ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
«Καμία ιστορική περίοδος δεν έχει γεννήσει τόσες αντιφάσεις όσες η Μεταπολίτευση», και «ενόσω δεν αμφισβητείται ότι για 50 χρόνια καταγράφηκε η μεγαλύτερη θεσμική ηρεμία, οι μομφές που της αποδίδονται πλήττουν ουσιωδώς την παράστασή της» αναφέρει ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε άρθρο του στην εφημερίδα «Το Βήμα».
Παράλληλα προσθέτει:
«Το ιωβηλαίο αυτό καλεί σε αναστοχασμό και επανατοποθέτηση. Με παραδοχές που αξιολογούν τις αντιφάσεις αλλά δεν επανακαθορίζουν το αληθινό της νόημα».
Πρώτον, τονίζει ο υπουργός Εξωτερικών, «η δημοκρατία είναι εδραιωμένη θεσμικά, όμως οι μεγάλες αδράνειες ελλοχεύουν».
«Η ταχεία μετάβαση στη δημοκρατία ανάγεται πρωτίστως στην ωριμότητα του αιτήματος για ουσιαστικό εκδημοκρατισμό μετά τη βία του προδοτικού πραξικοπήματος της χούντας στην Κύπρο».
Στην Ελλάδα, όπως αναφέρει, δεν βιώσαμε μια συγκρουσιακή «Επανάσταση των Γαρυφάλλων» ούτε μακρά πορεία ανάταξης των θεσμών, όπως στην Πορτογαλία και την Ισπανία αντίστοιχα. Προσθέτει δε ότι στους θεσμούς τα καταφέραμε καλύτερα από ότι στην οικονομία όπου τα τελευταία 50 χρόνια η αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν στην Ελλάδα περίπου 40% και στην Πορτογαλία 90%. Παρά ταύτα, σήμερα συγκαταλεγόμαστε στο 13% των πλουσιότερων χωρών παγκοσμίως.
Σύμφωνα με τον κ. Γεραπετρίτη, σημαντικούς σταθμούς της μετάβασης στην ποιοτική δημοκρατία συνιστούν το δημοψήφισμα του 1974, η υιοθέτηση του Συντάγματος του 1975, η αποχουντοποίηση της δικαιοσύνης και της εκπαίδευσης, η νομιμοποίηση του ΚΚΕ και η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης. Ακόμη την ποιότητα της δημοκρατίας αποδεικνύουν και οι ελεύθερες και ανόθευτες εκλογές της Μεταπολίτευσης, 21 βουλευτικές και 10 ευρωεκλογές.
«Οι παθολογίες του πλειοψηφικού κοινοβουλευτισμού δεν έπαψαν. Σημαντική στιγμή στο πεδίο αυτό αποτέλεσε η συνταγματική καθιέρωση το 2019 της δυνατότητας της αντιπολίτευσης να συνιστά εξεταστικές επιτροπές, ως δικαίωμα κοινοβουλευτικής μειοψηφίας».
«Έτσι, διαμορφώθηκαν συνθήκες πάγιας πολιτικής σταθερότητας, με ήπια εναλλαγή κυβερνήσεων, χωρίς όμως να εκλείψει ο μισαλλόδοξος πολιτικός λόγος. Η ομόθυμη υποδοχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1974 και η συναινετική αναθεώρηση του 2001 αποτελούν, μάλλον, εξαιρέσεις ενός ανώριμου πολιτικού συστήματος που αδυνατεί όχι μόνο να συνθέσει στη βάση ενός στοιχειώδους ορθού λόγου αλλά και να διατηρήσει ένα ευπρεπές επίπεδο αντιπαράθεσης», επισημαίνει.
«Αρκεί να θυμηθούμε τις ανοίκειες ιαχές και βιαιοπραγίες σε βάρος πολιτικών τη μνημονιακή περίοδο. Ίσως η πολιτική πόλωση αποτελεί ένα είδος μηχανισμού διαίρεσης της κοινωνίας σε διακριτές πολιτικές ταυτότητες, όπως υποστηρίζει ο Τάκης Παππάς. Ίσως η κοινωνία έχει καθηλωθεί από την αίσθηση κεκτημένων, η αμφισβήτηση των οποίων δημιουργεί αμηχανία, όπως σημειώνει ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Το βέβαιο είναι ότι αναπαράγεται διαρκής και παλίνδρομη ασυνέχεια του κράτους, ως συνέπεια και της πολιτικής υποκρισίας».
Παράλληλα, προσθέτει με νόημα:« η φερόμενη «κουλτούρα της Μεταπολίτευσης» -πελατειοκρατία, συντεχνιακή λογική, εθνικολαϊκισμός, φοροδιαφυγή μικροδιαφθορά- δημιουργεί διαρκώς αναχώματα».
«Τα φαινόμενα αυτά γεννούν κοινωνική ματαιότητα και πολιτική κούραση που οδηγεί, ιδιαίτερα τους νέους, σε απάθεια και άρνηση έναντι της πολιτικής. Και επειδή συχνά στο συλλογικό υποσυνείδητο το πολιτικό σύστημα ταυτίζεται με το πολίτευμα, όπως προσφυώς επισημαίνει ο Αντώνης Μανιτάκης, απαξιώνεται εντέλει η δημοκρατία μας. Και διολισθαίνει η φήμη της χώρας, διότι τα στερεότυπα χτίζουν εδραίες εικονικές πραγματικότητες».
«Συναίνεση πολιτικών αρχηγών μπορεί να υπάρξει, αρκεί να κλείσουν οι πόρτες και τα μικρόφωνα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η μεγάλη δοκιμασία για τη δημοκρατία ήλθε ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 2010, τονίζει και επισημαίνει πως η περίοδος συνδέθηκε με την αμφισβήτηση της δημοκρατίας, της οποίας τελικά η ανθεκτικότητα επιβεβαιώθηκε.
«Οι θεσμοί κλονίστηκαν αλλά δεν κατέρρευσαν, η οικονομία επανήλθε δριμύτερη, η κοινωνία επουλώνει τις πληγές της. Ο ενδημικός λαϊκισμός υπέστη συντριπτική ήττα, ο δε πολιτικός φασισμός της Χρυσής Αυγής αντιμετωπίστηκε με μοναδική αποφασιστικότητα».
Αναφέρει ακόμη ότι ο «ευρωπαϊκός μονόδρομος της Ελλάδας συνιστά κατάκτηση, όμως η αμφισβήτηση ουδέποτε εξέλιπε».
Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ το 1981 και στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση το 2001, καθώς και η αναγωγή της συμμετοχής μας στις διαδικασίες ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης σε σκοπό συνταγματικής περιωπής, αποτελούν χρυσές στιγμές της Μεταπολίτευσης.
Ακόμη ο υπουργός επισημαίνει ότι οι θεσμοί του κράτους δικαίου είναι ισχυροί, όμως ο μεταβολισμός τους στην πράξη συχνά ασθενεί.
Διαβάστε ακόμη:
Γεραπετρίτης: Έρχονται εξελίξεις στο Κυπριακό – Προταιρεότητα για ΟΗΕ και ΕΕ
Τραμπ: «Το bitcoin θα γίνει ο σκληρός πυρήνας των στρατηγικών αποθεμάτων μας»