Πολύ ορθά ο πρωθυπουργός απέρριψε το αστείο επιχείρημα της τοξικότητας, επιλέγοντας να προφυλάξει την χώρα από την επώδυνη προοπτική μίας χείριστης διαχείρισης της πολύπλευρης κρίσης που έρχεται σε περιβάλλον πολιτικής αστάθειας.
Η τοξικότητα, εξάλλου, είναι όπως το τανγκό, θέλει δύο παρτενέρ. Είναι στο χέρι της Ν.Δ. να αφήσει τον Πολλακισμό και τον Βερναρδακισμό να εκθέτουν τον ΣΥΡΙΖΑ και να υπονομεύουν τον αρχηγό του με τις ακρότητες τους. Στην ώριμη πλέον ελληνική κοινωνία, η πολιτική-προσωπική τοξικότητα ισοδυναμεί με φωνή στο διάστημα: δεν έχει καν αντίλαλο.
Το επιχείρημα για ομοιότητα με την αποφράδα περίοδο 2012-2015, δεν στέκει. Ο αμφίπλευρος λαϊκισμός δοκιμάστηκε σε όλες του τις εκφάνσεις και, στην συνέχεια οι Σειρήνες του απώλεσαν την φωνή τους. Σε αντίθεση με το Έπος, δεν ήταν ο λαός που κώφευσε: ήταν οι φωνές που σίγησαν. Πρόβλημα φωνητικών χορδών, που δεν επανέρχεται εύκολα—όσο κι αν το προσδοκά ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το βασικό επιχείρημα της σημερινής κυβέρνησης είναι ένα: η ικανότητά της στην διαχείριση κρίσεων. Και από αυτές δεν γνώρισε λίγες. Όλες είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: ήταν αναπάντεχες.
Μπορούν να χαρακτηριστούν ως Μαύροι Κύκνοι – συμβάν που κανείς δεν περίμενε. Ή, ως Άσπροι Ελέφαντες – συμβάν που ήταν σαφές πως θα προκύψει αλλά η κοινωνία και η πολιτεία επέλεγαν να αγνοούν. Μικρή σημασία έχει.
Οι κρίσεις ήρθαν και η κυβέρνηση Μητσοτάκη τις αντιμετώπισε με επάρκεια.
Λάθη έγιναν – αλλά ποια κυβέρνηση, σε ποια χώρα τα απέφυγε; Αστοχίες υπήρξαν, αλλά ποιο κράτος, σε παγκόσμιο επίπεδο τις παράκαμψε; Ευκαιρίες χάθηκαν—αλλά ποια διοίκηση, σε ποια χώρα δεν έπεσε στην ίδια παγίδα;
Η επερχόμενη κρίση έχει, όμως, μία ειδοποιό διαφορά με τις προηγούμενες: οι περισσότερες από τις παραμέτρους της είναι γνωστές.
Το πραγματικό διακύβευμα, λοιπόν, για την κυβέρνηση Μητσοτάκη στο επόμενο δεκάμηνο εστιάζεται σε δύο σημαντικά σημεία: πρώτον, στην επάρκεια της προετοιμασίας για ένα δύσκολο χειμώνα που η ίδια επέλεξε να διαχειριστεί και, δεύτερον, στην διόρθωση των «στραβών» στα τρία χρόνια που πέρασαν.
Ως προς το πρώτο, είναι σαφές ότι ορισμένες επιπτώσεις της ενεργειακής -γεωπολιτικής κρίσης θα είναι νομοτελειακές.
Είναι εξίσου γεγονός ότι θα υπάρξουν γκρίνιες, δυσαρέσκειες, κριτική «έξω από τον χορό», θύματα και θύτες. Αναπόφευκτα για την κυβέρνηση η επαρκής προετοιμασία δεν σημαίνει ότι θα αποφευχθούν οι αρνητικές επιπτώσεις. Σημαίνει ότι θα ελαχιστοποιηθούν. Κι αυτό, με την σειρά του, προϋποθέτει δύο πράγματα: πρώτο, ικανότητα να σχεδιάσει και έξω από το πλαίσιο της τελευταίας τριετίας, δεύτερο συνεχή, ειλικρινή, εκτεταμένη ενημέρωση της κοινωνίας.
Δεν είναι πολλές οι αμφιβολίες ότι οι αμφιλεγόμενες επιλογές π.χ. της πανδημίας θα έρθουν τώρα να προστεθούν στις προβλεπόμενες του ασύμμετρου πολέμου.
Για παράδειγμα, τα επιχειρηματικά σαπάκια που επέζησαν χάρις στην πολιτική επιδότησης της θέσης εργασίας, τώρα θα σκάσουν ως κλούβια αυγά, με οικονομικό κόστος και κοινωνική αναστάτωση. Εδώ, λοιπόν, θα κριθεί η ετοιμότητα της κυβέρνησης να στρέψει τη νέα στρατιά ανέργων στην επιμόρφωση, να έχει διασφαλίσει την ποιότητα και αποτελεσματικότητα του συστήματος και να ενημερώνει τους πολίτες για τα συμβάντα και τις προοπτικές.
Ως προς το δεύτερο διακύβευμα, είναι πολλοί οι υπουργοί που συγχέουν τον όγκο με την ποιότητα.
Φίλη του κοινοβουλευτικού ρεπορτάζ εξέφραζε θαυμασμό για τα οχτώ (8!) νομοσχέδια της υπουργού παιδείας Νίκης Κεραμέως.
Εύλογο, όμως, το ερώτημα αν ήταν απαραίτητα 8 νομοσχέδια σε διάστημα τριετίας—οπότε για μία ακόμη φορά θα πνιγούμε σε διατάξεις που δεν θα εφαρμόζονται, σε ερμηνευτικές εγκυκλίους που θα μπερδεύουν χειρότερατις καταστάσεις, σε άρθρα που κανένας δεν θα διαβάζει. Η κωδικοποίηση και απλοποίηση θα αποτελούσε ένα τεράστιο βήμα για την αποτελεσματικότητα.
Ο υπουργός ενέργειας και περιβάλλοντος Κ. Σκρέκας επαίρεται που όλες οι περιβαλλοντολογικές οργανώσεις είναι εναντίον του. Κατανοητό το άγχος της ανάπτυξης μέσω της επένδυσης, αλλά αυτή η άκαμπτη διαχωριστική γραμμή, μόνο προβλήματα θα φέρει: στρέφει τις νέες γενιές κατά της κυβέρνησης και ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για την συνεχή παραπομπή της χώρας μας στα ευρωπαϊκά δικαστήρια.
Το διακύβευμα είναι τεράστιο: αν η κυβέρνηση αποτύχει τότε θα πάει χαμένη μία εντυπωσιακή προσπάθεια τεσσάρων ετών. Ο πρωθυπουργός οφείλει να αφουγκραστεί την κοινωνία από την αρχή—να ξεχάσει κατά μία έννοια την τριετία που πέρασε, να κάνει σκληρή κριτική και αυτοκριτική και να σχεδιάσει από την αρχή με νέα πρόσωπα όπου χρειάζεται για ένα δύσκολο χειμώνα όπου σχεδόν όλα τα δεδομένα θα αλλάξουν. Στην διαδικασία αυτή θα πρέπει να κρατήσει τον λαό πλάι του.
Διαβάστε επίσης:
Ανθεκτικότητα οικονομίας και δημοκρατίας