Κανονικά οι εθνικές εκλογές στη χώρα η «θεωρία» λέει ότι «οφείλουν» να γίνονται κάθε τέσσερα χρόνια. Δεν είμαστε βεβαίως πολύ μακριά από το να καταστρατηγούμε αυτόν τον κανόνα συχνότερα από ό,τι λέει η «θεωρία». Το πότε θα γίνουν εκλογές έχει σχεδόν «καταντήσει» ένας ωφελιμιστικός τακτικισμός, είτε επιθετικός είτε αμυντικός των κομμάτων που κυβερνούν.

Ο πειρασμός των πρόωρων εκλογών ωστόσο «πατάει» πάνω σε τρία κριτήρια:

1

Πρώτον, την ανεύρεση ενός πολιτικώς ορθού και συνταγματικά σύννομου λόγου να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές ώστε η απόφαση αυτή να μη γυρίσει μπούμερανγκ.

Δεύτερον, την ενεργητική εξασφάλιση ότι το κυβερνητικό κόμμα θα κερδίσει τις εκλογές αυτές πετυχαίνοντας, ποσοστά, έδρες, αυτοδυναμίες κ.λπ.

Τρίτον, την παθητική προστασία της υστεροφημίας του κυβερνώντος κόμματος όταν οι καιροί δείχνουν ότι οι προκλήσεις που έπονται μόνο καλά ξεμπερδέματα δεν προμηνύουν, κοινώς «στρίβειν διά των εκλογών».

Αν εξαιρέσει κανείς την παραπάνω τρίτη περίπτωση, πρακτικά η Ιστορία έχει δείξει ότι πρόωρες εκλογές γίνονται συνήθως όταν το κυβερνών κόμμα έχει απέναντί του ένα φοβισμένο, ή χαρούμενο εκλογικό σώμα. Το φοβισμένο γιατί τότε οι πολίτες απαγκιάζουν στην κυβέρνησή τους και το χαρούμενο γιατί ομάδα που κερδίζει δεν την αλλάζεις.

Ο Ιστορικός αιφνιδιασμός του Σημίτη

Οι πιο αιφνιδιαστικές πρόωρες εκλογές της μεταπολίτευσης προκηρύχθηκαν τον Αύγουστο του 1996. Όταν ο Κώστας Σημίτης, νεοεκλεγμένος πρωθυπουργός από την κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, βρισκόταν διακοπές στη Σίφνο, όπως σχεδόν κάθε καλοκαίρι.

Η αναχώρηση Σημίτη για το νησί των Κυκλάδων είχε καθησυχάσει τους πάντες στην Αθήνα, που σχεδίαζαν τις δικές τους Αυγουστιάτικες διακοπές.

Ο ίδιος είχε άλλα σχέδια. Μόλις γύρισε στην Αθήνα, στις 22 Αυγούστου, συγκάλεσε το Εκτελεστικό Γραφείο και ανακοίνωσε την απόφαση του να στηθούν κάλπες ένα μήνα αργότερα. Σχεδόν όλοι πιάστηκαν εξαπίνης και έψαχναν εισιτήρια να γυρίσουν στην πρωτεύουσα.

Υπάρχει πιθανότητα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υπό άλλες συνθήκες και όρους, να κηρύξει εκλογές επιστρέφοντας από τις – έστω και ολιγοήμερες λόγω πιθανών γεγονότων- καλοκαιρινές του διακοπές στα Χανιά; Οι προϋποθέσεις υπάρχουν έστω κι αν χάθηκε η πλέον βασική, ο αιφνιδιασμός.

Οι προϋποθέσεις

Ο πρωθυπουργός επανέλαβε πρόσφατα για πολλοστή φορά ότι θα εξαντληθεί η τετραετία, ωστόσο, επίσης για πολλοστή φορά, διατύπωσε κι ένα «αλλά» το οποίο συνόψισε στον κίνδυνο να μην εγκλωβιστεί η χώρα «σε μια αφόρητη πολιτική τοξικότητα». Υπουργοί και βουλευτές εξέλαβαν αυτή τη φράση και πάλι ως υπονοούμενο ότι οι εκλογές θα γίνουν τον Οκτώβριο. Τι σημαίνει αυτό; Ότι εκ των πραγμάτων η κυβέρνηση δεν μπορεί να υλοποιήσει έργο, εξαγγελίες και, κυρίως, μεταρρυθμίσεις, καθώς άπαντες θα ασχολούνται με τις εκλογικές τους περιφέρειες κυνηγώντας ψήφους.

