• Άρθρα

    Το 2027 μέσα από δύο στόχους και ένα χάος

    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Ομολογώ ότι απορώ με την βεβαιότητα που εκφράζουν μερικοί (πολλοί ή λίγοι δεν έχει ιδιαίτερη σημασία) ότι η κυβέρνηση δεν θα καταφέρει να πάρει την απόλυτη πλειοψηφία στις εκλογές του 2027. Μπορεί κάτι να γνωρίζουν, που εμείς οι λοιποί δεν κατέχουμε, αλλά οι αμφιβολίες μου ως προς την σιγουριά τους είναι έντονες. Ποιος μπορεί να προβλέψει τι θα έχει συμβεί μέχρι το 2027 και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις τους; Κανένας.

    Επομένως, όλες οι προβλέψεις στηρίζονται σε μία γραμμική προέκταση της σημερινής κατάστασης στο μέλλον. Έλα, όμως, που ζούμε πλέον σε μία περίοδο μη-γραμμική. Δεν κυριαρχούν οι μέσοι όροι αλλά οι Μαύροι Κύκνοι του Τάλεμπ. Δεν υπάρχει πλέον ένα μέλλον αλλά πολλά εναλλακτικά και ουδείς γνωρίζει που θα κάτσει η μπίλια.

    Πρόβλεψη μπορεί να γίνει μόνο με βάση την περίφημη «φράση διαφυγής» των οικονομολόγων – την ceteris paribus. Όπου η πρόβλεψη δίνεται αλλά  με την προϋπόθεση ότι στο περιβάλλον τίποτα άλλο δεν θα αλλάξει. Με αυτήν την προϋπόθεση, κάθε απόκλιση από την πρόβλεψη δικαιολογείται.

    Εξάλλου, γνωρίζει κανείς τι θα συμβεί στον ΣΥΡΙΖΑ; ΟΙ περισσότεροι πιστεύουν ότι το συγκεκριμένο κόμμα είναι ήδη νεκρό. Κι αν προκύψει κάποιο νέο πολιτικό μόρφωμα που θα αφαρπάσει ψήφους; Είμαστε σίγουροι ότι το ΠΑΣΟΚ θα ανακάμψει—και μάλιστα ως αξιόπιστη αξιωματική αντιπολίτευση; Προς το παρόν ακούγονται πολλές μαντινάδες για πολιτικά οφέλη που προκύπτουν από τα λάθη της Ν.Δ. Έτσι ορίζεται και καθορίζεται με βεβαιότητα η πολιτική εξέλιξη;

    Το μόνο πολιτικά ορθό ερώτημα που θα μπορούσε να τεθεί, λοιπόν, ως προς το 2027 είναι «με ποιες προϋποθέσεις ελαχιστοποιούνται οι πιθανότητες να χάσει ο Μητσοτάκης την 3η τετραετία;» Προσωπικά ,ποιο πέρα δεν θα πήγαινα.

    Αν κρίνω από τις παγκόσμιες εξελίξεις θα υποστήριζα ότι η Ν.Δ. μπορεί να κερδίσει 3η τετραετία αν καταφέρει δύο πολύ δύσκολους, αλλά πάντως εφικτούς στόχους.

    Ο ένας είναι η αποτελεσματική διαχείριση των κρίσεων που με βεβαιότητα έρχονται–  κι αυτό συνεπάγεται τέσσερα πράγματα: (α) Παιγνίδια με σενάρια για προετοιμασία, (β) Ξεκάθαρες διαδικασίες και αρμοδιότητες όσων εμπλέκονται, ( γ) Εκπαίδευση και πάλι εκπαίδευση, και, (δ) ενίσχυση των υλικών υποδομών πολύ πιο πάνω από τα επίπεδα ανθεκτικότητας που είχαμε μάθει. Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό, ας ξαναδεί τις εικόνες από τις πλημμύρες στην Ευρώπη.

    Το δεύτερο είναι η μεγιστοποίηση του ρυθμού ανάπτυξης έχοντας ως περιοριστικό παράγοντα το σιδερένιο χέρι των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών επιταγών. Αυτό σημαίνει ότι το βάρος της οικονομικής πολιτικής πρέπει να πέσει στην αύξηση της παραγωγικότητας (μόνο έτσι επιτυγχάνεται ανάπτυξη χωρίς πληθωρισμό και με μείωση των ανισοτήτων). Χρειαζόμαστε, λοιπόν, επενδύσεις και ξανά επενδύσεις, με την πλειοψηφία να έρχεται από το εξωτερικό και να επικεντρώνεται στην παραγωγή και στην τεχνολογία.

    Δυστυχώς για την χώρα μας απαραίτητη (αλλά όχι και ικανή) συνθήκη για να πετύχουν όλα αυτά είναι η αλλαγή της διοίκησης. Δίκαια βαυκαλιζόμαστε για την ψηφιακή μεταρρύθμιση, αλλά πίσω από τους υπολογιστές και τις ηλεκτρονικές διαδικασίες εξακολουθούν να βρίσκονται πολλοί που είναι από τεμπέληδες μέχρι ακατάλληλοι. Δοκίμασε κανείς να πάρει ένα από τα πάμπολλα τηλέφωνα των διευθυντών, υποδιευθυντών, υπαλλήλων που αραδιάζει η ιστοσελίδα του ΕΦΚΑ; Το μόνο που απαντά είναι αυτό των νομικών υπηρεσιών. Εκεί το κράτος πρωτοστατεί!

    Η κυβέρνηση έχει τρία χρόνια για να καταφέρει ένα τιτάνιο έργο. Για να υλοποιήσει τρεις απόλυτα κρίσιμους στόχους. Βρίσκεται σε καλό δρόμο ως προς την ανάπτυξη, υστερεί αλλά φαίνεται ότι το παλεύει ως προς την διαχείριση των κρίσεων. Στον τρίτο στόχο όμως, που αφορά το κράτος, το έλλειμμα είναι μεγάλο. Τόσο χαώδες που από αυτό κινδυνεύουν οι άλλοι δύο στόχοι.

    Διαβάστε επίσης

    Τα δύο μεγάλα διλήμματα της κυβέρνησης στην οικονομία



    ΣΧΟΛΙΑ