Το θέμα των ανισοτήτων σταδιακά εξελίσσεται στο πιο κρίσιμο πρόβλημα της παγκόσμιας οικονομίας (οπότε και των επιμέρους εθνικών ή και περιφερειακών οικονομιών) μετά την κλιματική κρίση.
Αν σε προηγούμενους αιώνες η συνύπαρξη της βαθιάς φτώχειας με τον υπερβολικό πλούτο ήταν αποδεκτή, αυτό οφείλονταν στο γεγονός ότι η ταξική ιεραρχία δεν αμφισβητείτο και, επιπλέον, η έλλειψη δικτύων εμφάνιζε το φαινόμενο κατά μία έννοια ως τοπικό.
Σήμερα, στην εποχή της άμεσης παγκόσμιας διασύνδεσης, το φαινόμενο του εξόφθαλμου πλουτισμού σε περιβάλλον όπου δισεκατομμύρια ζουν με $1 το μήνα, δεν είναι καταρχήν ηθικά δεκτό από την κοινωνία. Η αδυναμία των κυβερνήσεων να το αντιμετωπίσουν έχει έτσι πολιτικές προεκτάσεις που καταλήγουν στην βίαιη αμφισβήτηση του status quo. Το ερώτημα είναι αν οι κυβερνήσεις θα επιλέξουν να διαχειριστούν οι ίδιες το πρόβλημα ώστε να αποφευχθεί η βία ή αν θα αντιμετωπίσουμε στον 21ο αιώνα φαινόμενα που θα παραπέμπουν στον 18ο;
Βασικό στοιχείο του θέματος είναι η ορθή απεικόνιση του. Τότε γίνεται πιο απτό και πιστευτό. Διαφορετικά επικρατούν οι αρνητές του – ακριβώς όπως συμβαίνει με την κλιματική κρίση. Κι αν η οικολογία αφήνει ακόμη περιθώρια διαφορετικών ερμηνειών για όσους δυσπιστούν είτε λόγω συμφέροντος είτε λόγω ιδεολογίας, η ανισότητα δεν επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες.
Πιστό στην λογική της φράσης in data we trust, το European System of Central Banks ανέπτυξε ένα νέο σύστημα για την κατανομή εισοδήματος που καλύπτει την ευρωζώνη και τις περισσότερες οικονομίες της Ε.Ε., στηρίζεται σ’ ένα σώμα πληροφοριών που έχει αντληθεί από τις έρευνες νοικοκυριών σε συνδυασμό με μακροοικονομικούς δείκτες και απεικονίζει με μεγαλύτερη πλέον ακρίβεια την εισοδηματική ανισότητα σε εναρμόνιση με τα εθνικολογιστικά μεγέθη.
Η εικόνα είναι αποκαρδιωτική. Καλύτερη από αυτήν των ΗΠΑ, αλλά πάντως απαράδεκτη. Συγκεκριμένα, το 10% του πληθυσμού κατέχει το 56% του πλούτου, ενώ το 50% του πληθυσμού κατέχει μόνο το 5%. Το 40% βρίσκεται στην μέση, βέβαια. Αν αυτή η κατανομή δεν προμηνύει πολιτικές και κοινωνικές ανατροπές, τότε η εθελοτυφλία θα έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο.
Όπως παρατηρεί σχετικά το ΔΝΤ, αυτή η πληροφόρηση έχει κρίσιμη σημασία διότι δείχνει ποιος κατέχει τι (από κτίρια και σπίτια μέχρι αποταμιεύσεις), είναι σε πλήρη συμφωνία με τα μακροοικονομικά δεδομένα της κάθε χώρας και οδηγεί σε μία βαθύτερη κατανόηση ς προς την σχέση μεταξύ της κατανομής πλούτου και της ευρύτερης υγείας της οικονομίας. Επειδή, μάλιστα, τα στοιχεία είναι συγκρίσιμα μεταξύ των κρατών, είναι εφικτή η εξαγωγή ακόμη και διασυνοριακών συμπερασμάτων ως προς τις πολιτικές που θα πρέπει να υιοθετηθούν.
Με καθυστέρηση, η Ευρώπη αναγνωρίζει το πρόβλημα. Ίσως να μην είναι αργά. Διότι το καζάνι της κοινωνικής δυσαρέσκειας βράζει εδώ και καιρό. Ήδη, σε συνδυασμό με το θέμα της μετανάστευσης, που είναι ταυτόχρονα οικονομικό και πολιτισμικό, οι πρώτες ενδείξεις πολιτικής ανατροπής εκδηλώθηκαν με σαφήνεια. Αν δεν αντιμετωπίσει το πρόβλημα με τόλμη και αποφασιστικότητα και ειδικά με στόχο την αλλαγή του μοντέλου του καπιταλισμού που έχει επικρατήσει στον 21ο αιώνα, η Ευρώπη θα πληρώσει ένα τεράστιο κοινωνικό και πολιτικό κόστος. Η γραφή στον τοίχο είναι ξεκάθαρη.
Διαβάστε επίσης
Για τη Ν.Δ. η αποτυχία δεν αποτελεί επιλογή