Ειρήνη Αγαπηδάκη
Μου αρέσουν πολύ τα παλιά πανεπιστήμια. Με κάνουν να αισθάνομαι ασφάλεια, εμπνέουν σεβασμό στη γνώση, στον θεσμό, δίνουν το τέμπο της συνέχειας. Η φθορά που έχουν υποστεί, είναι μέρος της ιστορίας τους – μια υπόμνηση πως ό,τι μα ό,τι κι αν συμβεί, αυτά θα στέκουν εκεί, η ζωή θα συνεχιστεί.
Έχει τύχει πολλές φορές να καθίσω στο παρκάκι έξω από τα κτίρια της Ιατρικής Σχολής στο Γουδί και να χαζεύω τους φοιτητές σκεπτόμενη πόσες στρατιές ανθρώπων, πόσες-πόσες χιλιάδες ψυχές και ιστορίες έχουν χωνέψει οι τοίχοι της.
Κάπου το χάσαμε όμως και το «παλιό» έγινε συνώνυμο της κακοποίησης. Καθένας μπορεί ανενόχλητος να ξεβράσει πάνω στα κτίρια τον θυμό, τη βλακεία, τον έρωτα του για τη Μαρίτσα, ό,τι. Σκουπίδια, εξοπλισμοί που δε λειτουργούν, κατεστραμμένα γραφεία, αίθουσες, έδρανα. Σημάδι ενός μπάχαλου που κανείς δε φαίνεται ικανός να οριοθετήσει.
Οι νεότεροι διαλύουν και οι μεγαλύτεροι ανέχονται.
Οι φωτογραφίες είναι από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας- οι δύο πρώτες δείχνουν τις φοιτητικές εστίες των ιδρυμάτων.
Ξέρω ότι θα καταλάβετε εύκολα σε ποιο πανεπιστήμιο ανήκει κάθε φωτογραφία – αυτό είναι και το χειρότερο: η κακοποίηση, η έλλειψη σεβασμού έγινε μέρος της ταυτότητάς μας.
Βρίσκουμε τον εαυτό μας, το δικό μας, εκεί που υπάρχει το μπάχαλο. Σε τέτοιο βαθμό, που, τις προάλλες που βρέθηκα για πρώτη φορά στο πανεπιστήμιο Λευκωσίας, αισθάνθηκα αμηχανία. Όλη αυτή η ηρεμία, ο σεβασμός, η τάξη, με έκανε να νιώσω περίεργα, σαν μια α-φύσικη κατάσταση.
Ναι, είναι μη κρατικό, αλλά αυτό λίγη σημασία έχει. Ο σεβασμός δεν είναι «ιδιωτικό» προνόμιο, είναι ατομική και συλλογική κατάκτηση. Και κάπως, κάπου, συνήθισα φαίνεται να μη με σέβονται και μου κάνει εντύπωση το αντίθετο.
Ποιος ξέρει, μπορεί να είναι δικό μου το πρόβλημα τελικά.