Σάλο προκάλεσαν στην πολιτική ζωή της Γερμανίας τα έκτροπα που διαδραματίστηκαν μπροστά στο Ράιχσταγκ κατά την συγκέντρωση των αρνητών του κορονοϊού, την οποία στήριξε η ακροδεξιά.

Ιδιαίτερα έντονη, όπως αναφέρει η Deutsche Welle, ήταν η αντίδραση του Προέδρου της Δημοκρατίας της Γερμανίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, ο οποίος καταδίκασε τα γεγονότα. 

«Σημαίες της αυτοκρατορικής Γερμανίας και ακροδεξιές χυδαιολογίες μπροστά στο γερμανικό κοινοβούλιο αποτελούν μη ανεκτή επίθεση στην καρδιά της δημοκρατίας μας. Αυτό ουδέποτε θα το δεχτούμε», δήλωσε ο Σταϊνμάιερ. Ο καθένας μπορεί να εκφράσει δημόσια είτε διαδηλώνοντας την οργή του είτε εκφράζοντας την αμφιβολία του για την αναγκαιότητα των περιοριστικών μέτρων λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. «Η κατανόηση μου», τόνισε, «τελειώνει εκεί που οι διαδηλωτές προσδένονται στα άρματα των εχθρών της δημοκρατίας και πολιτικών κυρήκων του μίσους.»

Ο κ. Σταϊνμάιερ ευχαρίστησε τους αστυνομικούς «που ενήργησαν με εξαιρετική σύνεση σε μια δύσκολη κατάσταση».

Όπως σημειώνει η Deutsche Welle, το Ράιχσταγκ έχει μια ιδιαίτερα συμβολική σημασία για την ιστορία της χώρας, καθώς συνδέεται με την καταστροφή του από φωτιά, λίγους μήνες μετά την άνοδο των Ναζί στην εξουσία το 1933.

Στην κυριακάτικη εφημερίδα Bild ο υπουργός Εσωτερικών Χόρστ Ζεεχόφερ χαρακτηρίζει «απαράδεκτη» την προσπάθεια «χαοτικών και εξτρεμιστών» να εισέλθουν βίαια στο Ράιχσταγκ που είναι το συμβολικό κέντρο της φιλελεύθερής μας δημοκρατίας. Ο υποψήφιος καγκελάριος των Σοσιαλδημοκρατών Όλαφ Σολτς τονίζει σε μήνυμά του στο Twitter ότι ναζιστικά σύμβολα και σημαίες της αυτοκρατορικής Γερμανίας «δεν έχουν απολύτως καμία θέση μπροστά από τη γερμανική βουλή».

Από την πλευρά των Πρασίνων η συνπρόεδρος του κόμματος Ανναλένα Μπέρμποκ, επίσης στο Twιtter, καθιστά σαφές ότι σημαίες της αυτοκρατορικής Γερμανίας μπροστά στο Ράιχσταγκ «δεν είναι ένδειξη ελευθερίας της γνώμης αλλά επίθεση στη δημοκρατία μας».

Μετά το τέλος εκδήλωσης μπροστά από το Ράιχσταγκ, το βράδυ του Σαββάτου, εκατοντάδες διαδηλωτές έσπασαν την περίφραξη ασφαλείας και ανέβηκαν στα εξωτερικά σκαλοπάτια με την πρόθεση να εισέλθουν στο κτήριο. Η αστυνομία που αρχικά αιφνιδιάστηκε, κατάφερε τελικά να τους αποτρέψει χρησιμοποιώντας σπρέι πιπεριού. Αιτιολογώντας την αδυναμία της αστυνομίας να παρεμποδίσει διαδηλωτές να ανέβουν τα σκαλοπάτια, εκπρόσωπός της δήλωσε πως οι αστυνομικές δυνάμεις δεν μπορούσαν να είναι την ίδια στιγμή παντού.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις των αρχών 38.000 άτομα διαδήλωσαν στο Σάββατο στο Βερολίνο κατά των περιοριστικών μέτρων. Επρόκειτο για ένα ετερόκλητο πλήθος αποτελούμενο από συνωμοσιολόγους, αντιεμβολιαστές, ακροδεξιούς αλλά και τους “Πολίτες του Ράιχ” που υποστηρίζουν ότι η Γερμανική Αυτοκρατορία εξακολουθεί να υπάρχει ως νομικό πρόσωπο.

Ήδη πολύ νωρίς χθες η αστυνομία διέλυσε την κεντρική πορεία, επειδή δεν τηρούνταν οι απαραίτητες απαστάσεις ασφαλείας. Κατά τη διάρκεια της ημέρας έγιναν γύρω στις 300 συλλήψεις διαδηλωτών, οι 200 από αυτές μπροστά από τη ρωσική πρεσβεία. Περό τα 3.000 άτομα που είχαν συγκεντρωθεί, φώναζαν συνθήματα υπέρ του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν και πετούσαν πέτρες και μπουκάλια στους αστυνομικούς.

Ο υπουργός για θέματα εσωτερικής πολιτικής του κρατιδίου του Βερολίνου Αντρέας Γκάιζελ χαρακτήρισε χθες το βράδυ στη γερμανική τηλεόραση τα επεισόδια «προβλέψιμα» και «αναμενόμενα». Αποδέκτες αυτής της έμμεσης κριτικής είναι οι δικαστικές αρχές που είχαν επιτρέψει την πραγματοποίηση των διαδηλώσεων παρά την αντίθετη γνώμη της αστυνομίας.