«Πεποίθηση μας είναι, ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που θα έχουν πρόσβαση στα χρήματα των φορολογουμένων, δεν μπορεί να είναι Μέσα χωρίς ταυτότητα, δεν μπορεί να είναι επιχειρήσεις φαντάσματα», δήλωσε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Γιάννης Οικονόμου, κατά την πρώτη ημέρα συζήτησης του νομοσχεδίου για τον Τύπο, στην κοινοβουλευτική επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης.

«Δεν μπορεί κάποιος να δηλώνει μέρος του οικοσυστήματος των μμε, επειδή έχει έναν server ή ένα κομπιούτερ στο σπίτι του. Πρέπει να είναι Μέσα με ταυτότητα και χαρακτηριστικά που θα τους προσδίδουν οντότητα. Κυρίως δεν νοείται ΜΜΕ χωρίς δημοσιογράφους και χωρίς άλλους εργαζόμενους», είπε ο κ. Οικονόμου. Τα ΜΜΕ χρειάζονται επαγγελματίες της ενημέρωσης, «επαγγελματίες που θα διασφαλίζουν την αξιοπιστία της είδησης και την ποιότητα του σχολιασμού», πολλώ δε μάλλον, εφόσον πρόκειται για ΜΜΕ που θα έχουν πρόσβαση στα χρήματα των φορολογούμενων, σημείωσε ο ίδιος.

«Δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχουν κάποιες ελάχιστες υποχρεώσεις, για τους εργαζόμενους, πέραν των δημοσιογράφων, που θα υποστηρίζουν μια σειρά από άμεσες λειτουργίες των Μέσων αυτών», είπε ο υφυπουργός. Πρόσθεσε πάντως, ότι η κυβέρνηση, προτού καταθέσει το νομοσχέδιο αυτό στη Βουλή, «έπρεπε να σταθμίσει την συγκυρία, να σταθμίσει ότι είμαστε σε μια χρονική περίοδο που δυσκολεύονται να βγάλουν πέρα οι επιχειρήσεις του Τύπου και να μην θεσπίσει απαιτήσεις ανυπέρβλητες».

Ο υφυπουργός αναφέρθηκε ενδεικτικά στις εξής περιπτώσεις και το ελάχιστο όριο απαιτήσεων που τίθεται

«Για τις πανελλαδικές ημερήσιες εφημερίδες, με το νομοσχέδιό μας έχουμε την απαίτηση, για να εγγραφούν στα μητρώα και να έχουν πρόσβαση στις δυνατότητες χρηματοδότησης, να υπάρχουν 15 δημοσιογράφοι και 5 άτομα λοιπό προσωπικό. Στις πανελλαδικές λοιπές εφημερίδες, να υπάρχουν 10 δημοσιογράφοι και 2 άτομα προσωπικό. Στις ιστορικές εφημερίδες, αυτές που κυκλοφορούν εδώ και 30 χρόνια, προκρίναμε την ιστορικότητα και είπαμε ότι θα έχουν υποχρέωση ελάχιστου αριθμού 4 δημοσιογράφων χωρίς την ανάγκη λοιπού προσωπικού.

Στον περιφερειακό Τύπο, σε περιπτώσεις που οι εφημερίδες λειτουργούν σε ένα περιβάλλον, σε μια γεωγραφική ενότητα μικρότερη των 200.000 ανθρώπων, η απαίτηση είναι να έχουν 2 δημοσιογράφους και 1 άτομο λοιπό προσωπικό. Είναι η ελάχιστη δυνατή απαίτηση, με βάση και την πρόνοια του νόμου σε τροπολογία που είχαμε ψηφίσει νωρίτερα, προκειμένου στην ταυτότητά τους να αναφέρουν τον εκδότη ή τον διευθυντή τους, ως μέλη των Ενώσεων. Στις περιφερειακές εβδομαδιαίες εφημερίδες, σε περιοχές που έχουν από 80.000 και κάτω κατοίκους, η ελάχιστη υποχρέωση είναι να έχουν 1 δημοσιογράφο, και επί της ουσίας, χωρίς την υποχρέωση για λοιπό προσωπικό» ανέφερε ο κ. Οικονόμου.

