Όταν ξέσπασε η πανδημία του κορονοϊού, πολλοί γράψαμε για το τέλος μίας εποχής.
Δεν ήταν τόσο η επισήμανση των νέων ανατρεπτικών τάσεων όσο η βεβαιότητα -άλλοτε βασισμένη στην λογική και άλλοτε στη διαίσθηση- ότι δεν μπορούσε να υπάρξει επιστροφή στην κανονικότητα που γνωρίζαμε.
Μία παροιμία λέει «Ποτέ δεν βρέχει μόνο. Είναι πάντα νεροποντή».
Κάπως έτσι και με την παγκόσμια σκηνή.
Ο κορονοϊός έχει έρθει για να μείνει. Μια ματιά στην Κίνα το επιβεβαιώνει. Το ίδιο και η λεγόμενη long Covid. Μετά, δε, τους πρώτους τρεις εμβολιασμούς πάμε για τέταρτο. Και βλέπουμε.
Την πανδημία ακολούθησε ο πόλεμος. Η αρχική πρόβλεψη για περίπατο της Ρωσίας πήγε ακριβώς… περίπατο. Η αντίσταση της Ουκρανίας κινητοποίησε την μαλθακή Ευρώπη, υποχρέωσε τους Γερμανούς να σκεφτούν ότι εκτός από το κέρδος υπάρχει και η γεωπολιτική, αφύπνισε το ΝΑΤΟ, έφερε την Γαλλία σε θέση ηγετική.
Η εικόνα αλλάζει ξανά. Ουσιαστικά για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μία στρατηγικά Μεγάλη Δύναμη εξαπολύει την φοβέρα της χρήσης πυρηνικών όπλων. Κι αυτό επειδή θέλει να αναβιώσει τα περασμένα μεγαλεία της.
Τα περί ασφάλειας της είναι, όπως λέγανε παλιά οι αποικιοκράτες, bon pour l’ Orient! Οι αφελείς και η φιλο-αυταρχικοί το πιστεύουν.
Η διάρκεια του πολέμου αρχίζει να προβληματίζει. Το ίδιο η προοπτική εξάπλωσης του. Όταν κυριαρχεί ο πόθος της κατάκτησης, η λογική χάνει έδαφος.
Μέσα, πάνω, κάτω και πέρα απ’ όλα αυτά, η τεχνολογία διαπερνά θεσμούς και λειτουργίες, κανόνες και συνήθειες, κεκτημένα και αυθαίρετα. Στο πολιτικό δίλημμα «δημοκρατία ή αυταρχισμός» προστίθεται ο ψηφιακός διχασμός, η αδυναμία της κοινωνίας να ενσωματώσει τις εξελίξεις, η αίσθηση της ματαιότητας.
Η αλήθεια είναι μία. Μολονότι το παρελθόν μας είχε διδάξει πολλά μαθήματα, τα ξεχάσαμε. Η παγκοσμιοποίηση δεν έσκασε ξαφνικά – ήταν μία σταδιακή, αν και σχετικά ταχεία, διαδικασία, σαφής και αναγνωρίσιμη. Οι προειδοποιήσεις για τα προβλήματα που δημιουργούσε δεν έλειψαν.
Τυφλοί τα τ’ ώτα τον τε νουν τα τ’ όμματα. Το κέρδος υπεράνω όλων. Φυσικά δεν μπορούσαμε να σταματήσουμε είτε την παγκοσμιοποίηση, είτε την ψηφιακή επανάσταση, είτε τον πόλεμο των τρελών. Μπορούσαμε, όμως, να είχαμε απαλύνει τις επιπτώσεις. Να είχαμε προετοιμάσει τους θεσμούς μας ώστε να φροντίσουν τους αδύναμους, τους περιθωριακούς, όλους όσους έμεναν πίσω όχι από δική τους επιλογή αλλά επειδή οι εξελίξεις ξεπερνούσαν την ίδια την ανθρώπινη φύση τους.
Ως κοινωνία που έχει τις ρίζες της στον Διαφωτισμό και στις τρεις μεγάλες επαναστάσεις -Αγγλίας, Αμερικής, Γαλλίας- αποτύχαμε τραγικά. Όχι γι’ αυτά που δεν μπορούσαμε να προβλέψουμε, αλλά για όσα μπορούσαμε και ολιγωρήσαμε.
Ολιγωρήσαμε ανεύθυνα και τραγικά. Γι’ αυτό είμαστε μία κοινωνία στα κάγκελα. Τι άλλο απαιτείται εκτός από το αναγνωρίσουμε επιτέλους ότι στον τρίτο χρόνο μετά την πανδημία το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Γης είναι ανεμβολίαστο; Το θέμα δεν είναι στενά η πανδημία. Είναι η αδιαφορία για τον συνάνθρωπο. Αδιαφορία μέχρι θανάτου.
Σήμερα, οι μαύροι κύκνοι των απρόβλεπτων γεγονότων μας τρομοκρατούν. Λάθος μας. Οφείλαμε να έχουμε τρομάξει από τους άσπρους ελέφαντες που τόσο καιρό κάθονταν στον καναπέ μας και προσποιούμασταν πως δεν τους βλέπουμε.
Θα τους «δούμε» τώρα που η απειλή της ανθρώπινης καταστροφής εκφράζεται με απερίγραπτη ψυχρότητα και απόλυτο κυνισμό ή θα οδεύσουμε εθελοτυφλώντας στον γκρεμό;