Ίσως, πάλι, να ευθύνεται το γεγονός ότι για δεκαετίες τώρα δεν υλοποιούμε μεταρρυθμίσεις που αποτελούν αναγκαία συνθήκη για την μετάβαση από το παλαιοκομματικό και εθνοκεντρικό κράτος στο σύγχρονο του 21 ου αιώνα και της ψηφιακής επανάστασης. Θα μπορούσε, ακόμη, και να ανάγεται στον επαρχιωτισμό που μας διακρίνει ως κοινωνία, καθώς από την αναγέννηση του ελληνικού κράτους είχαμε πάντα την πεποίθηση της διαφορετικότητας, που την μεταφράζαμε σε ανωτερότητα, χωρίς να συνειδητοποιούμε ότι στην ουσία παριστάναμε τους αρχοντοχωριάτες, μεταφέροντας ιδέες σε κακέκτυπη εκδοχή της προσαρμογής στην δήθεν ελληνική πραγματικότητα.
Όποιο και να είναι το αίτιο, η Ελλάδα σήμερα εξακολουθεί να κινείται σε πλαίσιο που τείνει ταχύτατα να ξεπεραστεί από τις παγκόσμιες εξελίξεις—την τεχνολογική επανάσταση, την κατάρρευση των συστημάτων πρόνοιας, τις πανδημίες, την κλιματική αλλαγή, το επερχόμενο κύμα μετανάστευσης και την γεωπολιτική ανατροπή.
Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει κάνει περισσότερα και πιο αποτελεσματικά μεταρρυθμιστικά βήματα απ’ ότι οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Η ένταξη στην Ε.Ε. και το καταλάγιασμα του μίσους του Εμφυλίου οφείλονται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Η ίδρυση του ΕΣΥ και το ΑΣΕΠ στον Ανδρέα Παπανδρέου. Η ένταξη στο ευρώ στον Κώστα Σημίτη. Τα πρώτα βήματα για την οικονομική και διοικητική εξυγίανση του κράτους στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Στον Κυριάκο Μητσοτάκη έλαχε η διαχείριση τριών νέων κρίσεων (πανδημία, μετανάστευση, Τουρκία), η εισαγωγή και διαχείριση της τεχνολογικής επανάστασης και – σε μεγάλο βαθμό—η υιοθέτηση αλλαγών που διορθώνουν τα λάθη όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά.
Διότι, τόσο πίσω — κατ’ ελάχιστον –πρέπει να πάμε για να κατανοήσουμε τα προβλήματα και να επιχειρήσουμε να τα αντιμετωπίσουμε: αρχίζοντας από την τραγική αποτυχία της εκβιομηχάνισης, περνώντας στην άναρχη ανάπτυξη και καταλήγοντας στην αδυναμία μας να ορίσουμε σαφή όρια στους ρόλους του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Πάνω απ’ όλα, στο τεράστιο πρόβλημα ότι, τελικά, ο Εμφύλιος Διχασμός εξακολουθεί να μας προσδιορίζει. Διότι, δεν υπάρχει άλλη ερμηνεία έξω από την εμμονή μας να ασκείται αντιπολίτευση της μορφής «όχι σε όλα» και να μην υπάρχει ο παραμικρός δισταγμός ως προς τα μέσα που χρησιμοποιούνται προκειμένου να πληγεί ο πολιτικός αντίπαλος. Ακόμη και η εμπορία θανάτων.
Παρά τις προσπάθειες της και τις συνεχείς, ανελέητες, ανήθικες προσπάθειες υπονόμευσης από μία παράταξη που παραμένει δέσμια της ιδεολογίας του Εμφυλίου, διακατέχει από ρεβανσιστικό μένος, έχει απωλέσει με τις πράξεις κάθε ηθικό πλεονέκτημα και κάθε ισχυρισμό για διαχειριστική επάρκεια, η Ν.Δ του Μητσοτάκη εμμένει στην μεταρρυθμιστική πορεία της. Έχοντας βάλει τον πήχη ψηλά, όμως, αναπόφευκτα οι προσδοκίες είναι μεγάλες. Καθώς πλησιάζουν οι εκλογές, τώρα φαίνεται το κόστος του χρόνου που χάθηκε με το ξέσπασμα της πανδημίας. Διότι, αφενός μεν επιτάχυνε την μετάβαση στον ψηφιακό κόσμο, αφετέρου δε καθυστέρησε υπέρμετρα αναγκαίες μεταρρυθμίσεις – με κορυφαία της αναδιοργάνωσης και του εκσυγχρονισμού του ΕΣΥ.
