Χαρμόσυνα νέα περιμένουν οι αγορές από την Ελλάδα το βράδυ της Κυριακής, προεξοφλώντας ήδη ότι τα ηνία της χώρας θα αναλάβει ένας φιλελεύθερος συντηρητικός πολιτικός, πιο φιλικός προς την αγορά. Η έλευση του Κυριάκου Μητσοτάκη στην εξουσία, υπό την προϋπόθεση ότι θα σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, δημιουργεί προσδοκίες για είσοδο της ελληνικής οικονομίας σε ενάρετο κύκλο με μεγαλύτερη δυναμική.

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι αγορές έχουν προεξοφλήσει σε μεγάλο βαθμό το εκλογικό αποτέλεσμα παρατηρώντας την εντυπωσιακή ανοδική πορεία που ακολουθεί το ελληνικό χρηματιστήριο φέτος, το οποίο σημειώνει μέχρι στιγμής την καλύτερη επίδοση παγκοσμίως, όπως και την μείωση της απόδοσης των ελληνικών δεκαετών ομολόγων τις τελευταίες 40 ημέρες, μετά δηλαδή το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, το οποίο έδειξε πως η χώρα οδεύει προς μια πολιτική αλλαγή.

Παρ’ όλα αυτά, η εκλογή Μητσοτάκη αναμένεται να ενισχύσει τη δυναμική του ράλι των εγχώριων assets, καθώς εκτιμάται ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα φέρει ακόμη μεγαλύτερη σταθερότητα στη χώρα και στις σχέσεις με τους εταίρους της. Σε μία περίοδο ιδιαίτερα θετική για τους ελληνικούς μετοχικούς και ομολογιακούς τίτλους, καθώς το ζητούμενο για τους επενδυτές είναι οι αποδόσεις και για τους περισσότερους με το μικρότερο δυνατό ρίσκο.

«Περιμένουμε ότι η νέα κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας θα είναι πιο θετική για τις αγορές από ό,τι ένας κυβερνητικός συνασπισμός. Βλέπουμε μεγαλύτερη δυναμική, καθώς διευρύνεται η αναζήτηση αποδόσεων» σημειώνει η Bank of America λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες, στις 7 Ιουλίου.

«Αν οι εκλογές αναδείξουν μία αυτοδύναμη κυβέρνηση που συνεπάγεται πολιτική σταθερότητα, συστήνουμε στους επενδυτές να τοποθετηθούν για περαιτέρω μείωση του spread μεταξύ του ελληνικού και του γερμανικού 10ετούς» συστήνει η BofA στους επενδυτές περιγράφοντας το κλίμα που επικρατεί αναφορικά με την «επόμενη ημέρα» στην Ελλάδα.

Ειδική αναφορά κάνει η BofA στις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να προχωρήσει άμεσα η επόμενη κυβέρνηση.

Η επενδυτική τράπεζα ξεκινά με την επισήμανση ότι η βαθμολογία της Ελλάδας στους δείκτες επιχειρηματικότητας είναι πολύ χαμηλή και η χειρότερη μεταξύ των αναπτυγμένων οικονομιών.

«Κρίσιμες μεταρρυθμίσεις παραμένουν κολλημένες στη γραφειοκρατία για χρόνια, όπως το μεγάλο έργο του Ελληνικού. Το Κτηματολόγιο παραμένει ημιτελές, οι προγραμματισμένες μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη δεν έχουν προχωρήσει και το εκπαιδευτικό σύστημα πάσχει από αναποτελεσματικότητα, στρεβλώσεις, κακή διοίκηση και έλλειψη ανταγωνισμού, οδηγώντας σε φτωχά αποτελέσματα για τα διεθνή standards» αναφέρει χαρακτηριστικά η BofA.

Μάλιστα, παρατηρεί ότι μολονότι κάποιες από αυτές τις μεταρρυθμίσεις θα απαιτήσουν χρόνο για να υλοποιηθούν, αν η νέα κυβέρνηση καταφέρει να τηρήσει τις προεκλογικές δεσμεύσεις για δημιουργία φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος, αυτό θα πυροδοτήσει θετικό momentum και θα βοηθήσει στις πιο δύσκολες μεταρρυθμίσεις, που θα έρθουν μετά.

Αλλά και το Bloomberg σημειώνει ότι οι επενδυτές που αγοράζουν ομόλογα της πιο χρεωμένης ευρωπαϊκής χώρας, ανταμείβονται. Κι αυτό, επειδή τα ελληνικά ομόλογα έχουν απόδοση 20% φέτος για όσους ήταν πρόθυμοι να αναλάβουν το ρίσκο της κατοχής τους, σημειώνοντας την καλύτερη επίδοση στην Ευρωζώνη.

