση του Μπαλάνου
Η Ακρόπολη μετά την αναστήλωση του Μπαλάνου

Κι αυτό, γιατί η αναστήλωση των Προπυλαίων από τον Μπαλάνο εκτελείται στη διάρκεια των Βαλκανικών και του Α΄ Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ το Β΄ Αναστηλωτικό Πρόγραμμα του Παρθενώνα, με κύρια επέμβαση την αναστήλωση της βόρειας κιονοστοιχίας, αρχίζει το 1923, αμέσως μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. «Αυτό», όπως σημειώνει «έχει ως αποτέλεσμα την αδυναμία προμήθειας νέων ποιοτικών υλικών, μαρμάρου, τσιμέντου, σιδήρου για την αναστήλωση και στερέωση των μνημείων και την κατά κόρον χρήση των αρχαίων διάσπαρτων μελών των μνημείων ως κοινού οικοδομικού υλικού, με συνέπεια την εξαιρετικά επιβλαβή μεταχείρισή τους,  αφού κυριολεκτικά ο Μπαλάνος επεμβαίνει δραστικά στα αρχαία μέλη, προκειμένου να τα συμπληρώσει ή συρράπτει αρχαία θραύσματα ποικίλης προέλευσης προκειμένου να δημιουργήσει αναστηλώσιμα αρχαία μέλη».

Η νέα όψη της Ακρόπολης

Από τεχνικής πλευράς έτσι, το έργο του στην Ακρόπολη κρίνεται εξαιρετικά επιβλαβές, αφού η οξείδωση και διόγκωση των μεταλλικών ενισχύσεων, που ενσωματώνει στα μνημεία οδηγεί πολύ σύντομα στον κατακερματισμό τους, καθιστώντας αδήριτη την ανάγκη για νέες επεμβάσεις την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Η χρησιμοποίηση του σιδήρου περιβεβλημένου με τσιμέντο για τη στερέωση των μνημείων, σύμφωνα με την τεχνολογία της εποχής, που θεωρούσε, ότι έτσι επερχόταν προστασία από την οξείδωση αποδείχθηκε καταστροφική.

«Η κακή εφαρμογή αυτής της τεχνολογίας και, κυρίως, η εγκατάλειψη της πανάρχαιας μεθόδου της μολυβδοχόησης των σιδερένιων στοιχείων οφείλεται σε ασυγχώρηση αμέλεια του ίδιου του Μπαλάνου», επισημαίνει η κυρία Μαλλούχου –Tufano.

Από την άλλη πλευρά ωστόσο, όπως και η ίδια αποδέχεται, οι επεμβάσεις του Μπαλάνου είναι αυτές, που έδωσαν στο μνημειακό σύνολο της Ακρόπολης την γνωστή και οικεία του όψη στην μεταπολεμική περίοδο με την ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού και των μέσων μαζικής επικοινωνίας, να το έχουν καθιερώσει στην παγκόσμια συλλογική μνήμη και συνείδηση. «Ακολουθώντας σταθερά μια βαθιά εδραιωμένη στους αρχαιολογικούς κύκλους κλασικιστική παράδοση, πετυχαίνει την ανάκτηση μέρους της αρχικής μεγαλοπρέπειας των μνημείων με τη διαμόρφωση μιας πληρέστερης εικόνας τους, που αναδεικνύει τις αισθητικές, περιβαλλοντικές και διδακτικές τους αξίες,  διατηρώντας ταυτόχρονα τη γραφική ερειπιώδη εμφάνισή τους», όπως λέει.

Ο αναστηλωμένος ναός της Αθηνάς Νίκης σήμερα
Ο αναστηλωμένος ναός της Αθηνάς Νίκης σήμερα

Γενικές αναστηλώσεις

Mετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στις αναστηλώσεις στην Ελλάδα κυριαρχεί η μορφή του Αναστασίου Ορλάνδου, επικεφαλής της Υπηρεσίας Αναστηλώσεως Αρχαίων και Ιστορικών Μνημείων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το έργο του Ορλάνδου, εξέχοντα επιστήμονα και  πρωτοπόρου ιστορικού της αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, προσδένεται στενά στους αναπτυξιακούς και ιδεολογικούς στόχους της μεταπολεμικής και μετεμφυλιωτικής Ελλάδας,  όταν τα μνημεία τίθενται στην υπηρεσία της εθνικής στρατηγικής ανασυγκρότησης της κατεστραμμένης χώρας, ιδιαίτερα όσον αφορά την ανάπτυξη του τουρισμού, ενώ καλούνται να ανταποκριθούν και στις αξιώσεις για ευρύτερη κοινωνική πολιτιστική χρήση τους, που έχουν ανακύψει επιτακτικά για την τόνωση του εθνικού φρονήματος.

Στο πλαίσιο αυτό «αναμαρμαρώνονται» ωδεία, όπως του Ηρώδου του Αττικού στην Αθήνα και εκείνο των Πατρών, αναστηλώνονται το θέατρο της Επιδαύρου, κλασικοί ναοί, όπως του Ποσειδώνος στο Σούνιο και της Αφαίας στην Αίγινα,  σπίτια στη Δήλο και στην Πέλλα κ.ά. Ενώ γίνονται και ευρύτερες διαμορφώσεις σε αρχαιολογικούς χώρους-πόλους έλξης τουριστών, όπως της Δήλου και των Δελφών.

