Με την πεποίθηση ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας θα εμφανιστεί απολύτως συσπειρωμένη και συμπαγής κατά τη συζήτηση και την ψηφοφορία το απόγευμα της Παρασκευής για την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, προσέρχεται η Κυβέρνηση στην τριήμερη κοινοβουλευτική διαδικασία.

Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να δηλώνει από την Κρήτη, όπου συνέχισε κανονικά την προγραμματισμένη περιοδεία του με επίκεντρο τα έργα υποδομών που βρίσκονται σε εξέλιξη στο νησί, ότι η κίνηση Τσίπρα είναι «καλοδεχούμενη και μια πολύ καλή ευκαιρία, όχι μόνο να επιβεβαιώσουμε τη συνοχή της Κοινοβουλευτικής μας Ομάδας, αυτό είναι δεδομένο, αλλά κυρίως να συγκρίνουμε πεπραγμένα τετραετιών»

Ενδεικτικό της στρατηγικής Μητσοτάκη, που δηλώνει ότι «δεν επιζητώ τη σύγκρουση», είναι και το γεγονός ότι ο Πρωθυπουργός εξέφρασε την ελπίδα «οι πολίτες να προσπεράσουν το νέφος της τοξικότητας και να αντιληφθούν ποιοι είναι αυτοί που μπορούν να τους μιλήσουν για το μέλλον τους, διότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει τη σύγκρουση, γιατί δεν έχει προτάσεις για το μέλλον της χώρας και ταυτόχρονα, δεν μπορεί να μιλήσει για το παρελθόν της χώρας». Δήλωση πίσω από την οποία διαφαίνεται καταφανώς, το «Μητσοτάκης ή Τσίπρας» στο τιμόνι της χώρας, διακύβευμα που θεωρείται βέβαιον ότι θα υπερτονίσει ο Πρόεδρος της ΝΔ και στην διελκυστίνδα της Ολομέλειας.

Κάτι που, σύμφωνα με πληροφορίες, αναμένεται ότι θα είναι και το κυρίαρχο αφήγημα της κυβερνώσας παράταξης καθ’ όλη τη συζήτηση, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι δεν θα δοθούν απαντήσεις εφ’ όλης της ύλης, ακόμα και σε υψηλούς τόνους, «εφόσον προκληθούμε», όπως έλεγε κορυφαίο στέλεχος.

Μάλιστα, πηγές από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ τόνιζαν ότι «αφού ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης το επιθυμεί, ας συγκρίνουμε το κράτος δικαίου επί ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ας θυμηθούμε τους αρμούς της εξουσίας, όχι μόνο του Πολάκη αλλά και του κ. Τσίπρα, τις σακούλες με τα χρήματα για το ΣΥΡΙΖΑ -Channel και όλα όσα καταδίκασε ο ελληνικός λαός με την ψήφο του».

Στα δεξιά έδρανα της Βουλής κυριαρχεί το επιχείρημα «όλα στο φως, το λόγο έχει η δικαιοσύνη, ο Πρωθυπουργός, ως όφειλε, δεν γνώριζε τίποτε, από την πρώτη στιγμή καθαίρεσε στενούς του συνεργάτες, αναγνώρισε λάθη, ενώ, αντιθέτως, οι πληροφορίες για τη λειτουργία των παράκεντρων της ΕΥΠ, και με τη βοήθεια Ράμμου, έφταναν πρώτα στον ΣΥΡΙΖΑ και στον εθνικό συκοφάντη»

Η στρατηγική Τσίπρα

Στον αντίποδα, ο Αλέξης Τσίπρας, με στρατήγημα την «υπεράσπιση της δημοκρατίας, της διαφάνειας, της δικαιοσύνης» και χωρίς να έχει αυταπάτες ότι θα ρίξει την Κυβέρνηση, βάζει ένα εντελώς διαφορετικό δίλημμα, καλώντας τους βουλευτές να ταχθούν «με τη Δημοκρατία ή με την εκτροπή».

Προσάπτει στον Κυριάκο Μητσοτάκη βαρύτατους πολιτικούς χαρακτηρισμούς, όπως «εγκέφαλος και αρχηγός του εγκληματικού δικτύου και εντολέας του παρακράτους εντός του Μαξίμου», που «προέβη στις πράξεις αυτές επειδή, πέραν των άλλων, διακατέχεται από μια βαθύτατη οίηση και αλαζονεία, μεγάλωσε ως πρίγκιπας και τώρα, νόμισε ότι έγινε βασιλιάς».

Μιλά για «ζόφο και παρακμή» και καταλήγει σε συμπεράσματα πως «ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση είναι αμετάκλητα ένοχοι, δεν έχουν μονάχα πολιτικές αλλά και βαρύτατες προσωπικές και νομικές ευθύνες».

