Κυριάκος Μητσοτάκης, πρωθυπουργός
Η επαναδιαπραγμάτευση των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων παραμένει πρωταρχικός στόχος της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος μιλώντας στη βελγική LeSoir αναφέρθηκε για μια ακόμα φορά στο ζήτημα.
Ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε τη δέσμευσή του για μείωση των φόρων, υποστηρίζοντας πως για να ανασάνει η ελληνική οικονομία θα πρέπει να υπάρξει ανάπτυξη πολύ μεγαλύτερη του 2%. Για τον λόγο αυτό θεωρεί «απολύτως λογικό» να υπάρξει μια έντιμη συζήτηση για την μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων με τους Ευρωπαίους εταίρους.
«Με δεδομένο ότι σκοπεύω να μειώσω τους φόρους στην Ελλάδα, είναι σημαντικό να γίνεται κατανοητή η θέση μου από την Ευρώπη και την Κομισιόν: θέλω περισσότερη ανάπτυξη, διότι η Ελλάδα δεν μπορεί να πορευτεί με ανάπτυξη μόλις 2% εφόσον χάσαμε το 25% του ΑΕΠ μας κατά τη διάρκεια της κρίσης», σημειώνει ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και προσθέτει: «Θεωρώ, λοιπόν, απολύτως λογικό να κάνουμε μια έντιμη συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα που ήταν το τίμημα το οποίο έπρεπε να πληρώσουμε για την πολιτική του κ. Τσίπρα».
Ο κ. Μητσοτάκης διευκρίνισε, πάντως, ότι η διαπραγμάτευση για τη μείωση των υψηλών πλεονασμάτων δεν πρόκειται να αρχίσει άμεσα μετά τις εκλογές, καθώς για να υπάρξει το επιθυμητό αποτέλεσμα θα πρέπει να οικοδομηθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης, μέσα από την υλοποίηση ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων.
Ο κ. Μητσοτάκης υποστήριξε ότι ο Μάνφρεντ Βέμπερ μπορεί να δείξει ευελιξία απέναντι στην Ελλάδα, εφόσον εκλεγεί πρόεδρος της Κομισιόν. «Οι διαπραγματεύσεις είναι πάντα και πολιτικές διαπραγματεύσεις και η εμπιστοσύνη θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα σε αυτές», ανέφερε.
«Συζητήσαμε με τον Μάνφρεντ σχετικά με το ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία θεωρώ υπερβολικά υψηλά και πιστεύω ότι και ο Μάνφρεντ είναι σύμφωνος με αυτή την άποψη».
Παράλληλα, ο κ. Μητσοτάκης άσκησε κριτική στον Αλέξη Τσίπρα, λέγοντας ότι «επέβαλε καθεστώς πολύ αυστηρής λιτότητας και η χώρα μας επιδεικνύει σήμερα πρωτογενή πλεονάσματα ακόμη υψηλότερα από αυτά που μας έχει ζητήσει η Ευρώπη».
Σχολιάζοντας τον κ. Τσίπρα, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε: «Λαϊκισμός είναι να έρχεται κάποιος στην εξουσία και να επιτίθεται στη Δικαιοσύνη ή να επιχειρεί να ελέγξει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Λαϊκισμός είναι κάποιος να λέει ψέματα, όπως όταν [ο κ. Τσίπρας] με κατηγορεί ότι είμαι ακροδεξιός πολιτικός, ενώ προέρχομαι από το κέντρο. Και όλα αυτά όταν ο ίδιος ο κ. Τσίπρας πέρασε μια τετραετία σε κυβερνητική συνεργασία με την ελληνική ακροδεξιά».
