Οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας (Economic Outlook, May 2021) που εμπεριέχουν εκτιμήσεις και για τα κράτη ξεχωριστά, μας υποχρεώνουν να αναρωτηθούμε για μία ακόμη φορά αν είναι σοφή η υπερβολική εξάρτηση μας από τον τουρισμό.
Χαρακτηριστικό του μοντέλου που έχουμε επιλέξει είναι το γεγονός ότι το 2020, ανάμεσα στις 36 χώρες που κατέγραψε ο Οργανισμός, είχαμε την 3η μεγαλύτερη πτώση στις εξαγωγές υπηρεσιών και, ταυτόχρονα, την 3η μεγαλύτερη αύξηση στις εξαγωγές αγαθών.
Η χώρα αυτή έχει παραδοσιακά αντιμετωπίσει την παραγωγική διαδικασία, αυτό που οι παλαιότεροι και σοφότεροι επιχειρηματίες αποκαλούσαν «τσιμέντο και φουγάρα» με δυσπιστία, αν όχι με έχθρα. Πρόκειται για προκατάληψη που ενισχύθηκε ιδεολογικά τόσο από την δεξιά όσο και από την αριστερά και πρακτικά από λάθη που στα οποία έπεσε ο ίδιος ο βιομηχανικός κόσμος.
Σημαντικό γεγονός είναι επίσης η συμπεριφορά των κλάδων της οικονομίας. Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ οι κλάδοι που τα κατάφεραν καλύτερα στην διάρκεια της κρίσης περιλαμβάνουν τα φαρμακευτικά προϊόντα και τον εξοπλισμό υγείας, τα τρόφιμα-ποτά-καπνό, τις εφαρμογές, τους ημι-αγωγούς και τα ακίνητα. Αντίθετα, υπέφεραν τα διαρκή καταναλωτικά και κεφαλαιουχικά αγαθά, τα αυτοκίνητα, τα υλικά, οι επαγγελματικές και καταναλωτικές υπηρεσίες και, βέβαια, οι μεταφορές και η ενέργεια. Αντίθετα με τις προσδοκίες, οι τηλεπικοινωνίες και οι υπολογιστές-εκτυπωτές πάσης μορφής έδειξαν μικρή μόνο αύξηση σε έσοδα και κέρδη.
Ας συγκρίνουμε τα στοιχεία αυτά με την δομή της οικονομίας μας.
Τώρα το ερώτημα είναι «που πάμε»; Ο ΟΟΣΑ θεωρεί πως στο τέλος του 2022 θα έχουμε φτάσει ξανά στο επίπεδο παραγωγής του 2019 – χονδρικά στα 184 δισ. ευρώ. Δεν θα επανέλθω σε πρόσφατο άρθρο μου (28/5) παρά για να επισημάνω ότι οφείλουμε να σταματήσουμε να μετράμε τον πλούτο μας με αναφορά στο ΑΕΠ, διότι έτσι δεν λαμβάνεται υπόψη η απώλεια εισοδήματος από τις εξαγωγές κερδών.
Ακόμη και στη βάση αυτή, όμως, οι κίνδυνοι είναι σημαντικοί. Η πανδημία παίζει πρωταρχικό ρόλο, για δύο λόγους κυρίως: (α) σχεδόν όλες οι χώρες βιάζονται να άρουν τους περιορισμούς, κυρίως λόγω της οικονομίας, και, (β) οι μεταλλάξεις του ιού γίνονται ολοένα και πιο επικίνδυνες. Στην έκθεση του ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η Ελλάδα αντιμετώπισε 3ο κύμα πανδημίας λόγω της ταχείας εξάπλωσης του βρετανικού στελέχους που μεταδίδεται γρήγορα και εύκολα.
Η εμφάνιση νέας επικίνδυνης μετάλλαξης στο Βιετνάμ, μέχρι σήμερα από τις πιο πετυχημένες χώρες στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού, επιβεβαιώνει ότι ο κίνδυνος αυτός είναι υπαρκτός και ίσως υποτιμημένος.
Η αισιόδοξη πρόβλεψη για άνοδο του ΑΕΠ κατά 3,8% το 2021 και 5% το 2022 βασίζεται, εξάλλου, στην υπόθεση ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν στα σημερινά χαμηλά επίπεδά τους, ο πληθωρισμός θα είναι υπό έλεγχο και δεν θα υπάρξει δημοσιονομική περιστολή πέρα από αυτήν που απαιτείται για να επιστρέψει η οικονομία στα προ-κορωνοϊού δημοσιονομικά επίπεδα.
Στην Ελλάδα, όμως, θεωρώ ότι η πίεση για δημοσιονομικό «συμμάζεμα» μπορεί να είναι μεγαλύτερη απ’ ότι σε άλλες χώρες. Κι αυτό επειδή η χώρα μας έχει το τρίτο υψηλότερο χρέος από τις 36 χώρες που εξέτασε ο ΟΟΣΑ, ενώ με αναφορά στην αύξηση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού μόνο 5 χώρες βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με εμάς, και μόνο 5 ακόμη σε χειρότερο.
Σημαντικό ρόλο θα παίξει η συμπεριφορά του καταναλωτή. Η περίοδος της κρίσης σημαδεύτηκε από αύξηση της αποταμίευσης και των καταθέσεων. Σημασία έχει η πηγή. Αν έχει προέλθει από σχετικά υψηλά εισοδήματα, η τάση για κατανάλωση δεν θα είναι μεγάλη. Η εμπειρία έχει δείξει ότι κατά κανόνα ο πλούτος (wealth) που έχει συσσωρευτεί στις καταθέσεις από αυτήν την πηγή δεν απομειώνεται με συνειδητή απόφαση.
Παρά ταύτα, ακόμη κι αν προέρχεται από χαμηλές εισοδηματικές τάξεις, που έχουν υψηλή ροπή προς κατανάλωση, πάλι δεν είναι σίγουρο πως τα λεφτά θα πέσουν στην αγορά. Όπως έχει επισημάνει αυτή η στήλη (6/5) μετά από μακρά περίοδο αρνητικής αποταμίευσης και μπροστά στον φόβο και την αβεβαιότητα που έχει δημιουργήσει η πανδημία, είναι πολύ πιθανό ότι οι πολίτες θέλουν τώρα να έχουν ένα μικρό κομπόδεμα στην πάντα. Ενδέχεται να δούμε, δηλαδή, μία αρχική άνοδο της κατανάλωσης που θα είναι προσωρινή.
Δύο είναι τα βασικά συμπεράσματα, λοιπόν. Πρώτο, είναι καιρός, ως κράτος και κοινωνία να πάρουμε στα σοβαρά το θέμα της βιομηχανίας. Και, δεύτερο, όλες οι προβλέψεις διακατέχονται από έντονο βαθμό αβεβαιότητας. Οπότε, καλό θα είναι να ετοιμαζόμαστε για τα χειρότερα, κι αν έρθουν τα καλύτερα καλοδεχούμενα θα είναι.
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- ΤΕΠ: Παρακολούθηση των εφημεριών σε real time, σε ποια νοσοκομεία θα γίνει από τον Ιανουάριο του ‘25
- Ζελένσκι: Πολλοί βορειοκορεάτες αιχμάλωτοι πολέμου υπέκυψαν στα τραύματά τους
- Wall Street: Βαριές απώλειες για Nasdaq και S&P 500 με τεχνολογική βουτιά – Έσπασε το θετικό σερί και ο Dow Jones
- Ο «χάρτης» των πληρωμών από τον e-ΕΦΚΑ και τη ΔΥΠΑ έως τις 3 Ιανουαρίου