«Μετά από έντονη πίεση από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία, η Ελλάδα και η Τουρκία συμφώνησαν να εκκινήσουν εκ νέου τις διαπραγματεύσεις προκειμένου να οριοθετήσουν τα θαλάσσια σύνορα τους στα αμφισβητούμενα νερά της Ανατολικής Μεσογείου» γράφει σε άρθρο της η Washington Post.

Επίσης, η εφημερίδα σημειώνει: «Η επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων γίνεται μετά από διακοπή τεσσάρων χρόνων, κάτι που ενδεχομένως να οδηγήσει στην επίλυση του θέματος μέσω διαιτησίας ενός τρίτου μέρους ή την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

» Η κρίση που προηγήθηκε οδήγησε τις δύο χώρες στα πρόθυρα της ένοπλης σύρραξης καθώς ο Ερντογάν επιδιώκει την περιφερειακή ηγεμονία, κάτι που ανησυχεί τις μεγαλύτερες δυνάμεις. Η επίσκεψη Πομπέο στην Κύπρο, η μερική άρση του εμπάργκο όπλων προς αυτή και η δήλωσή του ότι ‘παραμένουμε έντονα ανήσυχοι για τις εξελισσόμενες επιχειρήσεις έρευνας φυσικών πόρων της Τουρκίας, στην Ανατολική Μεσόγειο’ καταδεικνύουν την ανησυχία των ΗΠΑ».

Η εφημερίδα τονίζει ότι η «προγραμματισμένη επίσκεψη Πομπέο στην Ελλάδα, στις 27 και 28 του μήνα, όπου θα επισκεφθεί τη βάση της Σούδας και θα συναντήσει τον Πρωθυπουργό Μητσοτάκη για να συζητήσει την ελληνοαμερικανική αμυντική συνεργασία, χωρίς να επισκεφθεί ταυτόχρονα την Άγκυρα, ενδεχομένως αποτελεί ένα σημάδι ότι αυτός και άλλοι Αμερικανοί αξιωματούχοι είναι εκνευρισμένοι με τις τελευταίες προσπάθειες του Ερντογάν να επεκτείνει την ισχύ του στην περιοχή.

» Ο Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών Stephen Biegun μιλώντας την Τετάρτη στο Αμερικανοτουρκικό Συμβούλιο, στην Ουάσιγκτον, καταδίκασε απερίφραστα την Τουρκία δηλώνοντας ότι ‘υπάρχουν ουσιαστικές και αυξανόμενες ανησυχίες στις ΗΠΑ σχετικά με έναν αριθμό τουρκικών πολιτικών’ και συνέχισε λέγοντας ότι ‘παροτρύνουμε την Τουρκία να σταματήσει τις προκλητικές θαλάσσιες επιχειρήσεις και τα βήματα που αυξάνουν τις εντάσεις στην περιοχή».

Πρόσθεσε ότι οι ΗΠΑ «ήταν ιδιαίτερα ανήσυχες με την οπισθοδρόμηση της Δημοκρατίας στην Τουρκία».

Η αιχμηρή γλώσσα Biegun και το ταξίδι Πομπέο σηματοδοτούν την ανησυχία των ΗΠΑ ότι ο Ερντογάν έχει ξεπεράσει τα όρια στο παιχνίδι ισχύος του στην περιοχή, προσβάλλοντας ακόμα και τον πάλαι ποτέ υποστηρικτή του Πρόεδρο Τραμπ. Καθώς πλησιάζουν οι εκλογές, η κυβέρνηση ενδεχομένως να έχει τα μάτια της στην ελληνοαμερικανική ψήφο, έναν παράγοντα σε ορισμένες αμφιταλαντευόμενες πολιτείες».

Αναφερόμενη στην καγκελάριο Μέρκελ, την οποία και χαρακτηρίζει «συχνή υποστηρίκτρια της Τουρκίας», η εφημερίδα επισημαίνει ότι «ήταν ο άλλος κρίσιμος διαπραγματευτής που πίεσε την Άγκυρα να αποκλιμακώσει».

Η Washington Post κάνει αναφορά και στο ενδεχόμενο παραπομπής στην Χάγη λέγοντας: «Η παραπομπή είτε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, είτε σε ανεξάρτητη διαιτησία θα μπορούσε να ξεκινήσει την επίλυση του θαλάσσιου ζητήματος, χωρίς παραχωρήσεις τις οποίες ούτε ο Ερντογάν, ούτε ο Μητσοτάκης μπορούν να αντέξουν πολιτικά.

» Αλλά πρώτα, οι δύο πλευρές, πρέπει να συμφωνήσουν ‘στους όρους αναφοράς’ που εξειδικεύουν το ζήτημα το οποίο ετοιμάζονται να υποβάλλουν για διαιτησία. Η κάθε πλευρά, πρόσφατα, έχει προσπαθήσει να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της θέση κάνοντας συμφωνίες με κυβερνήσεις κατά μήκος της ακτής της Ανατολικής Μεσογείου, η Τουρκία με την Λιβύη και η Ελλάδα με την Αίγυπτο».

Τέλος, στο άρθρο της η εφημερίδα αναφέρεται και στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη τον οποίο χαρακτηρίζει «μία ελκυστική πολιτική προσωπικότητα στην Ελλάδα, η οποία μία δεκαετία πριν βυθιζόταν στο τέλμα του χρέους και την πολιτική διαίρεση».

Τέλος, πέρα των ελληνοτουρκικών και μιλώντας για τον Έλληνα πρωθυπουργό η Washington Post σημειώνει: «Μία άλλη ενίσχυση για τον Μητσοτάκη ήταν η επιτυχία της Ελλάδας στην αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού. Λιγότερα άτομα πέθαναν στην Ελλάδα από ό,τι στην περιοχή της Ουάσιγκτον, σύμφωνα με τα στατιστικά που συγκεντρώσαμε από το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins».