Το πράσινο φως» στους υποψήφιους βουλευτές, στο πλαίσιο της πολιτικής τους επικοινωνίας με τους εκλογείς, να στέλνουν SMS και e-mails σε πολίτες της εκλογικής τους περιφέρειας, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου δίνει με απόφασή του το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Το Συμβούλιο έλαβε την απόφαση μετά την προσφυγή τριών υποψήφιων βουλευτών της ΝΔ (Θεόδωρο Φορτσάκη, Δημήτρης Κούβελα, Ιωάννα Καλαντζάκου-Τσατσαρώνη) κατά τις τελευταίες εθνικές εκλογές, οι οποίοι ζητούσαν την ακύρωση προστίμων ύψους 3.000 ευρώ που είχαν επιβληθεί από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα , για emails και SMS που είχαν σταλθεί σε εκλογείς της περιφέρειας τους, κατά την περίοδο των εθνικών εκλογών του 2019, χωρίς τη συγκατάθεση των παραληπτών. Τελικά το ΣτΕ ακύρωσε τελικά τα πρόστιμα,  ενώ επεσήμανε ότι δεν μπορεί να εξομοιωθεί η πολιτική επικοινωνία με τη διαφημιστική δραστηριότητα. Παράλληλα, πάντως, παραδέχθηκε πως υπάρχει νομοθετικό κενό για το συγκεκριμένο ζήτημα.

Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα είχε κρίνει πως η αποστολή  SMS και e-mail από τους τρεις υποψήφιους βουλευτές,  παραβίαζαν την παράγραφο 3 του άρθρου 11 του νόμου 3471/2006 για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Ο κ. Φορτσάκης υποστήριξε ότι κάποια πρόσωπα έλαβαν μηνύματα, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν προγραμματισμένα, καθώς κατά την μαζική αποστολή περιελήφθησαν και κάποιοι τηλεφωνικοί αριθμοί από την προσωπική ατζέντα του, η οποία περιλαμβάνει αρκετές χιλιάδες επαφές, λόγω των θέσεων ευθύνης που κατείχε κατά καιρούς.

Από την πλευρά του ο κ. Κούβελας υποστήριξε ότι οι αριθμοί των κινητών τηλεφώνων και των ηλεκτρονικών διευθύνσεων (e-mail ) τα απέστειλε σε συναδέλφους του με στοιχεία που βρέθηκαν από τον Δικηγορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης και ότι οι αποδέκτες είχαν δυνατότητα διαγραφής.

Η κυρία Καλαντζάκου υποστήριξε ότι έστειλε μηνύματα σε φίλους και συναδέλφους της που απέκτησε από τη θητεία της στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών και επικοινωνούσε συχνά μαζί τους για επιστημονικά, συνδικαλιστικά, κ.λπ. θέματα. Ακόμη, υποστήριξε ότι οι διευθύνσεις κ.λπ. είναι δημόσια προσβάσιμες μέσω της Ευρωπαϊκής πύλης «E-JUSTICE-Εξεύρεση δικηγόρου». Επίσης, υποστήριξε ότι οι αποδέκτης των e-mail είχαν τη δυνατότητα διαγραφής από τη σχετική λίστα, αλλά και ότι στο SMS δεν υπήρχε τεχνικά δυνατότητα να αναγραφούν τα περί διαγραφής.

Και οι τρείς υποστήριξαν ότι τα πολιτικά μηνύματα εξαιρούνται από τους περιορισμούς που θέτει ο νόμος 3471/2006 περί προηγούμενης συγκατάθεσης του αποδέκτη.

Το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ με πρόεδρο τον σύμβουλο Επικρατείας Ευθύμιο Αντωνόπουλο και εισηγήτρια την πάρεδρο Μαγδαληνή Φασιλάκη, ακύρωσε τις αποφάσεις της Αρχής καθώς έκρινε ότι στερούνται νομίμου ερείσματος.

Συγκεκριμένα οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι δεν εμπίπτει η επικοινωνία του υποψήφιου βουλευτή κατά την προεκλογική περίοδο στο ρυθμιστικό πεδίο του άρθρου 11 παρ. 1 του ν. 3471/2006.

Παράλληλα, στις δικαστικές αποφάσεις επισημαίνεται ότι για τον περιορισμό της, αναγκαίας για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, επικοινωνίας του υποψήφιου βουλευτή κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου με τους εκλογείς της περιφέρειας στην οποία θέτει υποψηφιότητα, απαιτείται ειδική ρύθμιση (σ.σ.: έκδοση οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία όμως μέχρι σήμερα δεν έχει υλοποιηθεί).

Και εξηγούν οι σύμβουλοι Επικρατείας ότι τέτοια ειδική ρύθμιση δεν μπορεί να θεωρηθεί το άρθρο 11 παρ. 1 του νόμου 3471/2006 (όπως ερμήνευσε η Αρχή), το οποίο ρυθμίζει τις επικοινωνίες για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης προϊόντων ή υπηρεσιών και για κάθε είδους διαφημιστικούς σκοπούς, καθώς στην επίμαχη διάταξη του νόμου 3471/2006 δεν εμπίπτει πάντως η επικοινωνία του υποψήφιου βουλευτή κατά την προεκλογική περίοδο.