«Η ελληνική οικονομία έχει κάνει στροφή και οι εκλογές θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο για μια πιο φιλομεταρρυθμιστική κυβέρνηση» τόνισε ο Alberto Gallo, διαχειριστής κεφαλαίων στην Algebris Investment, επιβεβαιώνοντας την τάση.

Και η Citi εκτιμά ότι εάν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, που δείχνουν την Νέα Δημοκρατία αυτοδύναμη, η προοπτική μιας πιο φιλικής προς τις επιχειρήσεις κυβέρνησης μπορεί από μόνη της να οδηγήσει την χώρα σε υψηλότερη ανάπτυξη. Εκτιμά επίσης ότι εάν η Ελλάδα πετύχει μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μπορέσει να διαπραγματευτεί με τους δανειστές της χώρας την δημοσιονομική χαλάρωση, ώστε να μην απαιτούνται τα δυσθεώρητα πρωτογενή πλεονάσματα του 3,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο.

Επιπλέον η Citi, προβλέπει ότι η ενίσχυση της ανάπτυξης και η επιτάχυνση της εφαρμογής μεταρρυθμίσεων θα οδηγήσουν σε περαιτέρω αναβαθμίσεις της αξιολόγησης της χώρας. Παράλληλα, το ενδεχόμενο να αναλάβει τα ηνία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας η Κριστίν Λαγκάρντ και η προσδοκία να ακολουθήσει μια στάση περιστεράς, συνεχίζοντας την πολιτική στήριξης της οικονομίας της ευρωζώνης του προκατόχου της, Μάριο Ντράγκι, δημιουργεί ελπίδες ότι η Ελλάδα θα μπορέσει επιτέλους να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Αν συμβεί αυτό, τότε αυξάνονται και οι πιθανότητες αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, που εξακολουθεί να είναι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.

Για να συμβούν όλα τα παραπάνω ευοίωνα για την ελληνική οικονομία και να έχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια του στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, θα πρέπει να αποτυπωθεί η οικονομική ανάκαμψη. Αυτή δεν μπορεί να έρθει μόνο από τις εξαγγελθείσες μειώσεις της φορολογίας, εξηγούν οι αναλυτές, προσθέτοντας ότι αυτές εμπίπτουν στους γνωστούς δημοσιονομικούς περιορισμούς.

Η κυβέρνηση της ΝΔ, σημειώνουν, πρέπει να «ξεκλειδώσει» τις πηγές χρηματοδότησης της οικονομίας, βοηθώντας στη μείωση των NPEs των τραπεζών, στην εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών και στην πλήρη άρση των capital controls και βέβαια προσελκύοντας νέα ξένα κεφάλαια.

Ωστόσο, όπως σημείωνε προ ημερών ο αναλυτής του Reuters, Hugo Dixon, δεν είναι σίγουρο ότι η Ελλάδα θα καταφέρει σίγουρα να εισέλθει σε έναν ενάρετο κύκλο. Στο αισιόδοξο σενάριο που περιγράφεται παραπάνω ο ίδιος βλέπει αρκετά ρίσκα. Και πρώτο απ’ όλα, να μην εξασφαλιστεί η αυτοδυναμία ή να αναλάβουν υπουργικά καθήκοντα άτομα που δεν θα φέρουν εις πέρας το πρόγραμμα.

Επίσης, κατά τον Dixon, υπάρχουν και δημοσιονομικοί κίνδυνοι από παροχές που έδωσε η παρούσα κυβέρνηση και ο Μητσοτάκης στήριξε για πολιτικούς λόγους. Επιπλέον, άλλα ρίσκα έρχονται από το εξωτερικό. «Η παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη έχει τεθεί σε κίνδυνο. Επιπλέον, η τεράστια τουριστική βιομηχανία της χώρας έχει εκτιναχθεί -με τις ετήσιες αφίξεις να αυξάνονται στα 30 εκατ. περίπου την τελευταία τετραετία-, εν μέρει και λόγω πολιτικών εντάσεων στη γειτονική Τουρκία και την Αίγυπτο. Το εξωγενές περιβάλλον ίσως δεν είναι τόσο υποστηρικτικό στο μέλλον».

Πάντως, ο αέρας αισιοδοξίας που πνέει αυτή την ώρα αποτυπώνεται και από την προσμονή ξένων επενδυτών για νέο ελληνικό ομόλογο, που -όπως φαίνεται- θα εκδώσει η νέα κυβέρνηση με το «καλημέρα».

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το νέο ομόλογο θα εκδοθεί μέσα στον Ιούλιο και, όπως αναφέρουν από το υπουργείο Οικονομικών, «μετά από 15ετία θα αποφέρει απόδοση 2%-2,5%», όταν τα άλλα ευρωπαϊκά ομόλογα έχουν ήδη αρνητική απόδοση, με αποτέλεσμα να έχει χαθεί και ένα μέρος από τα κεφάλαια που έχουν επενδυθεί σήμερα.