Το θέμα, πλέον, είναι να υιοθετηθούν νέες προτεραιότητες έχοντας ως ορόσημο τις εκλογές. Θεωρώ ότι αυτές εντάσσονται σε τρεις βασικές κατηγορίες:
- Στην βελτίωση της καθημερινότητας του πολίτη – που παραπέμπει μεταξύ άλλων στην αντιμετώπιση κάθε μορφής παραβατικής συμπεριφοράς, στην απλοποίηση των διαδικασιών και στην παροχή υγειονομικής περίθαλψης. Οι Πιερακκάκης και Θεοδωρικάκος βρίσκονται στον σωστό δρόμο και ο πρωθυπουργός οφείλει να τους ενισχύσει με πρόσθετους ανθρώπινους και υλικούς πόρους—εφόσον το ζητήσουν. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον τομέα της υγείας όπου η εγκληματική ανικανότητα του Κικίλια έχει αφήσει πολύ δουλειά στα χέρια του Πλεύρη και της Γκάγκα. Η καθυστέρηση ας μην ερμηνευτεί ως υποχρεωτική αναβολή. Το τι οφείλουμε να πράξουμε είναι γνωστό. Το ξεκίνημα για ένα νέο ΕΣΥ έστω και τώρα θα έχει απήχηση στους ταλαιπωρημένους και φοβισμένους πολίτες.
- Στην ουσιαστική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Το πρόσφατο νομοσχέδιο Γεωργιάδη για τις στρατηγικές επενδύσεις κλίνει υπέρμετρα προς την (λαθεμένα αποκαλούμενη) νεοφιλελεύθερη νοοτροπία, που έχει αποδειχθείολέθρια σε όλα τα κράτη. Η κατάργηση των δικλείδων ασφαλείας και η αποδέσμευση των «στρατηγικών» από την ευρύτερη προσπάθεια προσαρμογής στο νέο κλίμα και στην προστασία του περιβάλλοντος είναι μέγα σφάλμα. Το ίδιο και η πολιτικές Σκρέκα. Που αποδομούν τις ορθές πολιτικές Χατζηδάκη. Η κυβέρνηση οφείλει να βάλει τέλος σε δράσεις που θα αποδειχθούν επιζήμιες για την χώρα και να εντάξει όλον τον επενδυτικό προγραμματισμό σ’ ένα συνεκτικό πλαίσιο για το περιβάλλον. Οι χθεσινές και σημερινές καταστροφές από την κακοκαιρία δείχνουν με σαφήνεια την τεράστια έκταση της δουλειάς που έχει να γίνει, την ανάγκη να υπάρξει συντονισμός και διάλογος μεταξύ της Αθήνας και της τοπικής αυτοδιοίκησης, την επιφύλαξη που οφείλουμε να δείξουμε σε φαραωνικά τουριστικά σχέδια κατά …παρέκκλιση.
- Στην αναμόρφωση της δικαιοσύνης. Οι αλλαγές – γιατί μεταρρυθμίσεις δεν λέγονται – Τσιάρα έρχονται πολύ αργά και είναι πολύ περιορισμένες. Τουλάχιστον η ενίσχυση τους έστω και τώρα σε συνδυασμό με την άμεση εφαρμογή τους πολλά θα σημαίνει για τους πολίτες.
Μετά από 50 χρόνια συνεχών ανατροπών ο Έλληνας πολίτης έχει απόλυτη ανάγκη να νοιώσει ξανά αίσθημα ασφάλειας. Η μεταπολίτευση ήρθε να του το προσφέρει σε επίπεδο πολιτικής ισότητας, κοινωνικής πρόνοιας και οικονομικής ανάπτυξης. Μόνο στο πρώτο πέτυχε –κι αυτό με εκπτώσεις. Σήμερα, παρακολουθώντας τις τεράστιες παγκόσμιες ανατροπές ο Έλληνας πολίτης θέλει να αισθανθεί πως έχει δίπλα του ένα ικανό, φιλικό και διορατικό κράτος. Τόσο απλά. Η κυβέρνηση που θα καταφέρει να κάνει
βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση θα κερδίσει όχι μόνο την εξουσία αλλά—το πιο σημαντικό—την εμπιστοσύνη του πολίτη.