Το “φλερτ” του ΣΥΡΙΖΑ με το Κίνημα Αλλαγής δε δείχνει να προχωράει. Οι καλοθελητές που το προωθούν υπάρχουν και μπορεί να πείθουν κάποιους (λίγους), όμως το γεγονός είναι ότι οι διαφορές ανάμεσα στα δύο κόμματα είναι πολύ περισσότερες από τις ομοιότητές τους. Και είναι επίσης γεγονός ότι η όλη κατάσταση θυμίζει λιγότερο “φλερτ” και περισσότερο… απόπειρα βιασμού.

Στην πραγματικότητα, αυτό που θέλει η Κουμουνδούρου δεν είναι να πάρει με το μέρος της τη Φώφη Γεννηματά. Όσο κι αν υπάρχει κάποια ιδεολογική συνάφεια, ΣΥΡΙΖΑ και Κίνημα Αλλαγής δεν μπορούν να είναι στο ίδιο στρατόπεδο, παρά μόνο συγκυριακά, για συγκεκριμένα θέματα στα οποία διαπιστώνονται συγκλίσεις με “αριστερό” πρόσημο, όπως στο νομοσχέδιο για την αναδοχή. Αυτό που πραγματικά θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι να διεμβολίσει το Κίνημα Αλλαγής και να αναδειχθεί ως η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στον κεντροαριστερό χώρο, στον οποίο έκανε “ρεσάλτο” από τα αριστερά, όταν η παραδοσιακή εκλογική του βάση τον εγκατέλειψε επειδή έγινε… μνημονιακότερος των μνημονιακών. Το όλο θέμα είναι η διεκδίκηση των ψηφοφόρων που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροαριστεροί, δηλαδή κυρίως των “παλαιοπασόκων” που στις τελευταίες εκλογές προτίμησαν τον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα το έχουν μετανιώσει και επιστρέφουν σταδιακά στη “βάση” τους, που έχει μετεξελιχθεί στο Κίνημα Αλλαγής. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ εξουδετερώσει τη δυναμική που φαίνεται να έχει το Κίνημα Αλλαγής (σε όλες τις δημοσκοπήσεις φαίνεται πλέον να είναι τρίτο κόμμα, και άρα πιθανός ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων μετά τις επόμενες εκλογές), τότε οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι δεν θα έχουν άλλη διέξοδο και θα ρίξουν έστω και απρόθυμα την ψήφο τους ξανά στον ΣΥΡΙΖΑ, όχι επειδή πιστεύουν ότι είναι το καλύτερο για τον τόπο, αλλά για να μην ενισχυθεί η Νέα Δημοκρατία.

Η επιχείρηση λοιπόν που έχει στήσει το επιτελείο της Κουμουνδούρου έχει στόχο το Κίνημα Αλλαγής, όχι ως… αντικείμενο του πόθου του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ως εμπόδιο που πρέπει να βγει από τη μέση. Και σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το θέμα που ανακινήθηκε τις τελευταίες μέρες με την κατάτμηση της εκλογικής υπερπεριφέρειας της Β’ Αθηνών, ένα μέτρο με το οποίο λίγοι διαφωνούν, όμως εν προκειμένω ο ΣΥΡΙΖΑ το συνδέει με την απλή αναλογική (το είπε ξεκάθαρα σε συνέντευξή του στην “Αυγή της Κυριακής” ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης), με προφανή σκοπό να φέρει σε αδιέξοδο το Κίνημα Αλλαγής: αν πει “ναι”, τότε φαίνεται να προσδένεται στο άρμα του ΣΥΡΙΖΑ. Αν πει “όχι”, τότε φαίνεται να απομακρύνεται από τον χώρο της κεντροαριστεράς και να πλησιάζει περισσότερο προς τη ΝΔ. Και στις δύο περιπτώσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύεται σε κυρίαρχη δύναμη της κεντροαριστεράς που καθορίζει τις εξελίξεις στο χώρο.

Το θέμα είναι πώς θα αντιδράσει το Κίνημα Αλλαγής. Η Φώφη Γεννηματά εμφανίζεται αποφασισμένη να μην πέσει στην επικοινωνιακή παγίδα του ΣΥΡΙΖΑ, και να απαντήσει παρουσιάζοντας εκ νέου τις θέσεις του δικού της κόμματος, τις οποίες κατέθεσε και πριν από ενάμιση χρόνο, και περιλαμβάνουν, εκτός από το αναλογικότερο εκλογικό σύστημα και την κατάτμηση των μεγάλων περιφερειών, και το δικαίωμα ψήφου στους Έλληνες του εξωτερικού. Με την εμπειρία της έχει καταλάβει το κόλπο του ΣΥΡΙΖΑ και δεν έχει καμία διάθεση να παίξει το παιχνίδι του Αλέξη Τσίπρα. Ωστόσο, με τις πιέσεις που δέχεται το Κίνημα Αλλαγής τόσο εξ αριστερών, όσο και εκ δεξιών (πάνε κι έρχονται οι φήμες για συνεργασία του Ευάγγελου Βενιζέλου με τη ΝΔ, όσο κι αν διαψεύδονται επισήμως), η Φώφη Γεννηματά μάλλον θα πρέπει να αποφασίσει, και σύντομα, σε ποια… βάρκα προτιμά να πατήσει.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Βουλή: Άρχισε η συζήτηση του ν/σ για υιοθεσία και αναδοχή

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Λεωνίδας Φραγκιαδάκης: Δεν παραιτήθηκα για την υπόθεση της Εθνικής Ασφαλιστικής

ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Κίνδυνος για την οικονομία: από τα 88 προαπαιτούμενα έχουν γίνει μόνο τα 3