Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος
Στην κάθε οικονομική έκθεση υπάρχουν θετικές και αρνητικές παρατηρήσεις. Στην Ελλάδα, η επιλογή της προβολής βασίζεται σε κομματικά κριτήρια.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η έκθεση απορρίπτεται συλλήβδην και εκ των προτέρων – εξαρτάται από την πηγή της.
Η έκθεση του ΔΝΤ, για παράδειγμα, απερίφραστα καταδικάζεται από την αριστερά, απλά διότι έχει γραφτεί από τον συγκεκριμένο οργανισμό που θεωρείται προκατειλημμένος και εγκλωβισμένος σε συγκεκριμένη οικονομική ιδεολογία.
Έτσι, η μία ιδεολογία συγκρούεται με την άλλη, αλληλοαπορίπτονται, οπότε αρχίζουν οι συμβιβασμοί του πολιτικού κόσμου με τελικό αποτέλεσμα την υπονόμευση των επιδιωκόμενων στόχων.
Η σύντομη τοποθέτηση του ΔΝΤ ήδη έφερε τις πρώτες αντιδράσεις – με επίκεντρο τις συντάξεις.
Ευτυχώς, δεν είναι αυτό το μήνυμα του οργανισμού. Αντίθετα μάλιστα.
Διότι, υπό την επήρεια λαθών που έχει κάνει, βάσιμης κριτικής που έχει δεχτεί, γεγονότων που το έχουν προκαταλάβει, το ΔΝΤ έχει ήδη διεξάγει μία εκτεταμένη αξιολόγηση των πολιτικών του και έχει ήδη χαράξει νέα κριτήρια τόσο για τα προβλήματα που επιλέγει να αναδείξει όσο και για τις προτάσεις πολιτικής που κάνει.
Ειδικά για την Ελλάδα, οι παρατηρήσεις του ΔΝΤ μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες.
Η πρώτη αφορά την τρέχουσα κατάσταση, όπου αποδίδει εύσημα στην κυβέρνηση για την ταχύτητα και αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων της.
Ως προς δε το άμεσο μέλλον, οι εκτιμήσεις του για την ανάκαμψη συμβαδίζουν με αυτές άλλων οργανισμών – όπως της Ε.Ε.
Η δεύτερη κατηγορία παρατηρήσεων, μπορεί να χαρακτηριστεί ως παραδοσιακή.
Αναφέρεται, δηλαδή, στα θέματα-προβλήματα που κατά κανόνα πάντα απασχολούν και θα απασχολούν τον οργανισμό:
• Την μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους, καθώς ουδείς μπορεί να προβλέψει την πορεία των επιτοκίων.
• Το σοκ που θα υποστεί η χώρα όταν θα σταματήσει η επίσημη (μέσω των κεντρικών τραπεζών) χρηματοδότηση και θα πρέπει να στραφεί στην αγορά.
• Τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών σε συνδυασμό με την Δαμόκλειο Σπάθη της αναβαλλόμενης φορολογίας
• Την ανάγκη να αλλάξει η κατανομή των συντελεστών παραγωγής (κεφάλαιο και εργασία) μετά τις ανατροπές που φέρνει η ψηφιοποίηση
Υπάρχει, όμως, και μία τρίτη κατηγορία. Αυτή αντανακλά τη νέα φιλοσοφία που σταδιακά αρχίζει να εγκαθιδρύεται στο ΔΝΤ – ίσως και υπό την επήρεια της νέας γενικής διευθύντριας Kristalina Georgieva.
Έτσι, στην έκθεση του το ΔΝΤ υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι:
• Ο στόχος της μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής ισορροπίας δεν πρέπει να επιτευχθεί σε βάρος της ανάπτυξης, διότι τότε πλήττεται ειδικά η πληθυσμιακή ομάδα των νέων, ομάδα που χαρακτηρίζεται από υψηλή ανεργία και που έχει ιδιαίτερα θιγεί από τις δύο κρίσεις του 2010 και της πανδημίας.
• Η στήριξη προς την εργασία οφείλει να σταματήσει να αποβλέπει μόνο στην διατήρηση της θέσης και να στραφεί στην διασφάλιση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος γι’ αυτούς που το έχουν ανάγκη καθώς και προς την δημιουργία δυνατοτήτων για να αυξηθεί η απασχόληση όχι μόνο λόγω επενδύσεων αλλά και λόγω μετεκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού.
• Καθώς η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος για την δημιουργία «κακής τράπεζας» φαίνεται να έχει απορριφθεί, προτείνεται η μονομερής μετατροπή της αναβαλλόμενης φορολογίας, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Η πιο σημαντική παρατήρηση, όμως, αφορά το Ταμείο Ανάκαμψης. Το ΔΝΤ εκφράζει φόβο ως προς την ικανότητα της χώρα να απορροφήσει τους σχετικούς πόρους αλλά και ως προς την επάρκεια της διαχείρισης τους — ώστε πράγματι να εξυπηρετείται η επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί.
Οι κακόπιστοι, θα σπεύσουν να καταδικάσουν τον οργανισμό – ότι τα βλέπει όλα μαύρα και υποτιμά την χώρα.
Δυστυχώς, όμως, η διαχείριση των ΕΣΠΑ μάλλον το Ταμείο παρά την Ελλάδα και τις κυβερνήσεις της δικαιώνει.
Αυτή η στήλη, εξάλλου, είχε εκφράσει στο πρόσφατο παρελθόν, τους ίδιους ακριβώς φόβους.
Ας μην στρεφόμαστε κατά του κομιστή του μηνύματος. Ας επικεντρωθούμε στην ουσία του. Ουδείς καλόπιστος μπορεί να διαφωνήσει με τους συγκεκριμένους προβλματισμούς.
Στην κυβέρνηση εναπόκειται να τους λάβει σοβαρά υπόψη της, αναγνωρίζοντάς τους χωρίς να εθελοτυφλεί και, πιο σημαντικό, προετοιμάζοντας την αντιμετώπιση τους.