Στην πράξη, οι Σταϊκούρας και Σκυλακάκης είναι στο απυρόβλητο.
Την ίδια λογική φαίνεται να αποδέχεται στην εξαιρετικά σύντομη γνωμοδότηση του, το Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, που παραμένει ένας ανεξάρτητος θεσμός και όπου ο επικεφαλής του δεν θα ήταν υποχρεωτικά επιλογή της κυβέρνησης. Η γνώμη του έτσι αποκτά αυξημένη βαρύτητα.
Το πρόβλημα με όλες τις προβλέψεις, όσο και να στηρίζονται σε εξελιγμένα μοντέλα της οικονομίας, είναι ότι τα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια ήταν σχεδόν τελείως απρόβλεπτα. Για παράδειγμα, κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει την πανδημία. Ορισμένοι είχαν προειδοποιήσει για την σύγκρουση Ρωσίας – Ουκρανίας, αλλά ουδείς πρόβλεψε την χρονική στιγμή της σύρραξης. Λίγοι πίστεψαν για την ταχύτητα της κλιματικής αλλαγής και ακόμη λιγότεροι συνειδητοποίησαν τις επιπτώσεις της. Η έλευση του πρώτου υβριδικού πολέμου αποτελούσε αντικείμενο των «παιγνιδίων πολέμου» στα επιτελεία.
Όπως παρατηρεί τόσο ο υπουργός οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας όσο και ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής Φ. Κουτεντάκης, η αβεβαιότητα χαρακτηρίζει τα πάντα: την τιμή της ενέργειας, την παραγωγή και διάθεση τροφίμων, τον πληθωρισμό, την ανάπτυξη. Ευρύτερα, η γεωπολιτική σύγκρουση Ρωσίας – Δύσης και ΗΠΑ- Κίνας, καθορίζουν τις ευρύτερες οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις σε εθνικό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο.
Με αυτές τις συνθήκες ο προϋπολογισμός δεν αποτελεί πλέον ένα σημαντικό όπλο στον σχεδιασμό της οικονομικής πολιτικής αλλά μάλλον έναν οδηγό εσόδων και δαπανών, μήνα με τον μήνα και…βλέπουμε.
Παρά ταύτα είναι μία απεικόνιση που υπακούει σε ορισμένους κανόνες αναφορικά με την δημοσιονομική πειθαρχία – γι’ αυτό η κυβέρνηση επιδιώκει να πετύχει έστω ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα (0,74% του ΑΕΠ) το 2023 και ταυτόχρονα διατηρεί το φετινό πρωτογενές έλλειμμα στο χαμηλό επίπεδο του 1,62% του ΑΕΠ.
Η μεγάλη ακρίβεια στον δεύτερο δεκαδικό δεν είναι, βέβαια, πειστική. Αντί για αυτήν την μάταιη προσπάθεια, το υπουργείο θα μπορούσε να είχε ταυτόχρονα ή έστω λίγο μεταγενέστερα της εισηγητικής έκθεσης, να δημοσιεύσει εικόνα του προϋπολογισμού βασισμένη στα τρία βασικά σενάρια: το ρεαλιστικό, το αισιόδοξο και το απαισιόδοξο. Θα ενέτεινε έτσι ίσως την αβεβαιότητα, αλλά θα αύξανε πάντως την πειστικότητα ότι οι επικεφαλής της οικονομίας αναγνωρίζουν τους κινδύνους – οπότε και θα υπάρχει σχέδιο για αντίδραση.
Το πρόβλημα, με άλλα λόγια, δεν είναι στο οικονομικό πεδίο αλλά σ’ αυτό της αξιοπιστίας και της επικοινωνίας. Η μεγάλη ακρίβεια στην πρόβλεψη κάτω από συνθήκες μεγάλες αβεβαιότητας, δεν πείθει. Αφήνει ερωτηματικά για τα κίνητρα και ανοίγει τον δρόμο στην κακόπιστη κριτική.
Σε αντίθεση, αν μετά την εισηγητική έκθεση παρουσιαστεί μία δεύτερη που να προειδοποιεί για τα χειρότερα και να δίνει ελπίδα για τα καλύτερα, ο πολίτης αυτόματα θα αισθανθεί μεγαλύτερη σιγουριά ότι η οικονομία βρίσκεται σε καλά χέρια.
Στο πλαίσιο αυτό η σχεδόν όποια κριτική στα συγκεκριμένα μεγέθη είναι άκαιρη και αβάσιμη. Θα προϋπόθετε γνώση όταν αυτή δεν υπάρχει. Θα μπορούσε, βέβαια. το υπουργείο για να είχε δείξει οργιώδη φαντασία—οπότε και θα δεχόταν σκληρή κριτική. Δεν το έκανε—προς τιμή του.
Οι πολίτες δεν έχουν εναλλακτική λύση: ανήμποροι θα περιμένουν τα γεγονότα. Και θα ελπίζουν ότι οι της κυβέρνησης πράγματι έχουν γνώση και φαντασία.
Διαβάστε επίσης
Ο καταιγισμός των ψεμάτων – αλλά και τα κοντά τους ποδάρια
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Βρετανία: Εμπλέκεται τελικά άμεσα ή όχι στο ουκρανικό; Τι λένε αναλυτές και αξιωματούχοι
- Κυριάκος Μητσοτάκης: Μόνιμες οι αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις – Προϋπολογισμός με κοινωνικό πρόσημο
- Ντορίνα Παπαλιού: Για τη Φωνή μίλησε ο Μαρκουλάκης και άλλοι
- Μπρουκ Ρόλινς: Υπουργός Γεωργίας στη νέα κυβέρνηση Τραμπ – «Το American Dream στα καλύτερά του»