Μια άλλη προϋπόθεση είναι η δυναμική της κυβέρνησης. Τρία χρόνια μετά την εκλογή της ΝΔ, φαίνεται ότι το πολιτικό σκηνικό παραμένει σταθερό. Όσες μετακινήσεις ψηφοφόρων ήταν να γίνουν έχουν γίνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί το ποσοστό του σκληρού πυρήνα του, στο 25%, χωρίς να κερδίζει επιπλέον δυσαρεστημένους ψηφοφόρους, και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ παραμένει στο διψήφιο ποσοστό με αυξομειώσεις, που είναι αναμενόμενες καθώς ακόμα προσπαθεί να κατοχυρώσει τη νέα φυσιογνωμία του.

Η συγκέντρωση αυξημένου ποσοστού στα δεξιά της ΝΔ δεν φαίνεται να αποτελεί πρόβλημα για την κυβέρνηση, όσο ο χώρος αυτός παραμένει κατακερματισμένος και η απήχηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο δεξιό ακροατήριο παραμένει υψηλή. Τυχόν επιθετική διεκδίκηση του συγκεκριμένου χώρου θα μπορούσε να διαταράξει τις λεπτές ισορροπίες με τον μεσαίο χώρο, ο οποίος ενδιαφέρει περισσότερο τον πρωθυπουργό. Εκεί, ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται ότι δεν μπορεί να επεκταθεί, ανεβαίνει όμως εύκολα ο Νίκος Ανδρουλάκης, με αυξημένα ποσοστά τόσο προσωπικά όσο και του κόμματός του. Με την κυβέρνηση λοιπόν σε αυτή τη φάση να φλερτάρει, δημοσκοπικά τουλάχιστον, με την αυτοδυναμία, εξηγείτε γιατί γίνεται προσπάθεια να συμπιεστεί αφόρητα ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, ή τόσο όσο να αποτελέσει έναν δυνητικό κυβερνητικό εταίρο.

Τα δεδομένα

Εκτός από τις προϋποθέσεις υπάρχουν και τα δεδομένα. Οι επόμενες εκλογές θα είναι διπλές, όπως φαίνεται από όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. Οι πρώτες θα γίνουν με την απλή αναλογική που κληροδότησε ως εκλογικό σύστημα πολιτικής αστάθειας ο ΣΥΡΙΖΑ και δεν αναμένεται να δώσουν αυτοδυναμία. Επομένως, θα ακολουθήσουν αμέσως μετά δεύτερες κάλπες, με το ενισχυμένο σύστημα που ψήφισε η παρούσα βουλή.

Με το ενδεχόμενο ακυβερνησίας να απειλεί τη χώρα, σε ένα διεθνές περιβάλλον που πιθανότατα θα παραμένει ασταθές λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και εξαιτίας των αναθεωρητικών βλέψεων του Ερντογάν, οι ψηφοφόροι εμφανίζονται να κινούνται εκ του ασφαλούς και να ψηφίζουν με κριτήριο την ασφάλεια. Η αυτοδυναμία της ΝΔ μετά τις δεύτερες κάλπες, αυτή τη στιγμή, είναι το ρεαλιστικό και επικρατέστερο σενάριο.

Στην πιο πρόσφατη «αποκρυπτογράφηση» μέσα από πίνακες με βάση τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις  για το εάν για τον σχηματισμό κυβέρνησης απαιτηθούν διπλές εκλογές, ο Π. Σταθόπουλος, δρ Πολιτικών Επιστημών, ειδικός εκλογικός αναλυτής και διευθυντής του Ινστιτούτου Κ. Καραμανλής, έδειξε μέσα από την «Καθημερινή» πως προκύπτει η αυτοδυναμία.

Με βάση την ενδεικτική αναγωγή που συνηθίζεται (ορισμένες εταιρείες τη δημοσιεύουν επίσημα) δηλαδή να αφαιρεθούν οι απαντήσεις αποχής και να θεωρηθεί ότι οι αναποφάσιστοι θα έχουν ανάλογη συμπεριφορά με τους αποφασισμένους, έχουμε τα στοιχεία ψήφου του πρώτου πίνακα εκλογές με την αναλογική ως μέση ένδειξη όλων των βασικών εταιρειών.