Ερωτηθείς για τη Συμφωνία των Πρεσπών, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε: «Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι εξαιρετικά προβληματική για την Ελλάδα γιατί, εκτός των άλλων, για πρώτη φορά η χώρα μας αναγνωρίζει “μακεδονική γλώσσα” και “μακεδονική ταυτότητα” τροφοδοτώντας τον αλυτρωτισμό και τον εθνικισμό σε μια ευαίσθητη περιοχή όπως αυτή των Βαλκανίων. Αυτό είναι προβληματικό και είναι ο λόγος που εμείς στη Νέα Δημοκρατία θεωρούμε τη συμφωνία πολύ κακή για την Ελλάδα. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων τάσσεται κατά της συμφωνίας. Θα αγωνιστούμε με σοβαρότητα και υπευθυνότητα για να αμβλύνουμε τις σοβαρές αρνητικές συνέπειες της συμφωνίας και για να θωρακίσουμε τη χώρα έναντι των κινδύνων που εγκυμονεί. Γι’ αυτό δεν απεμπολούμε το δικαίωμα του “βέτο” κατά τη διαδικασία ένταξης της γειτονικής χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:
-Υπήρξατε από τους πρώτους που υποστήριξαν την υποψηφιότητα του Μάνφρεντ Βέμπερ. Γιατί;
-Δεν είμαι ο μόνος. Στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο Ελσίνκι, ο Βέμπερ έλαβε περίπου το 80% των ψήφων. Υποστήριζα πάντοτε την ιδέα των «spitzenkandidaten» (των κορυφαίων υποψηφίων). Για εμάς, είναι σημαντικό ο επόμενος Πρόεδρος της Επιτροπής να προέρχεται από την πιο ισχυρή πολιτική δύναμη στην Ευρώπη. Και έχω μεγάλη εμπιστοσύνη στον Μάνφρεντ. Ανήκει σε μια νέα γενιά, προέρχεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κάτι που από μόνο ανοίγει έναν νέο δρόμο για την διεκδίκηση αυτής της θέσης: νομίζω ότι από μόνο του αυτό το στοιχείο τον έχει οπλίσει με μεγαλύτερη εμπειρία για τη δημιουργία συνασπισμών, κάτι που είναι σημαντικό για την Ευρώπη του μέλλοντος. Επίσης, έχουμε και μια καλή προσωπική σχέση, κάτι που έχει τη σημασία του στην ευρωπαϊκή πολιτική.
-Το να υποστηρίξετε έναν Γερμανό υποψήφιο στην Ελλάδα, δεν είναι κάτι που στερείται δυσκολιών…
-Δεν είναι εύκολο. Αλλά ο Μάνφρεντ ασκούσε πάντοτε κριτική σε όσα έπραξε ο ΣΥΡΙΖΑ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015. Ο κ. Τσίπρας του προσάπτει ότι δεν είναι φίλος της Ελλάδας, προφανώς γιατί δεν είναι φίλος του ΣΥΡΙΖΑ! Στις αρχές του 2015, βρεθήκαμε κοντά στην απόλυτη καταστροφή. Και γνωρίζω ότι στην επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο θα έχουμε στην Επιτροπή κάποιον που θα αντιλαμβάνεται τις ελληνικές θέσεις. Συζητήσαμε με τον Μάνφρεντ σχετικά με το ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία θεωρώ υπερβολικά υψηλά και νομίζω ότι και ο Μάνφρεντ είναι σύμφωνος με αυτή την άποψη. Με δεδομένο ότι σκοπεύω να μειώσω τους φόρους στην Ελλάδα, είναι σημαντικό να γίνεται κατανοητή η θέση μου από την Ευρώπη και την Επιτροπή: θέλω περισσότερη ανάπτυξη, διότι η Ελλάδα δεν μπορεί να πορευτεί με ανάπτυξη μόλις 2% εφόσον χάσαμε το 25% του ΑΕΠ μας κατά τη διάρκεια της κρίσης.
-Πρόκειται, επομένως, να επαναδιαπραγματευτείτε τις παραμέτρους που διέπουν την περίοδο που ακολουθεί το σχέδιο διάσωσης;
-Αυτό το έχω πει. Αλλά δεν θα το κάνω αμέσως. Πρέπει πρώτα να κερδίσω την εμπιστοσύνη της Ευρώπης. Δεν θα αποτελέσει ζήτημα που θα ενταχθεί στον προϋπολογισμό του 2020 αλλά στους προϋπολογισμούς των ετών 2021 και 2022. Θεωρώ, λοιπόν, απολύτως λογικό να κάνουμε μια έντιμη συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα που ήταν το τίμημα το οποίο έπρεπε να πληρώσουμε για την πολιτική του Τσίπρα. Θέλω να υλοποιήσω μεταρρυθμίσεις γιατί είναι πολύ σημαντικές για την Ελλάδα και όχι γιατί κάποιος μου λέει να τις κάνω. Άλλωστε, έλαβα ορισμένες πολύ δύσκολες αποφάσεις όταν ήμουν υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Θέλω, όμως, να κάνω την Ελλάδα ένα success story.
-Αναμένετε ότι ο κ. Βέμπερ, εάν γίνει Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα έχει μεγαλύτερη ευελιξία απέναντι στην Ελλάδα;
-Απολύτως. Οι διαπραγματεύσεις είναι πάντα και πολιτικές διαπραγματεύσεις και η εμπιστοσύνη θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα σε αυτές.