Ο υφυπουργός αναφέρθηκε επίσης στην προσφορά του Τύπου, σημειώνοντας ότι «η προσφορά του Τύπου στον κοινωνικό-πολιτικό βίο της χώρας είναι αδιαμφισβήτητη. Η κυβέρνησή μας, προφανώς αναγνωρίζει τον ρόλο που διαδραματίζει ο Τύπος στη δημοκρατία και στην πατρίδα μας. Γι’ αυτό, με διαρκή και συνεχή νομοθετήματα καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας της, ιδιαίτερα τα τελευταία κρίσιμα χρόνια, ενισχύουμε αποφασιστικά τον Τύπο, προκειμένου να μπορέσει να αντέξει, να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που προκαλούν οι διεθνείς κρίσεις, και είναι δέσμευση μας να συνεχίσουμε να τον στηρίζουμε για να διαδραματίζει τον πολύτιμο ρόλο του προς όφελος της κοινωνίας, της πατρίδας και της ποιότητας της δημοκρατίας. Συνεπείς σε αυτή τη δέσμευση, καταρτίσαμε και φέρνουμε στο Κοινοβούλιο ένα συνεκτικό, ένα σύγχρονο πλαίσιο, τόσο για τον έντυπο όσο και για τον ηλεκτρονικό Τύπο», είπε ο Γιάννης Οικονόμου.

Όπως ξεκαθάρισε ο υφυπουργός, το νομοσχέδιο δεν έχει στόχο να επηρεάσει τι θα γράφει κάθε εφημερίδα που θα κυκλοφορεί, ή τι θα αναρτά κάθε ιστοσελίδα που υπάρχει. «Δεν είναι ένα νομοσχέδιο που στο πεδίο εφαρμογής του ασχολείται με τις απόψεις που εκφράζει η κάθε εφημερίδα ή κάθε site», ανέφερε, για να υπογραμμίσει ότι «η λογοκρισία είναι έξω από το αξιακό πλαίσιο» της ΝΔ, ως παράταξης.

Το νομοσχέδιο, είπε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, «διαμορφώνει ενιαίους κανόνες για τη δυνατότητα χορήγησης κρατικής διαφήμισης και κρατικής ενίσχυσης στις επιχειρήσεις του Τύπου», «θέτει πλαίσιο κανόνων διαφάνειας, αναφορικά με την πρόσβαση στα λεφτά των φορολογουμένων», «θέτει ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να έχουν, όσοι από τον χώρο των ΜΜΕ θα έχουν πρόσβαση στα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων».

Ειδικότερα, ο κ. Οικονόμου ανέφερε τα πιο κομβικά σημεία του νομοσχεδίου

– το σύνολο του Τύπου, έντυπου και ηλεκτρονικού, εντάσσεται σε μητρώα

– η ένταξη στα μητρώα είναι απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να υπάρχει πρόσβαση στα χρήματα του φορολογούμενου, είτε μέσω της κρατικής διαφήμισης, είτε μέσω προγραμμάτων κρατικής ενίσχυσης

– για την ένταξη στα μητρώα τίθενται προϋποθέσεις που σχετίζονται με την ταυτότητα του Μέσου, την πορεία του, την ιστορικότητα του, κυρίως με τους δημοσιογράφους και εργαζόμενους που απασχολεί.

– καθιερώνονται διαδικασίες ελέγχου των προϋποθέσεων

– θεσμοθετείται επιτροπή, για την τήρηση των αρχών της δημοσιογραφικής ηθικής και δεοντολογίας.