Για τις δεύτερες εκλογές με μπόνους δεν αλλάζει μόνο το εκλογικό σύστημα αλλά και τα ποσοστά. Δεχόμαστε ως γενική τάση την περαιτέρω ενίσχυση των δύο προπορευόμενων (όπως προκύπτει και από τα σχετικά στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η K-Research). Με βάση αυτές τις τρέχουσες ενδείξεις υπάρχει θεωρητικά δυνατότητα αυτοδυναμίας στην περίπτωση που επαναληφθούν οι εκλογές η οποία ενισχύεται και από το γεγονός ότι το 6ο κόμμα υπολογίζεται οριακά στο 3%, αλλά μπορεί να μην το επιτύχει κατεβάζοντας τον πήχη για σχηματισμό κυβέρνησης από το πρώτο κόμμα.

Ένα δεύτερο παράδειγμα Σημίτη για τον Μητσοτάκη

Οι υπέρμαχοι της πρόωρης προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία το φθινόπωρο, υποστηρίζουν ότι ο κίνδυνος τυχόν τριπλών εκλογών μηδενίζεται τώρα που η κυβέρνηση εμφανίζει χαρακτηριστικά πολιτικής κυριαρχίας.

Ο επόμενος χειμώνας προαλείφεται δύσκολος έως αφόρητος, το προβλέπουν άλλωστε όλοι οι διεθνείς οργανισμοί,  και ακούγονται παράταιροι οι πανηγυρισμοί επειδή ο ρυθμός της ανάπτυξης έφτασε στο 7% στην Ελλάδα. Παρά τις διαβεβαιώσεις της κυβερνητικής πλευράς ότι τα μέτρα στήριξης έχουν υπολογιστεί να διαρκέσουν μέχρι ένα χρόνο και βεβαίως περιλαμβάνουν τη μεσαία τάξη, επομένως καλύπτουν θεωρητικά το διάστημα ως το τέλος της κυβερνητικής θητείας, τίποτα δεν είναι σίγουρο σε μία συγκυρία τόσο ρευστή, με τα «γεγονότα» -που άλλωστε δεν ελέγχονται ούτε στο ελάχιστο από την Ελλάδα – να καθορίζουν πλήρως τις εξελίξεις.

Αν προσθέσουμε και το ενδεχόμενο ο Ερντογάν να προχωρήσει από την άκρως προκλητική και επιθετική ρητορική σε αντίστοιχες ενέργειες επί του πεδίου, αλλά και την πιθανή επανεμφάνιση της πανδημίας μετά τον Οκτώβριο, καταλαβαίνουμε πόσο πιθανές είναι οι εκλογές … σύντομα.

Υπάρχει δε κι ένα διδακτικό παράδειγμα από την πρόσφατη ιστορία, που έχει να κάνει πάλι με τον Κώστα Σημίτη: Στη δεύτερη τετραετία του, μετέθετε διαρκώς τον χρόνο προκήρυξης εκλογών. Αρχικά περιμένοντας τις επιτυχίες της ελληνικής προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση του πρώτου εξαμήνου του 2003 να εκτονώσουν τον κοινωνικό θυμό που είχε αρχίσει να προκαλεί η διακυβέρνησή του. Στη συνέχεια ελπίζοντας ότι η προοπτική της τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 θα γέμιζε ευφορία το εκλογικό σώμα αποσπώντας την προσοχή του από τα δύσκολα της καθημερινότητας και της επικαιρότητας.

Αποτέλεσμα: εγκλωβίστηκε στον πολιτικό χρόνο. Το διάβημα της μεταβίβασης του δαχτυλιδιού στον Γιώργο Παπανδρέου αποδείχθηκε απονενοημένο. Και το ΠΑΣΟΚ οδηγήθηκε σε εκλογές όταν πια ήταν καταδικασμένο να τις χάσει. Χωρίς απλή αναλογική και χωρίς συμμάχους.

Διαβάστε επίσης

Ο απολογισμός της Συνόδου της Θεσσαλονίκης: Τι κέρδισε η Ελλάδα – Τι έχασε ο Ερντογάν – Όλο το παρασκήνιο