Γεγονός που έκανε τον Υπουργό Επικρατείας κ. Γιώργο Γεραπετρίτη -ο οποίος χθες, «σήκωσε το βάρος» της κυβερνητικής εκπροσώπησης λόγω της αναγκαστικής απουσίας του Πρωθυπουργού- να ανταπαντά με το «ένοχος, ένοχον ου ποιεί».

Ο Αλέξης Τσίπρας, σύμφωνα με κορυφαία στελέχη του αλλά και κοινοβουλευτικούς παράγοντες, με την κίνησή του αυτή, επιχειρεί όχι μόνο να απομονώσει κοινοβουλευτικά την Κυβέρνηση- μάλιστα τονίζουν ότι «ο Μητσοτάκης φοβήθηκε διαρροές και γι’ αυτό δεν μετέτρεψε την πρόταση δυσπιστίας σε ψήφο εμπιστοσύνης».

Αλλά, μεσοπρόθεσμα, να απομειώσει τα εκλογικά ποσοστά της ΝΔ, τη διαφορά ανάμεσα στα δύο κόμματα και τη δημοσκοπική υπεροχή Μητσοτάκη σχεδόν σε όλους τους ποιοτικούς δείκτες, προκειμένου να φτάσει στις κάλπες με τις μεγαλύτερες δυνατές πιθανότητες, αποστερώντας παράαλληλα από τον βασικό του πολιτικό αντίπαλο κάθε δυνατότητα σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης.

Ταυτοχρόνως, πάντα κατά τις ίδιες πηγές, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να «κοντύνει» περαιτέρω τον Νίκο Ανδρουλάκη – ο οποίος έτσι κι αλλιώς θα απουσιάζει και από αυτό το κορυφαίο κοινοβουλευτικό γεγονός, λόγω του γνωστού κωλύματος. Και να εμφανιστεί στους πολίτες ως ο μόνος αντίπαλος του «επικίνδυνου Μητσοτάκη».

Στην κατεύθυνση αυτή, στο ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι η διαδικασία «φέρνει και τον Ανδρουλάκη προ των ευθυνών του», αναφορικά όχι μόνο με τις υποκλοπές αλλά και μια κυβέρνηση συνεργασίας μετεκλογικά.

Στην Κουμουνδούρου, ήδη, σηκώνουν τους τόνους ακόμα και για τους χειρισμούς του Προέδρου της Βουλής κ. Κώστα Τασούλα και για τα…ωράρια της συζήτησης στην Ολομέλεια, σημειώνοντας ότι η διαδικασία θα διαρκεί έως τις 3 τα ξημερώματα. Παρακάμπτουν την ανάγκη η πρόταση να έχει ψηφιστεί πριν από την αναχώρηση του Πρωθυπουργού για το προγραμματισμένο ταξίδι στην Ιαπωνία και αποδίδουν πολιτική υστεροβουλία στην πλειοψηφία προκειμένου «οι πολίτες να μείνουν στο σκοτάδι».

 Ο ρόλος του Ράμμου   

Στο στόχαστρο της Κυβέρνησης είναι πλέον δημοσίως, και ο επικεφαλής της ΑΔΑΕ κ. Χρήστος Ράμμος, στον οποίο προσάπτουν «προνομιακή σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ», υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι για το περιεχόμενο του φακέλου που επιδόθηκε στον κ. Τσίπρα και κυκλοφορούσε σε συγκεκριμένα ΜΜΕ, ο Πρωθυπουργός θεσμικά, ενημερώθηκε εκ των υστέρων, έχοντας «ενημερωθεί» προηγουμένως από τους δημοσιογράφους.

Το αντεπιχείρημα Ράμμου είναι ότι «ο Πρωθυπουργός ουδέποτε ζήτησε να με συναντήσει», αποποιούμενος την κατηγορία ότι φιλοδοξεί να διαδραματίσει ρόλο πολιτικού παράγοντα.

Ωστόσο, οι χειρισμοί του επικεφαλής της ΑΔΑΕ, κάνουν τον Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Άδωνι Γεωργιάδη να υποστηρίζει ότι «αφού ήθελε να φέρει στη Βουλή το αίτημα του Τσίπρα, με συγχωρείτε, δεν είναι Πρόεδρος Ανεξάρτητης Αρχής, αυτός είναι «Κουμουνδούρου ολέ»…

Διαβάστε επίσης

Μητσοτάκης: Σήμερα ο κ. Τσίπρας έγραψε μόνος του τον πρόλογο της ήττας του

Σε κλίμα πόλωσης η τριήμερη συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας – «Καλοδεχούμενη», απαντά ο Μητσοτάκης

Πρόταση δυσπιστίας κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ – Ευκαιρία για την κυβέρνηση τη χαρακτήρισε ο Γεραπετρίτης