-Ισχυρίζεστε ότι ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι λαϊκιστές, αλλά είναι αυτοί που υλοποίησαν το πλέον βαρύ και αντιδημοφιλές πρόγραμμα λιτότητας και μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκε ποτέ στην Ελλάδα. Μπορεί κανείς ακόμη και σήμερα, μετά από τέσσερα έτη στην εξουσία, να τους αποκαλεί λαϊκιστές;
-Σε ό,τι αφορά το τρίτο πρόγραμμα, καταρχάς δεν το χρειαζόμασταν. Γιατί εφαρμόστηκε; Διότι υπήρξε η περίοδος Βαρουφάκη, τον οποίον επέλεξε ο κ. Τσίπρας ως πρώτο υπουργό Οικονομικών. Στη συνέχεια ο κ. Τσίπρας επέβαλε καθεστώς πολύ αυστηρής λιτότητας και η χώρα μας επιδεικνύει σήμερα πρωτογενή πλεονάσματα υψηλότερα από αυτά που μας έχει ζητήσει η Ευρώπη. Ο κ. Τσακαλώτος δηλώνει ανοιχτά ότι πρόκειται για μια ταξική πολιτική καθώς θέλει να πλήξει τη μεσαία τάξη για να εφαρμόσει μια αναδιανομή. Προφανώς, αυτό υπήρξε καταστροφικό για την ανάπτυξη. Λαϊκισμός είναι να έρχεται κάποιος στην εξουσία και να επιτίθεται στη Δικαιοσύνη ή να επιχειρεί να ελέγξει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Λαϊκισμός είναι κάποιος να λέει ψέματα, όπως [ο κ. Τσίπρας] όταν με κατηγορεί ότι είμαι ακροδεξιός πολιτικός, ενώ προέρχομαι από το κέντρο. Και όλα αυτά όταν ο ίδιος ο κ. Τσίπρας πέρασε μια τετραετία σε κυβερνητική συνεργασία με την ελληνική ακροδεξιά. (σημείωση συντάκτη: Το κόμμα Χρυσή Αυγή θεωρείται συχνά ως νεοναζιστικό κόμμα).
-Ο κ. Τσίπρας συνήψε μια συμφωνία ιστορικής σημασίας με τους γείτονές σας, αναγνωρίζοντάς τους την ονομασία Βόρεια Μακεδονία, συμφωνία που εγκωμιάστηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στην οποία, όμως, εσείς αντιταχθήκατε. Εν ολίγοις, δεν ισχύει ότι θα αναλάβετε την εξουσία, αφού το σκληρότερο πρόγραμμα λιτότητας στην ιστορία της χώρας και η συμφωνία με τη Βόρεια Μακεδονία εφαρμόστηκαν από άλλους;
-Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι εξαιρετικά προβληματική για την Ελλάδα γιατί, μεταξύ άλλων, για πρώτη φορά η χώρα μας αναγνωρίζει «Μακεδονική γλώσσα» και «Μακεδονική ταυτότητα» τροφοδοτώντας τον αλυτρωτισμό και τον εθνικισμό σε μια ευαίσθητη περιοχή όπως αυτή των Βαλκανίων. Αυτό είναι προβληματικό και είναι ο λόγος που εμείς στη Νέα Δημοκρατία θεωρούμε τη συμφωνία πολύ κακή για την Ελλάδα. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων τάσσεται κατά της συμφωνίας. Θα αγωνιστούμε με σοβαρότητα και υπευθυνότητα για να αμβλύνουμε τις σοβαρές αρνητικές συνέπειες της συμφωνίας και για να θωρακίσουμε τη χώρα έναντι των κινδύνων που εγκυμονεί. Γι αυτό δεν απεμπολούμε το δικαίωμα του «βέτο» κατά τη διαδικασία ένταξης της γειτονικής χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
-Ο Weber υπόσχεται ότι θα τερματίσει τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ…
-Σε αυτό το σημείο δεν συμφωνώ. Δεν πρέπει να πούμε στην Τουρκία ότι όλα τελείωσαν. Πρέπει να κάνουμε μια στοχευμένη συζήτηση.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Ο ΣΥΡΙΖΑ παρακαλά ξανά τη ΝΔ για τηλεοπτικό dabate Τσίπρα-Μητσοτάκη
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Κορδέλες σε εργοτάξια κόβει ο Τσίπρας – Ο «κακός» Σπίρτζης
ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Την Δευτέρα η πρόταση μομφής της ΝΔ κατά του… «αψύ» Πολάκη μετά τις διακοπές με τον Τσίπρα