Το ισχυρό ενδεχόμενο –αν όχι βεβαιότητα– να αναθεωρήσουν οι Βρυξέλλες τον «κανόνα του χρέους», όπως ορίζεται από το Σύμφωνο Σταθερότητας, δηλαδή, με απλά λόγια, να παγώσει το σχέδιο που προέβλεπε, ότι το 2023 τα ελλείμματα θα έπρεπε να ήταν στο 3% και το δημόσιο χρέος κάτω του 60%, βάζει φρένο στα σενάρια για πρόωρες εκλογές και στην παροχολογία.

Μια τέτοια εξέλιξη δεν θα ευνοήσει μόνο την Ελλάδα, αλλά και πολλές άλλες χώρες όπως την Ιταλία, την Ισπανία, την Κύπρο, το Βέλγιο κλπ. Τόσο αυτές οι χώρες όσο και όλες οι άλλες τη διετία της πανδημίας είχαν την ευχέρεια να κινηθούν εκτός στενών δεσμεύσεων, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές επιπτώσεις του κορονοϊού.

1

Οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν, προφανώς επιβάρυναν τα δημοσιονομικά όλων των χωρών, με κάποιες εξ αυτών (ανάμεσά τους και η Ελλάδα) να ανεβάσουν πολύ τα χρέη και τα ελλείμματά τους. Εφόσον παγώσει η αυστηρή δημοσιονομική προσαρμογή για το 2023, είναι σαφές ότι οι χώρες θα πάρουν βαθιά ανάσα. Αλλά θα εξασφαλίσουν και χρόνο για ελιγμούς με μεγαλύτερα περιθώρια προσαρμογής των πολιτικών τους.

Προφανώς και η Ελλάδα θα βρεθεί με… περισσότερο χρόνο στη διάθεσή της. Άρα και η κυβέρνηση, για να αναπροσαρμόσει την οικονομική (κι άρα την πολιτική) στρατηγική της.

Οικονομική ανακούφιση

Το οικονομικό επιτελείο θα ανακουφιστεί εάν όντως –περί τα μέσα Μαρτίου– οριστικοποιηθεί το «πάγωμα» του κανόνα χρέους, καθώς εάν εφαρμοζόταν θα έπρεπε τον επόμενο χρόνο να είχαμε πρωτογενή πλεονάσματα. Κάτι το οποίο δεν θα ήταν εύκολο. Μην ξεχνάει κανένας ότι το 2021 –λόγω των αποφάσεων για ενίσχυση νοικοκυριών και στήριξη επιχειρήσεων– η χώρα έκλεισε με έλλειμμα 10 δισεκατομμύρια ευρώ!

Η ανησυχία του οικονομικού επιτελείου ήταν και είναι: «το διατηρούμε και το διευρύνουμε αυτό το έλλειμμα;». Διότι σύμφωνα με τις αναλύσεις τους, κάθε νέα παροχή –εκτός των δημοσιονομικών ορίων– σημαίνει δανεισμό. Και πλέον τα επιτόκια έχουν ανέβει αρκετά. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, δυστυχώς, η Ελλάδα έχει το υψηλότερο χρέος, αλλά και είναι η μόνη χώρα που δεν είναι σε επενδυτική βαθμίδα. Άρα είναι και πιο ευάλωτη στον υψηλό δανεισμό…

«Αν κάτι μας δίδαξε η δεκαετής κρίση χρέους με τις πολιτικές λιτότητας είναι ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και πειθαρχημένοι με τα έσοδα, τις δαπάνες και το δανεισμό του Κράτους» λένε κυβερνητικά στελέχη, ενώ από το Μέγαρο Μαξίμου το μήνυμα που εκπέμπεται είναι ξεκάθαρο: «Κάνουμε ό,τι πιο αποτελεσματικό μπορούμε εντός των δυνατοτήτων μας. Η χώρα δεν πρέπει να ξαναρισκάρει έχοντας την τραγική εμπειρία του παρελθόντος. Λεφτόδεντρα δεν υπάρχουν και όσοι τα επικαλούνται είναι αναξιόπιστοι και επικίνδυνοι».

Τέλος στα σενάρια

Το ενδεχόμενο «πάγωμα» του κανόνα του χρέους, ασφαλώς θα έχει πολλαπλές και πολυεπίπεδες συνέπειες στο πολιτικό σκηνικό. Αυτομάτως το σενάριο «πρόωρες εκλογές, και μάλιστα την άνοιξη του ’22, απομακρύνεται. Ή καλύτερα θα υπήρχε μόνο ως επιλογή απόλυτου αιφνιδιασμού από την πλευρά του Κυριάκου Μητσοτάκη με –πιθανό- αφήγημα την ανάγκη να μπει φρένο στη τοξικότητα και την ένταση στην πολιτική σκηνή.

