Υπάρχει μια ιδιοτυπία στο βιβλίο με τίτλο Σημειώσεις από την εποχή των προσδοκιών (εκδ. Πόλις, 2023) όπου η Μυρσίνη Ζορμπά εμφανίζεται ως συγγραφέας και ο Αντώνης Λιάκος σημειώνει τον πρόλογο. Στην πραγματικότητα, έσονται οι δύο φωνές σε μία.

Ο ομότιμος καθηγητής Ιστορίας κατέγραψε post mortem τα λόγια της και το βιβλίο εκδόθηκε λίγους μήνες αφότου η πρώην υπουργός Πολιτισμού πέρασε στο επέκεινα. Πρόκειται για το κύκνειο άσμα της, που ηχογράφησε ως μελλοθάνατη. Το δικό της βιβλίο, γραμμένο με το χέρι του συμβίου της.

Αρχικά, αμφότεροι διατηρούσαν ενδοιασμούς για αυτόν τον ύστατο μικρό ναρκισσισμό, τα απομνημονεύματα. Εξανεμίστηκαν όμως όταν ο γιατρός ανακοίνωσε ότι τούς απομένει «ένας, το πολύ ενάμισης χρόνος κοινής ζωής» και αυτός χωρίς εγγύηση. «Η στιγμή του κινδύνου {…} είναι αυτή που σου γεννάει την ανάγκη να ξαναδείς το παρελθόν. Η επείγουσα στιγμή της διάσωσης της μνήμης», επισημαίνει ο Αντώνης Λιάκος.

Έναν μήνα μετά την προαναγγελία του τέλους, πήραν το μαγνητόφωνο και, όπως σημειώνει ο ίδιος, «κάθε πρωί, από την πρώτη μέρα του 2022, αρχίσαμε να μαγνητοφωνούμε την εξιστόρηση της Μυρσίνης». Δέκα πέντε μήνες αργότερα, έκλεισε τα μάτια της.

Η μοναδική φωτογραφία τους που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο

Αυτοθανατογραφία

Μετά το θάνατό της, ο Αντώνης Λιάκος οργάνωσε και επιμελήθηκε αυτό το υλικό που αποτελεί την αυτοεξιστόρησή της. Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει ένα δεύτερο μέρος όπου ο διάσημος ιστορικός συμπεριλαμβάνει το προσωπικό ημερολόγιό της. Ηχογραφήθηκε και αυτό σε μαγνητόφωνο από τη Μυρσίνη Ζορμπά, όμως κατ’ ιδίαν.

Αυτές οι πενήντα περίπου σελίδες αποτελούν το φοβερό υπόμνημα της σταδιακής εξαϋλωσής της, το μαραθώνιο της ύπαρξης που γνωρίζει πότε θα πεθάνει, την αυτοθανατογραφία της, μια νέκυια του εαυτού, όπως παρατηρεί ο Αντώνης Λιάκος.

«Ξέχασα να μεγαλώσω»

«Αυτή δεν είναι μια λευκή σελίδα. Δεν γράφω ένα κείμενο προβληματισμού ή αναμνήσεων. Δεν γράφω ένα ημερολόγιο με τον νου στο μέλλον ή στο παρελθόν. Γράφω τώρα για τώρα {…}

Νομίζαμε ότι θα μέναμε για πάντα νέοι. Τότε, γύρω στα 1970. Μετά ξέχασα να μεγαλώνω. Μόνο όταν ήρθε η αρρώστια πριν από τρία χρόνια συνειδητοποίησα πόσο πολύ είχα μεγαλώσει. Πολύ αργά, μετά από επτά δεκαετίες ζωής. Αλήθεια, πού είχα αφιερωμένο το πολυάσχολο μυαλό μου ως τότε; Η μαμά μου είναι 93 χρονών και μάλλον θα με δει να πεθαίνω. Σκέφτομαι πως είναι άδικο για εκείνη, αλλά δεν μπορώ να το εμποδίσω».

Η Μυρσίνη Ζορμπά όταν ήταν καλά

Μια φλούδα ελληνικής ζωής

Βέβαια, το μεγάλο μέρος του βιβλίου αφορά τα απομνημονεύματά της. Η εξιστόρηση της πορείας της εικονοποιεί την άνθιση της σύγχρονης Ελλάδας από τον Εμφύλιο μέχρι σήμερα. Η Μυρσίνη Ζορμπά ταύτισε τη ζωή της όσο κανείς άλλος με την πολιτισμική πολιτική και την πολιτική βιβλίου. Δέθηκε έτσι με όλα τα μοιραία πρόσωπα της Ιστορίας -στη Δικτατορία, στη Μεταπολίτευση, στον Εκσυγχρονισμό, στην κρίση.