Ο Γιάννης Οικονόμου επισήμανε εξάλλου, ότι με το νομοσχέδιο θεσπίζονται ξεκάθαρες διαδικασίες ελέγχου και κυρώσεων, οι οποίες δίνουν την ευκαιρία στη γενική γραμματεία Επικοινωνίας και Ενημέρωσης να επιβλέπει την εφαρμογή του νόμου, «να διαμορφώσει μια κουλτούρα συμμόρφωσης και να προσφέρει την εγγύηση στο σύνολο του χώρου, ότι δεν θα δοκιμάζεται από αθέμιτο ανταγωνισμό, από άλλες επιχειρήσεις που δεν θα τηρούν τις υποχρεώσεις τους και θα προσποιούνται ότι τις τηρούν».

Περαιτέρω, ο κ. Οικονόμου είπε ότι με το νομοσχέδιο γίνεται μια περαιτέρω προσπάθεια «θωράκισης του δημοσιογραφικού χαρακτήρα όλου αυτού του οικοσυστήματος». Είναι χαρακτηριστική η φράση του, ότι για την κυβέρνηση «το καταρτισμένο δημοσιογραφικό προσωπικό, ο σεβασμός της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, είναι εχέγγυα για την ποιοτική λειτουργία του Τύπου». Αυτό λοιπόν τον στόχο υπηρετεί, όπως είπε, η θέσπιση της επιτροπής Δημοσιογραφικής Ηθικής και Δεοντολογίας. «Αν διαβάσει κανείς προσεκτικά το συγκεκριμένο άρθρο, θα δει ότι στην επιτροπή αυτή δεν προβλέπεται ούτε ένας εκπρόσωπος της κυβέρνησης. Κανείς που να έχει οργανική σχέση με την κυβέρνηση. Ούτε διορίζει η κυβέρνηση. Στην επιτροπή αυτή, την πλειοψηφία την έχουν οι δημοσιογράφοι», είπε ο κ. Οικονόμου.

Επισήμανε δε, ότι αυτή η επιτροπή που θεσμοθετείται, είναι αντίστοιχη εκείνης που λειτουργεί ήδη ως γνωμοδοτική επιτροπή και εγκρίνει τις χρηματοδοτήσεις στον ασφαλιστικό φορέα των δημοσιογράφων, τον ΕΔΟΕΑΠ. «Είναι ο ίδιος ακριβώς χαρακτήρας αυτή η επιτροπή, και μάλιστα με το νομοσχέδιο έχει καλύτερη αναλογία, γιατί οι δημοσιογράφοι εδώ έχουν και την πλειοψηφία. Η επιτροπή αυτή λοιπόν του ΕΔΟΕΑΠ, που γνωμοδοτεί και βοήθησε πολύ να αποφύγουμε διάφορα προβλήματα στην καταβολή αυτών των χρηματοδοτήσεων, καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση είναι η επιτροπή που προβλέπει το νομοσχέδιο», είπε ο υφυπουργός.

Αναφερόμενος στον ηλεκτρονικό Τύπο, ο κ. Οικονόμου επισήμανε ότι με το νομοσχέδιο, για πρώτη φορά καθιερώνεται ο ορισμός του ηλεκτρονικού Τύπου και αποσαφηνίζεται η δυνατότητα συμμετοχής των επιχειρήσεων αυτών σε προγράμματα χρηματοδότησης.

Σε σχέση με τον περιφερειακό Τύπο, είπε ότι καθιερώνεται δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής των μικρών εφημερίδων, από τις αναθέτουσες αρχές, στην περίπτωση των διακηρύξεων. Θεσμοθετείται επίσης, ειδικό σήμα και ένας μοναδικός αριθμός, με στόχο «να αποτελέσει ένα πιστοποιητικό διευρυμένης αξιοπιστίας», «να βοηθήσει στην αναγνώριση και στην ενίσχυση της φερεγγυότητας και του κύρους των Μέσων ευρύτερα».

Πηγή: ΑΠΕ- ΜΠΕ

Διαβάστε επίσης:

Ανδρουλάκης: Συναγωνισμός Κ. Μητσοτάκη και Α. Τσίπρα στην υπονόμευση των θεσμών

ΠτΔ: Για την Ελλάδα η καταδίκη κάθε αναθεωρητικής πολιτικής είναι ζήτημα αρχής

Τσαβούσογλου: Η Ελλάδα παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας