Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση στις ΗΠΑ περισσότεροι Αμερικανοί εμπιστεύονται την Κάμαλα Χάρις στη διαχείριση της οικονομίας απ’ ό,τι τον Ντόναλντ Τραμπ, δείχνοντας ότι ο πρώην πρόεδρος έχασε το πλεονέκτημα που είχε έναντι του Τζο Μπάιντεν.

Η δημοσκόπηση, που διεξήχθη για τους Financial Times και το University of Michigan Ross School of Business μεταξύ 1 και 5 Αυγούστου, διαπίστωσε ότι το 42% των Αμερικανών εμπιστεύονται περισσότερο την Χάρις για να χειριστεί την οικονομία, ανεξάρτητα από τη γνώμη τους για την υποψήφια και το ποιον θα ψήφιζαν για πρόεδρο τον Νοέμβριο.

Συγκριτικά, το 41% πιστεύει ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να χειριστεί καλύτερα την οικονομία της χώρας – το ίδιο ποσοστό που λάμβανε σε δημοσκοπήσεις που έγιναν τον Ιούλιο, τον Ιούνιο και τον Απρίλιο. Τον Μάιο, το ποσοστό είχε αυξηθεί οριακά στο 43%.

Ενώ οι δημοσκοπικές επιδόσεις του Τραμπ δεν έχουν αλλάξει, ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος έχασε το πλεονέκτημα που είχε έναντι του απερχόμενου προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, όταν ο τελευταίος ήταν ακόμη υποψήφιος για επανεκλογή. Στις δημοσκοπήσεις του Απριλίου, του Μαΐου και του Ιουλίου, μόνο το 35% των Αμερικανών δήλωναν ότι πίστευαν περισσότερο στον Μπάιντεν, τότε προεδρικό υποψήφιο των Δημοκρατικών, για να χειριστεί καλύτερα την οικονομία των ΗΠΑ. Στη δημοσκόπηση του Ιουνίου, το ποσοστό του είχε ανέλθει ελαφρώς στο 37%.

Σε δημοσκόπηση των ABC News/Washington Post/Ipsos που δημοσιεύτηκε στις 11 Ιουλίου, λίγο περισσότερο από μια εβδομάδα πριν ο Μπάιντεν ανακοινώσει την αποχώρησή του από την κούρσα, ο Τραμπ προηγείτο του Μπάιντεν κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες ως προς τη διαχείριση της οικονομίας των ΗΠΑ.

Τα πρόσφατα αποτελέσματα δημοσκόπησης δείχνουν ότι η Χάρις, η οποία έχει δημιουργήσει πολύ περισσότερο ενθουσιασμό γύρω από την υποψηφιότητά της από τον 81χρονο απερχόμενο πρόεδρο, θα μπορούσε να έχει ένα κρίσιμο πλεονέκτημα έναντι του αντιπάλου της τον Νοέμβριο.

Το Newsweek επικοινώνησε με την εκστρατεία του Τραμπ και με εκείνη της Χάρις για σχόλια μέσω email το πρωί της Δευτέρας, εκτός των τυπικών ωρών εργασίας.

Σύμφωνα με την ίδια έρευνα των Financial Times/University of Michigan Ross School of Business, οικονομικοί παράγοντες, “όπως οι θέσεις εργασίας και το κόστος ζωής”, είναι το ζήτημα που η πλειοψηφία των Αμερικανών (53%) θεωρεί πιο σημαντικό για αυτούς.

Το 32% των Αμερικανών επισήμανε τα ζητήματα της μετανάστευσης και της ασφάλειας των συνόρων, καθώς και το μέλλον της Κοινωνικής Ασφάλισης και του Medicare, ως τα πιο σημαντικά ζητήματα γι’ αυτούς.

Η δημοσκόπηση δείχνει επίσης ότι περισσότεροι Αμερικανοί πιστεύουν ότι θα ήταν καλύτερα οικονομικά ως αποτέλεσμα των οικονομικών πολιτικών του Τραμπ (42%), εάν εκλεγεί τον Νοέμβριο, παρά ως αποτέλεσμα των πολιτικών της Χάρις (33%). Συγκριτικά, το 40% των Αμερικανών πίστευε ότι οι οικονομικές πολιτικές του Τραμπ, σε περίπτωση που κερδίσει τις εκλογές, θα τους άφηναν σε χειρότερη οικονομική κατάσταση, έναντι 38% που ανέφεραν το ίδιο για τη Χάρις.

Το 30% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι πολιτικές της Χάρις, σε περίπτωση που κέρδιζε τις εκλογές, θα τους άφηνε οικονομικά “περίπου στα”. Μόνο το 18% ανέφερε το ίδιο για τον Τραμπ.

Παρά την ανθεκτικότητα της οικονομίας των ΗΠΑ στο μετα-πανδημικό τοπίο, την ισχυρή ανάπτυξη και τα θετικά στοιχεία για την απασχόληση, η πλειοψηφία των Αμερικανών (58%) εξακολουθεί να αποδοκιμάζει τον τρόπο που χειρίζεται ο Μπάιντεν την οικονομία, έναντι μόλις 38% που εγκρίνει τη δουλειά του.

Αυτό είναι πιθανό επειδή η πλειονότητα των Αμερικανών (55%) πιστεύουν ότι μετά βίας “επιβιώνουν” οικονομικά, έναντι εκείνων που δηλώνουν ότι ευημερούν (45%).

Η δυσαρέσκεια των Αμερικανών με την οικονομία των ΗΠΑ και τον χειρισμό της από τον Μπάιντεν είναι εν μέρει ένα είδος “hangover” από την άνοδο του πληθωρισμού που ακολούθησε την πανδημία, εκτιμούν αναλυτές.

Διαβάστε επίσης:

Φωτιά στην Αττική: Πολύμηνος και υψηλός ο κίνδυνος για τις ευπαθείς ομάδες – Τι λένε οι πνευμονολόγοι

Futures Wall Street: Αυλαία σε θετικό έδαφος – Ήπια άνοδος για τα futures του S&P και του Nasdaq

Ρωσία: Επεκτείνεται η ζώνη απομάκρυνσης κατοίκων από το Κουρσκ, απομάκρυνση 11.000 ανθρώπων από Μπέλγκοροντ