Έπειτα από όλα τα επιχειρήματα και τις μαζικές πορείες, οι αντίπαλοι του Brexit βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι με μια σκληρή αλήθεια, μετά την σαρωτική νίκη του πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον: δεν θα υπάρξει δεύτερο δημοψήφισμα, το διαζύγιο από την Ευρώπη είναι αναπόφευκτο.

Με τους Συντηρητικούς να κερδίζουν τη μεγαλύτερη πλειοψηφία τους από το 1987, ο Τζόνσον θα μπορέσει να περάσει από το Κοινοβούλιο τη συμφωνία του για το διαζύγιο, επιτρέποντας στη Βρετανία να αποχωρήσει από την ΕΕ τον ερχόμενο μήνα.

Θα είναι η πιο σημαντική γεωπολιτική κίνηση της χώρας μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ορισμένοι υποστηρικτές ενός δεύτερου δημοψηφίσματος για το Brexit κατηγόρησαν τον εαυτό τους για τη συντριπτική ήττα. Η κύρια οργάνωση που έκανε εκστρατεία για ένα δεύτερο δημοψήφισμα, η People’s Vote, κατέρρευσε, ενώ ο ηγέτης του αντιπολιτευόμενου Εργατικού Κόμματος ήταν αμφίσημος, καθώς υποσχέθηκε να παραμείνει ουδέτερος σε μια νέα ψηφοφορία.

«Είμαι αναστατωμένος και όπως όλοι στην κοινότητα του ‘remain’ θα ήθελα να είχαμε πιο ικανή εκπροσώπηση» λέει ο Μάικ Γκαλσγουόρθι, ο οποίος διεξήγαγε εκστρατεία κατά του Brexit.

Το δημοψήφισμα του 2016 για τη συμμετοχή στην ΕΕ ήταν το πιο πολωτικό ζήτημα στην πρόσφατη βρετανική ιστορία, αποκρυσταλλώνοντας διαιρέσεις ανάμεσα σε πόλεις και κωμοπόλεις, νέους και ηλικιωμένους, τους κερδισμένους της παγκοσμιοποίησης και αυτούς που έμειναν πίσω.

Για πολλούς φιλευρωπαίους στη Βρετανία, ένα νέο δημοψήφισμα αντιπροσώπευε την καλύτερη ευκαιρία για να τερματισθεί η αναταραχή και η πολιτική παράλυση. Αν ενώνονταν σε μια ενιαία πολιτική δύναμη, μπορεί να είχαν μια ευκαιρία να ανατρέψουν το αποτέλεσμα.

Επιπλέον των αδυναμιών τους, οι αποκαλούμενοι «remainers» ξεπεράσθηκαν από τα πράγματα.

Τα τρία τελευταία χρόνια η υποστήριξη της παραμονής στην ΕΕ ερχόταν πρώτη σε όλες σχεδόν τις δημοσκοπήσεις, προκαλώντας μερικές από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις στην πρόσφατη ιστορία της Βρετανίας. Δύο φορές το κοινοβούλιο υποχρέωσε να καθυστερήσει το Brexit.

Όμως τα κύρια αντιπολιτευόμενα κόμματα δεν κατάφεραν να συνεργασθούν για να διαμορφώσουν μια λειτουργική διακομματική συμμαχία, κάνοντας εκατομμύρια Βρετανούς να απορούν.

Ενώ οι Συντηρητικοί ενοποίησαν την ψήφο αυτών που θέλουν την αποχώρηση από την ΕΕ, οικοδομώντας έναν συνασπισμό ψηφοφόρων υπέρ του Brexit απ’ όλες τις εκλογικές περιφέρειες και τις τάξεις, αυτοί που διεξήγαν εκστρατεία για ένα νέο δημοψήφισμα πάσχιζαν για να κερδίσουν υποστηρικτές ή για να συμφωνήσουν σ’ ένα ενοποιημένο σχέδιο.

Διαιρεμένοι

Η Τζίνα Μίλερ, η οποία διεξήγαγε εκστρατεία για ένα δεύτερο δημοψήφισμα, ήταν μεταξύ αυτών που δέχονται πως δεν υπάρχει επιστροφή. «Σίγουρα δεν θα υπάρξει άλλη ψηφοφορία» δήλωσε προσθέτοντας πως το Brexit «θα περάσει ως μια πράξη του Kοινοβουλίου, στη συνέχεια θα επικυρωθεί ως διεθνής συνθήκη και θα έχουμε αποχωρήσει».

Κλειδί στην ήττα του στρατοπέδου του «Remain» ήταν η άρνηση του Εργατικού Κόμματος να συμμετάσχει σε μια πρωτοβουλία με στόχο την ενθάρρυνση της ψήφου τακτικής, στο πλαίσιο της οποίας υποστηρίζεται ένας υποψήφιος για να εμποδισθεί ένας άλλος μάλλον, παρά επειδή χαίρει αυθεντικής υποστήριξης.

Αντιθέτως το νεοϊδρυθέν Κόμμα του Brexit συμφώνησε να μην κατεβάσει υποψηφίους εναντίον των Συντηρητικών σε σχεδόν τις μισές περιφέρειες, ώστε να μην διασπαστεί η ψήφος υπέρ του Brexit.

Πολλοί υποστηρικτές του «Remain» λένε πως η τύχη της κίνησής τους ήταν άρρηκτα δεμένη με τον ηγέτη των Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, τον λιγότερο δημοφιλή ηγέτη κόμματος της βρετανικής αντιπολίτευσης στη ζωντανή μνήμη. Η πιο πιθανή οδός για ένα δεύτερο δημοψήφισμα θα ήταν να γινόταν πρωθυπουργός ο Κόρμπιν.

Άλλοι υποστηρικτές του «Remain» έκαναν λόγο για λάθη στρατηγικής, όπως το ότι συμφώνησαν σε πρόωρες εκλογές όταν ο πρωθυπουργός ήταν παγιδευμένος στο Κοινοβούλιο, μην μπορώντας να περάσει χωρίς τροποποιήσεις τη συμφωνία του για το Brexit.

Ο Τζόνσον πήρε τις εκλογές που ήθελε όταν έσπασε το ενιαίο μέτωπο των κομμάτων της αντιπολίτευσης κατά της διενέργειάς τους.