Ένας πολιτικός από την Αγία Πετρούπολη ζήτησε από τους εισαγγελείς να διεξαγάγουν έρευνα για τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν επειδή χρησιμοποίησε τη λέξη «πόλεμος» για να περιγράψει τη σύγκρουση στην Ουκρανία, κατηγορώντας τον προϊστάμενο του Κρεμλίνου για παραβίαση του δικού του νόμου.

Ο Πούτιν επί μήνες χαρακτηρίζει την εισβολή που έκανε ο ίδιος «ειδική στρατιωτική επιχείρηση».

Τον Μάρτιο υπέγραψε νόμους που προβλέπουν την επιβολή βαριών προστίμων και ποινές φυλάκισης για δυσφήμιση ή «διάδοση ψευδών πληροφοριών» για τις ένοπλες δυνάμεις, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να διωχθούν όσοι λένε τον πόλεμο με το όνομα του.

Όμως χθες, Πέμπτη, ο Ρώσος πρόεδρος παρέκκλινε από τη συνήθη ορολογία που χρησιμοποιεί όταν είπε στους δημοσιογράφους: «Ο στόχος μας δεν είναι να γυρίσουμε τον σφόνδυλο της στρατιωτικής σύγκρουσης, αλλά, αντίθετα, να τερματίσουμε αυτόν τον πόλεμο».

Ο Νικίτα Γιούφερεφ, ένας δημοτικός σύμβουλος στην πόλη στην οποία γεννήθηκε ο Πούτιν, δήλωσε ότι γνωρίζει ότι η προσφυγή του στην δικαιοσύνη ενδέχεται να μη γίνει αποδεκτή, αλλά την κατέθεσε για να αναδείξει την «ανειλικρίνεια» του συστήματος.

«Για μένα είναι σημαντικό να το κάνω αυτό για να δείξω την αντιφατικότητα και την ανομία των νόμων αυτών που ενέκρινε και υπέγραψε ο ίδιος (ο Πούτιν), αλλά τους οποίους ο ίδιος δεν τηρεί».

«Νομίζω ότι όσο περισσότερο μιλάμε για αυτό, (τόσο) περισσότεροι άνθρωποι θα αμφισβητούν την εντιμότητά του, την αξιοπιστία του, και θα έχει λιγότερη υποστήριξη».

Στην προσφυγή του που κατέθεσε με ανοιχτή επιστολή ο Γιούφερεφ ζητάει από τον γενικό εισαγγελέα και τον υπουργό Εσωτερικών «να εγκαλέσουν τον Πούτιν σε σχέση με τον νόμο για την διάδοση ψευδών ειδήσεων σχετικά με τις δράσεις του ρωσικού στρατού».

Ο Γιούφερεφ, ο οποίος ζήτησε από το Reuters να μην αποκαλύψει πού βρίσκεται, δήλωσε ότι οι επικριτές του Πούτιν που αποκάλεσαν δημόσια τον πόλεμο πόλεμο, έχουν υποστεί σκληρές τιμωρίες.

Ο πολιτικός της αντιπολίτευσης Ιλιά Γιάσιν καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 8-1/2 ετών αυτό τον μήνα για διάδοση «ψευδών πληροφοριών» σχετικά με τον ρωσικό στρατό. Τον Ιούλιο ένας άλλος δημοτικός σύμβουλος, ο Αλεξέι Γκορίνοφ, καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκιση επειδή άσκησε κριτική στην εισβολή.

Ο Γιούφερεφ δήλωσε ότι είχε προηγουμένως επιστήσει την προσοχή των αρχών στο ότι τη λέξη «πόλεμος» έχουν χρησιμοποιήσει άλλα εξέχοντα πρόσωπα, όπως ο Σεργκέι Κιριγιένκο, αναπληρωτής επικεφαλής της προεδρικής διοίκησης, και ο κορυφαίος νομοθέτης Σεργκέι Μιρόνοφ.

Ανέφερε ότι η αστυνομία του είπε ότι εξέτασε την καταγγελία κατά του Κιριγιένκο και διαπίστωσε ότι δεν είχε κάνει τίποτα κακό, και αρνήθηκε να εξετάσει την υπόθεση του Μιρόνοφ.

Μετά τη δημοσίευση της ανοιχτής επιστολής για τον Πούτιν, ο Γιούφερεφ δήλωσε ότι έλαβε εκατοντάδες μηνύματα μίσους. Αλλά είπε ότι πιστεύει πως η πλειοψηφία των Ρώσων καταλαβαίνει τι πραγματικά συμβαίνει στην Ουκρανία.

«Ο πόλεμος, στη ρωσική κοινωνία, είναι μια τρομακτική λέξη. Όλοι έχουν μεγαλώσει από παππούδες και γιαγιάδες που έζησαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όλοι θυμούνται τη ρήση ‘‘Αρκεί να μην γίνει πόλεμος”», είπε

Ο Γιούφερεφ χρειάστηκε να πληρώσει πρόστιμο τον Σεπτέμβριο για απαξίωση του στρατού, αφού προώθησε μια πρόταση στη Βουλή για να κατηγορηθεί ο Πούτιν για προδοσία για την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.

 

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ

 

Διαβάστε επίσης:

Ρωσία: Σημαντική πρόοδος προς την “αποστρατιωτικοποίηση” της Ουκρανίας