Ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γιάννης Αγγελής, εναντίον του οποίου ασκήθηκε ποινική δίωξη για παράβαση καθήκοντος μετά από μήνυση της πρώην εισαγγελέα κατά της διαφθοράς Ελένης Τουλουπάκη, απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Δικαιοσύνης, με αφορμή τον πειθαρχικό του έλεγχο από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Όπως αναφέρει ο κ. Αγγελής στην επιστολή του,  ο αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας που διενήργησε την έρευνα σε βάρος του, κ. Μιχάλης Πικραμένος, ζητεί την πειθαρχική του δίωξη για αναξιοπρεπή συμπεριφορά, λόγω «υπέρβασης των ορίων ελέγχου που επέδειξα κατά την άσκηση της τρίμηνης εποπτείας μου». Μάλιστα ο κ. Αγγελής ζητεί ακρόαση από τον Υπουργό Δικαιοσύνης πριν ληφθεί απόφαση για την άσκηση ή όχι πειθαρχικής δίωξης εναντίον του.

Όπως υποστηρίζει ο κ. Αγγελής, «….Οι παραγγελίες αυτές δόθηκαν (από τον προκάτοχό Σας) ελάχιστο χρόνο πριν την διενέργεια των Εθνικών – Βουλευτικών εκλογών της 7-7-2019 για λόγους αποκλειστικώς πολιτικούς και κομματικούς και ειδικότερα για να «ελαφρύνει» τις κατηγορίες που αποδίδονταν (τότε) και εξακολουθούν να αποδίδονται (ακόμα και σήμερα) στο κόμμα του και εμμέσως στον ίδιο, σχετικά με την προσπάθεια να καταστούν ποινικώς υπεύθυνα, δέκα πολιτικά πρόσωπα (εκ των οποίων δύο πρώην πρωθυπουργοί), πολιτικοί αντίπαλοι του τότε κυβερνώντος πολιτικού κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ).

Χαρακτηριστικό της εμφανέστατης διάστασης του κομματικού χαρακτήρα της εναντίον μου παραγγελίας για πειθαρχική έρευνα, αποτελεί το γεγονός ότι, και οι τρεις παραγγελίες δόθηκαν «εντός κλίματος έντονης κομματικής αντιπαράθεσης για την υπόθεση NOVARTIS» και εντός έντονης προεκλογικής περιόδου. Ειδικότερα δε, η τρίτη εναντίον μου παραγγελία, δόθηκε την 4-7-2019, ήτοι δυο ημέρες πριν από την οριστική αποχώρισή του τότε υπουργού Δικαιοσύνης κ. Καλογήρου από το Υπουργείο (αριθμός πρωτ. Ε -75 -04/07/2019 προς το ΣΤΕ) και μάλιστα για το «ιδιαίτερα ατιμωτικό αδίκημα μου», που συνίσταται στο ότι, διαφώνησα με τη νομική άποψη συγκεκριμένης γραμματέως της Εισαγγελίας Α.Π. , ως προς το εάν δύο έγγραφα (που αφορούσαν δημόσια διαδικασία) θα έπρεπε να «περάσουν» στο κοινό ή στο εμπιστευτικό πρωτόκολλο”.

Σύμφωνα με τον κ. Αγγελή, το πόρισμα του ΣτΕ «…προτείνει προς Εσάς την άσκηση πειθαρχικής δίωξης εναντίον μου, για δήθεν αναξιοπρεπή συμπεριφορά, που προσβάλλει το κύρος της δικαιοσύνης, λόγω «υπέρβασης των ορίων ελέγχου», που επέδειξα κατά την άσκηση της τρίμηνης εποπτείας μου (από 5-10-2018 μέχρι και 7-1-2019), οπότε και παραιτήθηκα. Με απλά λόγια, η «ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΤΕ» Σας προτείνει να ασκήσετε πειθαρχική δίωξη εναντίον μου, όχι γιατί έκανα κάτι λιγότερο ή παρέλειψα να κάνω κάτι κατά την άσκηση των καθηκόντων μου, αλλά γιατί «άσκησα περισσότερο και με διαφορετικό τρόπο εποπτεία», που υπερβαίνει το «νομικό μέτρο», που καθορίζει η έκθεση (σε αντίθεση με την μέχρι τότε νομολογία και πρακτική), κατά το υποκειμενικό βέβαια κριτήριο του υπογράφοντος αυτήν….

Η διαφορετική αυτή «αντίληψη των «νομικών ορίων» της εποπτείας που υποστηρίζει η επίδικη «ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΤΕ», ότι έπρεπε να είχα ακολουθήσει, οδηγεί σε εσφαλμένα, παράδοξα και ανεδαφικά συμπεράσματα, όπως π.χ. ότι «λόγω της εσφαλμένης (κατά το υποκειμενικό κριτήριο του συντάκτη της έκθεσης) αντίληψης του εποπτικού μου ρόλου» , επέδειξα αναξιοπρεπή υπηρεσιακή συμπεριφορά και παρενέβην στην κρίση της κας Τουλουπάκη, με το να μην της επιτρέψω να ολοκληρώσει το «σχέδιο Ρασπούτιν», που ήταν «να ασκήσει ποινική δίωξη χωρίς ενδείξεις κατά πολιτικών προσώπων και από εκεί και πέρα θα τα βρει ο ανακριτής… Οι εμπλεκόμενοι στην όλη υπόθεση (π.χ. κατηγορούμενοι, οι έχοντες πολιτικό και κομματικό συμφέρον προς διάψευση των διαπιστωθέντων από εμένα, κλπ) προσπαθούν με κάθε τρόπο να αντιστρέψουν την πραγματική κατάσταση σε βάρος μου, διαστρεβλώνοντας την αλήθεια και υποστηρίζοντας ότι δήθεν, όλα όσα κατήγγειλα στα πλαίσια της ευόρκου ενασκήσεως των καθηκόντων μου, «έγιναν στην φαντασία μου και μόνο». Τούτο δε προσπαθούν να επιτύχουν με ψευδείς αναφορές και καταγγελίες εναντίον μου».