Γιατί όμως απομακρύνεται το σενάριο των πρόωρων εκλογών το ‘22; Διότι πλέον με «λυμένα» χέρια και χωρίς την ανάγκη λήψης και επιβολής σκληρών δημοσιονομικών κανόνων η κυβέρνηση μπορεί να πάρει το ρίσκο του καλοκαιριού: να περιμένει δηλαδή να κεφαλαιοποιήσει την «έκρηξη» στον τουρισμό (αναμένεται να φτάσει σε επίπεδα άνω του 85% του 2019) και να αναμένει απόδοση από την –μετά κορονoϊό– επανεκκίνηση της Οικονομίας.

Αν μάλιστα καταστεί εφικτός ο έλεγχος της ακρίβειας και των τιμών της ενέργειας, τότε η κυβέρνηση θα μπορεί να φθάσει μέχρι το επόμενο φθινόπωρο με ένα ισχυρό θετικό αφήγημα. Το οποίο όμως, όπως είδαμε, εμπεριέχει πολλές παραδοχές, περισσότερες προϋποθέσεις. Κι ασφαλώς αρκετά ρίσκα, όπως απρόοπτα γεγονότα και κρίσεις.

Βέβαια, υπάρχουν αρκετά κυβερνητικά στελέχη που θεωρούν ότι μια ενδεχόμενη χαλάρωση του κανόνα χρέους, δεν αποκλείεται να ενισχύσει τις δυνάμεις και τις φωνές δημαγωγίας, οι οποίες –χωρίς να υπάρχουν οι τυπικές δεσμεύσεις για μικρά ελλείμματα– θα επαναφέρουν στο δημόσιο διάλογο ανεδαφικά αιτήματα.

Σε μια κοινωνία, η οποία είναι κουρασμένη από τις αλλεπάλληλες κρίσεις και θυμωμένη από τις δυσκολίες της καθημερινότητας, τέτοιες φωνές μπορούν να αποτελέσουν παράγοντα πολιτικής έντασης και αποσταθεροποίησης.

Σε κάθε περίπτωση, με ανοιχτό το οικονομικό πεδίο και με δυνατότητα για υιοθέτηση περισσότερο ευέλικτων πολιτικών, τα σενάρια πρόωρων εκλογών περιορίζονται πλέον στους κύκλους πολιτικών τακτικιστών.

Το πιθανότερο είναι η συζήτηση να συνεχίσει να διεξάγεται σε αυτούς, παρά τις προσπάθειες του ίδιου του πρωθυπουργού να τη σταματήσει. Όσες φορές κι αν πει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ότι η κυβέρνησή του θα επιδιώξει την εξάντληση της τετραετίας, πάντα κάτι θα προκύπτει και θα ξαναρχίζει η εκλογολογία.

Ο ισχυρότερος λόγος για να μην γίνουν πρόωρες εκλογές είναι η προσδοκία του πρωθυπουργού ότι τέλη ’22 αρχές ‘23 θα αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς οι οικονομικές επιλογές της κυβέρνησης κι άρα θα μπορεί να δημιουργηθεί ευνοϊκότερο κλίμα για να πάει στις εκλογές καλώντας τους πολίτες να κάνουν τη σύγκριση με την κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ και να αποφασίσουν.

Όμως, οι καχύποπτοι σεναριογράφοι εστιάζουν στις αναφορές κορυφαίων συνεργατών του Κυριάκου Μητσοτάκη περί θεσμικότητας κι αναρωτιούνται «τι είναι πιο θεσμικό; Η πιστή τήρηση της διάρκειας ζωής της κυβέρνησης, ή η προστασία της χώρας και της πολιτικής ζωής από την τοξικότητα και από το κλίμα έντασης;». Το δεύτερο είναι ένας «ικανός λόγος για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες», υποστηρίζουν.

Ωστόσο και αυτοί πλέον θεωρούν ότι οι συνθήκες θα είναι καλύτερες στο τέλος του δεύτερου εξάμηνου του 2022…

Διαβάστε επίσης:

Το «πακέτο» Μητσοτάκη – «Κλειδώνει» το επίδομα… ακρίβειας

Μητσοτάκης: Είμαστε μπροστά σε έναν αναπτυξιακό κύκλο με οδηγό τον τουρισμό και την εστίαση