Και άλλοι πριν από τη Μυρσίνη Ζορμπά έχουν αποπειραθεί να καταγράψουν τις εμπειρίες τους μέσα σε αυτή την περιπετειώδη αγκύλη του χρόνου. Ο λυρισμός του το ξεχωρίζει, ότι διαβάζεται σαν αποχαιρετισμός, με μία δόση μελαγχολίας για τη ζωή την τόσο παθιασμένη που κόβεται βίαια. Και επιπλέον ενώ αναφέρεται σε πραγματολογικά στοιχεία που ενημερώνουν, ο αναγνώστης παραμένει γοητευμένος με τη λογοτεχνική πνοή, τη στιλιστική διαύγειά του κειμένου.

Χαρακτηριστικό το πρώτο κεφάλαιο, Τρυφερά, πληγωμένα χρόνια, που αναφέρεται στα παιδικά της χρόνια στα Πετράλωνα του 1950.

Τρυφερά πληγωμένα χρόνια

Εκεί όπου αναβιώνει ένα περιβάλλον ανάλογο του Όλιβερ Τουίστ, μέσα στη φοβερή ένδεια, σε ένα δωμάτιο, στο χώμα, στην ανασφάλεια, την ντροπή, την πείνα, το κρύο -«την παγωνιά της ψυχής».

Και ανάμεσα στις συγκλονιστικές αυτές εικόνες των παιδιών της γειτονιάς, και μια ασυνήθιστη αναφορά: «Τον Ιούλιο του 1955 μετά την απόδραση των κομμουνιστών από τις φυλακές των Βούρλων, οι άνθρωποι της ΕΔΑ επέμεναν να φιλοξενήσουν έναν δραπέτη. Μετά από χρόνια έμαθα ότι ήταν ο Βαρδής Βαρδινογιάννης. Τρεις μέρες έμεινε στο σπίτι μας. Και ήταν μια τεράστια πίεση, από κάθε άποψη: μην τον δουν, μην τον πιάσουν»…

Πόσες ζωές χωράνε σε εβδομήντα δύο χρόνια;

Ακολουθεί η εφηβεία και τα νεανικά χρόνια, η νομική Αθήνας, τα χρόνια της Δικτατορίας και η Μεταπολίτευση, οι πρώτες ανταύγειες ελπίδας, η συμμετοχή σε αυτό που αρχίζει να σχηματίζεται τότε: η γενιά της διανοούμενης αριστεράς. Η δεκαετία του 1960 (εύθραυστη εφηβεία, αισιόδοξη νεότητα), ο κύκλος του Αντί με τον Γιάννη Καψή και τον Δημήτρη Παπαπαναγιώτου από την Καθημερινή, οι επαφές με τον Λεωνίδα Κύρκο και τον Τσίρκα. Η Ρώμη με υποτροφία στη Νομική Σχολή της Sapienza (Πανεπιστήμιο Ρώμης), η γνωριμία με τον Μάριο Βίττι, η μετάφραση του Άντον Γκράμσι, που καθορίζει την αριστερή σκέψη.

Μέχρι το Λυκόφως

Εκδότρια στις εκδόσεις Οδυσσέας, η εκπόνηση της διατριβής στο Πάντειο για την κρατική πολιτική βιβλίου, η θητεία στο Ευρωκοινοβούλιο με το ΠΑΣΟΚ, η συνεννόηση με τον Κωστή Χατζηδάκη.

Το πώς συλλαμβάνει και δημιουργεί το ΕΚΕΒΙ, πώς και από ποιον «εκδιώχνεται» εν μία νυκτί, η πορεία προς το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Η διείσδυση στους Εκσυγχρονιστές -ο Μικρούτσικος, ο Σημίτης, ο Θέμελης, οι σχέσεις τους, οι διαφορές τους. Και το Λυκόφως, το υπουργείο Πολιτισμού, το σήμερα.

