ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στην ανακοίνωσή του, το ΥΠΕΞ της γειτονικής χώρας έκανε λόγο για καλή θέληση και “σημαντικά αποτελέσματα” που έχουν επιτευχθεί στις διαπραγματεύσεις για το ζήτημα της ονομασίας, τονίζοντας πως βρισκόμαστε σε μία “εξαιρετικά λεπτή στιγμή” στη διαδικασία αυτή. Υπογράμμιζε όμως ότι αυτή η καλή θέληση πρέπει να μεταφερθεί σε ένα κείμενο συμφωνίας, τονίζοντας ότι δεν πρέπει να γίνουν “βεβιασμένες ενέργειες” και ότι είναι πολύ πιο σημαντικό “να επιτευχθεί μία διαρκής και βιώσιμη λύση αποδεκτή και από τις δύο πλευρές από την ανάγκη να τηρηθεί οποιασδήποτε προθεσμία για την ολοκλήρωση της διαδικασίας”.
Αν και η επίσημη πληροφόρηση από την πλευρά της κυβέρνησης για το τι συζητείται με την ΠΓΔΜ έρχεται με το… σταγονόμετρο, δεν είναι δύσκολο να δει κανείς τι ακριβώς παίζεται εδώ: Ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ, και ο υπουργός Εξωτερικών του, Νίκολα Ντιμιτρόφ, παίζουν ένα κλασικό παιχνίδι “καλού μπάτσου – κακού μπάτσου”. Σε ρόλο καλού ο Ζάεφ, που δείχνει συναινετικός και αφήνει να εννοηθεί ότι η συμφωνία έχει σχεδόν κλείσει, και σε ρόλο κακού ο Ντιμιτρόφ, που παίζει καθυστερήσεις και αφήνει να εννοηθεί ότι ζητά επαναδιαπραγμάτευση ζητημάτων που στην Αθήνα θεωρούσαν “κλεισμένα”.
Θα αναρωτηθεί κανείς τι έχει να κερδίσει η γειτονική χώρα από αυτό το παιχνίδι. Γιατί να εξυπηρετούν οι καθυστερήσεις την ΠΓΔΜ, που υποτίθεται ότι είναι αυτή που “καίγεται” για κλείσιμο της συμφωνίας, ώστε να προχωρήσει η ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ; Εδώ έγκειται το πονηρό της υπόθεσης: όντως, η ΠΓΔΜ “καίγεται” για να κλείσει η συμφωνία. Όμως δεν είναι η μόνη που “καίγεται”. Τον ίδιο ζήλο για επίλυση του ζητήματος της ονομασίας επιδεικνύουν και οι ΗΠΑ, αλλά και οι Ευρωπαίοι, που θεωρούν πως είναι προς το συμφέρον όλων να έχουν με το μέρος τους την ΠΓΔΜ, και πιέζουν προς την κατεύθυνση μίας λύσης.
Με το χρόνο να είναι λιγοστός μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στα τέλη του μήνα, οι Σκοπιανοί προφανώς ελπίζουν ότι οι πιέσεις αυτές θα στραφούν κυρίως προς την Αθήνα, θεωρώντας πως η εικόνα που υπάρχει στη διεθνή κοινότητα είναι αυτή μίας συναινετικής σκοπιανής κυβέρνησης (μετά από χρόνια αδιαλλαξίας και παραλογισμού του προκατόχου του Ζάεφ, Νίκολα Γκρούεφσκι) και μίας “πεισματάρικης” ελληνικής κυβέρνησης που θέτει εμπόδια στη διαπραγμάτευση. Ελπίζουν δηλαδή ότι, όσο περνάει ο χρόνος, η διαπραγματευτική τους θέση θα γίνεται όλο και ισχυρότερη, και αντίστοιχα θα αποδυναμώνεται η ελληνική θέση.
Γι’ αυτό και ήταν τόσο έντονη η αντίδραση της κυβέρνησης, μέσω διαρροών: “Έχουμε μια καλή συμφωνία στο τραπέζι, η οποία, όπως είπε ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ, πρέπει να κλείσει πολύ σύντομα. Δυστυχώς κάποιοι επιμένουν να παίζουν παιχνίδια”.
Όμως ανεξάρτητα από τις όποιες διαρροές, στην κυβέρνηση πρέπει τώρα να αποφασίσουν πώς θα διαχειριστούν την τροπή που έχει πάρει το θέμα. Θα παίξουν το παιχνίδι της ΠΓΔΜ με κίνδυνο να ηττηθεί διαπραγματευτικά η χώρα; Ή θα κρατήσουν σκληρή στάση που θα οδηγήσει σε απώλεια της σημερινής ευκαιρίας για λύση του Σκοπιανού, με τη διεθνή κοινότητα να αποδίδει το βάρος των ευθυνών αποκλειστικά ή κυρίως στην Ελλάδα;