Η εκτέλεση των έργων πραγματοποιείται από πολυπληθή συνεργεία τεχνιτών υπό την καθοδήγηση εμπείρων αρχιτεχνιτών, εκπαιδευμένων από τον Ορλάνδο αλλά οι επεμβάσεις γίνονται με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς τεκμηρίωση και προκαταρκτική μελέτη, με βάση γενικά σχέδια, σκαριφήματα και επιτόπιες οδηγίες. Γεγονός, που «οδηγεί συχνά σε αναστηλωτικά σφάλματα, σε βλαβερή μεταχείριση των αρχαίων μελών, σε εφαρμογή μανιεριστικών τρόπων επέμβασης με αποτέλεσμα την απάλειψη αρχιτεκτονικών και μορφολογικών ιδιαιτεροτήτων, τοπικών και χρονικών», όπως επισημαίνει η κυρία Μαλλούχου –Tufan. Προσθέτοντας: «Ως προς τους τρόπους και τις τεχνικές οι επεμβάσεις της περιόδου ακολουθούν τις καθιερωμένες προπολεμικές πρακτικές, δηλαδή τη χρήση των αρχαίων μελών ως κοινού οικοδομικού υλικού, με ασεβή μεταχείρισή τους (επιπέδωση των επιφανειών θραύσης τους κατά τη συμπλήρωσή τους) και την τοποθέτησή τους σε τυχαίες θέσεις τους κατά την ανασύνθεση των μνημείων, ενσωμάτωση των οπλισμών».

Με μία διαφοροποίηση πάντως, όσον αφορά στη χρήση σιδήρου, αφού ήδη από τη δεκαετία του 1940 είχε αρχίσει να αναφαίνεται η οξείδωσή του, έτσι τώρα χρησιμοποιείται ορείχαλκος και λιθόκολλα.

Η Ακρόπολη σήμερα
Η Ακρόπολη σήμερα

Καινοτόμες αρχές

Μετά την Μεταπολίτευση ωστόσο, όλα αλλάζουν στον τομέα της μνημειακής προστασίας, νομοθετικά, θεσμικά, ακαδημαϊκά, κοινωνικά και, κυρίως, οικονομικά. Ιδιαίτερα από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και έως την κρίση του 2010 παρουσιάζεται μια πρωτοφανής εισροή οικονομικών πόρων, ιδιαίτερα ευρωπαϊκών, που επιτρέπει την ανάπτυξη πλήθους επεμβάσεων σε μεμονωμένα μνημεία, ιστορικά κέντρα των πόλεων,  παραδοσιακούς οικισμούς  κλπ  καθώς και σε μουσεία για την προστασία της κινητής πολιτιστικής κληρονομιάς

Στο πλαίσιο αυτό η νέα αναστήλωση της Ακρόπολης, που ξεκινά το 1975 και συνεχίζεται ως σήμερα με την ευθύνη και εποπτεία της επιστημονικής επιτροπής των ειδικών, τη γνωστή ΕΣΜΑ, σφραγίζει την περίοδο, κυρίως για τις καινοτόμες ποιοτικές αρχές και διαδικασίες, που εισάγει.  «Ιδιαίτερα η ενδελεχής μελέτη, η σχολαστική τεκμηρίωση και ο αντιστρεπτός τρόπος επέμβασης τόσο στα μεμονωμένα αρχιτεκτονικά μέλη όσο και στο συνολικό μνημείο, οι οποίες επιτρέπουν την επαναδιαπραγμάτευση των επεμβάσεων στο μέλλον, λειτουργούν ως δικλείδα ασφαλείας έναντι ενδεχόμενων λαθών ή παρερμηνειών στην απόδοση της αρχιτεκτονικής των μνημείων», επισημαίνει η κυρία Μαλλούχου –Tufano.

Η ίδια επισημαίνει ακόμη, ότι η ανατοποθέτηση των ταυτισμένων αρχιτεκτονικών μελών στις αρχικές τους θέσεις ή, στη χειρότερη περίπτωση, σε θέσεις ομόλογες ως προς την αρχική  συντελεί σε μεγάλο βαθμό στην ανάκτηση της δομικής και κατ᾽επέκταση της μορφικής και αισθητικής αυθεντικότητας των μνημείων. Ο χαρακτήρας τους ως ερειπίων δεν αναιρείται, εμπλουτίζονται μάλιστα οι επιστημονικές και ιστορικές πληροφορίες, που αυτά φέρουν και μεταδίδουν ενώ ταυτόχρονα επαυξάνεται το υλικό τους απόθεμα και αποτύπωμα στον χώρο.  Παράλληλα γίνεται περισσότερο εμφανής, κατανοητή και εύληπτη η αρχιτεκτονική, πλαστική και αισθητική ποιότητά τους προς όφελος των αναρίθμητων επισκεπτών τους.  

Και η κατάληξη; «Η σύγχρονη μεταμόρφωση της Ακρόπολης συμβαδίζει με το κυρίαρχο αίτημα των σύγχρονων καιρών για κοινωνικοποίηση των μνημείων και βελτίωση των δυνατοτήτων πρόσληψής τους ως δημόσιων κοινωνικών αγαθών εκ μέρους του κοινωνικού συνόλου και μάλιστα ενός ολοένα και διευρυνόμενου τμήματός του», λέει η κυρία Μαλλούχου –Tufano.

Διαβάστε επίσης:

Καστοριά: Μνημεία στην «Πολιτιστική Εγνατία Οδό»

Έκλεψε ο Πικάσο τη Μόνα Λίζα; Μια απίστευτη ιστορία και ένα βιβλίο

Το τσουνάμι που κατέστρεψε την Αλεξάνδρεια – Ανακαλύφθηκε από ελληνική ανασκαφή