Με τον Κώστα Σημίτη την εποχή του ΕΚΕΒΙ

Ποια «εποχή προσδοκιών»;

Όπως σημειώνει ο Αντώνης Λιάκος, «δεν ήταν αυτονόητο πως δυο παιδιά της δικής μας κοινωνικής προέλευσης θα διέτρεχαν την πορεία που διατρέξαμε, ότι θα ζούσαμε καλύτερα από τους γονείς μας {…} Δεν είναι όλες οι εποχές εποχές ελπίδων και προσδοκιών. Μερικές είναι πολύ δύσκολες και αβέβαιες, όπως η περίοδος 1940-1950, στην εκπνοή της οποίας γεννηθήκαμε. Άλλοι, πάλι, καιροί -όπως οι τελευταίες δεκαετίες- χαρακτηρίζονται από αλλεπάλληλες ματαιώσεις. Είναι η περίοδοι όπου τα παιδιά δεν ζουν καλύτερα αλλά εξαρτώνται από τους γονείς τους».

Για τον ίδιο, η επιμέλεια αυτού του κειμένου λειτούργησε λυτρωτικά, σαν επεξεργασία του πένθους, επικείμενου και ύστερα συντελεσμένου.

Η Μυρσίνη Ζορμπά εξέπνευσε τον Απρίλιο του 2022.

Τέσσερις μήνες νωρίτερα, είχε σημειώσει: «Σ’ αγαπάω Αντώνη μου, κι αυτό με γεμίζει ενθουσιασμό, ναι, ενθουσιασμό, είναι σαν να πεθαίνω χωρίς να μου λείπει τίποτε».

Η Ανυπαρξία

Επειδή δεν θα αγοράσουν όλοι αυτό, δεν μπορεί κανείς να μην μνημονεύσει αυτό το τελευταίο κομμάτι από το ημερολόγιό της. Διαβάστηκε και στην κηδεία της.

«Η λέξη που ταιριάζει σε αυτόν τον σύντομο ορίζοντά μου είναι η ανυπαρξία. Δεν περιγράφεται, γιατί είναι ένας ου τόπος, ου χρόνος. Την περασμένη εβδομάδα στη συζήτηση με τον γιατρό κατάλαβα ότι διακόπτουμε τις χημειοθεραπείες, δεν είχαν αποτέλεσμα, και ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές.

Επομένως η ανυπαρξία είναι αυτό που εκφράζει καλύτερα, που διατυπώνει με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό που έρχεται. Βέβαια όλο το διάστημα, εδώ και έναν χρόνο, μέσα από τη συμπίεση, που διαρκώς μεγαλώνει, τον χρόνο που η κλεψύδρα του αδειάζει, διογκώνεται ο φόβος, που στην αρχή είχε μερικές χαραμάδες, κάποιες ελπίδες, μερικά ίσως πιθανόν, και σιγά σιγά ο φόβος καταλαμβάνει όλον τον υπάρχοντα χρόνο και είναι τόσο απόλυτος που πια δεν φοβάσαι, γιατί δεν υπάρχει μέσα σε αυτό κάτι που να κινείται, να έχει μία ροή.

Υπάρχει μόνο αυτό που ζεις και που από τη μία μεριά είναι σκοτεινό και δυσοίωνο, μια δυστοπία, από την άλλη είναι η πραγματική ζωή, αυτό το κάθε μέρα, που το επιμελείσαι, το φροντίζεις. Το φαγητό, το διάβασμα, ο καιρός έξω από το παράθυρο, τα ωραία λουλούδια, οι φίλοι, οι επικοινωνίες οι συζητήσεις, τα ενδιαφέροντα πάνω απ’ όλα, η δύναμη των ιδεών που δεν σταματάει να υπάρχει και που καταφέρνει να εξακτινωθεί πέρα από χρόνο.

Επομένως υπάρχουν οι δύο πλευρές και η ζωή είναι αυτή που κερδίζει την καθημερινότητα, οπότε αυτός ο συμπαγής όγκος του φόβου μένει εκεί, παγωμένος και παγιωμένος και σου επιτρέπει να ζήσεις αυτό που ζεις. Πιο πέρα, σηκώνοντας το βλέμμα, η ανυπαρξία είναι το πιο ρεαλιστικό… Είναι λίγο αστείο βέβαια, καμία ανυπαρξία δεν είναι ρεαλιστική, παρά μόνο άμα τη βλέπεις απ’ έξω και εγώ τη βλέπω από πολύ κοντά πια».

Πληροφορίες

Μυρσίνη Ζορμπά

Σημειώσεις από την εποχή των προσδοκιών

Εισαγωγή-Επιμέλεια: Αντώνης Λιάκος

Εκδόσεις Πόλις, 2023

σελίδες 312